ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

ÊëáóóéêÜ 

Èåïôüêçò Êùíóôáíôßíïò: Ç ÌåãÜëç Ôùí ÅðôáíÞóùí Ó÷ïëÞ




                                         Βιογραφικü

    Ο ΣτÝφανος-Κωνσταντßνος Θεοτüκης Þταν ¸λληνας συγγραφÝας, ποιητÞς, μεταφραστÞς, λογοτÝχνης και διανοοýμενος που δÝσποσε στα ελληνικÜ γρÜμματÜ στις αρχÝς του 20οý αι., σημαντικüς εκπρüσωπος της ΕπτανησιακÞς ΣχολÞς. Οι ευρýτατες γνþσεις του κι η γνþση ξÝνων γλωσσþν -Þτανε γνþστης 5 ομιλουμÝνων γλωσσþν (ιταλικÞς, γαλλικÞς, γερμανικÞς) κι Üλλων 5 απü τις νεκρÝς (αρχαßα ελληνικÜ, λατινικÜ, εβραúκÜ, αρχαßα περσικÜ, σανσκριτικÜ)- του επÝτρεψαν να ασχοληθεß με μεταφρÜσεις αρχαßων ελλÞνων και ξÝνων κλασσικþν, ενþ την ßδια περßοδο δημοσιεýτηκαν και τα πρþτα του πεζÜ στα περιοδικÜ της εποχÞς.
     ΓεννÞθηκε στις 13 ΜÜρτη 1872, στη ΚÝρκυρα, γüνος αριστοκρατικÞς οικογÝνειας, πατÝρας του Þταν ο ΜÜρκος Θεοτüκης και μητÝρα του η ΑγγελικÞ ΠολυλÜ (ξαδÝρφη του λüγιου ΙÜκωβου ΠολυλÜ), εßχε και 2 αδελφοýς. Τα μÝλη της οικογÝνειÜς του ασχολÞθηκαν με τη πολιτικÞ και τη διπλωματßα Þδη απü τον 14ο αι.. ¸μαθε τα πρþτα γρÜμματα στο ιδιωτικü σχολεßο Κοντοýτη, στη συνÝχεια φοßτησε για 8 Ýτη στο ΕκπαιδευτÞριο Καποδßστριας, στη συνÝχεια στο Κερκυραúκü ΓυμνÜσιο, που το τÝλειωσε το 1888. ΜαθητÞς ακüμα Ýγραψε το σχολικü εγχειρßδιο Εγχειρßδιον προς κατασκευÞν διαφüρων εκ χÜρτου παιγνßων. ΜÝρος πρþτον : Το πτηνüν. Την ßδια περßοδο ξεκßνησε και το ενδιαφÝρον του για τις φυσικÝς επιστÞμες και το 1884 στα 14, εξÝδωσε με τον αδερφü του Κωνσταντßνο την εφημερßδα Ελπßς. Το 1887 εξÝδωσε μια μελÝτη για τον ηλεκτροχημικü τηλÝγραφο και Ýστειλε μια μελÝτη για το κυβερνþμενο αερüστατο στη ΓαλλικÞ Ακαδημßα των Επιστημþν που επαινÝθηκε. ¸τσι τονε δεχτÞκανε να κÜνει ανþτατες σπουδÝς του στο Παρßσι, στη Σορβüννη, παρακολουθþντας μαθÞματα φιλολογßας, μαθηματικþν, ιατρικÞς και χημεßας, χωρßς ωστüσο να λÜβει κανÝνα δßπλωμα. Εκτüς üμως της γαλλικÞς γλþσσας σποýδασε αγγλικÞ, γερμανικÞ, ιταλικÞ και λατινικÞ, καθþς και σανσκριτικÜ (!!!). ¸τσι πολýγλωσσος απü νεαρüς (γνþριζε ακüμη αρχαßα περσικÜ, αρχαßα ελληνικÜ και εβραúκÜ (!!!!) ασχολÞθηκε πÝραν της πεζογραφßας με τη μετÜφραση και τη ποßηση. Στα 19 ετþν Ýγραψε στη γαλλικÞ το 1ο του Ýργο, το La vie des Montagnes, που δημοσιεýθηκε απü τον εκδοτικü οßκο Mercure de FranceΤο 1889, στα 17 του, αναχþρησε για το Παρßσι κι εγγρÜφηκε στη ΦυσικομαθηματικÞ ΣχολÞ του Πανεπιστημßου Σορβüννης.



     Η κοσμικÞ και σπÜταλη ζωÞ που επÝλεξε τον οδÞγησε 2 Ýτη μετÜ για συνÝχιση των σπουδþν του στη Βενετßα. Εκεß σýναψε δεσμü με τη βαρþνη Ερνεστßνη φον ΜÜλοβιτς, απü τη Βοημßα, 17 Ýτη μεγαλýτερÞ του, απü την οποßα χþρισε προσωρινÜ κατüπιν παρÝμβασης του πατÝρα τον ßδιο χρüνο, τη νυμφεýτηκε üμως μετÜ 2 Ýτη στη Βοημßα. κι απüκτησε μαζß της μßα κüρη, αφοý Þδη εßχε εγκαταλεßψει τις σπουδÝς κι εßχε εγκατασταθεß στους ΚαρουσÜδες, üπου αφοσιþθηκε στη μελÝτη.

     ΕπιστρÝφοντας στην ΕλλÜδα το 1895 εγκαταστÜθηκε στη ΚÝρκυρα, στον εξοχικü πýργο των ΚαρουσÜδων. ΣυνδÝθηκε με το Μαβßλη και προσχþρησε απü τους πρþτους στο κßνημα του δημοτικισμοý. ΣυντροφιÜ με το φßλο ΛορÝντζο κι απü τον οποßο υιοθÝτησε το ενδιαφÝρον για τη σανσκριτικÞ μυθολογßα, συμμετεßχε σ' εθνικοýς αγþνες, üπως στην εξÝγερση της ΚρÞτης το 1896, αλλÜ και σε τοπικÝς πρωτοβουλßες, π.χ. εναντßον της απüφασης του δÞμου ΚÝρκυρας για την εγκατÜσταση ρουλÝτας στο νησß. ΚαταφÝρθηκε, επßσης, εναντßον της πολιτικÞς του συγγενοýς του υπουργοý κι αργüτερα πρωθυπουργοý Γεþργιου Θεοτüκη. Απü τüτε φαßνεται πως ασπÜστηκε τις πρþτες σοσιαλιστικÝς ιδÝες, απü τις οποßες και διακρßνονται τα Ýργα του. Συμμετεßχε εκτüς της ΚρÞτης το 1896 κι ως εθελοντÞς στον Ελληνοτουρκικü πüλεμο του 1897 στη Θεσσαλßα, επικεφαλÞς δικοý του σþματος.
    Το 1900 πÝθανε η κüρη του Ερνεστßνη απü μηνιγγßτιδα στα 5 της. Το 1901 δημοσßευσε στο Διüνυσο το διÞγημα Juventus Mundi και τον επüμενο χρüνο τη Κασσþπη. Το 1902 επισκÝφτηκε τη ΖÜκυνθο με αφορμÞ τα 100 χρüνια απü τη γÝννηση του Σολωμοý και τον ßδιο χρüνο δημοσßευσε Ýνα Üρθρο γι' αυτüν στην εφημερßδα Neue Presse της ΒιÝννης. Το 1903 γνωρßστηκε με τη μετÝπειτα στενÞ φßλη του ΕιρÞνη Δεντρινοý και το 1904 δημοσßευσε στο ΝουμÜ τη διατριβÞ του ΣανσκριτικÞ και καθαρεýουσα. Το 1905 οργÜνωσε συνÝδριο δημοτικιστþν στη ΚÝρκυρα με αφορμÞ την εκεß επßσκεψη του ΑλÝξανδρου ΠÜλλη. Οι καλεσμÝνοι επßσης ΠαλαμÜς, ΨυχÜρης και ΓρυπÜρης δεν παρευρÝθηκαν. Στη 2ετßα 1907-1909 βρÝθηκε στο πανεπιστÞμιο του ΜονÜχου για σπουδÝς κι επÝστρεψε στη ΚÝρκυρα, üπου υποδÝχτηκε τον σοσιαλιστÞ ΜαζαρÜκη.
     Στον Α' Παγκ. Πüλ. Ýλαβε ενεργü μÝρος στο κßνημα της Θεσσαλονßκης, προσχωρεß στο Κüμμα των ΦιλελευθÝρων, διορßζεται αντιπρüσωπος του κüμματος στη ΚÝρκυρα. Το 1917 μετÜ την πτþση της αυστροουγγρικÞς μοναρχßας ο Θεοτüκης και η σýζυγüς του καταστρÜφηκαν οικονομικÜ. Η υγεßα του κλονßστηκε αλλÜ κι αναγκÜσθηκε να δουλÝψει και το 1918 μετακομßζει στην ΑθÞνα. Με το τÝλος του πολÝμου του προσφÝρεται η θÝση του διευθυντÞ λογοκρισßας παντüς εντýπου κι αλληλογραφßας, θÝση που διατÞρησε για λßγο, ýστερα απü 2 μÝρες παραιτεßται κι εργÜζεται ως υπÜλληλος των εκδüσεων ΕλευθερουδÜκη, για λßγο. Διορßζεται προσωρινÜ ως Ýκτακτος υπÜλληλος στην Υπηρεσßα ΞÝνων κι ΕκθÝσεων κι οριστικÜ στην ΕθνικÞ ΒιβλιοθÞκη, πρþτα ως γραμματÝας κι ýστερα προÜγεται τμηματÜρχης β' τÜξης.



     Στην Ευρþπη, που εßχε ταξιδÝψει δις, για ελεýθερη επιμüρφωση στα ΠανεπιστÞμια του Γκρατς (1898) και του ΜονÜχου (1908-1909), απαρνÞθηκε τον Νßτσε και ασπÜστηκε τον Μαρξ. Με τη 2η επßσκεψÞ του στην Ευρþπη Þρθε σ' επαφÞ και με τη κßνηση των σοσιαλιστþν της εποχÞς. Αλληλογραφεß και συντονßζει τις απüψεις του με εκεßνες του ομοúδεÜτη του Χατζüπουλου κι επιστρÝφοντας πρωτοστατεß στην ßδρυση του Σοσιαλιστικοý Ομßλου και του Αλληλοβοηθητικοý ΣυνδÝσμου Εργατþν της ΚÝρκυρας (1910-1914), ενþ παρÜλληλα υποστÞριξε το κßνημα για τη χειραφÝτηση των γυναικþν. Το 1912 τιμÞθηκε με το παρÜσημο του Σταυροý του ΣωτÞρος απü τη κυβÝρνηση, βραβεßο που üμως δε δÝχτηκε. Το 1916 συμμετεßχε σε ειδικÞ αποστολÞ του επαναστατικοý κινÞματος Θεσσαλονßκης στη Ρþμη μετÜ απü ανÜθεση του τüτε υπουργοý Εξωτερικþν ΝικολÜου Πολßτη. ΕπÝστρεψε στη ΚÝρκυρα και διορßστηκε αντιπρüσωπος της κυβÝρνησης εκεß, θÝση απü την οποßα παραιτÞθηκε τον ßδιο χρüνο.
    Για να αντιμετωπßσει τα ÝξοδÜ του, προπωλεß τα Ýργα του στους οßκους Βασιλεßου κι ΕλευθερουδÜκη. ¸τσι, Ýρχονται στο φως τα περισσüτερα πεζÜ του κι οι μεταφρÜσεις του, π.χ. απü τον Γκαßτε, απü τον Σαßξπηρ, απü το ΦλωμπÝρ (Η Κυρßα Μποβαρý, Α' τüμος) και απü το Ρüσελ (Τα προβλÞματα της Φιλοσοφßας). 
Στην ελληνικÞ λογοτεχνßα η πεζογραφßα του Θεοτüκη εßχε σημαντικÞ προσφορÜ. Στα εκτενÞ διηγÞματÜ του: Η τιμÞ και το χρÞμα, Η ζωÞ κι ο θÜνατος του ΚαραβÝλα, Ο κατÜδικος και Οι σκλÜβοι στα δεσμÜ τους διακρßνεται η δραματικüτητα της αφÞγησης κι η ρεαλιστικÞ απüδοση της ζωÞς σε μια ηθογραφικÞ ατμüσφαιρα, που διαπνÝεται κι απü φιλοσοφικÞ διÜθεση. Τα σýντομα διηγÞματÜ του, που δημοσιυτÞκαν στην αρχÞ στο περιοδικü ΤÝχνη του Κ. Χατζüπουλου και στον ΝουμÜ, και που αργüτερα κυκλοφüρησαν με τßτλο ΚορφιÜτικες ιστορßες, αποδßδουν με απλüτητα και λιτüτητα τη κερκυραúκÞ ζωÞ της εποχÞς, με εικüνες αδρÝς και σκληρÝς. Γεγονüς εßναι üτι επηρεÜστηκε αρχικÜ απü τη γερμανικÞ ιδεοκρατßα κι ιδιαßτερα απü τον Νßτσε απü τη πρþιμη περßοδο της συγγραφικÞς του δραστηριüτητας, üταν Ýγραψε πεζογραφÞματα üπως Το ΠÜθος (1899) και διηγÞματα üπως το Πßστομα. Στη ποιητικÞ του συγγραφÞ κυριαρχοýν οι μεταφρÜσεις του Σαßξπηρ που απÝδωσε Ýμμετρα τη Τρικυμßα, τον ΜÜκβεθ, τον ΒασιλιÜ Ληρ και τον ΟθÝλλο. Επßσης μετÝφρασε τα ΓεωργικÜ του Βιργιλßου, τον ¸ρμανο & ΔωροθÝα του Γκαßτε, τον Φαßδωνα του ΠλÜτωνα, κι απü τα σανσκριτικÜ τα: Σακοýνταλα, Μαλαβßκα κι Αγνιμßτρα*. ¸γραψε επßσης και μερικÜ σοννÝττα που διακρßνονταν για τη λεπτüτητα αισθÞματος.


________________
 * Σακοýνταλα (Shakuntala, Αμπιτζνανασακοýνταλα -Η Αναγνþριση Της Σακοýνταλα- ο θÝμα εßναι παρμÝνο απü τον αρχαßο επικü κýκλο της ΜαχαμπαρÜτα (Mahabharata). Εßναι Ýνα ρομαντικü θεατρικü Ýργο σε 5 πρÜξεις, που εξιστορεß τον Ýρωτα του βασιλιÜ της Ινδßας ΝτουσυÜντα (Dushyanta), που αποπλανεß τη θετÞ κüρη ενüς σοφοý ερημßτη, την εγκαταλεßπει üμως εξ αιτßας κÜποιας κατÜρας, υπερνικÜ αργüτερα τη κατÜρα και ξανασμßγει στον ουρανü με τη γυναßκα του και το γιο του, καρπü του ÝρωτÜ τους), ΜαλαβικαγκνιμßτραΜαλαβßκα & Αγκνιμßτρα, Malavikagnimitra -εßναι μια ρομαντικÞ κωμωδßα με θÝμα τις δολοπλοκßες σ' Ýνα χαρÝμι) εßναι τα σημαντικþτερα Ýργα του ΚαλιντÜσα (Kalidasa, 4ος-5ος μ.X. αι.) που Þταν Ινδüς ποιητÞς και δραματουργüς, που πιθανολογεßται πως Ýζησε στις αρχÝς του 5ου αι. Ο ΚαλιντÜσα εκπροσωπεß τη χρυσÞ εποχÞ της ινδικÞς λογοτεχνßας. Τ' üνομÜ του περιβÜλλεται με μεγÜλη αßγλη στην Ινδßα, üπου θεωρεßται ο μεγαλýτερος Ινδüς συγγραφÝας üλων των εποχþν, που εξýψωσε την ινδικÞ ποßηση σε δυσθεþρητα ýψη. Εßναι γνωστüς ως ο Σαßξπηρ της Ινδßας.
-----------------------

     Το 1922 διαγνþστηκε üτι πÜσχει απü καρκßνο του στομÜχου. Τα τελευταßα χρüνια της ζωÞς του Þτανε πολý δýσκολα λüγω της Üθλιας οικονομικÞς του κατÜστασης και της αρρþστιας του. ΧειρουργÞθηκε στον Ευαγγελισμü κι οι γιατροß τονε συμβοýλεψαν να φýγει για τη ΚÝρκυρα, üπου κι αποσýρθηκε και πÝθανε λßγο μετÜ, σε ηλικßα μüλις 51 ετþν, τη 1η Ιουλßου 1923, αφÞνοντας μÜλιστα κι ανολοκλÞρωτο το τελευταßο του Ýργο με τßτλο Ο παπÜ ΙορδÜνης περßχαρος κι η ενορßα του.
     Στο χþρο της πρωτüτυπης λογοτεχνικÞς δημιουργßας ο Θεοτüκης ασχολÞθηκε κυρßως με τη πεζογραφßα. Ξεκßνησε γρÜφοντας διηγÞματα (κυρßως τη περßοδο 1898-1910) με επιρροÝς απü τον γερμανικü ιδεαλισμü και τη σκÝψη του Νßτσε και θÝματα μυθολογικÜ μεσαιωνικÜ κι Üλλα, üλα απομακρυσμÝνα απü τη σýγχρονÞ του πραγματικüτητα. Σýντομα Üλλαξε κατεýθυνση και διÝγραψε μια εξελικτικÞ πορεßα απü τη ψυχογραφικÞ ηθογραφßα και την αισθητιστικÞ γραφÞ, προς τον ιδεολογικÜ φορτισμÝνο κοινωνικü ρεαλισμü (επιρροÝς απü το σοσιαλισμü) και το νατουραλισμü. Σταθμοß της πορεßας του στÜθηκαν Το ΠÜθος, Το Πßστομα, Η τιμÞ και το χρÞμα, Η ζωÞ κι ο θÜνατος του ΚαραβÝλλα. Στο χþρο της ποßησης Ýγραψε 32 σοννÝττα με ερωτικÞ κυρßως θεματολογßα. ¢ξιες λüγου εßναι επßσης οι φιλολογικÝς του μελÝτες κι οι εξαιρετικÜ φροντισμÝνες μεταφρÜσεις σημαντικþν Ýργων της παλαιüτερης και σýγχρονÞς του παγκüσμιας λογοτεχνßας (μιλοýσε 10 γλþσσες), με τις οποßες στüχευε στη πνευματικÞ αφýπνιση του λαοý, παρÜλληλα με το φßλο του Χατζüπουλο.



ΕΡΓΑ:

(2020) Οι σκλÜβοι στα δεσμÜ τους, Το ΒÞμα / Alter - Ego ΜΜΕ Α.Ε.
(2019) Η τιμÞ και το χρÞμα, OpenBook.gr
(2019) Πßστομα και Üλλες ιστορßες, OpenBook.gr
(2017) Le peintre d'Aphrodite, Αιþρα
(2017) Η τιμÞ και το χρÞμα, Εμπειρßα ΕκδοτικÞ
(2017) Η τιμÞ και το χρÞμα, ΙδÝες
(2017) Οι σκλÜβοι στα δεσμÜ τους, Εντýποις
(2016) Η ζωÞ και ο θÜνατος του ΚαραβÝλα, ΜαλλιÜρης Παιδεßα
(2015) Le nozze di Stalachtì, Αιþρα
(2014) Η ζωÞ και ο θÜνατος του ΚαραβÝλα, ΙδÝες
(2014) ΚατÜδικος, ΠελεκÜνος
(2012) Η τιμÞ και το χρÞμα, ΠελεκÜνος
(2012) ΚατÜδικος, ΙδÝες
(2012) ΤιμÞ και χρÞμα, eAnagnosis
(2011) Η τιμÞ και το χρÞμα, ΠελεκÜνος
(2011) Η τιμÞ και το χρÞμα, Alter - Ego ΜΜΕ Α.Ε.
(2011) ΚορφιÜτικες ιστορßες, ΙδÝες
(2010) ΚορφιÜτικες ιστορßες, ΙδÝες
(2009) Η ζωÞ και ο θÜνατος του ΚαραβÝλα, Alter - Ego ΜΜΕ Α.Ε.
(2009) ΚατÜδικος, Alter - Ego ΜΜΕ Α.Ε.
(2007) Η ζωÞ και ο θÜνατος του ΚαραβÝλα, ΠελεκÜνος
(2007) Οι σκλÜβοι στα δεσμÜ τους, Σýγχρονη ΕποχÞ
(2005) Η τιμÞ και το χρÞμα. ΑγÜπη παρÜνομη, DeAgostini Hellas
(2005) ΚορφιÜτικες ιστορßες, Γαβριηλßδης
(2004) ΚατÜδικος, ΠελεκÜνος
(2003) Η ζωÞ και ο θÜνατος του ΚαραβÝλα, Modern Times
(2001) Η τιμÞ και το χρÞμα, ΚαλοκÜθη
(2001) Ο κατÜδικος, ΚαλοκÜθη
(1999) Η ζωÞ και ο θÜνατος του ΚαραβÝλα, Modern Times
(1999) Η ζωÞ στο βουνü, Εκδüσεις Καστανιþτη
(1999) ΚÜιν και Üλλες ιστορßες, Εκδüσεις ΠατÜκη
(1999) Τα σονÝτα, Ωκεανßδα
(1999) Τßμιος κüσμος, Εκδüσεις ΠατÜκη
(1998) Η ζωÞ και ο θÜνατος του ΚαραβÝλα, ΣυλλογÞ
(1997) ΚατÜδικος, Βιβλιοπωλεßον της Εστßας
(1997) Οι δýο αγÜπες, Επικαιρüτητα
(1996) L' honneur et l' argent, Kauffmann
(1996) Η ζωÞ και ο θÜνατος του ΚαραβÝλα, Βιβλιοπωλεßον της Εστßας
(1996) Η ζωÞ και ο θÜνατος του ΚαραβÝλα, Δωρικüς
(1995) Η τιμÞ και το χρÞμα. ΚατÜδικος, ΠÜπυρος Εκδοτικüς Οργανισμüς
(1995) Ο κατÜδικος, Δωρικüς
(1994) Ακüμα;, ΚÝδρος
(1994) Ο παπÜ ΙορδÜνης Πασßχαρος και η ενορßα του, ΣυνÝχεια
(1993) Le peintre antique, Kauffmann
(1993) Η τιμÞ και το χρÞμα, ΝεφÝλη
(1993) Ιστορßα της ινδικÞς λογοτεχνßας, Μορφωτικü ºδρυμα ΕθνικÞς ΤραπÝζης
(1993) Το βιο της κυρÜς Κερκýρας, ΝεφÝλη
(1991) ΑπελλÞς, ¢γρα
(1991) Οι σκλÜβοι στα δεσμÜ τους, Εκδοτικüς Οßκος Α. Α. ΛιβÜνη
(1990) Η ζωÞ και ο θÜνατος του ΚαραβÝλα, ΝεφÝλη
(1990) ΚατÜδικος, ΝεφÝλη
(1989) ΕπιλογÞ, Σýγχρονη ΕποχÞ
(1975) Η ζωÞ και ο θÜνατος του ΚαραβÝλα, Ζαχαρüπουλος Σ. Ι.
Η ζωÞ και ο θÜνατος του ΚαραβÝλα, ΠÝλλα
Ο κατÜδικος, Δαμιανüς
Ο κατÜδικος. ΤιμÞ και χρÞμα, ΠÝλλα

ΣυμμετοχÞ σε συλλογικÜ Ýργα

(2019) Η τιμÞ και το χρÞμα, ΠανεπιστημιακÝς Εκδüσεις ΚρÞτης
(2016) Το δικü μας ΠÜσχα, ΝÜρκισσος
(2012) Η ζωÞ και η ανÜστασις ημþν, Παρρησßα
(2010) Η νεοελληνικÞ ερωτικÞ ποßηση, Ελευθεροτυπßα
(2009) Ανθολογßα ελληνικοý διηγÞματος του 20οý αιþνα, Εκδüσεις Καστανιþτη
(2007) Ποιος εßν' τρελλüς απü Ýρωτα, Εκδüσεις Καστανιþτη
(2005) Ιστορßες ληστþν απü την ελληνικÞ λογοτεχνßα, Αιγüκερως
(2005) ΠαιδιÜ του κüσμου, Επßλογος
(1998) Η ζωÞ και ο θÜνατος του ΚαραβÝλα. Η κερÝνια κοýκλα, Εμπειρßα ΕκδοτικÞ
(1995) Αλλüκοτα, παρÜξενα, Εκδüσεις του Εικοστοý Πρþτου
(1994) Του Ýρωτα, Εκδüσεις του Εικοστοý Πρþτου

ΜεταφρÜσεις

(2013) Vergilius Maro, Publius, Τα γεωργικÜ, Δρüμων
(2010) Shakespeare, William, 1564-1616, Ο ¢μλετ, Το Ποντßκι
(2007) Heine, Heinrich, 1797-1856, ΧÜινε: μεταφρÜσεις ποιημÜτων του, Σοκüλη
(2006) Flaubert, Gustave, 1821-1880, ΜαντÜμ Μποβαρý, Ελευθεροτυπßα
(2000) Flaubert, Gustave, 1821-1880, Η κυρßα Μποβαρý, Εκδüσεις ΠατÜκη
(1991) Flaubert, Gustave, 1821-1880, ΜαντÜμ Μποβαρý, ΓρÜμματα
(1990) ΜαχαμπχÜρατα, ΚοροντζÞς
(1990) Lucretius, Titus Carus, Περß φýσεως, ΝεφÝλη


===================


                                                  Ακüμα;

     Το λητρουβιü Üλεθε. Δυο φωτιÝς μαýρες εφÝγγαν αδýνατα στη καπνοýρα που ανÜδινε η στια. Το λιθÜρι Ýτριζε, η ζιφταριÜ1 εσοýρωνε λÜδι. Τρεις απü τους συντρüφους εδοýλευαν, δýο Üλλοι εκοιμüνταν κατÜ γης απÜνου στα λιüστα2. ¹ταν μεσÜνυκτα και κρýο.
     Η πüρτα Üνοιξε. ¸νας κυνηγüς εμπÞκε με τα σκυλιÜ του, Üντρας ως σαρÜντα χρονþν, μεγÜλος με αντρßκια αλλÜ Þμερην üψη, και που εφοροýσε φÝσι και σεγκοýνι3 και πλατοβρÜκι4. Εφαινüτουν ταραγμÝνος.
 -"ΚαλησπÝρα Θοδüση"· του εßπαν· "εβÜρεσες κουνÜδια5";
 -"ΚαλησπÝρα" αποκρßθηκε· "ποý εßναι ο Κοýρκουπος;"
 -"Αυτοý πÝρα κοιμÜται" Ýκανε Ýνας απü τους δουλεφτÜδες, Üντρας μισüκοπος και που Þταν, καθþς λÝγαν, του λητρουβιοý ο καραβοκýρης. Κι επρüσθεσε: "Κοýρκουπε, ξýπνα. Ο ξÜδερφüς σου.
     ΑλλÜ ο Κοýρκουπος δεν εξυπνοýσε· εßχε βαρýν ýπνο· και ο Θοδüσης επÞγε σιμÜ του και τον εσκοýντησε με το πüδι.
 -"Τι εßναι· Ýκαμε μισοκοιμισμÝνος· "τþρα, τþρα επλÜγιασα. ¹ρθε κι üλας το αλλÜγι6 μου;"
 -"Ξýπνα· η γυναßκα σου σε θÝλει. ¹μουν για κουνÜδια και την εßδα".
     Ο Κοýρκουπος εσηκþθηκε αμÝσως ανÞσυχος. ¹τουν νÝος ως εικοσιπÝντε χρονþν· üμορφος üχι, μα το ανÜβλεμμÜ7 του Ýδειχνε πολλÞν καλοσýνη. Κι αυτüς Þτουν χωριÜτικα ντυμÝνος, λιγδερüς απü τα λÜδια, και με κορμß μαζωμÝνο λßγο απü την Üκοπη εργασßα.
     Οι δυο Üντρες εβγÞκαν αντÜμα. Το χωριü εκοιμüτουν. Η αστροφεγγιÜ εφþτιζε το δρüμο. ΚÜπου κÜπου σκýλος τους αλυχτοýσε.
 -"Τι τρÝχει;" ερþτησε ο Κοýρκουπος σκιασμÝνος.
     Ο Üλλος δεν απολογÞθη. ΣιωπηλÜ εφτÜσαν βιαστικοß στη γειτονιÜ τους Ο Κοýρκουπσς Ýτρεξε στο σπßτι του, αλλÜ εβρÞκε την πüρτα μανταλωμÝνην απ’ üξω.
 -"Ποý εßναι;" ερþτησε ντροπιασμÝνος.
 -"ΠÝρα στους ¸ρμονες" του απÜντησε ο Θοδüσης· και χωρßς Üλλο λüγο εκßνησε προς τον κατÞφορο. Ο Üλλος ακολοýθησε· κρýος ßδρος επερßχυνε τα μÝλη του οι πλÜτες του επαγþναν εßχε χÜσει, την ομιλιÜ του.
     ΕκατεβÞκαν στο στενü μονοπÜτι προς τη θÜλασσα. Ο τüπος Þτουν Ýρημος. Τα βουνÜ ορθωμÝνα, ανακατωμÝνα και απüγκρεμα εφαßνονταν την þρα εκεßνη μαýρα· το νερü του τρÜφου8 Ýβραζε με τις πÝτρες. Στο τρßστρατο του φουρκισμÝνου εσταθÞκαν κι εκρυφτÞκαν πßσω απü Ýνα βρÜχο. Ο Κοýρκουπος εκÜθισε γιατß τα γüνατÜ του ετρÝμαν, ο Üλλος τον κοßταξε ζητþντας να μαντÝψει την üψη του στο σκοτÜδι. ΑνÜμειναν κι αφοκραζüνταν.
     Οι φτερωτÝς των μýλων εγýριζαν Üκοπα κι Ýφταναν στ’ αυτιÜ τους τα τραγοýδια των μυλωνÜδων, μαζß με τη βοÞ του νεροý και με τα λαλÞματα τα πρþτα του κüσμου.
ΞÜφνως οι σκýλοι εμοýγκρισαν, αλλÜ ο Θοδüσης τους ησýχασε μ’ Ýνα νüημα κι εμουρμοýρισε:
 -"ΝÜτην. ΠÜρε". Και του Ýβαλε το καρυοφýλλι στο χÝρι.

     ¸νας ßσκιος τους επλησßαζε αναβαßνοντας το ρüβολο9. ΜηχανικÜ ο Κοýρκουπος επÞρε το ντουφÝκι κι εσÞκωσε το λýκο. Τα μÜτια του Þταν καρφωμÝνα απÜνου στον Üνθρωπο, που τþρα εδιÜβαινε βιαστικÜ σιμÜ τους. Οι σκýλοι δεν εσÜλεψαν. Κι ο Κοýρκουπος αναστÝναξε βαθιÜ κι εßπε αλαφρωμÝνος πιθþνοντας το üπλο.
 -"Εßναι Üντρας".
 -"Εßναι αντρßκια ντυμÝνη· οι σκýλοι την εγνþρισαν. Χτýπα".
     Δεν υπÜκουσε, γιατß δεν Þθελε να πιστÝψει.
 -"Εßναι αντρßκια ντυμÝνη" του ματÜειπε ανυπüμονα. "Την εßδα να κατεβαßνει" .Και με τα λüγια τοýτα του απüσβησε κÜθε ελπßδα. Ο Κοýρκουπος εκατÜλαβε μÝσα του, πως μελλÜμενο του Þτουν να γÝνει φονιÜς· κι η σκÝψη τοýτη Þταν τρομερÞ τüσο για τον καλüν Üνθρωπο που ενικοýσε και την οργÞ και τη θλßψη του. Εκεßνη ως τüσο εμÜκραινε κι Þτουν Ýτοιμη να πÜρει το γýρισμα του δρüμου.
 -"Τι προσμÝνεις; Μας Ýφυγε. ΑυτÞ εßναι", του ‘πε με βραχνÞ φωνÞ ο Θοδüσης· "μας εντροπιÜσατε". Κι Ýκαμε να του αρπÜξει το ντουφÝκι.
 -"Εσý δε θα τη σκοτþσεις!" Κι εφþναξε αποφασισμÝνος· "Γυναßκα, στÜσου· ειδεμÞ…" Μα εκεßνη εβÜλθη να τρÝχει üσο εδýνοτουν, και μßα στιγμÞ την Ýχασαν απü μπρος τους.
 -"Εßδες, εßδες· φεýγει η Üτιμη" εßπε ο Θοδüσης. Κι εριχτÞκαν με μιας και οι δýο κατüπι της, και οι σκýλοι την εκυνÞγησαν αλυχτþντας.
Αφοý επροσπÝρασαν το γýρισμα, την εßδαν πÜλι σιμÜ τους. Κι ο Κοýρκουπος οργισμÝνος τþρα της εφþναξε·
 -"ΣτÜσου, στÜσου", ενþ ο Üλλος του ‘λεγε*
 -"ΤρÜβα της· τÝλειωνε!"
     Μα ο Κοýρκουπος δεν Üκουε τßποτις· Þθελε τþρα να μÜθει, τη ντροπÞ του απü το στüμα της· και, χωρßς να σταθοýν, την εξÜτρεξε ολüγυρα και την επρüφτασε τÝλος προς τα Ýμπα του χωριοý, και την Üδραξε απü τα μαλλιÜ και την Ýβαλε κÜτου. Εκεßνη Ýριξε ψιλÞ φωνÞ.
 -"¼χι εδþ" του ‘πε ο Θοδüσης, "θα ξυπνÞσει ο κüσμος. Δος μου το τουφÝκι να μη βρεθεß στα χÝρια σου." Κι ο Κοýρκουπος υπÜκουσε· του απÜφησε το üπλο· και σÞκωσε την τρομαγμÝνη γυναßκα στα δυο χÝρια και την Ýσυρε στο σπßτι. ¢νοιξε η ßδια, γιατß εßχε τα κλειδιÜ, με κρýαν καρδιÜ· και το αντρüγυνο εμπÞκαν μÝσα μοναχοß τους· αυτüς Ýκλεισε με βια την πüρτα. ¸μειναν για μια στιγμÞ χωρßς φως, κι εφοβηθÞκαν κι οι δýο τους. Καθþς üμως Þτουν μαθημÝνη Ýβαλε προσανÜμματα στη στια που εκρουφüκαιγε στην ογνßστρα10, και με μιας Ýλαμψε το σπßτι.
     Το πρüσωπο του Κοýρκουπου Þταν συγνεφιασμÝνο· βλÝποντÜς τον ελßγωσε11 η γυναßκα κι εκÜθισε χÜμου. Εφαινüτουν μικρÞ στ’ αντρßκια φορÝματα που μολογοýσαν το ÝγκλημÜ της· και κοιτÜζοντÜς την τον επαραπÞρε η χολÞ, τα φρÝνα του εσκοτιστÞκαν, μια στιγμÞ ακüμα ετσþπασε, κι ýστερα με βαθýν ανασασμü της εßπε:
 -"ΤÝτοια þρα, αντρßκια ντυμÝνη, στους ¸ρμονες. Σκýλα ποý Þσουν;"
     Εκεßνη λüγο. Τüτες επÞρε τη μεγÜλην απüφαση. Ανατρßχιασε· εξÝταζε με το μÜτι üλο το σπßτι ζητþντας· και του παρουσιÜστη στην üψη Ýνας κüπιδας12 που τον Üδραξε αμÝσως. ΕυρÝθη σιμÜ της και της Ýλεγε φοβερßζοντας·
 -"Ποý Þσουν; ποý Þσουν;"
Κι üσο εκεßνη απü τρομÜρα κι Ýλεγχος δεν αποκρενüτουν, τüσο η χολÞ του επÝρσευε, τüσο την ετυραγνοýσε· κι εκατÜλαβε η Üτυχη πως Þταν τþρα το τÝλος της,
 -"¸λεος, Ýλεος" εßπε· "αμαρτωλÞ εßμαι·" μα εßμαι Ýγκυα· δικü σου εßναι το παιδß, μα το Θεü!
     ¸μεινε ο Κοýρκουπος· εγßνη κßτρινος· ο λüγος της τον εξαρμÜτωνε. Η στια εßχε πÝσει, εκεßνη Ýκλαιγε θερμÜ· üξω εξημÝρωνε. Κι ο Θοδüσης που ‘χε παραμονÝψει, εχτýπησε μ’ ορμÞ βαριÜ την πüρτα· κι εßπε·
 -"Ακüμα; ακüμα;"

     Και σαν απÜντηση ακουστÞκαν φωνÝς απü μÝσα.
 -"¸λεος, Ýλεος, το παιδß σου. ΑπÜνθρωπε, με σκüτωσες!" και δυνατÜ üσο εδυνüτουν! "ΒοÞθεια, βοÞθεια! Α!"

     Κι ýστερα Üκρα σιωπÞ.
     Τüτες üμως ανοßχτηκαν τ’ Üλλα σπßτια, κι εβγÞκαν οι γειτüνοι Üντυτοι, ανταριασμÝνοι κι εσυναχτÞκαν μπρος στου Κοýρκουπου το σπßτι, Üντρες, παιδιÜ, ρωτþντας τι τρÝχει· κι εφοκραστÞκαν το πνιμÝνο ρουχαλητü που Ýβγαινε τþρα απ’ μÝσα.
     Ο Θοδüσης τους αποκρßθη:
 -"Την εσκüτωσε".

       Λεξιλüγιο

[1] ζιφταριÜ = ξýλινο πιεστÞριο λαδιοý και κρασιοý
[2] λιüστα = τα στερεÜ απüβλητα του ελαιουργεßου
[3] σεγκοýνι = χοντρü, μÜλλινο πανωφüρι
[4] πλατοβρÜκι = η βρÜκα
[5] κουνÜδι = κουνÜβι
[6] αλλÜγι = η αλλαγÞ της βÜρδιας
[7] ανÜβλεμμα = εμφÜνιση
[8] τρÜφος = χαντÜκι, λÜκκος πετρþδης και βαθýς
[9] ρüβολο = ο κατÞφορος/ανÞφορος
[10] ογνßστρα = η γωνιÜ που εßναι η φωτιÜ, λÝγεται επßσης και αγουνßστρα
[11] λιγþνω –ομαι = πρüκληση λιποθυμßας απü αηδßα
[12] κüπιδας = μαχαßρι

                                             Πßστομα

¼ταν ýστερα απü την αναρχßα ποý'χεν ανταριÜσει τον τüπο δßνοντας εις üλα τα κακÜ στοιχεßα το ελεýτερο να πρÜξουν κÜθε λογÞς ανομßα, η τÜξη εßχε πÜλε στερεωθεß, κ' εßχε δοθεß αμνηστßα στους κακοýργους, τüτες επßστρεφαν τοýτοι απ' τα βουνÜ κι απü τα ξÝνα στα σπßτια τους, κι ανÜμεσα στους Üλλους που ξαναρχüνταν, εγýριζε στο χωριü του κι ο Μαγουλαδßτης Αντþνης Κουκουλιþτης.
Εßτουν τüτες þς σαρÜντα χρονþν, κοντüς, μαυριδερνüς, μ' üμορφα πυκνÜ σγουρÜ γÝνια και με σγουρüτατα μαýρα μαλλιÜ. Το πρüσωπü του εßχε χÜρη και το βλÝμμα του εßτουν χαúδευτικü και Þμερο αγκαλÜ κι αντßφεγγε με πρÜσινες αναλαμπÝς· το στüμα του üμως εßτουν μικρüτατο και κοντü δßχως χεßλια.
Ο Üνθρωπος τοýτος, πριν ακüμα ρεμπελÝψουν ο κüσμος, εßχε παντρευτεß. Κι üταν πÞρε των βουνþν το δρüμο, για το φüβο της εξουσßας, Üφηκε τη γυναßκα του μüνη στο σπßτι και τοýτη δεν του εστÜθη πιστÞ, αλλÜ με Üλλον (νομßζοντας ßσως πως ο Κουκουλιþτης εßτουν σκοτωμÝνος Þ αλλιþς πεθαμÝνος) εßχε πιÜσει Ýρωτα κι απ' τον Ýρωτα τοýτον εßχε γεννηθεß παιδß που Üξαινεν ωστüσο χαριτωμÝνα και που η γυναßκα περσÜ αγαποýσε.
Εγýριζε λοιπüν ο ληστÞς στο χωριü του την þρα üπου βÜφουν τα νερÜ. Κ' εμπÞκε ξÜφνως σπßτι του χωρßς κανεßς να το προσμÝνει, εμπÞκε σα θανατικü, αναπÜντεχα τÝλεια, κ' εκατατρüμαξεν η Üτυχη γυναßκα, ετρüμαξε τüσο, που, παßρνοντας το ξανθü της παιδß στην αγκαλιÜ, τü'σφιγγε στα στÞθια της τρεμÜμενη, Ýτοιμη να λιγοθυμÞσει και χωρßς να δýναται να προφÝρει λÝξη καμßα.
ΑλλÜ ο Κουκουλιþτης πικρÜ χαμογελþντας τÞς εßπε:
"Μη φοβÜσαι γυναßκα. Δε σου κÜνω κανÝνα κακü, αγκαλÜ και σου πρÝπουν. Εßναι το παιδß τοýτο δικü σου; Ναι; Μα üχι δικü μου! Με ποιον, λÝγε, τü'χεις κÜμει;"
Τ' αποκρßθη εκεßνη λουχτουκιþντας.
"Αντþνη, τßποτε δε μπορþ να σου κροýψω. Το φταßσμα μου εßναι μεγÜλο. Μα, το ξÝρω, κ' η εγδßκησÞ σου θÜ'ναι μεγÜλη· κ' εγþ, αδýνατο μÝρος, και το νÞπιο τοýτο, που απü το φüβο τρÝμει, δε δυνüμαστε να σ' αντρειευτοýμε. Κοßτα πþς η τρομÜρα με κλονßζει καθþς σε τηρþ. ΚÜμε απü με ü,τι θÝλεις, μα λυπÞσου το Üτυχο πλÜσμα που δεν Ýχει προστασßα."
Καθþς εμιλοýσεν η γυναßκα εσκοτεßνιαζεν η üψη του αλλÜ δεν την αντßκοβγε. Ετσþπασε λßγο κ' Ýπειτα της εßπε:
"Γυναßκα κακÞ! Δεν ρωτþ τþρα ουδÝ συμβουλÞ σου, ουδÝ σε λυποýμαι, ουδÝ το λυποýμαι. Τ' üνομα εκεινοý θÝλω. ΕσÝ δε θα σε πειρÜξω. Δε μολογÜς το; θα το μÜθω· το χωριü üλο γνωρßζει με ποιον εζοýσες και τüτες θα θυσιÜσω και τους τρεις σας, θα πλýνω τη ντροπÞ πüχω λÜβει απü σας, πλÜσματα Üτιμα!"
Εμολüησε. Κι ο Κουκουλιþτης εβγÞκε αμÝσως. Κι αφοý ýστερα απü þρα ξαναμπÞκε στο σπßτι, εβρÞκε τη γυναßκα στον ßδιο τüπον ασÜλευτη με τ' αποκοιμισμÝνο τÝκνο στην αγκÜλη· τον αναντρÜνιζε. Μα αυτüς εξαπλþθη κατÜ γης και σα χορτÜτος εκοιμÞθη ýπνον βαθýν þς το ξημÝρωμα.
Την Üλλην ημÝραν αφοý εξýπνησαν της εßπε.
"Θα πÜμε στα χτÞματÜ μας να ιδþ μη και κεßνα μοý'χουν αρπÜξει, καθþς μοý'χε πÜρει και σε ο σκοτωμÝνος."
"Τον σκüτωσες!"
Την ημÝραν εκεßνην ο Þλιος δεν εφÜνη στην ΑνατολÞ γιατß ο ουρανüς εßτουν γνÝφια γιομÜτος και το φως μετÜ βιÜς επλÞθαινε.
Κι ο Κουκουλιþτης βÜνοντας φτιÜρι και τσαπß στον þμο εδιÜταξε τη γυναßκα να τον ακολουθÞσει μαζß με το παιδß της, κ' Ýτσι εβγÞκαν κ' οι τρεις απü το σπßτι.
Και φτÜνοντας εις το χωρÜφι που εßτουν πολý νοτερü ακüμα απü την πρωτυτερνÞ βροχÞ, ο ληστÞς εβÜλθη να σκÜψει λÜκκο.
Δεν επρüφερνε λÝξη και το πρüσωπü του εßτουν χλωμü και ο ßδρος, που Ýβρεχε το μÝτωπü του, Ýβγαινε κρýος. Το σταχτß φως που Ýπεφτε απü τον ουρανü εχρωμÜτιζε παρÜξενα τον τüπο· το χινüπωρο την αυγÞν εκεßνην Ýλεγεν üλη του τη θλßψη. Η γυναßκα εκοßταζε περßεργη κι ανÞσυχη και το παιδÜκι επαιγνιδοýσε με τα γουλιÜ και με τα χþματα που ανÜσκαφτεν ο κακοýργος. Κ' εφÜνη για μια στιγμÞν ο Þλιος κ' εχρýσωσε τα ξανθÜ μαλλιÜ του νηπßου που αγγελικÜ χαμογελοýσε.
Κι ωστüσο ο λÜκκος εßτουν Ýτοιμος, κι ο Κουκουλιþτης, ακουμπþντας στο φτυÜρι, εßπε της γυναικüς του:
"ΒÜλ'το πßστομα μÝσα".

Ποßηση: ΣοννÝττα:

                        ΣοννÝττο 5

Το σπÜνιο μπλÜβο ρüδο που μπροστÜ σου
Στην ερμιÜ, μες στ' αγκÜθια του κλεισμÝνο
Το εßδες, φαινüτουν να σου λÝει: «ΠροσμÝνω
Τ' Üσπρο σου χÝρι να με κüψει. ΣτÜσου!»

Το τÞραξες, κυρÜ, κι ολüγυρÜ σου
Τ' Üχραντο βλÝμμα ρßχνεις το βλοημÝνο
Κι üλο τον κÜμπο βλÝπεις ανθισμÝνο
¯ΓεννÜ λουλοýδια η γη για τη χαρÜ σου¯

Και παßρνεις απü τοýτα και τ' αφÞνεις,

Γιατß φοβÜσαι μÞπως σ' αγκυλþσει
ΜονÜχα ακüμη μια ματιÜ τοý δßνεις

¯Πüνος αψýς μπορεß να σε λιγþσει¯

ΠÝρα στο λüγγο η ροδαριÜ εξερÜθη:
ΚαημÝνο μπλÜβο ρüδο που εμαρÜθη!

                ΣονντÝτο 18

Στης ζωÞς το στενü μονοπÜτι
που το φρÜζουν τ’ αγκÜθια κι οι τριβüλοι
Üφησε ομπρüς σου να περÜσουν üλοι
και μοναχüς, ωúμÝ, πικρÜ περπÜτει.

Και κÜνε τüπο εσý κÜθε διαβÜτη
που τρÝχει βιαστικÜ και δßχως σκüλη
στης ευτυχßας το πλÜνο περιβüλι
να φτÜσει και στ’ ολüχρυσο παλÜτι.

Μη βαργομÜς γι’ αυτü και μη λυπεßσαι

üλα, χαρÝς και πÜθη ο χÜρος σβÞνει
κι üσο μπορεßς λησμονημÝνος ζÞσε

κι ας λαχταρÜς μονÜχα τη γαλÞνη

κατÜκοπος απ’ το Üγριο το δρολÜπι
πþχει σηκþσει στην καρδιÜ σου η αγÜπη.

                ΣοννÝττο 22

Τüσες φορÝς ομπρüς σου σαν καλÜμι
¼λος τρÝμω, κυρÜ, üταν σ' ανταμþνω,
Και τρÝχει απü το μÜτι μου ποτÜμι
Το δÜκρυ αψý μ' Ýνα σου βλÝμμα μüνο.

Κι η ψυχÞ μου δεν ξÝρει τß να κÜμει
Τι τüτες δεν γρικÜ κανÝναν πüνο
Και δεν την φλÝγει ο πüθος της να δρÜμει
ΣιμÜ σου, αλλÜ με κÜνει Ýτσι να λιþνω,

Γιατß απü αγÜπη ανÝγνωρη, αχ! φοβÜται

Η δüλια· σε χαρÝς δεν Ýχει μÜθει
Και της ζωÞς τα περασμÝνα πÜθη

Τες πßκρες, τους καημοýς, κρυφοθυμÜται·

Σαν στη λýρα αν σημÜνει μια χορδÞ της
Κι Üλλες βογγÜνε, οι αρμονικÝς, μαζß της.

                   ΣοννÝττο 28

Σα χÜρβαλο η ψυχÞ μου εßναι ρημÜδι
Που σε μια του γωνιÜ φτωχü καλýβι
¸στησε χερομÜχος σε λιβÜδι
ΧÝρσο: μα ο χαλασμüς ω πþς με θλßβει!

Κι εßμαι ο φτωχüς, κυρÜ, που απ' το σκοτÜδι
Και μÝσα απü τον λüγγο που με κρýβει
Θωρþ του παλατιοý σου κÜθε βρÜδυ
Το φως και ω πüση λýπη με συντρßβει!

Τι ο νους μου βÜζει πως ποτÝ οýτε μßα

ΜατιÜ στο Üχρηστο ερεßπιο δε θα ρßξεις,
Κι οýτε τη σÜπια πüρτα δε θ' ανοßξεις

Να ιδεßς πþς αγρυπνþ στην ερημßα

Στη μαýρη στενοχþρια που με κÜνει
Τον πüνο μου να λÝω για να γλυκÜνει.

                    ΣοννÝττο 69

Εßναι στιγμÝς που την καρδιÜ μοý ανοßγει
Πικρü, βαρý, θανατερü μαρÜζι
ΜεσÜνυχτου σκοτÜδι την αδρÜζει
Κι η ζοφερÞ μαυρßλα λÝω την πνßγει

Κι üξω ευλογßα Θεοý! στο φως τυλßγει
Τα πÜντα ο Þλιος και θερμÜ αγκαλιÜζει
Τη γη που απ' τα φιλιÜ του αναγαλλιÜζει
Και στη χαρÜ της χÜρη η γλýκα σμßγει

Να βρþ ησυχßα στου χÜρου την αγκÜλη

Ο πüθος φλογερüς με σπρþχνει.
Κι η γλυκειÜ σου η λαλιÜ και τ' αργυρü σου

Το γÝλιο που τ' ακοýν μαζß μου κι Üλλοι

Κι η αγγελικÞ ματιÜ σου που με διþχνει
Μου λÝν νομßζω σπλαχνικÜ: νεκρþσου.

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers