Πρüλογος
Αυτü το Üρθρο το Ýστησα μαζεýοντας πληροφορßες και το Ýκανα γιατß με συγκßνησε η αληθινÞ ιστορßα ενüς ονεßρου που διαλýεται εξ ων συνετÝθη, επειδÞ ο κüσμος εßναι τελικÜ πÜρα πολý κακüς. Δεν θα κουρÜσω Üλλο, απλÜ το παζλ που θ' ανοιχτεß θα συμπληρωθεß επαρκþς -κι Ýχει πολλÜ κομμÜτια. Ας τα πιÜσουμε λοιπüν Ýνα-Ýνα.
ΕισαγωγÞ
1ον. Ο ΒλÜσης Γαβριηλßδης (ΕπιβÜτες ΑνατολικÞς ΘρÜκης/Πüλη, 1848 - ΑθÞνα, 11 Απρßλη 1920) Þταν ¸λληνας λüγιος, δημοσιογρÜφος κι εκδüτης. Θεωρεßται πατÝρας της δημοσιογραφßας της σýγχρονης ΕλλÜδας. ΓεννÞθηκε το 1848 στους ΕπιβÜτες ΑνατολικÞς ΘρÜκης της Προποντßδας Þ στη Πüλη κι Þτανε γιος του χρυσοχüου ΓαβριÞλ Γαβριηλßδη. Αποφοßτησε απü τη ΜεγÜλη του ΓÝνους ΣχολÞ και σποýδασε πολιτικÝς επιστÞμες και φιλοσοφßα στο ΠανεπιστÞμιο Λειψßας, με υποτροφßα του βαρþνου Γεωργßου Σßνα.
Στο χþρο των γραμμÜτων πρωτοεμφανßστηκε μετÜ την επιστροφÞ του στη Πüλη απü τις σελßδες του περιοδικοý ΕπτÜλοφος, στο οποßο δημοσßευσε σειρÜ Üρθρων με τον τßτλο ΓενικÞ Ιστορßα της ΕλληνικÞς Τραγωδßας και μßα μελÝτη για τον ¢μλετ του Σαßξπηρ (1868). Την ßδια χρονιÜ εξÝδωσε την εφημερßδα Ομüνοια, που στη συνÝχεια συγχωνεýτηκε με την εφημερßδα Νεολüγος. Επüμενο εκδοτικü του εγχεßρημα η εφημερßδα Μεταρρýθμισις, Ýνα μαχητικü üργανο των προσωπικþν του ιδεþν. Με αφορμÞ τη δημοσßευση ενüς Üρθρου του σχετικÜ με τη καταπßεση των ΕλλÞνων της Πüλης διþχτηκε απü το ΣουλτÜνο Αβδοýλ Χαμßτ Β' και καταδικÜστηκε ερÞμην σε θÜνατο απü τουρκικü δικαστÞριο. ΜεταμφιεσμÝνος, Ýφυγε κρυφÜ απü τη Πüλη το 1877 κι Þρθε στην ΑθÞνα, üπου πÝρασε το υπüλοιπο της ζωÞς του. ΑρχικÜ εργÜστηκε ως συντÜκτης στην Εφημερßδα των ΣυζητÞσεων, που Þτανε δημοσιογραφικü üργανο του ΑρκÜδα πολιτικοý Επαμεινþνδα Δεληγεþργη.
Πνεýμα ανÞσυχο, εγκατÝλειψε την εφημερßδα και τον επüμενο χρüνο...-
2ον. Ο ΚλεÜνθης ΤριαντÜφυλλος (Απολλωνßα Σßφνου, 1850 - ΑθÞνα, 25 ΜÜη 1889) Þταν ¸λληνας σατιρικüς ποιητÞς και δημοσιογρÜφος του 19ου αι.
ΓεννÞθηκε στην Απολλωνßα της Σßφνου το 1850. Σποýδασε δÜσκαλος, üπως ο πατÝρας του και διορßστηκε στην ¢νδρο. Εκεß Ýμαθε γαλλικÜ και μετÝφρασε γαλλικÜ ποιÞματα, üπως την Απελπισßα του Λαμαρτßνου. Στη συνÝχεια πÞγε στη Πüλη, üπου συνεργÜστηκε με τα Ýντυπα Νεολüγος, ΚουδουνÜτος, ΣÜλπιγξ και ΔιογÝνης. Εκεß εξÝδωσε και μια ποιητικÞ συλλογÞ ανþνυμα. Εξαιτßας του καυστικοý του ýφους διþχθηκε απü τις οθωμανικÝς αρχÝς και κατÝφυγε στην ΑθÞνα, μη ξεχνþντας πως Ýχει Ýνα üνειρο...-
Βßοι (σχεδüν) ΠαρÜλληλοι
Ο ΒλÜσης Γαβριηλßδης ¸λληνας κορυφαßος δημοσιογρÜφος, ο αναμορφωτÞς της δημοσιογραφßας στην ΕλλÜδα, κορυφαßος εκδüτης εφημερßδων και περιοδικþν, που γεννÞθηκε το 1848 στους ΕπιβÜτες της Προποντßδας Þ στην Κωνσταντινοýπολη Þ στη ΜÜδυτο της ΑνατολικÞς ΘρÜκης και πÝθανε λßγο μετÜ τα μεσÜνυχτα της 12ης Απριλßου 1920, απü καρκßνο του Þπατος, ανÜμεσα σε σκüρπια χειρüγραφα και βιβλßα μÝσα στα γραφεßα της εφημερßδος Ακρüπολις στην πλατεßα Κλαυθμþνος στην ΑθÞνα. Η κηδεßα του Ýγινε δημüσια δαπÜνη στις 13 Απριλßου στον ¢γιο Γεþργιο Καρýτση και τÜφηκε στο Α' Νεκροταφεßο Αθηνþν ¹τανε παντρεμÝνος με την Ουρανßα ΓρυπÜρη κι απü το γÜμο τους εßχαν αποκτÞσει 2 κüρες, την ΑριÝλλα και την ¢ννα, μετÝπειτα σýζυγο του δημοσιογρÜφου Θεüδωρου Συναδινοý. ΠατÝρας του ΒλÜση Þταν ο χρυσοχüος ΓαβριÞλ Γαβριηλßδης. Ο ΒλÜσης σποýδασε στη ΜεγÜλη του ΓÝνους ΣχολÞ στη Πüλη και με υποτροφßα του βαρüνου Σßνα συνÝχισε τις σπουδÝς στη Λειψßα της Γερμανßας στις ΠολιτικÝς ΕπιστÞμες και τη Φιλοσοφßα. Γνþριζε και μιλοýσε Üριστα, γαλλικÜ, αγγλικÜ, ιταλικÜ και γερμανικÜ.
ΕπιστρÝφοντας Üρχισε να αρθρογραφεß στο περιοδικü ΕπτÜλοφος, üπου δημοσßευσε μελÝτες για την αρχαßα ελληνικÞ τραγωδßα και το θεατρικü Ýργο του Shakespeare, ενþ στα Üρθρα του τüνιζε τον κßνδυνο που διÝτρεχε η ΕλλÜδα απü τον πανσλαβισμü. Το 1870 ανÝλαβε διευθυντÞς της εφημερßδος Νεολüγος, Ýχοντας αποχωρÞσει αποχωρÞσει απü τη διεýθυνση της εφημερßδας Κωνσταντινοýπολις, που εργÜζονταν απü το 1868. Αργüτερα κυκλοφüρησε δικÞ του εφημερßδα την Ομüνοια και κατüπιν τη Μεταρρýθμιση, Ýνα μαχητικü üργανο των προσωπικþν του ιδεþν, που Ýνα επαναστατικü κι ανατρεπτικü Üρθρο του προκÜλεσε την οργÞ του σουλτÜνου. ΠαραπÝμφθηκε σε δßκη και καταδικÜσθηκε ερÞμην σε θÜνατο. ¼ταν οι τσανταρμÜδες (χωροφýλακες) πÞγαν να τον συλλÜβουν, τονε βρÞκανε στο τυπογραφεßο να κÜθεται ατÜραχος. Μüλις τους εßδε κατÜλαβε αμÝσως τι Þθελαν, αλλÜ δεν Ýχασε την ψυχραιμßα του. "Ποý εßναι ο Γαβριηλßδης;" ρþτησε ο αξιωματικüς. "Κι εγþ αυτüν περιμÝνω", τους απÜντησε. ΚÜθισε μαζß τους, συζÞτησε, αστειεýτηκε, και μετÜ σηκþθηκε απü τη καρÝκλα λÝγοντας, "ΒαρÝθηκα να τον περιμÝνω, φεýγω...", κι Ýφυγε αφÞνοντας στο τυπογραφεßο τους χωροφýλακες να περιμÝνουν. ΜεταμφιεσμÝνος δραπÝτευσε με εμπορικü πλοßο στην ΑθÞνα, üπου εργÜστηκε για λßγο ως συντÜκτης της Εφημερßδος των ΣυζητÞσεων, που Þταν δημοσιογραφικü üργανο του πολιτικοý Επαμεινþνδα Δεληγεþργη.
----------------------------
Γνωστüς στους λογοτεχνικοýς κýκλους ο ΚλεÜνθης ΤριαντÜφυλλος γεννÞθηκε στα ΞÜμπελα της Σßφνου. Σε νεαρÞ ηλικßα Ýζησε στη Πüλη, üπου ασχολÞθηκε με τη δημοσιογραφßα ως συνεργÜτης των εντýπων Νεολüγος, ΚουδουνÜτος, ΣÜλπιγξ και ΔιογÝνης. Διþχθηκε απü τις τουρκικÝς αρχÝς λüγω του καυστικοý ýφους του και κατÝφυγε στην ΑθÞνα, üπου το 1878 ßδρυσε απü κοινοý με το Γαβριηλßδη το σατιρικü περιοδικü ΡαμπαγÜς (που Ýμεινε γνωστü σαν το καλλιτεχνικü του ψευδþνυμο), που δημοσßευσαν κεßμενα μεταξý Üλλων ο ΠαλαμÜς κι ο ΔημÞτριος Ταγκüπουλος. Ο ΡαμπαγÜς προκÜλεσε αντιδρÜσεις κι οδÞγησε σε φυλÜκιση των εκδοτþν του. Ωστüσο η Ýκδοση συνεχßστηκε και μετÜ την αποχþρηση του Γαβριηλßδη το 1870. Το 1881 Ýπεσε θýμα δολοφονικÞς απüπειρας. Αυτοκτüνησε το 1889, ενþ τα τελευταßα χρüνια της ζωÞς του υπÝφερε απü σοβαρÞ ψυχικÞ διαταραχÞ. Στο χþρο της λογοτεχνßας τοποθετεßται με τα Ýμμετρα σατιρικÜ κεßμενα που δημοσßευσε στο ΡαμπαγÜ, ενþ ασχολÞθηκε επßσης με τη λογοτεχνικÞ μετÜφραση απü ποιÞματα του ΒερανζÝρου. Ο ΡαμπαγÜς Þτανε τ' üνειρü του...
Το 1878 μαζß με το Γαβριηλßδη ßδρυσε το προοδευτικü πολιτικü και σατιρικü περιοδικü ΡαμπαγÜς, απü την ομþνυμη κωμωδßα του ΒικτοριÝν Σαρντοý, που τüτε εßχε μεταφραστεß απü τον ΙωÜννη Καμποýρογλου, αλλÜ εßχε απαγορευτεß απü τη κυβÝρνηση Κουμουνδοýρου. Απü το üνομα του περιοδικοý ο ΚλεÜνθης ΤριαντÜφυλλος Ýγινε γνωστüς με το ψευδþνυμο ΡαμπαγÜς. Το περιοδικü προκÜλεσε αντιδρÜσεις κι οδÞγησε σε φυλÜκιση των εκδοτþν του. ΣυνÝχισε την Ýκδοση του, üμως, και μετÜ την αποχþρηση του Γαβριηλßδη, το 1880. Το 1881 Ýπεσε θýμα δολοφονικÞς απüπειρας. ΜετÜ απü 8μηνη διακοπÞ, λüγω οικονομικþν προβλημÜτων, το 1887 συνÝχισε την Ýκδοση του ΡαμπαγÜ σε συνεργασßα με τον Ρüκκο ΧοúδÜ. Ο ΧοúδÜς δημοσßευσε 2 Üρθρα που θεωρÞθηκαν υβριστικÜ για το βασιλιÜ και γι' αυτü φυλακßστηκαν κι οι δýο. Αποφυλακßστηκε μετÜ απü 6 μÞνες και στις 25 ΜαÀου 1889 ο ΤριαντÜφυλλος αυτοκτüνησε. Τα τελευταßα χρüνια της ζωÞς του υπÝφερε απü σοβαρÞ ψυχικÞ διαταραχÞ.
Με τον ΡαμπαγÜ συνεργÜστηκαν ποιητÝς, üπως ο ΠαλαμÜς, ο Δροσßνης κι ο Νßκος ΚαμπÜς κι Ýτσι το περιοδικü αποτÝλεσε πρüδρομο για τη ΝÝα ΑθηναúκÞ ΣχολÞ. Η συμβολÞ του ΚλεÜνθη ΤριαντÜφυλλου στη λογοτεχνßα βρßσκεται στα σατιρικÜ ποιÞματα που δημοσßευσε στο περιοδικü του, καθþς και στις μεταφρÜσεις ποιημÜτων του ΒερανζÝρου.
Βßοι Χωριστοß
ΠαρÜ το γεγονüς πως πολλÜ μεγÜλα και γνωστÜ ονüματα της ποßησης υποστÞριξαν με τη συνεργασßα τους την Ýκδοση του ΡαμπαγÜ απü τα 1α χρüνια, δýσκολα μποροýμε να φανταστοýμε ποιητÝς που εκπροσωποýνε το συντηρητικü κατεστημÝνο να συμμετÝχουνε σε μια Ýκδοση που στρÝφεται εναντßον της ßδιας της κοινωνικÞς τους θÝσης. Κι Ýτσι, üταν αυτü που ξεκßνησε ως ευθυμογραφικÞ περιπÝτεια δεν Üργησε να μεταβληθεß σε ανατρεπτικÞ προμετωπßδα πολιτικÞς αντßδρασης, δεν εκπλÞσσει που οι εξωτερικοß λογοτεχνικοß συνεργÜτες βαθμιαßα απομακρýνονται.
Γιατß ΡαμπαγÜς; ¹ταν Þρωας κωμωδßας του ΓÜλλου ΒικτοριÝν Σαρντοý. Αφοροýσε διεφθαρμÝνο πολιτικü. Στην ΕλλÜδα η κυβÝρνηση Κουμουνδοýρου την απαγüρευσε. ΙδιοκτÞτες και διευθυντÝς της εφημερßδας Þταν ο Γαβριηλßδης κι ο ΤριαντÜφυλλος. Τα Ýβαλαν με üλους. Το ΠαλÜτι, τους πολιτικοýς και τους ισχυροýς οικονομικοýς παρÜγοντες. 2 χρüνια μετÜ ο Γαβριηλßδης αποχþρησε για να εκδþσει τη δικÞ του σατιρικÞ εφημερßδα, το Μη ΧÜνεσαι και 3 χρüνια μετÜ, το 1881 ο ΤριαντÜφυλλος που üλοι πια τον Þξεραν ως ΡαμπαγÜ Ýπεσε θýμα απüπειρας δολοφονßας.
Αποκλεισμοß, διþξεις, φυλακßσεις Þτανε το αντßτιμο που πλÞρωνε στα πεζÜ και ποιÞματα που φιλοξενοýσε η εφημερßδα.
¸να προφητικü Ýμμετρο για τον τüτε ΔιÜδοχο Κωνσταντßνο και τα λιβανωτÜ των μελλοντικþν του υπηκüων προκÜλεσε νÝα δßωξη. Πρüβλεψε την Þττα του 1897 ακüμα και τον Εθνικü Διχασμü: Το 1887 ο Ρüκκος ΧοúδÜς, γνωστüς για τους αγþνες του εναντßον της Μοναρχßας προστÝθηκε στη συντακτικÞ ομÜδα. Μαζß υπÝστησαν νÝες διþξεις για κεßμενÜ του εναντßον του καθεστþτος. Στις 5 ΜαÀου 1889 στην τελευταßα σελßδα της εφημερßδας δημοσιεýεται το παρακÜτω κεßμενο:
Το ¼νειρο... Αυτοκτüνησε!
ΜετÜ λßγες μüλις ημÝρες ο ΚλεÜνθης "ΡαμπαγÜς" ΤριαντÜφυλλος (1850 - 1889) φýτεψε μια σφαßρα στ' üνειρü του. Στις 25 ΜÜη, με κλονισμÝνη υγεßα και τα νεýρα του σε κακÞ κατÜσταση, μετÜ τη τελευταßα πολýμηνη φυλÜκισÞ του που εßχε καταδικαστεß -για μßαν ακüμα φορÜ- λüγω της αρθρογραφßας και των ποιημÜτων του που δημοσßευε στο δημοφιλÝς σατιρικü περιοδικü του με τα οποßα εστρÝφετο κατÜ της βασιλεßας, της αυλÞς και της κυβÝρνησης, πιστüς στα δημοκρατικÜ ιδεþδη και τις ανθρωπιστικÝς ιδÝες. Επιθυμþντας να μεταβεß για θεραπεßα στην Γαλλßα κι αδυνατþντας να συγκεντρþσει τα απαραßτητα για το ταξßδι χρÞματα. Με Üθλια οικονομικÜ, Ýχοντας πουλÞσει τα ÝπιπλÜ του, και μη βρßσκοντας συμπαρÜσταση απü τους παλιοýς του φßλους που τον εßχαν εγκαταλεßψει σχεδüν üλοι. ΑπογοητευμÝνος απü την στÜση τους κι üντας σε ηθικü αδιÝξοδο. ¼πως ανÝφερε ο ΣτÝφανος ΞÝνος στην νεκρολογßα του για τον αυτüχειρα: "Παραπονιüταν üτι Ýχασε τη πÝννα του, δεν μποροýσε να γρÜψει οýτε δýο γραμμÝς, εßχε τρομεροýς κεφαλüπονους, η üρασßς του εθαμβοýτο, δεν μποροýσε να δει μακρυÜ, ακüμα και να περπατοýσε δεν μποροýσε οýτε σε μικρÞ απüσταση. ΔηλαδÞ εßχε καταντÞσει Ýνα σωματικü συντρßμμι, αληθινü ρÜκος".
Το ýστατο γρÜμμα προς τον αδελφü του:
ΑδελφÝ Γιþργη,
ΑυτÞ την ζωÞ δεν την υποφÝρω πλÝον και αυτοκτονþ: ΜÝσα εις τον μαýρον σÜκκον του ταξειδιοý, εις την δουλÜπαν θα εýρης τα χρÞματÜ μου, περß τα 360 φρ. καθþς και το ρολüγι μου και την αλυσßδα μου. Το τουφÝκι δεν επωλÞθη. Απü τον ΣαρÜντη Οικονüμου παßρνεις 100 δρχ. το αντßτιμον των προς πþλησιν δοθÝντων εις αυτüν πραγμÜτων. Αφοý üλοι με εγκατÝλιπον, τι να κÜμω.
Σε φιλþ, υγßαινε...
Ο αδελφüς σου
ΚλεÜνθης Ν. ΤριαντÜφυλλος
Ορßστε μερικÜ δεßγματα του Ýργου του:
ΛαÝ - ΒασιλιÜ
ΛαÝ, σε κλÝβουν, σε γελοýν μεγÜλοι τσαρλατÜνοι!
πριν φας εσý την κüτα σου την τρþει η αλεποý!
Το βιος σου ξÝνοι χαßρονται και μοιÜζεις τον τσοπÜνη
που μες στη βαρυχειμωνιÜ δεν ξÝρει απü ποý
στου λýκου τον αγριεμü θα πρωτοτρÝμ' η στÜνη!...
ΛαÝ, μεγÜλε ΒασιλιÜ, που παßζεις με το Θρüνο,
που μßα σκοýφια νυχτικιÜ για στÝμμα τοý περνÜς'
που του φωνÜζεις Üξαφνα: "Γκρεμßσου! σε σαρþνω!"
Τι μαýρο μαýρο μÞνυμα για μερικοýς μηνÜς
και τι κακοýργιο μοýντζωμα με τον καινοýριο χρüνο;
A! μοýντζωμα μουντζοýρωμα δεν Ýδωκες ακüμα
σ' εκεßνους οποý σ' Ýχουνε μουντζουροβουτηχτü...
Μα τα 'χασες και συ, λαÝ! εßν' η πατρßδα κüμμα,
σε ζþνει με συνδυασμü αδιÜντροπομ φριχτü
και σε ζαλßζ' η φοβερÞ της ρουσφετßλας βρþμα!
ΛαÝ, σε κλÝβουν, σε γελοýν μεγÜλοι τσαρλατÜνοι!
πριν φας εσý την κüτα σου την τρþει η αλεποý!
Το βιος σου ξÝνοι χαßρονται και μοιÜζεις τον τσοπÜνη
που μες στη βαρυχειμωνιÜ δεν ξÝρει απü ποý
στου λýκου τον αγριεμü θα πρωτοτρÝμ' η στÜνη!...
Ο ΡαμπαγÜς
Θες την εξουσßα
πÜντα να τρυγÜς;
Στη Ραμπαγαδßα
γßνε ΡαμπαγÜς!
Με τους δημοκρÜτες
εßσαι και πεινÜς;
Γýρνα τους τις πλÜτες
να καλοπερνÜς.
Πιφ! παφ! πετσþματα
δþσ' μου και τρÝχω
μ' üλα τα κüμματα
σα δεν τον Ýχω.
Πιφ! παφ! πετσþματα
κι εßμαι παντ' αγÜς
μ' üλα τα κüμματα
ο Ρα - ο ΡαμπαγÜς!
Σκýλος που γαυγßζει
üξ' απ' την αυλÞ
που τα δüντια τρßζει
και σε απειλεß.
Που γρινιÜζει, στρßφτει,
σαν τον κυνηγÜς
κι αν τ' ανοßξεις γλεßφει...
Να ο ΡαμπαγÜς!
Πιφ! παφ! πετσþματα
δþσ' μου και τρÝχω
μ' üλα τα κüμματα
σα δεν τον Ýχω.
¼σους μ' Ýχουν στýλο
της αριστερÜς,
στην οργÞ θα στεßλω
αν φανεß παρÜς.
Βοýρλο που λυγÜει
üπως κι αν λυγÜς,
χÝλι που γλιστρÜει,
εßν' ο ΡαμπαγÜς.
Χρþμα πως αλλÜζω!
Κüκκινος ξυπνþ,
Üσπρος ξεθωριÜζω,
παρδαλüς δειπνþ.
Εßμαι τÝλος σβοýρος
κρßνε με, ιδοý!
Ως ο Κουμουνδοýρος
κρßνει το Σαρδοý.
Εßπαν του ΓαμβÝττα
μοιÜζω, αμÞ δε;
ΡαμπαγÜ πορτραßτα
γýρω σου ιδÝ.
Εßναι κι η ΑθÞνα
Ýνα Μονακü,
π' αγριεýει η πεßνα
τον πολιτικü.
Πιφ! Παφ! πετσþματα
δþσ' μου και τρÝχω,
μ' üλα τα κüμματα
σα δεν τον Ýχω!
Σε Μια ΞερακιανÞ
ΛιγνÞ, λιγνÞ, ξερακιανÞ κοπÝλλα,
που τüσο βÜνεις στα μαλλιÜ σου λÜδι
και πλÝνεσαι με ξεßδι πρωß βρÜδι,
η μυρωδιÜ σου, φως μου, εßναι τρÝλλα!
ΞερακιανÞ με μÜγουλα ξειδÜτα,
με κεφαλÞ στο λÜδι βουτημÝνη,
η üψη σου, πουλß μου, με τρελαßνει
γιατß ...πεθαßνω για τσιροσαλÜτα.
¼λο γελÜ, θαρρεßς και στα λακκÜκια
που βλÝπεις στο δροσÜτο μÜγουλü της
Ýχουν φωλιÜ τα γÝλια σαν πουλÜκια
και κελαδοýν σκοπü τους το σκοπü της.
-Με πÝθανες! της λÝω και γελÜει.
Ορκßζεται ποτÝ της να μη κλÜψει.
ΛÝει δεν Ýμαθε ποτÝ της να πονÜει,
και δεν τη μÝλει τι καρδιÝς θα κÜψει.
ΩιμÝ! την εßδα δÜκρυα να χýνει,
να πνßγει το αιþνιü της χÜχα,
γιατß στην τραχηλιÜ της εßχε μεßνει
μια σοýφρα ασιδÝρωτη μονÜχα.
*
ΕργÜτης! Να ο Üνθρωπος!..
Το μÝτωπü του ιδρþνει,
και üξ' απ' τον παρÜδεισο
παρÜδεισο μυρþνει!..
*
Φως, φως ολοýθε να χυθÞ και ν' αχτινοβολÞσει
παντοý τη νýχτα της ψευτιÜς να διþξει, να σκορπßσει,
φως ως και μÝσα στις σπηλιÝς που ζουν οι νυχτερßδες
του κüμματος οι σκοτεινÝς ψευτοεφημερßδες.
*
ΜεγÜλε γαλλικÝ λαÝ με τη καρδιÜ μεγÜλη
στα εβδομÞντα μη ξεχνÜς, στη μαýρη ανεμοζÜλη,
τι καρδιοχτýπι νιþσαμε! Και οι σταυραετοß μας
τιμÞσανε στο πλÜι σου το κοφτερü σπαθß μας.
*
Μες στους εχθροýς που γýρω μας εστÞσανε καρτÝρι
μονÜκριβÝ μας αδερφÝ σου σφßγγουμε το χÝρι
και σÝνα τυραννοφονιÜ λαÝ της Ιταλßας
π' ακüμα νοιþθ' η σÜρκα σου τα νýχια της Αυστρßας
και σÝνα η αδερφικÞ καρδιÜ σου δεν ξεχνÜει
το αßμα μας που χýθηκε στο ΓαριβÜλδι πλÜι.
*
Ο ΡÞγας Ýκραζεν "ως πüτε!"
με πολεμüκραχτη φωνÞ,
τþρα βρεθÞκαν πατριþται
να λεν "παιδιÜ, υπομονÞ!".
ΥπομονÞ! ορθÜ τ' αυτιÜ μας,
ßσα το σβÝρκο, κι ας πατεß
ευνοýχος Τοýρκος την ουρÜ μας,
η θÝση μας το απαιτεß.
Μοýτισες, Ρüκκο; Μα κι üλοι τους
να μοýτιζαν οι δημοκρατικοß
ο ΡαμπαγÜς θα φþναζεν
απü τη φυλακÞ του
Ýνας κι αν μεßνει σκýλαρος,
το μεγαλολαγü,
τον Ýρμο φοβητσιÜρη
μονÜχος να φερμÜρει
ατρüμητο ζαγÜρι
ο ΡαμπαγÜς εγþ.
*
Τον μÜδησες το γÜδαρο,
Τρικοýπη, το λαü σου!
Δεν περισσεýει τßποτα
απ' την κακομοιριÜ του
και μοναχü περßσσευμα
θα πÜρεις την προβιÜ του!
*
ΚουτÝ λαÝ που δω κι εκεß
τον ßδρω σου σκορπßζεις
που θρÝφεις με το μÝλι σου
κηφηναριü σπουδαßο.
μ' αλß! στο Ýθνος που μετρÜ,
μετρÜ και λογαριÜζει
πως Ýξοδα και φüρους του
και λοýσο του θε να 'χει
απü τσαμπß που το νερü,
σαν το γατß, τρομÜζει...
*
(πριν τη φυλακÞ)
Ω! να σε βλÝπω, βασιλιÜ,
δαφνοστεφανωμÝνος
γυρνÜς απü τον πüλεμο,
γυρνÜς απü τη νßκη...
Τι; τι; τι λÝγω;... ¼νειρο!...
Στο ΦÜληρο στωμÝνος
το ρßχνεις Ýξω, βασιλιÜ
και δεν πληρþνεις νοßκι.
(μετÜ τη καταδßκη)
Ω! να σε βλÝπω, ΡαμπαγÜ,
δαφνοστεφανωμÝνος
γυρνÜς απ' το κριτÞριο,
γυρνÜς απü τη δßκη!
Τι; τι; τι λÝγω;... ¼νειρο!...
Στου Κüκλα μαντρισμÝνος
το ρßχνεις Ýξω, ΡαμπαγÜ
και δεν πληρþνεις νοßκι.
ΧειμωνιÜτικο Τραγοýδι
Μες στη φυλακÞ τι κρýο
και νερüν οι τοßχοι στÜζουν.
Το νερü μου κρουσταλλιÜζει,
τα παποýτσια μου μουχλιÜζουν.
Μου κοκκßνησαν τα μÜτια
απü το βαρý συνÜχι
κι αυστηρüς ο αρχιφýλαξ
ω! που κακü χρüνο νÜχει!
μια κρασιÜ δεν επιτρÝπει
Þ καμμιÜ ΡουμιÜ να σφßξω
Α! πολý δε θα βαστÞξω!
Α! τι κρýο. α! τι κρýο!
ΜÜλαμα καιρüς για δýο!
Και μÝσ' απü τα σßδερα
της φυλακÞς ακüμα
δεν κλειÝται, δε βουβαßνεται
του ΡαμπαγÜ το στüμα,
δεν τονÝ σκιÜζ' η φυλακÞ,
τα σßδερÜ της σπÜζει
κι ελεýθερη η ΙδÝα του
πετιÝται, φτερουγιÜζει!
Του τυραννÜτε το κορμß,
στη βρþμα τ' αρρωστÜτε,
με το φαρμακαγÝρι σας,
αρρþστιες του κολλÜτε,
σαν Üνανδροι παλεýετε,
ελεýθεροι με σκλÜβο
και "γιοýχα!" ακοýτε του Λαοý,
αντß ν' ακοýτε "μπρÜβο!"
Χωρßς μαρτýριο καμμιÜν
ΙδÝα δε γεννιÝται,
δε θρÝφεται, δε χýνεται
στον κüσμο θερισμÝνη!
-Δημοκρατßα, μÝτρα τους,
τους τüσους μÜρτυρÜς σου,
η δÜφνη σου ξεφýτρωσεν
απü τα αßματÜ σου.
Εις Τους ΠαρÜ Τα Σýνορα Ηρωικþς Πεσüντας
ΛειοντÜρια ποῦ ’χυθýκατε,
μ’ ἀγριεμÝνη χÞτη,
ΜÝσ’ ’ςτὸ κοπÜδι τῆς Τουρκιᾶς,
ἀμÝτρητο κοπÜδι,
Μὲ ’ματοβýζαστα θεριὰ
τ’ Ἀλλὰχ καὶ τοῦ ΠροφÞτη.
Ποῦ βüσκουν καὶ θεριεýουνε
ἀπ’ τῆς σκλαβιᾶς τὸν ᾍδη!
ΠερÞφανα λειοντÜρια μας,
σᾶς ’πρÝπαν ἄλλοι χρüνοι!…
Τοῦ ’κοσιÝνα ταßριαζε
γιὰ σᾶς ἡ ἱστορßα…
Ἡ δüξα τὴν ἀνδρεßα σας
ἀχτιδοστεφανüνει
Καὶ σμßγει, ζευγαρüνει
Τὸ τßμιü σας ὄνομα
μὲ τὴν ἀθανασßα!....
Περνοýσανε, περνοýσανε,
ἀπÜνω μας, τὰ χρüνια,
’Σὰν κýματα ποῦ γλεßφουνε
καρÜβι βουλιαγμÝνο
Καὶ χýνονται, ξεχýνονται,
περνοῦν μὲ καταφρüνια,
ἈπÜν’ ἀπὸ τὸ σκÜφος του
τὸ μαυροξεχασμÝνο!…
Ἡ ἱστορßα μας βαρειὰ,
’σὰν ὕπνο ποτισμÝνη,
Βαρειὰ βαρειὰ κοιμüτανε,
ξεχνοῦσε τὰ παλῃÜ της
Δὲν ἔκοβαν τὸν ὕπνο της
μηδὲ τὰ ὄνειρÜ της…
Μὰ ξÜφνου θεριεμÝνη
Μὲ σᾶς ξυπνᾷ ’ςτὸ πλÜú σας
γιγαντοδοξασμÝνη!…
Ἀτßμητο παρÜσημο
στολßζει τὸ κορμß σας,
Ἡ τßμια λαβωματιὰ
σὲ στÞθι’ ἀνδρειωμÝνα!....
Καὶ μαρτυρᾶ τ’ ἀκοýραστο
τὸ φοβερὸ σπαθß σας
Πüσα κορμιὰ νιοθÝρισε,
σὰ στÜχυα νειοκομμÝνα!…
Τß θÝλει τὸ θυμßαμα,
τß θÝλει τὸ λιβÜνι,
Τß θÝλει τὸ μνημüσυνο,
τß θÝλουν ἡ λαμπÜδες;
Γιὰ τὴν Πατρßδα, ’σὰν καὶ σᾶς,
ὅποιο παιδὶ πεθÜνῃ
Τὸ μνημονεý’ ἡ δüξα μας,
καὶ ὄχι οἱ παπÜδες!...
Κι ἀντὶς φριχτὴ νεκρþσιμη
ν’ ἀκοῦτ’ ἀκολουθßα,
Ἀντὶ νὰ σᾶς ζαλßζουνε
καμπÜναις καὶ λιβÜνια,
Σᾶς πρÝπει, ὁλοζþντανοι
ἀπὸ ἀθανασßα,
Σ’ ἐμᾶς τοὺς ψüφιους ζωντανοὺς
νὰ δεῖχτε ’περηφÜνεια!…
Ο ΑριστομÝνης ΠροβελÝγγιος Ýγραψε για το ΘÜνατο του ΤριαντÜφυλλου
Εις Τον ΚλεÜνθην
Ἀπ’ τü νησß μας ὅπου ἐγεννÞθης
Ἀπü τü ἥσυχü του περιγιÜλι
Ὅπου μικρüς ἀκüμη τ’ἀπαρνÞθης
Κ’ ἐρρßχθηκες εἰς τῆς ζωῆς τÞ ζÜλη,
Ἀπ’ τü νησß μας ποý ἔπρεπε νÜ μεßνῃς
ΝÜ τραγουδῇς καθþς ὁ ἈνακρÝων
Κ’ ἐπÜνω στü τραγοῦδι σου τ’ ὡραῖον
ΓλυκÜ γλυκÜ καß ἥσυχα νÜ σβýνῃς
Κüπτω μÝ δÜκρυα λßγα λουλοýδια
Κ’ ἐπÜνω στÞν πληγÞ τÞν ματωμÝνη
Ποý ἔσβυσε τüσα γλυκÜ τραγοýδια
ΤÜ ραßνω μÝ καρδιÜ συγκινημÝνη !
_________________________________________
Πνεýμα ανÞσυχο, ο Γαβριηλßδης εγκατÝλειψε την εφημερßδα και τον επüμενο χρüνο εξÝδωσε το πολιτικοσατιρικü φýλλο «ΡαμπαγÜς» μαζß με τον παλιü του συνεργÜτη απü τα χρüνια της Κωνσταντινοýπολης, ΚλεÜνθη ΤριαντÜφυλλο, που και αυτüς εßχε διωχθεß απü τις ΟθωμανικÝς αρχÝς. Το πρþτο φýλλο της νÝας εφημερßδας, που πÞρε τον τßτλο της απü το ομþνυμη κωμωδßα του γÜλλου θεατρικοý συγγραφÝα και λιμπρετßστα (Τüσκα) ΒικτοριÝν Σαρντοý, εκδüθηκε στις 12 Αυγοýστου του 1878, με στüχο να αφυπνßσει του ¸λληνες απü τη νωχÝλεια και την αδιαφορßα για τα κοινÜ, üπως Ýγραψε στο πρωτοσÝλιδο Üρθρο του «Διατß ΡαμπαγÜς». Οι δýο εκδüτες θα συλληφθοýν για εξýβριση του βασιλιÜ και θα προφυλακιστοýν. Στις 16 Δεκεμβρßου του 1879 θα αθωωθοýν πανηγυρικÜ απü το Κακουργιοδικεßο Αθηνþν.
Ο Γαβριηλßδης στην ΑθÞνα συνεργÜστηκε με τον ΤριαντÜφυλλο για την Ýκδοση του πολιτικοσατιρικοý περιοδικοý ΡαμπαγÜς και 2 χρüνια μετÜ εξÝδωσε το δικü του εβδομαδιαßο σατιρικü περιοδικü Μη XÜνεσαι. Τον τßτλο τον δανεßστηκε απü την παροιμιþδη φρÜση του ΑλÝξανδρου Κουμουνδοýρου,που ο μετριοπαθÞς ΜεσσÞνιος πολιτικüς συνÞθιζε ν' απαντÜ εßτε στη γυναßκα του για την εναντßον του πολεμικÞ, εßτε στους πολιτικοýς του φßλους, üταν τα πρÜγματα γßνονταν δýσκολα και περßπλοκα. ΑνÜμεσα στους συνεργÜτες της νÝας εφημερßδας Þτανε κι ο ΠαπαδιαμÜντης, που δημοσßευσε σε συνÝχειες το ιστορικü του μυθιστüρημÜ Οι ¸μποροι των Εθνþν. Την 1η ΝοÝμβρη 1883 μετÝτρεψε το περιοδικü στη καθημερινÞ εφημερßδα Ακρüπολις, εφημερßδα που Ýγραψε ιστορßα στον ελληνικü Τýπο με τη μαχητικÞ αρθρογραφßα της και τη πρωτοποριακÞ για την εποχÞ της εμφÜνιση κι ýλη. ΘαυμαστÞς του αγγλοσαξωνικοý τýπου, καθιÝρωσε στην ελληνικÞ δημοσιογραφßα το ρεπορτÜζ, τη καμπÜνια, τις δημοσιογραφικÝς αποστολÝς και τις συνεντεýξεις με πρüσωπα της επικαιρüτητας. ΠαρÜλληλα, Ýφερε στην ΕλλÜδα τα τελευταßου τýπου εκτυπωτικÜ μηχανÞματα, üπως το κυλινδρικü ταχυπιεστÞριο, που ονομÜσθηκε Μαμοý», στο οποßο τυπþνονταν για πολλÜ χρüνια üχι μüνο η Ακρüπολις, αλλÜ κι Üλλες εφημερßδες κι Ýντυπα. ¹τανε προσωπικüς φßλος του ΧαριλÜου Τρικοýπη, που üμως απü το 1890 και μετÜ πολÝμησε μÝσα απü τις στÞλες του. Τη περßοδο εκεßνη στÞριξε τον Γεþργιο Α', που ενθÜρρυνε να συγκεντρþσει üλες τις εξουσßες στα χÝρια του. Απü το 1909, δηλαδÞ μετÜ απü το Κßνημα στου ΓουδÞ,και μÝχρι τον θÜνατο του, υποστÞριξε θερμÜ τη πολιτικÞ του Ελευθερßου ΒενιζÝλου. Διατηροýσε στενÝς σχÝσεις με τον ΠαλαμÜ, που μÜλιστα εßχε παντρÝψει. Επßσης, εßχε εκδüσει το νεανικü περιοδικü ΝÝα ΓενεÜ.
Σ’ Ýνα απü τα τελευταßα φýλλα του Μη ΧÜνεσαι», ο Γαβριηλßδης Ýδωσε το στßγμα της νÝας εκδοτικÞς του προσπÜθειας:
"Την “Ακρüπολιν” θÝλωμεν καταστÞσει εκ των κυριωτÝρων οργÜνων του κοινωνικοý πολιτισμοý και οικονομικοý αγþνος, ον η ΚοινÞ Γνþμη οφεßλει να αγωνßζεται επ’ αγαθþ της Πατρßδος. Το Ýμβλημα ημþν εßναι το παλαιüν Ýμβλημα: ¸νωσις και Μεταρρýθμισις. Περιττüν να εßπωμεν üτι οýτε τþρα θα ανÞκωμεν εις Κüμμα, εναλλÜξ υποστηρßζοντες και πολεμοýντες, εναλλÜξ συμπολιτευüμενοι και αντιπολιτευüμενοι. Τοýτο τινÝς ονομÜζουσιν αστÜθειαν, αλλ’ ημεßς, οßτινες μÝχρι τοýδε ουδÝποτε εγνωρßσαμεν την πßστιν και την σταθερüτητα των συμφερüντων, φανερÜ προκηρýσομεν την αστÜθειαν αυτÞν ως σημαßαν μας”.
Τον Αýγουστο του 1894, κατηγοροýσε τους αξιωματικοýς για μαμοθρεπτισμü, üτι αρÝσκονταν στις χοροεσπερßδες με τις μεγÜλες στολÝς, να αποφεýγουν üπως ο διÜβολος το λιβÜνι τους στρατþνες και να παραμελοýν τα καθÞκοντÜ τους. ΠαρÜλληλα, ζητοýσε την κατÜργηση στρατοý και στüλου, αφοý τα εκατομμýρια που ξοδεýονταν πÞγαιναν χαμÝνα. Την επομÝνη ημÝρα, στις 20 Αυγοýστου 1894, αξιωματικοß της ΦρουρÜς Αθηνþν με τσεκοýρια και ντουφÝκια, κατÝστρεψαν τα γραφεßα της εφημερßδος «Ακρüπολις», ακüμα και τα κρεβÜτια των παιδιþν του, αφοý εκεß Þταν και το σπßτι του.
Ο Γαβριηλßδης επιδßωκε να γßνει η Ακρüπολις üργανο του κοινωνικου και πολιτικοý πολιτισμοý. "¼ταν ο καραγωγεýς κι ο θυρωρüς του ξενοδοχεßου κι ο επιστÜτης μιÜς πλατεßας θα εμφανßζεται κÜθε πρωß με την εφημερßδα στο χÝρι, τüτε θα μποροýμε να ποýμε πως εßναι πολιτισμÝνος τüπος η ΕλλÜδα. 3 χρüνια μετÜ, την 1η ΝοÝμβρη 1883, το Μη ΧÜνεσαι μετατρÝπεται σε ημερÞσια πρωινÞ εφημερßδα γνþμης. Η εφημερßδα πρωτοποριακÞ για την εποχÞ της ως προς την εμφÜνισÞ της κι ως προς την ýλη της. Το 1894 αριθμοýσε 15 συντÜκτες, 3 διορθωτÝς και λογιστÞριο με 26 υπαλλÞλους. ΔιÝθετε ανταποκριτÝς στο Παρßσι, στη Ρþμη, στη ΒιÝννη και στο Λονδßνο, αλλÜ και στην ΕλληνικÞ περιφÝρεια, ΠÜτρα, ΚÝρκυρα, Βüλο, Ναýπλιο και Πýργο. Σημαντικü μÝρος της ειδησεογραφßας της προÝρχονταν απü τα δημοσιεýματα του Διεθνοýς Τýπου κι εφημερßδες üπως οι Times του Λονδßνου, η Daily Telegraph, Le Figaro, Le Temps, Les Nouvelles Quotidiennes κ. Ü. Η διαφÞμιση στη 1ην ἑλληνικὴν ἐφημερßδα διὰ ρεκλÜμας κι εἰδοποιÞσεις απÝφερε ετησßως το 1898, περß τις 50.000 δραχμÝς, ενþ οι πωλÞσεις της πλησßαζαν τα 163.000 φýλλα το μÞνα, διπλÜσιες απü τον ανταγωνισμü της και σε κρßσιμες περιπτþσεις εßχανε πλησιÜσει τις 40.000 φýλλα τη μÝρα.
Τον Οκτþβρη του 1901 η Ακρüπολις αρχßζει να δημοσιεýει σε συνÝχειες τη μετÜφραση του Ευαγγελßου στα νÝα ελληνικÜ. Η μετÜφραση εßχε γßνει απü τον ΑλÝξανδρο ΠÜλλη κι εßχε εκτυπωθεß στην ΑλεξÜνδρεια της Αιγýπτου με Ýξοδα της βασßλισσας ¼λγας. Εßχε κυκλοφορÞσει σε περιορισμÝνο αριθμü αντιτýπων μεταξý των ΕλλÞνων της ΔιασπορÜς και το πρÜγμα εßχε περÜσει απαρατÞρητο, μÝχρι τη στιγμÞ που ο Γαβριηλßδης, αποφÜσισε να τη δημοσιεýσει σε συνÝχειες με τον τßτλο, Το Ýργον της Βασιλßσσης η Ακρüπολις το συνεχßζει. Εκ των υστÝρων Ýγινε γνωστü üτι εßχε συγκατÜθεση του Αρχιεπισκüπου Αθηνþν Προκοπßου και του κοσμÞτορα της ΘεολογικÞς ΣχολÞς του Πανεπιστημßου Αθηνþν ΕμμανουÞλ Ζολþτα. Οι δημοσιεýσεις διακοπÞκανε στις 20 Οκτþβρη ενþ η εφημερßδα ζÞτησε συγγνþμη και δÞλωσε üτι "παραμÝνει αμεßλικτος πολÝμιος παντüς φρονοýντος αντεθνικþς κι ατßμως κι üτι το ΕυαγγÝλιον δεν πρÝπει να αναγιγνþσκεται εν ταις εκκλησßαις εις Üλλην τινÜ γλþσσαν πλην εκεßνης, εις την οποßαν εγρÜφη υπü των θεοπνεýστων ανδρþν".
Ο Αρχιεπßσκοπος Προκüπιος αναγκÜστηκε να παραιτηθεß, το ßδιο και η κυβÝρνηση του Γεωργßου Θεοτüκη, ενþ εξοργισμÝνοι υποστηρικτÝς της διατηρÞσεως της γλþσσας των Ευαγγελßων αντÝδρασαν, με αποτÝλεσμα να υποστεß ζημιÝς απü επιθÝσεις το Τυπογραφεßο της εφημερßδος κι ο Γαβριηλßδης να ζητÞσει συγγνþμη απü τους φοιτητÝς, που 1οι εßχαν αντιδρÜσει, αφοý προηγουμÝνως ο üχλος εßχε καταστρÝψει τα γραφεßα της εφημερßδας. Το ΓενÜρη του 1904 ο Γαβριηλßδης συνελÞφθη, διüτι μÝσα απü τις στÞλες της εφημερßδος κατηγüρησε το βασιλιÜ για υπερβολικÝς δαπÜνες και καταστρατÞγηση του ΣυντÜγματος, üμως στις 12 ΓενÜρη 1905, δικÜστηκε στο Κακουργιοδικεßο Σýρου κι αθωþθηκε απü τους ενüρκους. Ο Γαβριηλßδης εμπνεýστηκε κι ονüμασε ομÜδα νÝων ανεξÜρτητων βουλευτþν, που εξελÝγησαν στις εκλογÝς του 1906, ως η ΟμÜς των Ιαπþνων, παρομοιÜζοντας τη μαχητικüτητα των μελþν της στο Κοινοβοýλιο, με την ορμητικüτητα και μαχητικüτητα που επÝδειξαν οι ΙÜπωνες στρατιþτες στον Ρωσοúαπωνικü πüλεμο του 1904-1905. ¸γραφε γι' αυτοýς στις 10 ΦλεβÜρη 1907, "...Τι θα πη κρυφüς και σκοτεινüς πüλεμος δεν γνωρßζουν. Την παρασκηνιακÞν διπλωματßαν δεν την παραδÝχονται. ΑδιÜλλακτοι κοινοβουλευτικοß, δεν αναγνωρßζουν Üλλο πεδßον δρÜσεως Ýξω απü την αßθουσα του κοινοβουλßου. ΩχυρωμÝνοι εις την Üκραν αριστερÜν των εδρÜνων, κατοπτεýουν απü εκεß τας κινÞσεις του εχθροý, κÜμνουν εξαφνικÞν επßθεσιν, ορμητικÞν, απüτομον, απροκÜλυπτον, κατÜ μÝτωπον...".
Ο Γαβριηλßδης στÞριξε την επανÜσταση του 1909 στου ΓουδÞ, üμως δε δßστασε να κατηγορÞσει τον Στρατιωτικü Σýνδεσμο üταν εßδε τα μÝλη του να αναμιγνýονται στην πολιτικÞ. ¸γραψε üτι "...Την ΕπανÜσταση την ονειρεýτηκα λαúκÞ, αντß üμως για το λαü εßδα να εξεγεßρεται ο Στρατüς", Üρθρο που τον ανÜγκασε να φýγει απü την ΕλλÜδα. ΜετÜ το 1909 και την επικρÜτηση του κινÞματος στου ΓουδÞ κι ως το θÜνατο του, υποστÞριξε τη πολιτικÞ του Ελευθερßου ΒενιζÝλου. Στις 8 Ιουλßου 1910 σημειþθηκε απüπειρα δολοφονßας σε βÜρος του, την εποχÞ που Ýκανε Ýντονο αγþνα για την εκκαθÜριση του Πανεπιστημßου Αθηνþν απü ανßκανους καθηγητÝς. Το ΜÜη κι Ιοýνιο του 1911 ο Γαβριηλßδης επισκÝφθηκε τη Κýπρο, που παρÝμεινε αρκετÝς ημÝρες, γνþρισε απü κοντÜ τη πολιτικÞ κι εκκλησιαστικÞ κατÜσταση, τους σημαντικüτερους πολιτευτÝς κι εκκλησιαστικοýς ηγÝτες, ενþ συναναστρÜφηκε με τους απλοýς ανθρþπους. Στη Λευκωσßα και στη Λεμεσü Ýδωσε και 2 διαλÝξεις, που με καυστικü χιοýμορ ανÝπτυξε στο ακροατÞριο του Πþς εßδε την Κýπρο και τους Κυπρßους. Εßπε σε μßα απü τις διαλÝξεις του, "Σπßτια στας πüλεις που κÜθε μßα κÜμαρα θα εχωρßζετο εις την Ευρþπην σ' ολüκληρο απαρταμÝντο. Και σπßτια εις τα χωριÜ απü τα 4 δωμÜτια των οποßων τα 3 εßναι αποθÞκαι, το δε 4ον μαγεριü, κοιτþν, γουρουνοστÜσιο, τραπεζαρßα κι αßθουσα υποδοχÞς.(…) ¸να βασßλειον του ¸ρωτος κι Ýνα βασßλειο Οδýνης. Βρýσις απü την οποßαν ρÝει κομανταρßα και βρýσις απü την οποßαν στÜζει φαρμÜκι. ¼χθαι διÜ να τας πατοýν τα κρινοδÜκτυλα πüδια μιας Αφροδßτης κι üχθαι για να τας περιβρÝχη ο ΑχÝρων. ΑυτÞ μου εφÜνη η Κýπρος σας...".
¼ταν το 1912 απελευθερþθηκε η Θεσσαλονßκη, κι üλες οι εφημερßδες εξυμνοýσαν το γεγονüς, ο Γαβριηλßδης Ýγραφε, "...Το τι Þταν η Θεσσαλονßκη χθες, ενδιαφÝρει τους ιστορικοýς. Το τι θα γßνει αýριο μας ενδιαφÝρει. Θα πρÝπει η Θεσσαλονßκη να γßνει πρωτεýουσα της ΕλλÜδος!...". Εßχε εκδþσει το νεανικü περιοδικü ΝÝα ΓενεÜ. Απü το 1915 Üρχισε ν' αντιμετωπßζει Ýντονα οικονομικÜ προβλÞματα, καθþς Þτανε δημοσιογρÜφος και κακüς επιχειρηματßας. Δεν Þξευρε πρüσθεσιν, Ýλεγε χαρακτηριστικÜ γι' αυτüν ο Σπýρος ΤσαγγÜρης, ιδρυτÞς του Πρακτορεßου Εφημερßδων. Η κυκλοφορßα της Ακρüπολις Þτανε χαμηλÞ, ενþ οι Üλλες του εκδοτικÝς απüπειρες απÝτυχαν, üπως η εφημερßδα Πατριþτης, η 1η εφημερßδα στη δημοτικÞ, η ΕσπερινÞ Ακρüπολις, η πρþτη απογευματινÞ εφημερßδα και τα περιοδικÜ ΚυριακÞ κι Α.Ο.Δ.Ο. ((Απ’ ¼λα Δια ¼λους). Με διÜφορες ευκαιρßες κυκλοφοροýσαν Ýκτακτα πανηγυρικÜ τεýχη, üπως ΧριστουγιεννιÜτικη Ακρüπολις, ΠασχαλινÞ Ακρüπολις καθþς και παρÜ-Ακροπüλεις, ΦιλολογικÞ Ακρüπολις, ΥπερωκεÜνιος Ακρüπολις, ΛαúκÞ Ακρüπολις, ΕσπερινÞ Ακρüπολις. ΠαρÜλληλα με την εφημερßδα εξÝδωσε περιοδικÜ κι ημερολüγια, üπως ΝÝον Πνεýμα, ΑνθοδÝσμη ΜυθιστορημÜτων & ΔιηγημÜτων, ΚυριακÜτικη, Καζαμßας της Ακροπüλεως, ΠανελλÞνιος Σýντροφος, ενþ τα ΚαταστÞματα Ακροπüλεως εξÝδωσαν πληθþρα βιβλßων και προκÜλεσαν την οικονομικÞ καταστροφÞ του.
Αν και του προσφÝρθηκε, δεν δÝχτηκε καμμßα οικονομικÞ βοÞθεια, προκειμÝνου να διατηρÞσει την ανεξαρτησßα της γνþμης του. Διþχτηκε στη διÜρκεια του εθνικοý διχασμοý, üμως δε δßστασε να Ýρθει σε αντιπαρÜθεση με τον ΒενιζÝλο και τη Καλλιρρüη ΠαρρÝν. Διατηροýσε στενÝς σχÝσεις με τον ΠαλαμÜ, που εßχε παντρÝψει, ενþ κατÜ καιροýς εßχε στεγÜσει στην Ακρüπολι ορισμÝνα απü τα μεγαλýτερα ονüματα της πνευματικÞς ζωÞς της εποχÞς του, üπως τον ΠαπαδιαμÜντη, τον ΟυρÜνη, τον Παπαντωνßου, τον ΜιχÜλη ΜητσÜκη, τον ΜυριβÞλη, τον ΚαζαντζÜκη και πολλοýς Üλλους, ΑσθÝνησε τον Ιοýλιο του 1919 κι η κατÜσταση του επιδεινþθηκε τον Οκτþβρη του ßδιου Ýτους. Το ΓενÜρη του 1920 Ýπεσε κλινÞρης, üμως διατηροýσε τη διαýγεια του πνεýματος του κι εξακολουθοýσε να γρÜφει Üρθρα για την εφημερßδα. 5 μÝρες πριν το θÜνατο του η κατÜσταση του επιδεινþθηκε δραματικÜ και το μεσημÝρι της προηγουμÝνης που ξεψýχησε, Ýπεσε σε κþμα κι Üρχισε να ψυχορραγεß. ΠÝθανε μισÞ þρα πριν τα μεσÜνυχτα του ΣαββÜτου 11 Απρßλßη 1920, σε γραφεßο της εφημερßδος που 'χε διαμορφþσει σε κοιτþνα.
Το τυπογραφεßο της εφημερßδας του υπÞρξε πολλÝς φορÝς στüχος αντιπÜλων, üπως συνÝβη και στα γεγονüτα που Ýμειναν γνωστÜ ως ΕυαγγελικÜ. Προοδευτικüς κι υποστηρικτÞς της δημοτικÞς γλþσσας, δεν δßστασε να ξεκινÞσει σειρÜ Üρθρων με μετÜφραση των Ευαγγελßων στη δημοτικÞ. ΕξοργισμÝνοι υποστηρικτÝς της διατÞρησης της γλþσσας των Ευαγγελßων αντÝδρασαν, με αποτÝλεσμα ν' αναγκαστεß να σταματÞσει τη δημοσßευση και να ζητÞσει συγγνþμη απü τους φοιτητÝς, που πρþτοι εßχαν αντιδρÜσει, αφοý üμως ο üχλος εßχε καταστρÝψει τα γραφεßα της εφημερßδας. Ο ριζοσπαστισμüς του κι οι συχνÜ ακραßες θÝσεις του εναντßον θεσμþν και προσþπων προκÜλεσαν αντιδρÜσεις, με αποκορýφωμα τη καταστροφÞ των γραφεßων της Ακροπüλεως στις 20 Αυγοýστου 1894 απü εξοργισμÝνους αξιωματικοýς της ΦρουρÜς Αθηνþν. Με σειρÜ Üρθρων του ζητοýσε την αναδιοργÜνωση του Στρατοý και τη παýση της ανÜμιξης των στρατιωτικþν στην πολιτικÞ.
Το 1904 συνελÞφθη εκ νÝου, διüτι μÝσα απü τις στÞλες του κατηγüρησε το βασιλιÜ για υπερβολικÝς δαπÜνες και καταστρατÞγηση του ΣυντÜγματος. ΔικÜστηκε στις 12 ΓενÜρη 1905 στο Κακουργιοδικεßο Σýρου κι αθωþθηκε απü τους ενüρκους. ΥποστÞριξε με θÝρμη το κßνημα στου ΓουδÞ (1909) κι Þταν απü τους υποστηρικτÝς του ΒενιζÝλου, αν και στην αρχÞ τÞρησε επιφυλακτικÞ στÜση απÝναντß του. Απü το 1915 Üρχισε να αντιμετωπßζει μεγÜλα οικονομικÜ προβλÞματα εκ του λüγου üτι Þτανε πÜνω απ' üλα δημοσιογρÜφος και καθüλου επιχειρηματßας. Ο ΒλÜσης Γαβριηλßδης προσβλÞθηκε απü καρκßνο του Þπατος κι Üφησε την τελευταßα του πνοÞ στις 11 Απρßλßη 1920 μÝσα στα γραφεßα της Ακροπüλεως στη Πλατεßα Κλαυθμþνος.
Τη ΔευτÝρα 13 Απρßλη, τη μÝρα της κηδεßας του, μÝσα στον Ιερü Ναü Αγßου Γεωργßου Καρýτση, ο Κυριακßδης, εκπρüσωπος του πρωθυπουργοý ΒενιζÝλου και διευθυντÞς του Πολιτικοý του Γραφεßου, εναπüθεσε πÜνω στη σορü του το παρÜσημο του ΤαξιÜρχη του Φοßνικος για τις υπηρεσßες που προσÝφερε στο ελληνικü Ýθνος. Ο ποιητÞς Γεþργιος ΣτρατÞγης αφιÝρωσε στη μνÞμη του Γαβριηλßδη τους στßχους:
ΠενÞντα χρüνια κρÜτησες
σαν δüρυ τη γραφßδα
που üλοι δεν την αγüραζαν
της γης οι θησαυροß
κι απÝθανες μüνο μ' αυτÞ
σαν Þρως στην ασπßδα.
Για την προσωπικüτητÜ του ο ΠαλαμÜς Ýγραψε üτι Þταν "...δημοσιογρÜφος, λιβελλογρÜφος, υμνογρÜφος, σατιριστÞς, μελετητÞς, ονειροπüλος, θετικιστÞς, ζωγρÜφος, ποιητÞς, δροσιζüμενος και θερμαινüμενος απ' üλα τα ρεýματα της πνευματικÞς ζωÞς..". Η προτομÞ του Ýργο του γλýπτη ΜιχÜλη Τüμπρου, κατασκευÜστηκε με δαπÜνες της ΑΧΕΠΑ και τοποθετÞθηκε το πρωß της 26ης Απρßλη 1936 στη Πλατεßα Κλαυθμþνος, αντßκρυ απü τα γραφεßα της παλιÜς Ακροπüλεως, ενþ γραμματüσημο με τη μορφÞ του εκδüθηκε το 2015 στην αναμνηστικÞ σειρÜ γραμματοσÞμων 100 χρüνια απü την ßδρυση της ΕΣΗΕΑ, απü τα ΕλληνικÜ Ταχυδρομεßα. Ταξßδεψε σε πολλÝς χþρες, Ýμαθε αρκετÝς ξÝνες γλþσσες και μελÝτησε πολý ξÝνη λογοτεχνßα. Περισσüτερο θαýμαζε το Σαßξπηρ και μÜλιστα πÞρε απü Ýνα Ýργο του το ψευδþνυμο ΚÜλιμπαν (Τρικυμßα), üπου δημοσßευσε κριτικÝς. Θιασþτης κι υποστηρικτÞς κÜθε νÝας ιδÝας, θεωρεßται πρüδρομος της γυναικεßας χειραφετÞσεως. Εκτüς απ' τη δημοσιογραφßα ασχολÞθηκε και με τη συγγραφÞ Ýργων, που εκδüθηκαν αυτοτελþς τα ακüλουθα:
ΕΡΓΑ:
Η ΕλλÜδα κι ο Πανσλαβισμüς 1896,
Τορπßλλαι, κωμωδßα, 1879,
Δýο Πολιτισμοß: Αγγλικüς, Γερμανικüς, 1917,
Ταξßδια: Ιταλßα, Σουηδßα, Νορβηγßα, Δανßα, Αßγυπτος, Ιεροσüλυμα, 1921,
Αι γυναßκες, 1921.
Εßπανε για το Γαβριηλßδη:
Πνεýμα ανυπüμονον. Πνεýμα θυÝλλης. Και üμως φιλειρηνικüν. Πνεýμα επαναστÜσεως. Και üμως αιμüφοβον. Πνεýμα ανατροπÞς. Και üμως φßλον Üκρας τÜξεως. Πνεýμα τρικυμßας. Και üμως επιζητοýν την γαλÞνην.
ΕμμανουÞλ ΡÝπουλης
Ο Γαβριηλßδης συνδýαζε μεγÜλην δýναμιν λüγου και εξαßρετον καλλιτεχνικÞν διÜθεσιν. Τοýτο προσÝδιδεν υπερβολικÞν γοητεßαν εις ü,τι Ýγραφεν. Εßχεν üμως και την αντßθετον üψιν. ¿θει συχνÜ εις υπερβολÜς.ΩσÜν καλλιτÝχνης ιμπρεσσιονιστÞς που Þτο, Ýβλεπε πολλÝς φορÝς μßαν μüνον üψιν των πραγμÜτων και αυτÞν ετüνιζε με τα ζωηρüτερα χρþματα. Μετεχειρßζετο συνÞθως τον υπερθετικüν βαθμüν. Πüσες φορÝς δεν επαδαψßλευσε τον τßτλον του μεγαλοφυοýς, του μεγαλουργοý, της εξαιρÝτου δημιουργßας εις Ýργα και ανθρþπους μÜλλον μετρßους και πüσες φορÝς πÜλιν δεν επÝκρινεν αδßκως και δριμýτατα ανθρþπους αξßους ενισχýσεως!
ΑλÝξανδρος Παπαναστασßου
Πüσα θÝματα Þγγισε, πüσας ιδÝας υπÝβαλε, πüσα εßδωλα κατÝρριψε, πüσους πολÝμους επεχεßρησε, πüσα τÜλαντα διησθÜνθη, πüσας δýσεις αποχαιρÝτησε και πüσας ανατολÜς διελÜλησε, πüσας μικροπονηρßας εστιγμÜτισε, πüσας προλÞψεις εμαστßγωσε, πüσους εναλλÜξ ανεστÞλωσε δια να τους κρημνßση μετ’ ολßγον ο ßδιος, εν ταυτþ και κατÜ τας στιγμÜς του δημοσιογρÜφος, λιβελλογρÜφος, υμνογρÜφος, σατυριστÞς, μελετητÞς, ονειροπüλος, θετικιστÞς, ζωγρÜφος, ποιητÞς, δροσιζüμενος και θερμαινüμενος απü üλα τα ρεýματα της πνευματικÞς ζωÞς, τα οποßα εξετεßνετο και μÝχρις ημþν εκÜστοτε προσιτÜ εις τους μÜλλον διανοητικþς προηγμÝνους, θρεμμÝνος με την ιδÝαν, παρασυρμÝνος, απü την εντýπωσιν, αλλÜ πÜντοτε ερωτευμÝνος με το πρüσωπον το οποßον, κατÜ το πλεßστον, Ýδιδε σÜρκα εις τας ιδÝας του και κßνησιν εις τας εντυπþσεις του.
ΚωστÞς ΠαλαμÜς
ΥπÞρξεν διδÜσκαλος, μ' Ýναν πυρσüν εις την δεξιÜν, τον οποßον περιÝφερε μÝσα εις τα σκüτη διαρκþς, φωτßζων, αποκαλýπτων, οδηγþν, προσανατολßζων, κατηχþν προς üλα τα σημεßα, προς üλας τα διευθýνσεις, προς üλας τας ατραποýς,, προς üλας τας αναβÜσεις των κορυφþν, τας υποσχομενας το θαýμα μιας παρθενικÞς ανατολÞς.Το üργανον του λüγου ουδÝποτε Ýγινεν παρüμοιον üργανον πολιτισμοý üπως Ýγινεν εις την υπηρεσßαν του δημοσιογρÜφου αυτοý. Λüγος θýελλα, λüγος αστραπÞ, λüγος κεραυνüς και πÜλιν λüγος σαγηνευτÞς, κελÜρυσμα πηγÞς, αýρα πελÜγους. Λüγος μαστιγþνων μÝχρις αßματος και λüγος δημιουργþν αποθεþσεις επÜνω εις πτερÜ αγγÝλων.
Παýλος ΝιρβÜνας
...Αι ΑθÞναι προ ολßγων εβδομÜδων ακüμη Ýβλεπον Ýνα λευκüμαλλον πρεσβýτην, με κüκκινα μÜγουλα, με μÜτια γεμÜτα αστραπÞν, με χαμüγελο εις τα χεßλη, ξεσκοýφωτον, με το καπÝλλο εις το χÝρι να περπατÞ εις τα πÜρκα, εις τους δρüμους, εις την εξοχÞν[...] Τι Ýγραφε; Τßποτε ακÝραιον. Σκüρπια φýλλα, σκüρπιες στÞλες, σκüρπιες γραμμÝς εις το σφοδρüν δημοσιογραφικüν Üνεμον.Τüσον ανακατωμÝνον, μπερδεμÝνον με τα γεγονüτα της ημÝρας, αναπüσπαστον εξ αυτþν, κρυμμÝνον υπ’ αυτÜ και εμψυχþνον ταýτα εις την εφÞμερον ακτινοβολßαν των εßναι üλον του το Ýργον[...] ¼,τι εποßει σÞμερον ανÝτρεπε την επομÝνην. ¸ζησεν εις συνεχÞ μεταποßησιν, μεταβολÞν, ρευστüτητα [...] Αυτüς ο μη γνωρßσας κανüνα υπÞρξε διδÜσκαλος üσον ολιγοι.¹το εποχÞ που δεκÜδες δημοσιογρÜφων Ýγραφον καθþς αυτüς, δηλαδÞ κατÜ τα κοτσυφοειδÞ, εýθυμα, δροσερÜ σφυρßγματÜ του, διüτι κανεßς δεν ηδυνÞθη να τον φθÜση. Και οι μÜλλον επηρεασθÝντες εκ της επιβολÞς του ýφους του απÝμειναν ü,τι και δεν ημποροýσαν να Þσαν επιτÞδειοι αντιγραφεßς, επιδÝξιοι απομιμηταß [...] Τüσον εις τας μικρÜς κομμÝνας φρÜσεις του, üσον και εις τας μικρÜς περιüδους του με το πολýχρωμον κομβολüγιον των αλλεπαλλÞλων επιπροσθÝτων επιθÝτων, τα οποßα επεφÝροντο με τας εγχρωμοτÝρας διατÜξεις, με τας διαφορετικωτÝρας αποχρþσεις, με οßστρον και με πληθωρικüν εκσφενδüνισμα…
ΔημÞτριος Χατζüπουλος (ΜποÝμ)
ΜικρÜ-ΜικρÜ
ΚÜποτε ο Γαβριηλßδης ταξεßδευε με τον σιδηρüδρομο στην Ευρþπη Ýτυχε δε να συνταξειδεýη μ' Ýναν ¸λληνα Üγνωστü του. Εßνε δε γνωστü τß θα πη Üγνωστος ¸λλην συνταξειδιþτης εις το εξωτερικüν.
ΚÜθε Üλλο αßσθημα το καταπνßγει η περιÝργεια. ΘÝλει να μÜθη ποý πηγαßνεις, ποιüς εßσαι, ποιÜ εßνε η περιουσßα σου, πüσα ξοδεýεις κτλ.
Ο Γαβριηλßδης βρÞκε θαυμÜσιο τρüπο για να απαλλαγÞ απü την ανÜκριση.
- Καß απü ποý Ýρχεσθε; τον ηρþτησεν ο Üλλος απλÞστως;
- Απü την ΝεÜπολιν της Ιταλßας, απαντÜ ατÜραχος ο Γαβριηλßδης.
- Εßσθε εκεß Ýμπορος;
- ¼χι, Þμουν εις το φρενοκομεßον και εθεραπεýθην ευτυχþς.
Ο συνταξειδιþτης εις τον πρþτον σταθμüν Üλλαξε βαγüνι. Και μετ' ολßγον üλη η αμαξοστοιχßα εμÜνθανε üτι επικßνδυνος παρÜφρων ταξειδεýει εις Ýνα βαγüνι. Παρ' ολßγον να σημÜνουν και τον κþδωνα του κινδýνου! ¹το δυνατüν ο Γαβριηλßδης να ανεχθÞ την ενüχλησιν του αδιακρßτου ¸λληνος συνταξειδιþτου üταν Þθελε να ρουφÞξη την καλλονÞν της Απουλßας την οποßαν διÝσχιζε ο σιδηρüδρομος!
* * *
Σπüρτμαν üπως Þταν, τÝλειος πεζοπüρος, μοναδικÞς αντοχÞς Üνθρωπος δυνÜμενος να μεταβÞ πεζüς, στην Üκρη του κüσμου και να γρÜψη üλη την "Ακρüπολι" μüνος του, üπως πολλÝς φορÝς το Ýκανε, δεν ανεγνþριζε σωματικÜς αδυναμßας, Ýχανε επομÝνως κÜθε εκτßμησιν διÜ τους νωθροýς και τους ραχατλÞδες. ΕλÜτρευε το σφρßγος και την υγεßαν... Και üταν κÜποιο μεσημÝρι του Ιουλßου üπου ο Þλιος Ýψηνε, ο ΧÜρης Σταματßου νεαρüς τüτε συντÜκτης της "Ακροπüλεως" του ανÞγγειλε üτι στο δÜσος της ΠεντÝλης εξερÜγη πυρκαúÜ
- Και κÜθεσαι; του απÜντησε. ¸πρεπε να βρßσκεσαι στην ΠεντÝλη...
Και üταν του εζÞτησε τα Ýξοδα της μεταβÜσεþς του Ýμεινε κατÜπληκτος.
- Με τον σιδηρüδρομο θα πÜτε;
- ΜÜλιστα...
- Εßνε αßσχος για την καταγωγÞ σας -εßνε Ρουμελþτης ο Σταματßου- και την ηλικßαν σας. Να πÜτε με τα πüδια... Εγþ στην ηλικßα σας το θεωροýσα μικροπερßπατο!
* * *
¸να βρÜδυ που ο αθηναúκüς ουρανüς κατÝβαζε ποταμοýς βροχÞς, γνωστüς δημοσιογρÜφος, ο κ. Η. Αποστολßδης, προσÝκρουσε εις τον δρüμον επß ανθρþπου βαδßζοντος Þσυχα υπü την νεροποντÞν. Ο συνÜδελφος ως γνÞσιος ¸λλην, αφÞκε μια βλαστÞμια "¢ú στο ΔιÜβολο". ¼ταν üμως επρüσεξε üτι ο απολαμβÜνων την καταιγßδα Þτο ο Γαβριηλßδης, εστενοχωρÞθη πολý και την επομÝνην επÞγε στο γραφεßο του για να του ζητÞση συγγνþμην, ο Γαβριηλßδης üμως δεν τον εßχε γνωρßσει. Επß τη ευκαιρßα üμως της επισκÝψεως, του εßπε:
- Να βαδßζετε υπü βροχÞν. Δεν ξÝρετε τß μεγÜλη ηδονÞ που εßνε αυτü για τον Üνθρωπο. ¼ταν η μπüρα μαστßζη την πüλιν να πηγαßνετε αργÜ στο δρüμο ακÜλυπτος, δεχüμενος της πυκνÝς σταλÜγρες επÜνω σας, να αισθÜνεσθε τα υγρÜ των φιλÞματα εις την σπονδυλικÞν σας στÞλην. Κßνδυνος κρυολογÞματος δεν υπÜρχει, μη φοβεßσθε...
* * *
Δεν εχþνευε τρßα πρÜγματα: Το σπαθß των αξιωματικþν, το σχολαστικισμü του Σχολεßου και του ΚρÜτους, και τα στενÜ παποýτσια. Το σχÝδιο των ιδικþν του παπουτσιþν το Ýδινε ο ßδιος. ¹ταν τετρÜγωνα, Üκομψα, με μια ραφÞ πÜνω στη μÝση. Και της περισσüτερες φορÝς τα φοροýσε χωρßς κÜλτσες! Ευτυχßα του η ξυπολησιÜ. ΗδονÞ του να περπατÞ ξυπüλητος.
ΘÝλεις να αισθανθÞς ελευθερßαν; ΘÝλεις να αισθανθÞς εσωτερικÞ χαρÜ; Ýλεγε: ΞυπολÞσου και περπÜτα! Ηδýνεται üλο σου το σþμα, απολαμβÜνει... ΠολλÝς φορÝς Ýγραφε Ýχων τα πüδια του θυβισμÝνα σ' Ýνα κουβÜ με νερü Þ πατþντας επÜνω σε φρεσκοκομÝνα μαρουλüφυλλα. Και Ýτσι εδÝχετο üποιον τýχαινε να τον επισκεφθÞ κεßνη την þρα στο γραφεßο του.
* * *
Απüλαυσßς του να γυρßζη ξυπüλητος στη χλüη των αγρþν, ξεσκοýφωτος, ξεστÞθωτος, κÜτω απü τον Þλιο τραγουδþντας τα περßεργα και αυτοσχÝδια τραγοýδια του, τα χωρßς ρυθμü και λÝξεις, τα γεμÜτα κραυγÝς και μυκηθμοýς. Μια φορÜ που Ýμενε εις την ΚηφησιÜ, τα κορßτσια του εßχαν βγη περßπατο προς το ΚεφαλÜρι με της τüτε Δδες ΦιλαδελφÝως, και νυν κ. κ. ΜονφερÜτου και ΡελιÜδη. Σε λßγο προσετÝθη εις την συντροφιÜν και ο πατÞρ Φιλαδελφεýς, που εκαυχÜτο πως εßναι δεινüς πεζοπüρος ο οποßος αφοý επÞγε μαζý σ' Ýνα μικρü διÜστημα απεχωρßσθη απü την συντροφιÜ για να τρÝξη λßγο στο ýπαιθρο. Δεν πÝρασαν üμως μερικÜ λεπτÜ και τον βλÝπουν να γυρßζη Ýντρομος και ταραγμÝνος.
- ΚαλÝ τß πÜθατε; ΜÞπως σας ριχτÞκαν τσοπανüσκυλλοι;
- ¼χι, εßδα εδþ παραπÝρα Ýναν τρελλü με ανοιχτÜ τα στÞθια, που μοýγγριζε, φοβÞθηκα και γýρισα.
Τα κορßτσια, που γνþριζαν üτι προς το μÝρος εκεßνο εßχε βγη ο πατÝρας τους περßπατο, κατÜλαβαν περß τßνος επρüκειτο και δεν εßπαν τßποτε. Το βρÜδυ üταν εκÜθησαν να φÜνε το εßπαν στον πατÝρα τους.
- Το ξÝρω τους απÜντησε. Τον εßδα και επειδÞ φαντÜθηκα πως θα με πλησßαζε και θα με εμπüδιζε να απολαýσω την φýσιν και την üμορφη δýση Ýβαλα της φωνÝς για να φοβηθÞ και να μη με πλησιÜση.
Ο Þλιος Þταν η λατρεßα του. Μια φορÜ, Ýμενε σ' Ýνα εξοχικü ξενοδοχεßο, εις το οποßον κατοικοýσε και ο κ. Δ. ΛοβÝρδος. Το πρωú που ξýπνησε, Üνοιξε το παρÜθυρο και το δωμÜτιο πλημμýρισε απü Üφθονο, χρυσü, ζωογüνο, χαρωπü φως ηλßου. Τüτε ο Γαβριηλßδης επÞγε και εστÜθηκε μπρος στο παρÜθυρο και κοιτÜζοντας προς το μÝρος της ανατολÞς που ερχüταν η ηλιοπλημμýρα, Üρχισε να βγÜζει της συνÞθεις ανÜρθρους του κραυγÝς μÝσα στης οποßες διεκρßνετο η λÝξις.
- Χαραλαμποýα, μποýα, μποýα, οýα, α! α! α! α!
- ΚαλÜ, τß εßνε αυτÜ που κÜνεις; τον ηρþτησε Ýκπληκτος ο κ. ΛοβÝρδος.
- Χαιρετþ τον Þλιο!
- Και τß εßνε αυτÜ που του λÝς;
- Τßποτα! ΒγÜζω ανÜρθρους φωνÝς!
- Και χÜθηκαν οι λÝξεις να του πης;
- Στη χαρÜ και στο θαυμασμü λÝξεις δεν υπÜρχουν! Τι κÜνει το πρωß το Üλογο, üταν το αφßνουν ελεýθερο στην εξοχÞ, μÝσα στο παχý λειβÜδι; Χρεμετßζει!... ο χρεμετισμüς αυτüς εßνε Ýνας ýμνος προς την φýσιν!... το ßδιο κÜνω και εγþ, σαν βλÝπω τον Þλιο γεμÜτον δüξα ν' ανατÝλλη.
* * *
Απü μια εκδρομÞ που εßχε κÜμει μια φορÜ στη ΖαγορÜ, Ýγραφε σε μια επιστολÞ του:
- "Τþρριξα λιγÜκι εδþ στη διασκÝδασι! Μα διασκÝδασι δεν εννοþ εκεßνο που λÝτε σεις διασκÝδασι. Τα δικÜ μου τα θÝατρα εδþ εßνε μεγαλεßτερα και αληθινþτερα. Πüτε καμμιÜ εικοσαριÜ μυρμÞγκια που σÝρνουν Ýνα ποδÜρι ακρßδας στη φωληÜ τους, πüτε μυρμηκοπüλεμος που χρειÜζεται ¼μηρος να τον παραστÞση.
* * *
Το καπÝλλο το κρατοýσε πÜντα στο χÝρι για να μπορÞ γυμνü το κεφÜλι του να δÝχεται τα φλογερÜ φιλÞματα του Þλιου, τα δροσερÜ χÜδια του μπÜτη, τα τσουχτερÜ μαστιγþματα του παγωμÝνου βοριÜ και τους ζωογüνους καταιωνισμοýς της ραγδαßας βροχÞς. Γιατß κανÝνα απü τα στοιχεßα της φýσεως στης πιο μανιþδεις εκδηλþσεις του, δεν τον εμπüδιζε απü τους μακρυνοýς περιπÜτους του και της συχνÝς εκδρομÝς του. Και δεν επρüδωσε οýτε τη φýση, οýτε τον καθαρü αÝρα ßσαμε την þρα που Ýπεσε νεκρüς απü τα Üγρια χτυπÞματα του θανÜτου.
* * *
ΕπÝθανε μÝσα στο γραφεßο του, üπου εßχε διατÜξει να μεταφÝρουν το κρεββÜτι του, με της πüρτες και τα παρÜθυρα ορθÜνοιχτα αντικρýζοντας τα δÝνδρα του απÝναντι κÞπου του Κλαυθμþνος.
* * *