ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì 

ÌÝíáíäñïò: Ç Êùìùäßá Óôçí Áñ÷áéüôçôá



                             ΜÝνανδρος & Κωμωδßα

  πρüλογος - εισαγωγÞ:

     Ξεκινþ αυτü το Üρθρο, που θα 'ναι κι αυτü μεγÜλο σε üγκο, γιατß νομßζω και πως και λεßπει γενικÜ κι απü το ΣτÝκι και φυσικÜ αξßζει τον üποιο κüπο. ΑλλÜ να τα πÜρουμε απü την αρχÞ και σιγÜ-σιγÜ και θα ξεκινÞσω με το χρονολογικü πßνακα της Κωμωδßας απ' αρχÞς:






                                 Αρχαßα Κωμωδßα

     Το τÝλος του 5ου αι. π.Χ., στÜθηκε μοιραßο για τη παλιÜ και δοξασμÝνη ΑθηναúκÞ Δημοκρατßα. ¼λες οι πιθανÝς συμφορÝς, που μποροýν να πÝσουνε σαν κατÜρα πÜνω σ' Ýνα λαü, βρÞκανε τους Αθηναßους απ' τις αρχÝς του πολýχρονου κι αιματηροý Πελοποννησιακοý ΠολÝμου (431-404 π. Χ.): επιδρομÝς του εχθροý στα χωριÜ και στα χωρÜφια της ΑττικÞς, καταστροφÝς, λεηλασßες, πυρκαúÝς, βαρβαρüτητες, αλληλοσκοτωμοß, αποστασßες και προδοσßες απü τους συμμÜχους, προσφυγιÜ, φτþχεια και θλßψη. ΤÝλος, πανωλεθρßα του τρανοý αθηναúκοý στüλου στους Αιγüς Ποταμοýς, ολοκληρωτικÞ Þττα των Αθηναßων κι εξευτελιστικÞ παρÜδοσÞ τους στη ΣπÜρτη (404 π.Χ.). Τßποτα πια απü δþ και πÝρα δεν απομÝνει üρθιο στην ΑθÞνα, στο "σχολεßο της ΕλλÜδας" του ΠερικλÞ (Θουκυδßδης II, 41, 1), στην "ΕλλÜδα της ΕλλÜδας" του Ευριπßδη. Η δημοκρατßα ξεψυχÜ. Οι ΤριÜντα Τýραννοι κυβερνÜνε τη πολιτεßα δεσποτικÜ. Τα ΜακρÜ Τεßχη της γκρεμßζονται. ΚαμιÜ παλιÜ της κτÞση δεν της απομÝνει. Η παλιÜ λευτεριÜ των πολιτþν της εßναι χαμÝνη ολüτελα. Κι αν οι δημοκρατικοß ξαναπαßρνουνε στα χÝρια τους την εξουσßα και διþχνουνε τον καταχτητÞ (403 π.Χ.), η καινοýργια μεταπολεμικÞ δημοκρατßα δε μπορεß πια να ξαναποχτÞσει τη παλιÜ της δýναμη κι αßγλη. Εßν' Ýνα πολßτευμα παρακμÞς, σε μια πολιτεßα, που κι αυτÞ παρακμÜζει, που η δημüσια ζωÞ της Ýχει αλλÜξει πια ριζικÜ, οι ηθικÝς της αξßες κλονßζονται και πÝφτουνε και τα Þθη της εξαχρειþνονται και χαλαρþνουν. Μαζß χÜνονται σιγÜ-σιγÜ κι οι μεγÜλες μορφÝς της, πολιτικÝς, πνευματικÝς και καλλιτεχνικÝς. Εßναι το λυκüφως της ΑθÞνας.



     Αυτü εßχε σαν πολλαπλü αποτÝλεσμα την επßδραση γενικÜ πÜνω στα γρÜμματα, τις τÝχνες και φυσικÜ σε τραγωδßες και κωμωδßες, του αρχαßου θεÜτρου. ΜετÜ την αρχαßα φÜση της κωμωδßας αδυνατßζει η πολιτικÞ υφÞ της, το ενδιαφÝρον της για τη πολιτικÞ και κοινωνικÞ επικαιρüτητα· ωστüσο το Ýργα της φÜσης αυτÞς δεν εßναι εκτüς τüπου και χρüνου, αντßθετα αντικατοπτρßζουνε κοινωνικÝς καταστÜσεις και διδÜσκουνε κι αποτελÝσανε τη βÜση για τη καλλιÝργεια του κωμικοý εßδους της γραμματεßας απü λατßνους ποιητÝς, üπως εßναι ο ΤερÝντιος κι ο Πλαýτος. Μια εξ αυτþν, αφορþσα τη κωμωδßα συγκεκριμÝνα, εßναι ο ερχομüς μιας νÝας μορφÞς κωμικÞς θεατρικÞς τÝχνης, η λεγüμενη Νεα Κωμωδßα. Ο üρος αυτüς παραπÝμπει στη 3μερÞ περιοδολüγηση του αρχαßου κωμικοý δρÜματος, η οποßα ßσως προτÜθηκε 1η φορÜ απü τους φιλολüγους του Αλεξανδρινοý Μουσεßου (3ος αι. π.Χ. κι εδþ), αλλÜ σßγουρα επικρÜτησε τη περßοδο της λεγüμενης Δεýτερης ΣοφιστικÞς (2ος αι. μ.Χ.), δηλαδÞ αρκετοýς αιþνες μετÜ το floruit του ΜενÜνδρου.
     Σýμφωνα με τη περιοδολüγηση αυτÞ, η Αρχαßα Þ ΠαλαιÜ Κωμωδßα περιλαμβÜνει τα κωμικÜ δρÜματα που γραφτÞκανε τον 5ο αι. π.Χ. με κορυφαßους του εßδους τον Κρατßνο, τον ΑριστοφÜνη και τον Εýπολι. Η λεγüμενη ΜÝση Κωμωδßα καλýπτει τα κωμικÜ Ýργα που γρÜφτηκαν χονδρικÜ απü τις αρχÝς του 4ου αι. π.Χ. μÝχρι το θÜνατο του Μ. ΑλεξÜνδρου (323 π.Χ.)· συμβατικÜ λοιπüν περιλαμβÜνει και τις 2 τελευταßες σωζüμενες κωμωδßες του ΑριστοφÜνη (ΕκκλησιÜζουσες και Πλοýτος), μαζß με τα Ýργα σημαντικþν ποιητþν üπως ο Αναξανδρßδης, ο ¢λεξις, ο Εýβουλος κι ο ΑντιφÜνης. Η ΝÝα Κωμωδßα καλýπτει τη περßοδο με τη μεγαλýτερη διÜρκεια κι αντοχÞ στο χρüνο, αφοý συμβατικÜ καλýπτει τα χρüνια απü το θÜνατο του ΑλεξÜνδρου μÝχρι και το τÝλος του 2ου αι. μ.Χ. περßπου, οπüτε κατÜ τα φαινüμενα παýει η παραγωγÞ πρωτüτυπου κωμικοý δρÜματος. ΑρχηγÝτης της θεωρεßται ο ΜÝνανδρος (342-290 π.Χ), αλλÜ επÜξια στÝκονται πλÜι του ποιητÝς üπως ο ΦιλÞμων, ο Δßφιλος ο Σινωπεýς, ο Φιλιππßδης κι ο Απολλüδωρος ο Καρýστιος.



     Η ΝÝα Κωμωδßα αποτελεß σÞμερα το φτωχü συγγενÞ του αρχαιοελληνικοý δραματολογßου, αφοý οι παραστÜσεις των κωμωδιþν του ΜενÜνδρου εßναι μακρÜν σπανιüτερες απü τις αντßστοιχες του ΑριστοφÜνη, ενþ ο Πλαýτος κι ο ΤερÝντιος δεν παßζονται σχεδüν ποτÝ τουλÜχιστον στον ελληνικü χþρο. Το συγκεκριμÝνο γεγονüς δεν αποτελεß απλþς θÝμα γοýστου Þ προúüν φιλοαριστοφανικÞς προκατÜληψης. Οφεßλεται εν πολλοßς στο üτι ουσιαστικÜ μÝχρι και τη τελευταßα 10ετßα του 19ου αι. ο ΜÝνανδρος Þτανε για μας σχεδüν παντελþς Üγνωστος. Τον γνωρßζαμε μüνο απü α) μια ερεθιστικÞ, αλλÜ εν τÝλει üχι ιδιαßτερα βοηθητικÞ σειρÜ αποσπασμÜτων, που 'χε διασþσει η Ýμμεση λεγüμενη παρÜδοση (δηλαδÞ χωρßων που παρÝθεταν στα Ýργα τους λüγιοι üπως ο ΑθÞναιος, ο Στοβαßος, ο ΠατριÜρχης Φþτιος κτλ), β) μÝσα απü τις λατινικÝς διασκευÝς των Ýργων του κυρßως απü τους Ρωμαßους κωμικοýς ποιητÝς Πλαýτο και ΤερÝντιο, γ) μια συλλογÞ γνωμῶν, δηλαδÞ αποφθεγμÜτων, που κυκλοφοροýσαν με το üνομα του ΜενÜνδρου (ΜενÜνδρου Γνῶμαι Μονüστιχοι), αλλÜ στη πραγματικüτητα αποτελοýσανε συνονθýλευμα υλικοý απü πολλοýς και διαφüρους κωμικοýς, ακüμη και τραγικοýς ποιητÝς. Τονε γνωρßζαμε επßσης ακüμη πιο Ýμμεσα απü φιλολογικÜ Ýργα, üπως π.χ. η Σýγκρισις ΜενÜνδρου και Φιλιστßωνος (πρüκειται μÜλλον για λÜθος αντß για “ΦιλÞμονος”), το Ýργο του ΠλουτÜρχου Σýγκρισις ἈριστοφÜνους καὶ ΜενÜνδρου, καθþς και μια σειρÜ απü Üλλες μαρτυρßες (testimoniae) σ' ελληνικÝς και λατινικÝς πηγÝς.

     Η θλιβερÞ αυτÞ πραγματικüτητα Üρχισε ν' αλλÜζει απü τα μÝσα του 19ου αι., αν και χρειαστÞκανε μερικÝς 10ετßες μÝχρι να Ýρθουν οριστικÜ στο φως οι νÝες ανακαλýψεις αποσπασμÜτων του ΜενÜνδρου σωσμÝνες σε πÜπυρο. ¹δη απü το 1844 ο Γερμανüς μελετητÞς της Βßβλου Konstantin von Tischendorf ανακÜλυψε στη μονÞ της Αγßας Αικατερßνης στο ΣινÜ φýλλα απü περγαμηνü κþδικα, που περιεßχαν Üγνωστο μÝχρι τüτε κεßμενü του. ¼λως περιÝργως üμως το χειρüγραφο αυτü δεν δημοσιεýτηκε παρÜ 30 ολüκληρα χρüνια μετÜ απü τον Cobet και πÜλι με λÜθη, κενÜ κι ανακρßβειες. Η ορθÞ και πλÞρης δημοσßευση του παπýρου αυτοý δεν Ýγινε παρÜ το 1891 απü τον Jernstedt στα Acta Universitatis Petropolitane (εξ ου και σÞμερα εßναι γνωστüς ως Membrana Petropolitana). Ο Jernstedt Þταν ο 1ος που αντιλÞφθηκε üτι η Membrana περιεßχε κομμÜτια απü το ΦÜσμα και τους ΕπιτρÝποντες του ΜενÜνδρου. Το μεγÜλο μπαμ Ýγινε μερικÜ χρüνια αργüτερα, üταν ξεκßνησαν να 'ρχονται στο φως τα 1α παπυρικÜ αποσπÜσματα και κυρßως üταν Þρθε στο φως ο περßφημος ΠÜπυρος του ΚαÀρου, που δημοσιεýτηκε το 1907 και πραγματικÜ ανÝστησε τον ΜÝνανδρο για τις σýγχρονες γενιÝς. Ο ΠÜπυρος του ΚαÀρου περιεßχε σημαντικÜ αποσπÜσματα απü τη Σαμßα, τους ΕπιτρÝποντες, τη ΠερικειρομÝνη, τον ¹ρωα, Ýνα 5ο που δεν Ýχει ταυτιστεß ακüμη (εßναι γνωστü ως Fabula Incerta) και λιγüτερο εκτεταμÝνα αποσπÜσματα απü Üλλες κωμωδßες.





     Οι αρχαßοι θαýμαζαν αυτü που αντιλαμβÜνονταν ως τη ρεαλιστικÞ δýναμη των κωμωδιþν του ΜενÜνδρου. Πασßγνωστο εßναι, για παρÜδειγμα, το διÜσημο ρητü του ΑριστοφÜνη του Βυζαντßου “ὦ ΜÝνανδρε καὶ βßε / πüτερος ἄρ’ ὑμῶν πüτερον ἀπεμιμÞσατο;” (“ΜÝνανδρε και βßε, Üραγε ποιος απü τους δυο σας μιμÞθηκε τον Üλλον;”) ΑνÜλογες ρÞσεις διατυπþθηκαν απü δεκÜδες Üλλους. ΠολλÜ Ýργα του ΜενÜνδρου, üπως ο Δýσκολος, ο Μισοýμενος, οι Σικυþνιοι, ο Κüλαξ, η ΠερικειρομÝνη, οι ΕπιτρÝποντες, η ΘεοφορουμÝνη, το Πλüκιον, το ΦÜσμα, το Εγχειρßδιον, οι Αδελφοß, ο Εαυτüν Τιμωροýμενος, η Περινθßα, η Ανδρßα, ο Ευνοýχος, οι Συναριστþσαι, η Ασπßδα, η Σαμßα, o Δις Εξαπατþν και πολλÜ Üλλα αποκτÞσανε το στÜτους Ýργων κλασικþν. Τα Ýργα αυτÜ αντιγρÜφονταν, διαβÜζονταν, παριστÜνονταν στο θÝατρο, αναπαριστÜνονταν στη τÝχνη σε διÜφορες μορφÝς και σε ποικßλα εßδη και τýγχαναν θεατρικþν διασκευþν στη Ρþμη.
     ΥπÞρξαν βεβαßως και οι παραφωνßες. ¹δη οι αττικιστÝς (γλωσσικοß φονταμενταλιστÝς της ýστερης ελληνιστικÞς περιüδου και των πρþτων μεταχριστιανικþν αιþνων, που πρÝσβευαν την επιστροφÞ στην αμιγÞ αττικÞ διÜλεκτο) δεν Ýβρισκαν τη γλþσσα του ΜενÜνδρου επαρκþς “αττικÞ” (ο ΜÝνανδρος χρησιμοποιεß τýπους της καθομιλουμÝνης της εποχÞς του, που προαναγγÝλλουν την ελληνιστικÞ ΚοινÞ). Η εχθρüτητα των αττικιστþν, μεταξý Üλλων παραγüντων, επηρÝασε τη τýχη του ΜενÜνδρου, καθþς κατÜ τα φαινüμενα απü τον 6ο περßπου αι. κι εδþ τα Ýργα του πÜψαν να αντιγρÜφονται και στο τÝλος δεν διασþθηκαν.



     Αν συγκρßνει κανεßς ευθÝως τον ΑριστοφÜνη και τον ΜÝνανδρο, διαπιστþνει σχεδüν αυτüματα τη χαþδη απüσταση που χωρßζει το κωμικü ιδßωμα των δýο. ΑναφÝρονται παρακÜτω μερικÝς μüνο απü τις πιο χοντρÝς μεταξý τους διαφορÝς:

  α). Στις φανταστικÝς και φαντασμαγορικÝς πλοκÝς του ΑριστοφÜνη, με τις Νεφελοκοκκυγßες τους, τα ταξßδια στον ουρανü και τον ¢δη, τις ιδιωτικÝς συνθÞκες ειρÞνης με ξÝνα κρÜτη και τις σεξουαλικÝς Þ Üλλες επαναστÜσεις των γυναικþν, ο ΜÝνανδρος αντιτÜσσει πλοκÝς με ρεαλιστικü Ýνδυμα, οι οποßες üμως περιστρÝφονται γýρω απü επεισüδια με προúστορßα στον τραγικü μýθο: φθορὰς γυναικῶν (βιασμοýς και ανεπιθýμητες, Üβολες εγκυμοσýνες)· ὑποβολὰς παιδßων (δηλαδÞ εγκατÜλειψη των ανεπιθýμητων παιδιþν, τα οποßα üμως ανακαλýπτονται και σþζονται)· περιπετεßας (μεταβολÞ της τýχης Ýς τὸ ἐναντßον, εν προκειμÝνω απü τη δυστυχßα στην ευτυχßα, μÝσα απü τυχαßα γεγονüτα αλλÜ και επιλογÝς των πρωταγωνιστþν)· ἀναγνωρισμοýς (επανÝνωση οικογενειþν Þ συνομολüγηση συμφωνιþν για γÜμο μετÜ απü τυχαßα γεγονüτα, τα οποßα οδηγοýν στην αποκÜλυψη της πραγματικÞς ταυτüτητας ενüς Þ περισσοτÝρων απü τους εμπλεκομÝνους), κτλ. Οι πλοκÝς του ΜενÜνδρου δεν εßναι πια εξüφθαλμα πολιτικÝς (με την Ýννοια της ενασχüλησης με τις σπουδαßες δημüσιες συζητÞσεις της εποχÞς). Εκ πρþτης üψεως εßναι αμιγþς “ιδιωτικÝς”, καθþς περιστρÝφονται γýρω απü τα θÝματα του γÜμου και της οικογÝνειας. ¼πως Ýδειξε εýγλωττα üμως η σýγχρονη Ýρευνα, τα θÝματα αυτÜ κÜθε Üλλο παρÜ “απολßτικα” εßναι: η πολιτικÞ και κοινωνικÞ ιδεολογßα του φýλου αλλÜ και ο μηχανισμüς αναπαραγωγÞς του πολιτικοý σþματος Ýχουν ξεκÜθαρο “δημüσιο” χαρακτÞρα και σημαντικü ιδεολογικü, πολý συχνÜ και διακειμενικü βÜθος.
  β). Αντß της εκρηκτικÞς γλþσσας του ΑριστοφÜνη, η οποßα κινεßται ανÜμεσα σε δýο ακραßες ποικιλßες, απü τη μια την πιο αισχρολογικÞ εκδοχÞ της αθηναúκÞς αργκü και απü την Üλλη τις πιο ραφιναρισμÝνες εκφρÜσεις της λυρικÞς ποßησης και τις πιο υψιπετεßς και τολμηρÝς διατυπþσεις της τραγωδßας (με Þ χωρßς παρωδικÞ διÜθεση), ο ΜÝνανδρος καλλιεργεß γλωσσικü üργανο σαφþς πιο ομοιογενÝς, σαφþς ρεαλιστικü στις διαστÜσεις του (γλþσσα δηλαδÞ που αντανακλÜ τον πραγματικü λüγο των καθημερινþν ανθρþπων), αλλÜ σε σχετικþς αυστηρü ιαμβικü τρßμετρο, που πλησιÜζει περισσüτερο τη μετρημÝνη προσωδßα της τραγωδßας παρÜ την απüλυτη χαλÜρωση του αριστοφανικοý μÝτρου. Η γλþσσα του ΜενÜνδρου εγκαταλεßπει σχεδüν πλÞρως την αισχρολογßα και το ὀνομαστὶ κωμῳδεῖν, δηλαδÞ τις προσωπικÝς επιθÝσεις εναντßον ιστορικþν προσωπικοτÞτων της εποχÞς, οι οποßες σπÜνε τον περιβüητο “τοßχο” μεταξý της σκηνÞς και του κοßλου. Σε λßγες μüνο στιγμÝς η γλþσσα του ΜενÜνδρου “υψþνεται” προς τον περßπλοκο ποιητικü λüγο της τραγωδßας, ενþ πολý σπανßως εμφανßζονται στα Ýργα του λυρικÜ μÝτρα. Παραδüξως, üμως, παρÜ το γεγονüς üτι η γλþσσα του ΜενÜνδρου εßναι “ρεαλιστικÞ” και üχι “ποιητικÞ”, ενσωματþνει στην υφÞ της τους ρυθμοýς και το γλωσσικü Þθος της τραγωδßας, üπως ακριβþς ενσωματþνει τις βασικÝς αφηγηματικÝς δομÝς του “υψηλοý” αδελφοý εßδους, τις οποßες μετατοπßζει απü το μυθικü στο αστικü επßπεδο.
   γ). Γενικþτερα, η ΝÝα Κωμωδßα του ΜενÜνδρου αποτελεß επß της ουσßας ιδιüτυπο υβρßδιο κωμωδßας και τραγωδßας σε ποικßλα επßπεδα. Πολý συχνÜ με τρüπο που δεν εßναι προφανÞς παρÜ μüνο στο πολý γυμνασμÝνο μÜτι και αυτß (και τÝτοιο σßγουρα εßχαν οι θεατÝς του 4ου αι. π.Χ), η παρÜσταση του ΜενÜνδρου προûποθÝτει την τραγωδßα με Ýναν τρüπο ιδιαßτερα λεπτü και θεατρικü παραγωγικü τüσο στο επßπεδο της πλοκÞς και της δρÜσης üσο και στο επßπεδο της ὄψεως, δηλαδÞ της αναπαρÜστασης με οπτικÜ μÝσα. Οι κωμικοß αστοß του ΜενÜνδρου επιδεικνýουν συχνüτατα συναßσθηση üτι πατοýν εκεß που πÜτησαν οι τραγικοß μυθικοß τους πρüγονοι και παρÜλληλοι. Η κωμωδßα του ΜενÜνδρου εßναι εßδος που παρουσιÜζει Ýνα εßδος διακειμενικüτητας και “διαπαραστατικüτητας” σαφþς αλλιþτικο απü αυτü του ΑριστοφÜνη, πιο κοντÜ στις πρακτικÝς που θα καθιερþσουν λßγο αργüτερα οι ελληνιστικοß ποιητÝς. Για τον ΜÝνανδρο η τραγωδßα δεν εßναι ξÝνο σþμα, ανταγωνιστικü θεατρικü εßδος, απÝναντι στο οποßο πρÝπει να τοποθετηθεß προκειμÝνου να προσδιορßσει ειδολογικÜ και ιδεολογικÜ τον εαυτü του. ¼σο κι αν στιγμÝς Ýμμεσου ειδολογικοý ανταγωνισμοý δεν λεßπουν, η τραγωδßα για τον ΜÝνανδρο εßναι κÜτι πολý περισσüτερο: εßναι μια σειρÜ απü δυνατüτητες για την επßτευξη τονικÞς ποικιλßας και (συχνÜ ειρωνικοý) διακειμενικοý βÜθους.
   δ). Ο κωμικüς χορüς με τα 24 φανταχτερÜ ντυμÝνα, θορυβþδη και “Üσεμνα” μÝλη του αποτελοýσε Ýνα απü τα βασικüτερα κωμικÜ εργαλεßα στο εργαστÞριο του ΑριστοφÜνη. Αυτüς ο κωμικüς χορüς στον ΜÝνανδρο τεßνει να περιθωριοποιηθεß. Προφανþς δεν ισχýει απολýτως η κοινÞ αντßληψη üτι στη ΝÝα Κωμωδßα δεν Ýχει καμßα απολýτως σημασßα ο χορüς – απλþς τη σημασßα αυτÞ δεν μποροýμε εμεßς πια να τη διαπιστþσουμε και να την αξιολογÞσουμε, καθþς τα χορικÜ Üσματα εßναι πλÝον εμβüλιμα, δηλαδÞ δεν Ýχουν σχÝση με την πλοκÞ και ως εκ τοýτου δεν αντιγρÜφονται στα χειρüγραφÜ μας. ΚατÜ πÜσα πιθανüτητα τα χορικÜ μÝρη εßτε αποτελοýσαν αμιγþς ορχηστικÜ σüου εßτε περιλÜμβαναν εκτελÝσεις γνωστþν ασμÜτων της εποχÞς, που δεν συνθÝτονταν ειδικÜ για τις παραστÜσεις. Ο χορüς üμως ΥΠΑΡΧΕΙ στον ΜÝνανδρο, εßναι ΠΑΡΩΝ, παßζει κι αυτüς με τον τρüπο του κι αυτü δεν πρÝπει να το ξεχνÜμε. Δεν Ýχει üμως κατ’ ουδÝνα λüγο την πρωταγωνιστικÞ συμμετοχÞ των αριστοφανικþν χορþν.
  ε). Στον ΑριστοφÜνη ο κωμικüς πληθυσμüς εßναι εξωπραγματικÜ ποικßλος. Οι πρωταγωνιστÝς του ΑριστοφÜνη μποροýν να εßναι θεοß Þ Üνθρωποι, φυσικÜ πρüσωπα Þ προσωποποιημÝνες αφηρημÝνες Ýννοιες, ιστορικÝς προσωπικüτητες της εποχÞς Þ πλαστοß χαρακτÞρες, και οýτω καθεξÞς. Και εδþ ο ΜÝνανδρος ακολουθεß πιο τυποποιημÝνο δρüμο. Οι χαρακτÞρες του ΜενÜνδρου εßναι πατÝρες (σπανιüτερα και μανÜδες) και γιοι, οικüσιτοι δοýλοι, νεαρÝς παρθÝνες, παλλακßδες Þ εταßρες, παρÜσιτοι, επαγγελματßες στρατιþτες, μÜγειροι και τραπεζοκüμοι – üλοι αναγνωρßσιμοι τýποι της σýγχρονÞς του κοινωνßας. Ο καθÝνας απü τους χαρακτÞρες αυτοýς φÝρει προσωπεßο (μÜσκα) με συμβατικÜ χαρακτηριστικÜ, τα οποßα üμως εßναι επενδυμÝνα με ξεκÜθαρα συμβολικü περιεχüμενο. Σýμφωνα με τον κατÜλογο στο Ὀνομαστικüν του Πολυδεýκη, αρχαßο λεξικü του 2ου μ.Χ. αιþνα, το οποßο ανÜγεται σε ελληνιστικÝς πηγÝς, υπÞρχαν 44 τÝτοια προσωπεßα. Τα προσωπεßα καθορßζουν τη θÝση του χαρακτÞρα στο κωμικü σýμπαν αλλÜ εμφαßνουν επßσης και στοιχεßα του ἤθους του. Ἦθος στον ΜÝνανδρο δεν εßναι ακριβþς αυτü που εμεßς ονομÜζουμε χαρακτÞρα. Εßναι η τÜση του ανθρþπου προς την αρετÞ και την κακßα, η οποßα εßναι αφενüς εγγενÞς (δηλαδÞ αποτελεß κληρονομιÜ της φýσης), αλλÜ επßσης διαμορφþνεται με την ἕξιν, δηλαδÞ την καθημερινÞ τριβÞ στην Üσκηση της ηθικÞς επιλογÞς. Η φυσιογνωμßα της μÜσκας, δηλαδÞ το σχÞμα, το χρþμα, το μÝγεθος κτλ των χαρακτηριστικþν της, εßναι σýμβολα εσωτερικþν, ψυχικþν ορμþν. Το προσωπεßο στη ΝÝα Κωμωδßα εßναι πυκνÜ “σημειοποιημÝνο” και συμμετÝχει ενεργÜ στην παραγωγÞ θεατρικοý νοÞματος – προκαλεß την “ανÜγνωσÞ” του.

     Δεν πρÝπει πÜντως να μας δοθεß η εντýπωση üτι η φýση της ΝÝας Κωμωδßας üπως τη γνωρßζουμε Þταν ξαφνικü δημιοýργημα της ευφυßας ενüς μεγÜλου ποιητÞ üπως ο ΜÝνανδρος. ¹ταν προúüν σταδιακÞς εξÝλιξης, τα πρþτα σπÝρματα της οποßας εμφανßστηκαν Þδη κατÜ τα τÝλη του 5ου αιþνα.
     Οι περισσüτεροι σýγχρονοι μελετητÝς αμφιβÜλλουν αν η ΜÝση λεγüμενη Κωμωδßα αποτελεß ξεχωριστü κωμικü εßδος, üπως θÝλησαν κÜποιοι αρχαßοι γραμματικοß, Þ απλþς μια βολικÞ χρονολογικÞ κατηγορßα, που ενδεικνýει τη μετÜβαση απü το παλαιüτερο κωμικü ιδßωμα στο νεþτερο. Το σßγουρο εßναι üτι το θεατρικü εργαλεßο το οποßο απογειþνει ο ΜÝνανδρος διαμορφþνεται στα χρüνια της ΜÝσης. Ο “εξαστισμüς” των πλοκþν και η εγκατÜλειψη των φανταστικþν υποθÝσεων, η υποχþρηση της σημασßας του χοροý, η σταδιακÞ εξαφÜνιση της επιθετικÞς προσωπικÞς σÜτιρας και της αισχρολογßας, η ενσωμÜτωση τραγικþν αφηγηματικþν δομþν αρχικÜ διαμÝσου της παρωδßας, η τυποποßηση του συστÞματος των προσωπεßων – üλα δηλαδÞ τα στοιχεßα που υποδεßξαμε ως προσδιοριστικÜ χαρακτηριστικÜ της ΝÝας Κωμωδßας προαναγγÝλλονται στα Ýργα του ¢λεξι, του ΑντιφÜνη, του Εýβουλου κτλ. ¢λλωστε αρκετοß απü τους ποιητÝς που τυπικÜ κατατÜσσονται στη μÝση συνεχßζουν να γρÜφουν παρÜλληλα με τον ΜÝνανδρο, ενþ και πολλοß ποιητÝς της ΝÝας εßχαν Þδη ξεκινÞσει τη καριÝρα τους απü τα χρüνια που συμβατικÜ ανÞκουνε στη ΜÝση.
     Τþρα εßναι καιρüς, ν' αφÞσουμε τα της κωμωδßας και να στραφοýμε να κοιτÜξουμε λιγÜκι και ποιüς Þταν αυτüς ο ΜÝνανδρος.


                                     ΜÝνανδρος

     Ο ΜÝνανδρος Þταν Αθηναßος πολßτης κι ο μεγαλýτερος ποιητÞς της νεþτερης ΑθηναúκÞς κωμωδßας, συνÜμα δε φιλüσοφος, χρονογρÜφος κι ηθικολüγος. ΓεννÞθηκε στη ΚηφισιÜ και πÝθανε στον ΠειραιÜ σε ηλικßα 50 ετþν, -κατÜ μßα παρÜδοση στη Φρεαττýδα, üπου εßχε πÜει με Üλλους για να κολυμπÞσει. Προερχüταν απü λßαν εýπορη οικογÝνεια των Αθηνþν και σποýδασε φιλοσοφßα. ΣυνδÝθηκε στενÜ με τον Θεüφραστο και το συνομÞλικü του διÜσημο φιλüσοφο Επßκουρο. ¸γραψε περß τις 108 κωμωδßες, απ' τις οποßες üμως μüνο 8 βραβευτÞκανε σε διαγωνισμοýς, καθþς μας αναφÝρει σχετικÜ ο Απολλüδωρος. Απü το σýνολο δε των Ýργων του μüνο λßγα αποσπÜσματÜ τους Ýχουν ως σÞμερα διασωθεß. ΜετÜ το θÜνατü του οι Αθηναßοι στησανε τον ανδριÜντα του στο χþρο, üπου βρισκüτανε τüτε το θÝατρο. Οι κωμωδßες του ανεβαßνανε στις ΑθηναúκÝς σκηνÝς μÝχρι τα χρüνια του Πλοýταρχου (40-20 μ.Χ.) κι Þτανε πολý δημοφιλεßς, κυρßως μεταξý των μορφωμÝνων λαúκþν τÜξεων. Στην εποχÞ του θεωρεßται üτι Ýχει πια παρÝλθει ο "χρυσüς αιþνας" του αρχαιοελληνικοý δρÜματος κι üτι οι ηθοποιοß εßχαν Þδη αποκτÞσει πιο σημαντικü ρüλο απü ü,τι οι δραματουργοß κι απü το Ýργο του Ýχουν απομεßνει μüνο 5 ελλιπεßς κωμωδßες.
     Σημαντικþτερος αντßπαλüς του Þταν ο ΦιλÞμων, προς τον οποßο Ýκλινε η προτßμηση των Αθηναßων. ¹ταν ο εξοχüτερος της λεγομÝνης αττικÞς σχολÞς. ¹ταν ανεψιüς του περßφημου επßσης κωμωδοποιοý ΑλÝξιδος, και μαθητÞς του Θεüφραστου. Το 1ο Ýργο του ΟργÞ παßχθηκε στα 324, και στα 316-5 νßκησε στους θεατρικοýς αγþνες. Απü τüτε κÝρδισε Üλλες 7 νßκες. ¸γραψε 100 και πλÝον κωμωδßες, απü τις οποßες μüνο αποσπÜσματα διασþθηκαν και μερικÜ γραμμÝνα σε πÜπυρο. Ο Πλαýτος κι Üλλοι Ρωμαßοι τον μιμÞθηκαν Þ παρουσιÜσανε σα δικÜ τους Ýργα του παραφρασμÝνα. Αργüτερα ανευρÝθησαν κι Üλλα Ýργα του σε παπýρους, Ýργα με μικρüτερη Ýκταση, που ανακÜλυψαν, μελÝτησαν και παρουσßασαν, κατÜ τα νεüτερα χρüνια, κυρßως Γερμανοß ελληνιστÝς φιλüσοφοι. Μια κωμωδßα του, ο Δýσκολος, βρÝθηκε τελευταßα και παρουσιÜσθηκε και στην ΑθÞνα πριν λßγα χρüνια.



     ΓεννÞθηκε στη ΚηφισσιÜ, περß το 342 π.Χ. ¹ταν γιος του Διοπεßθη και της ΗγησιστρÜτης, που φρüντισαν για τη μüρφωση και τη σωστÞ ανατροφÞ του.  Ο ΜÝνανδρος απü μικρüς Ýδειξε το ταλÝντο του στη δραματουργßα κι αρχαßες πηγÝς αναφÝρουν üτι σε αυτü Ýπαιξε ρüλο κι ο θεßος του ¢λεξις, που Þταν Ýνας απü τους σημαντικοýς ποιητÝς της μÝσης κωμωδßας που επηρÝασε σε μεγÜλο βαθμü τον νεαρü ΜÝνανδρο. Η οικογÝνειÜ του Þταν ευκατÜστατη. Η περιουσßα που κληρονüμησε, του επÝτρεψε να ασχοληθεß με τη συγγραφÞ. ¹ταν αθλητικüς, εμφανßσιμος, παρ' üτι ελαφρþς αλλÞθωρος, συνÝφηβος του Επßκουρου, του οποßου το φιλοσοφικü σýστημα σαφþς τον επηρÝασε. Θεßος του Þταν ο ποιητÞς της ΜÝσης Κωμωδßας ¢λεξις και μÜλλον ο 1ος του δÜσκαλος στο θÝατρο. Ως Ýφηβος μαθÞτευσε στη περιπατητικÞ σχολÞ του ΑριστοτÝλη που στην εποχÞ του εßχε διευθυντÞ τον Θεüφραστο. ¸κανε τη στρατιωτικÞ του θητεßα μαζß με τον φιλüσοφο Επßκουρο. ¹τανε φßλος του Δημητρßου ΦαληρÝα, μια φιλßα εξ αιτßας της οποßας, μετÜ την αποπομπÞ του Δημητρßου, κινδýνευσε η ζωÞ του. ΘαυμαστÝς του ΜÝνανδρου υπÞρξαν ο ΔημÞτριος ΦαληρÝας αλλÜ κι βασιλιÜς της Αιγýπτου, Πτολεμαßος ο Α' ο ΣωτÞρ. Ο τελευταßος επανειλημμÝνα τον εßχε προσκαλÝσει στην ΑλεξÜνδρεια, αλλÜ ο ΜÝνανδρος προτιμοýσε να ζει στην ΑθÞνα παρÜ με πλοýτη και τιμÝς εξαρτημÝνος απü μια βασιλικÞ αυλÞ.



     Το Ýργο του ΜÝνανδρου ασχολεßται με τον καθημερινü Üνθρωπο κι οι προοδευτικÝς του αντιλÞψεις φαßνονται καθþς υπερασπßζεται τη γυναßκα, τα δικαιþματα των παιδιþν, μαστιγþνει τις κακÝς πλευρÝς και συνÞθειες των ανθρþπων και δεßχνει συμπÜθεια πρüς τους δοýλους. Τα Ýργα του επηρÝασαν σε μεγÜλο βαθμü το Ρωμαικü δρÜμα αλλÜ και το ευρωπαικü θÝατρο μετÜ την αναγÝννηση. ¸ργα του διασκευÜσανε κι αντÝγραψαν οι ρωμαßοι ποιητÝς ΤερÝντιος και ΠλÜυτος, -που ο Καßσαρας τον αποκαλοýσε μικρü ΜÝνανδρο- κι Þταν οι πιο σημαντικÝς πηγÝς για το Ýργο του που θεωρεßτο χαμÝνο. Μüνο τον 20ο αι. η αρχαιολογικÞ σκαπÜνη Ýφερε στο φþς σημαντικÜ ευρýματα και πÜπυρους με Ýργα του. Το σπßτι του βρισκüτανε στη Φρεαττýδα και κατÜ τη παρÜδοση πνßγηκε ενþ Ýκανε μπÜνιο στην πειραúκÞ ακτÞ το 292 π.Χ. περßπου, σε ηλικßα περßπου 50 ετþν. (Οι ημερομηνßες του βßου του συζητοýνται, αλλÜ οι πιθανüτητες εßναι το 342-292/1 Þ 291/0).
     Οι διÜφορες βιογραφικÝς πληροφορßες που μαρτυροýνται ελÝγχονται βεβαßως, üπως συμβαßνει σε üλες σχεδüν τις περιπτþσεις των αρχαßων βιογραφιþν και κατÜ πÜσα πιθανüτητα αποτελοýνε προúüν μετατροπÞς χαρακτηριστικþν του Ýργου του σε βιογραφικÜ δεδομÝνα. Σε κÜθε περßπτωση οι αρχαßες πηγÝς συνδÝουν τον ΜÝνανδρο στενÜ, α) με τη σχολÞ του ΑριστοτÝλη κι ειδικÜ με τον Θεüφραστο (üντως οι κωμωδßες του απηχοýν μιαν ηθικÞ που σχετßζεται στενÜ με τις Ýρευνες του ΠεριπÜτου, αλλÜ μπορεß κÜλλιστα να κωδικοποιεß το Zeitgeist), β) με τον Επßκουρο και τον ΚÞπο (η πληροφορßα μπορεß να εκπορεýεται απü τη θεωροýμενη στροφÞ τη κωμωδßας προς την ιδιωτικÞ ζωÞ), γ) με τη φιλομακεδονικÞ παρÜταξη κι ειδικÜ τον ΔημÞτριο ΦαληρÝα, τον 1ο επßτροπο των Μακεδüνων στην ΑθÞνα (317-307), ο οποßος κατÝλυσε τη δημοκρατßα κι επÝβαλε μια ιδιüτυπη μορφÞ της πατρßου πολιτεßας (κι αυτÞ η πληροφορßα μπορεß να πηγÜζει απü το γεγονüς üτι η κωμωδßα αυτÞς της περιüδου αποφεýγει την εμπλοκÞ με την κομματικÞ πολιτικÞ) και δ) με τον κωμικü ποιητÞ ¢λεξι, ο οποßος αποτελεß τρüπον τινÜ τη γÝφυρα μεταξý ΜÝσης και ΝÝας Κωμωδßας..
     Στα πενÞντα αυτÜ χρüνια της ζωÞς του αφοσιþθηκε στη παραγωγικüτατη συγγραφικÞ του δραστηριüτητα κι αρßθμησε, κατÜ τον Σουßδα, 108 κωμωδßες. Απü τα Ýργα αυτÜ ακÝραιος σþζεται μüνον Ýνα και, σε πολý μεγÜλο μÝρος τους, η Σαμßα κι οι ΕπιτρÝποντες, μικρüτερα αποσπÜσματα διαθÝτουμε απü αρκετÜ Üλλα Ýργα, που αρκοýν üμως για να καταδεßξουνε τη μεγÜλη τÝχνη του. Το Ýργο του Ýγινε γνωστü πρüσφατα, χÜρη σε μια σειρÜ εντυπωσιακÜ παπυρικÜ ευρÞματα. Μολαταýτα σωθÞκανε σχεδüν ακÝραιες μερικÝς απü τις κωμωδßες του κι εφüσον γßνουν ορισμÝνες συμπληρþσεις, εßναι δυνατüν ακüμη και να παρασταθοýν. Το σßγουρο εßναι πως ακüμη κι αν η αναγνþριση του ΜενÜνδρου κατÜ τη διÜρκεια της ζωÞς του υπÞρξε σχετικÜ περιορισμÝνη συγκριτικÜ με τη μεταθανÜτια φÞμη του, πολý νωρßς καθιερþθηκε üχι μüνον ως ο αναμφισβÞτητος ηγÝτης ενüς νÝου θεατρικοý εßδους, αλλÜ κι ως ποιητÞς συγκρßσιμος μüνο με τον ¼μηρο και τον Ευριπßδη.
     Το μοναδικü ολοκληρωμÝνο Ýργο του που σþζεται εßναι ο Δýσκολος, που θεωρεßται üτι το Ýγραψε στο ξεκßνημα της καριÝρας του. ΘÝμα των κωμωδιþν του εßναι η κοινωνßα της ΑθÞνας σε μια εποχÞ αναστατþσεων μετÜ το θÜνατο του Μ. ΑλεξÜνδρου. Η δραματικÞ του τÝχνη εßναι Üψογη, με εýστοχη απüδοση της πραγματικüτητας. Ο ρεαλισμüς του üμως δεν εßναι πιστÞ αντιγραφÞ της ζωÞς, αλλÜ δημιουργßα τýπων που φιλοδοξοýν να εßναι Üνθρωποι, üπως εκφρÜζεται στο γνωστü στßχο του:

   «ως χαρßεν εστ’ Üνθρωπος, αν Üνθρωπος η».

     Στα Ýργα του, κυριαρχεß ο αστικüς κüσμος της ΑθÞνας, το κωμικü στοιχεßο προκýπτει κυρßως απü τα αναπÜντεχα και τις συμπτþσεις, τις παρανοÞσεις και τα παιγνßδια της τýχης. Δεν τον ενδιαφÝρουν οι πολιτικÝς εξελßξεις. ΕστιÜζει στα πρüσωπα με τις επιθυμßες, τα πÜθη, τα ελαττþματα και τις αρετÝς τους. Οι ιστορßες του Ýχουνε σημεßον αναφορÜς τον Ýρωτα των νÝων και τις δυσκολßες που αντιμετωπßζουν μÝχρι να πετýχουνε τη πολυπüθητη ÝνωσÞ τους. Σατßρισε λεπτüτατα κυρßως τον Ýρωτα και την καθημερινÞ ζωÞ. Ο ποιητÞς αυτüς υπÞρξεν εξαιρετικÜ δημοφιλÞς στην αρχαιüτητα, επειδÞ üμως δεν ανταποκρινüταν ικανοποιητικÜ στις αυστηρÝς προδιαγραφÝς για αμιγÞν αττικÞ διÜλεκτο, Ýχασε τη θÝση του σχολικοý συγγραφÝα κι Ýτσι η παρÜδοση του κειμÝνου του διακüπηκε.
     Για να κατανοÞσουμε το καινοýργιο ποý κüμισε ο ΜÝνανδρος στη θεατρικÞ τÝχνη, θα πρÝπει να τονε τοποθετÞσουμε στην εποχÞ του. Γιατß δεν καινοτüμησε τυχαßα μες στον αιþνα που χωρßζει τη ζωÞ του απü κεßνη του ΑριστοφÜνη, κοσμογονικÜ γεγονüτα μεσολÜβησαν, που δημιοýργησαν ολüτελα διαφορετικÝς κοινωνικÝς συνθÞκες. ΓεννÞθηκε κι Ýζησε σ' Ýνα κüσμο, ποý δεν Þτανε πια üπως ο παλιüς. Ορθοδοξßα, παρÜδοση, Üξιες, Ýθιμα, üλα πÝφτουν σ' ερεßπια γýρω του. Η ΑθÞνα παýει να 'ναι πια η καρδιÜ του ελληνικοý πολιτισμοý. Η δýναμη περνÜ απü το Ýνα κρÜτος στο Üλλο. Τα Ýργα του αν και διαβÜζονταν ακüμα ως τüν 6ο αι. μ.Χ. αιþνα, δεν μπüρεσαν να επιζÞσουν ως την ακμÞ του Βυζαντßου κι οýτε κανÝνα απ' αυτÜ Ýφτασε στους σýγχρονους με μεσαιωνικÜ χειρüγραφα. ¸τσι τη φÞμη για την αξßα του ΜενÜνδρου τη διασþσανε μονÜχα λßγες Αρχαßες μαρτυρßες.
     Απü την ΑριστοφανικÞ Κωμωδßα με θÝματα κυρßως μυθολογικÜ-πολιτικÜ, γλþσσα ποιητικÞ αλλÜ ελευθεριÜζουσα με βωμολοχßες, χορικÜ σχετικÜ με την υπüθεση του Ýργου περÜσαμε στη ΜÝσα και στη ΝÝα Κωμωδßα. Η τελευταßα διακωμωδεß καταστÜσεις μελþν εýπορης μερßδας της κοινωνßας, με καθημερινÞ ομιλßα χωρßς ακρüτητες και χορικÜ ως εμβüλιμα στοιχεßα, με σκοπü να περÜσει συμβατικÜ ο χρüνος και να ξεκουραστεß ο θεατÞς. Αντιπρüσωποß της ο Απολλüδωρος , ο Δßφιλος, ο Ποσεßδιππος, ο ΦιλÞμων και σημαντικüτερος ο ΜÝνανδρος. Η ιδιαßτερη σημασßα της ΝÝας Κωμωδßας κι ειδικÜ του ΜενÜνδρου βρßσκεται στο üτι αυτÞ αποτÝλεσε πρüτυπο για τη νεüτερη ευρωπαúκÞ κωμωδßα, μÝσα απü τα Ýργα των λατßνων κωμικþν Πλαýτου και ΤερÝντιου. ¸τσι, η γÝννηση της κωμωδßας ηθþν των νεωτÝρων χρüνων της Ευρþπης, που εξελßχθηκε ως κοινωνικÞ κωμωδßα με διÜφορες παραλλαγÝς, μπορεß να τοποθετηθεß στο τελευταßο 1/4 του 4ου αι. π.Χ. ¸λληνες και λατßνοι συγγραφεßς των 1ων μεταχριστιανικþν αιþνων πιστοποιοýνε τη δημοτικüτητÜ του, που φαßνεται κι απü την απεικüνιση σκηνικþν απü 11 κωμωδßες του στο μωσαúκü πολυτελοýς κτιρßου στη ΜυτιλÞνη, κατÜ τον 3ο αι. μ.Χ.






     Ο ΜÝνανδρος, ανÜμεσα στους 64 ποιητÝς της ΝÝας ΑττικÞς Κωμωδßας που γνωρßζουμε τα ονüματα τους, δßκαια Ýχει κερδßσει τον τßτλο του κορυφαßου. Ο ποιητÞς üμως αυτüς, που απü συγχρüνους και κατοπινοýς θεωρÞθηκε σαν Ýνας απ' τους πιο μεγÜλους Αθηναßους δραματουργοýς, δεν ευνοÞθηκε ιδιαßτερα απü τη τýχη οýτε στα 50 περßπου χρüνια της ζωÞς του, οýτε και μετÜ το θÜνατο του. Απü τις εκατü και πÜνω κωμωδßες που εßχε γρÜψει, και παρÜ το γεγονüς πως οι σýγχρονοß του Αθηναßοι Ýτρεφαν θαυμασμü γι' αυτüν και το Ýργο του, πρþτο θεατρικü βραβεßο δεν πÞρε παρÜ μüνο για οκτþ απ' αυτÝς. Κι' ακüμα, το μεγÜλο σε üγκο -αλλÜ και θεατρικÞ και ποιητικÞ αξßα- Ýργο του στÜθηκε για πολλοýς αιþνες «ο μεγÜλος Üγνωστος». Ως τα χρüνια μας καμιÜ απü τις κωμωδßες του δεν εßχε φτÜσει ολüκληρη. Η φÞμη του για 2.000 περßπου χρüνια διατηρÞθηκε μονÜχα απ' τα μικρÜ Þ μεγÜλα αποσπÜσματα ορισμÝνων Ýργων του, τα γνωμικÜ του που διÜσωσαν αρχαßοι συγγραφεßς κι απü τις ελεýθερες διασκευÝς Ýργων του που Ýκαναν οι Λατßνοι κωμωδιογρÜφοι. Οι νεþτεροι ερευνητÝς υποθετικÜ μÜλλον, μποροýμε να ποýμε, εßχανε χαρακτηρßσει τη τÝχνη του, τη ποιητικÞ του προσωπικüτητα, ως σημαντικÞ στη συμβολÞ του στη ΝÝα ΑττικÞ Κωμωδßα και την επßδρασÞ του στην εξÝλιξη γενικÜ της θεατρικÞς τÝχνης.
     Το 1ο μεγÜλο βÞμα για τη γνωριμßα μας με το ΜÝνανδρο Ýγινε το 1907, üταν πρωτοδημοσιεýτηκε Ýνας πÜπυρος που περιεßχε μερικÜ μεγÜλα αποσπÜσματα απü κωμωδßες του, ανÜμεσÜ τους και 350 στßχους απü τη Σαμßα. Το επüμενο βÞμα Ýγινε ýστερα απü μισüν αιþνα. Καθþς εßναι αυτονüητο, η ανακÜλυψη μιας ολüκληρης κωμωδßας του δεν αποτελεß μονÜχα Ýνα θεατρολογικü Þ Ýνα φιλολογικü γεγονüς, αλλÜ εßναι συγχρüνως κι' Ýνα γεγονüς σημαντικü για τον πνευματικü μας πολιτισμü. Απü τη μεγÜλη αλυσßδα της Ιστορßας του Παγκüσμιου ΘεÜτρου Ýλειπε Ýνας κρßκος κι Ýνας κρßκος üχι κοινüς. Το κενü αυτü καλýφθηκε μüλις στα 1957 απ' τον καθηγητÞ της ΚλασικÞς Φιλολογßας στο ΠανεπιστÞμιο της Γενεýης, τον Βικτüρ ΜαρτÝν, εκεß που üλοι πιστÝψανε πως αυτüς θα Þτανε λßγο-πολý ο ΜÝνανδρος που θα ξÝραμε Þρθε μια ακüμη εντυπωσιακÞ ανακÜλυψη. Στη προσωπικÞ συλλογÞ ενüς Ελβετοý συλλÝκτη, του Martin Bodmer, η οποßα περιλÜμβανε 22 παπýρους που βρÝθηκαν στην Αßγυπτο το 1952 και τους εßχε αγορÜσει, ανακαλýφθηκε πÜπυρος που περιεßχε πια το 1ο ολοκληρωμÝνο, ακÝραιο Ýργο του ΜενÜνδρου, τον Δýσκολο. Ο ΠÜπυρος Bodmer, που ξεκßνησε να εκδßδεται το 1958 με την Ýκδοση να ολοκληρþνεται το 1969, κι επÝτρεψε την ασφαλÞ αναγνþριση ενüς αταýτιστου μÝχρι τüτε παπυρικοý αποσπÜσματος, που 'χε δημοσιευτεß το 1913 κι Þταν γνωστü ως Comoedia Florentina, με την Ασπßδα και ο ΜαρτÝν αναγνþρισεν επßσης το κεßμενο τÞς κωμωδßας του, Δýσκολος Þ ΜισÜνθρωπος, κωμωδßα που αφοý μεταγρÜφηκε, τυπþθηκε το 1958 στη Γενεýη, γεγονüς που χαιρετßστηκε μ' ενθουσιασμü απ' τους ελληνιστÝς üλου του κüσμου. ΣυμπλÞρωσεν επßσης σημαντικÜ τις γνþσεις μας για τους ΕπιτρÝποντες και τη ΠερικειρομÝνη.
     Στον ßδιο αυτü πÜπυρο υπÞρχε και το μεγαλýτερο μÝρος (εκτüς απü κενÜ στην α' και β´ πρÜξη) της κωμωδßας Σαμßα, συγκεκριμÝνα, 400 ακüμα στßχοι, μαζß με κεßνους που Þταν Þδη γνωστοß εδþ και 50 Ýτη. Το κεßμενο üμως αυτü δεν εßδε το φως της δημοσιüτητας παρÜ μüνο το 1969. Στο μεταξý, απü μια περßεργη σýμπτωση κι Üλλοι πÜπυροι τα τελευταßα χρüνια μας αποκαλýπτουν εκτεταμÝνα κομμÜτια απü χαμÝνες κωμωδßες του ποιητÞ, που τη στιγμÞ αυτÞ βρßσκεται στο κÝντρο των φιλολογικþν μελετþν. ¸κτοτε, αρκετοß ακüμη πÜπυροι συμπλÞρωσαν τις γνþσεις μας: αποκτÞσαμε, μεταξý Üλλων, αρκετÜ καινοýρια αποσπÜσματα απü τους ΕπιτρÝποντες, τον Μισοýμενο και τους Σικυωνßους (η τελευταßα αυτÞ ανακÜλυψη Ýγινε το 1964), ενþ το 2003 Þρθε στο φως Ýνα ακüμη εντυπωσιακü καινοýριο εýρημα, σπÜραγμα περγαμηνοý κþδικα απü το Βατικανü με 200 περßπου Üγνωστους μÝχρι τüτε στßχους απü τη κωμωδßα Τßτθη.
     Ο ΜÝνανδρος, μýθος για πολλοýς αιþνες, πατÝρας του ρωμαúκοý θεÜτρου, πρüδρομος της κομÝντια ντελ Üρτε και κατüπιν του ΚορνÝιγ και του ΜολιÝρου, Ýχει εκτιμηθεß περισσüτερο στη Δýση παρÜ στην ΕλλÜδα.
     Δεν γνωρßζουμε μετÜ βεβαιüτητας αν ο ΚαβÜφης παρακολουθοýσε τη φιλολογικÞ κßνηση στα 1893, üταν Ýγραψε το σονÝτο του ΘεατÞς ΔυσαρεστημÝνος, αν γνþριζε με Üλλα λüγια üτι 2 χρüνια πριν εßχε δημοσιευτεß η Membrana Petropolitana. ΠροσωπικÜ, πÜντως, το θεωρþ πολý πιθανü το ποßημα αυτü να εκφρÜζει το κλßμα του ενθουσιασμοý και της αδημονßας που η δημοσßευση της Membrana προκÜλεσε, αφοý με παρüμοιο τρüπο ο ΚαβÜφης χαιρÝτισε τη μερικÞ ανÜδυση απü το σκüτος της λÞθης κι ενüς Üλλου μεγÜλου χαμÝνου της αρχαιüτητας του Ηρþνδα (Οι μιμßαμβοι του Ηρþνδου). Σε τελικÞ ανÜλυση δεν Ýχει και μεγÜλη σημασßα· σοφοὶ προσιüντων αἰσθÜνονται: ο ΚαβÜφης επρüκειτο να βιþσει απü κοντÜ την ανακÜλυψη του ΜενÜνδρου, αφοý ο ΜÝνανδρüς μας εßναι δþρο της δικÞς του αιγυπτιακÞς γης.
     ΠαραθÝτω εδþ ως κατακλεßδα αυτοý του κειμÝνου το ΘεατÞ ΔυσαρεστημÝνο:

"ΑπÝρχομαι, απÝρχομαι. Μη κρÜτει με.

Της αηδßας και ανßας εßμαι θýμα".
"Πλην μειν’ ολßγον χÜριν του ΜενÜνδρου. Κρßμα
τüσον να στερηθÞς". "Υβρßζεις, Üτιμε.

ΜÝνανδρος εßναι ταýτα τα λογßδια,
Üξεστοι στßχοι και παιδιαριþδες ρÞμα;
¢φες ν’ απÝλθω του θεÜτρου παραχρÞμα
και λυτρωθεßς να στρÝψω εις τα ßδια.

Της Ρþμης ο αÞρ σ’ Ýφθειρεν εντελþς.
Αντß να κατακρßνης επαινεßς δειλþς
κι επευφημεßς τον βÜρβαρον -πþς λÝγεται;

ΓαβρÝντιος, ΤερÝντιος; -üστις απλþς
δια Λατßνων ατελλÜνας ων καλüς,
την δüξαν του ΜενÜνδρου μας ορÝγεται".    Κ. ΚαβÜφης

     Ο Αλκßφρων Þταν αρχαßος ¸λληνας επιστολογρÜφος, που Ýζησε στα τÝλη του 2ου και στις αρχÝς πιθανþς του 3ου αι. μ.Χ.. ΣυνÝγραψε επιστολÝς σε 4 βιβλßα (Αλιευτικαß, Αγροικικαß, Παρασßτων, Εταιρικαß). Οι 1ες 2 κατηγορßες αφοροýνε τη ζωÞ της υπαßθρου, ενþ οι Üλλες 2 αναφÝρονται στη ζωÞ Üστεως και κινοýνται μÝσα στο χþρο των διασκεδÜσεων και του αγοραßου Ýρωτα.  Απü το σýνολο των επιστολþν του Ýχουνε διασωθεß ως τις μÝρες μας 124. ¼λες οι επιστολÝς του εßναι φανταστικÝς και θεωροýνται υποδεßγματα ýφους στη γραφÞ. Οι επιστολÝς αυτÝς διακρßνονται για τη λεπτüτητα αισθημÜτων και γλþσσας, τρυφερüτητα, ζωντÜνια εικüνων και πρωτοτυπßα. Ειδικüτερα οι αμοιβαßες επιστολÝς ΜενÜνδρου και ΓλυκÝρας (ο ΜÝνανδρος εßναι ο γνωστüς μας πλÝον κωμωδιογρÜφος, ενþ η ΓλυκÝρα μια Üγνωστη κοπÝλα) εμπεριÝχουνε πολλÜ κι ενδιαφÝροντα στοιχεßα για τη ζωÞ και το ποιητικü Ýργο του ΜενÜνδρου.
     Η ΓλυκÝρα, η οποßα εßχε για μακρü διÜστημα -με αφορμÞ τις αναφορÝς του ΑθÞναιου και του Ρωμαßου ποιητÞ ΜαρτιÜλη- θεωρηθεß Ýνα κεφÜλαιο του βßου του ποιητÞ, δεν υπÞρξε ιστορικü πρüσωπο. Η επινüηση μιας πραγματικÞς ΓλυκÝρας Þταν το φυσικü επακüλουθο του γεγονüτος üτι ο ΜÝνανδρος εßχε γρÜψει κωμωδßα με τßτλο ΓλυκÝρα κι εßχε επßσης χρησιμοποιÞσει το üνομα στη ΠερικειρομÝνη.
ΠαρακÜτω θα παρατθεß απüσπασμα απü το γρÜμμα.

   "Το γρÜμμα του βασιλιÜ που μου 'στειλες το διÜβασα, ΜÝνανδρε, αμÝσως και μα τη θεÜ μας ΚαλλιγÝνεια, που στο ναü της τþρα βρßσκομαι, το καταχÜρηκε η ψυχÞ μου· κυριολεκτικÜ, δεν μποροýσα να συγκρατηθþ απü τη χαρÜ μου, τüσο που το πρüσεξαν üλες οι γυναßκες που Þταν γýρω μου: η μÜνα μου, η αδερφÞ μου η Ευφρüνιον κι η φßλη μου που ξÝρεις -αυτÞ που δεßπνησε τüσες φορÝς στο σπßτι σου και που επαινοýσες τον ωραßο της λüγο («σαν να 'χε γεννηθεß στην ΑθÞνα»), λες και φοβüσουν να επαινÝσεις την ßδια -τüτε που χαμογÝλασα και σου ᾽δωσα Ýνα εξαιρετικÜ θερμü φιλß- δεν το θυμÜσαι, ΜÝνανδρε;
     ¼ταν λοιπüν εßδανε το πρüσωπü μου και τα μÜτια μου να δεßχνουν ασυνÞθιστη χαρÜ, με ρþτησαν:
 «Τι μεγÜλο καλü σου συνÝβη, καλÞ μας ΓλυκÝρα, και σε βλÝπουμε τþρα τüσο αλλαγμÝνη στην ψυχÞ, στο
σþμα, στα πÜντα; Εσý λÜμπεις ολüκληρη, κι αυτÞ σου η λÜμψη δεßχνει πως σου συνÝβη κÜτι πολý ευχÜριστο,
πως μια ευχÞ σου εισακοýστηκε».
 «Ο Πτολεμαßος», τους εßπα, «τον ΜÝνανδρü μου, ο Πτολεμαßος, ο βασιλιÜς της Αιγýπτου, τον κÜλεσε δßνοντÜς του-πþς να το πω;- το μισü του βασßλειο» -üλα αυτÜ, βÝβαια, τα εßπα με ξεχωριστÞ Ýμφαση και με ανεβασμÝνο τον τüνο της φωνÞς μου, þστε να τ᾽ ακοýσουν üλες οι γυναßκες που Þταν εκεß, και, φυσικÜ, κουνþντας κι επιδεικνýοντας με καμÜρι το γρÜμμα με τη βασιλικÞ σφραγßδα.
 «Και συ χαßρεσαι που εκεßνος φεýγει κι εσÝνα σε αφÞνει εδþ;», με ρþτησαν. Αυτü, φυσικÜ, δεν μποροýσε, ΜÝνανδρε, να εßναι αλÞθεια. Εγþ, μα τις θεÝς, και βüδι, που λÝει η παροιμßα, να μου το ᾽λεγε, δεν θα μποροýσα να πιστÝψω πως ο ΜÝνανδρüς μου θα Þθελε Þ θα μποροýσε ποτÝ ν᾽ αφÞσει στην ΑθÞνα τη ΓλυκÝρα του και να κÜνει, μüνος του, δßχως εμÝνα δßπλα του, τον βασιλιÜ στην Αßγυπτο, την Αßγυπτο με üλα της τα πλοýτη και üλα της τα αγαθÜ. Απεναντßας, απü το γρÜμμα που διÜβασα Þταν φανερü πως ο βασιλιÜς Þταν καλÜ πληροφορημÝνος για τη σχÝση μου μαζß σου και Þθελε καλοσυνÜτα να σε πειρÜξει με υπαινιγμοýς, χρησιμοποιþντας, στην αιγυπτιακÞ του παραλλαγÞ, το αττικü ýφος και πνεýμα.
     ΠροσωπικÜ εßμαι πολý ευχαριστημÝνη που η ιστορßα του ÝρωτÜ μας ταξßδεψε ως την Αßγυπτο κι ως το βασιλιÜ· κι εξÜπαντος, απ᾽ ü,τι Üκουσε, ο βασιλιÜς θα ᾽χει πεισθεß πως κυνηγÜει το αδýνατο üταν θÝλει να ταξιδÝψει η ΑθÞνα σ᾽ αυτüν.
     Τß εßναι, πρÜγματι, η ΑθÞνα δßχως τον ΜÝνανδρο;
     Και τß εßναι ο ΜÝνανδρος δßχως τη ΓλυκÝρα;
     Εγþ του ετοιμÜζω τις μÜσκες, εγþ του ντýνω τους ηθοποιοýς, και εßμαι πÜντα στα παρασκÞνια, κρατþντας σφιγμÝνα τα δÜχτυλÜ μου και τρÝμοντας απü την αγωνßα, þσπου το κοινü να ξεσπÜσει σε χειροκροτÞματα· τüτε πια ανασαßνω ανακουφισμÝνη, μα την ¢ρτεμη, και σε παßρνω σφιχτÜ στην αγκαλιÜ μου, εσÝνα, τον μεγÜλο δημιουργü των περßφημων θεατρικþν Ýργων.
     Αυτü üμως, ΜÝνανδρε, που εßπα τüτε στις φßλες μου πως μ᾽ Ýκανε ευτυχισμÝνη Þταν üτι δεν εßναι μüνον η ΓλυκÝρα που σ᾽ αγαπÜει, αλλÜ και βασιλιÜδες μακρινοß, πÝρ᾽ απ᾽ τη θÜλασσα, κι üτι η φÞμη σου, περνþντας τις θÜλασσες, Ýκανε παντοý γνωστÜ τα χαρßσματÜ σου. Η Αßγυπτος, ο Νεßλος, το ακρωτÞριο του ΠρωτÝα και το παρατηρητÞριο στο νησß ΦÜρος, üλα εßναι ξεσηκωμÝνα, θÝλοντας να δουν τον ΜÝνανδρο και να ακοýσουν τους φιλÜργυρους, τους ερωτευμÝνους, τους δεισιδαßμονες, τους Üπιστους, τους πατερÜδες, τους γιους, τους δοýλους και γενικÜ üλα τα πρüσωπα που εκεßνος ανεβÜζει στη σκηνÞ. ¼λους αυτοýς θα τους ακοýσουν, τον ΜÝνανδρο üμως δεν θα τον δουν εκτüς κι αν Ýρθουν στην ΑθÞνα, στο σπßτι της ΓλυκÝρας, και δουν την ευτυχßα μου -ο ΜÝνανδρος βρßσκεται με τη δüξα του παντοý, νýχτα και μÝρα üμως αγκαλιÜζει εμÝνα".

    Στη ΠΑ σþζονται 2 αμφισβητοýμενα επιγρÜμματÜ του (VII 72 και ΧΙ 438).

                ΡητÜ του:

Αν απü τη ζωÞ σου αφαιρÝσεις την περßοδο που περνÜς δυστυχισμÝνα, τüτε αυτÞ περιορßζεται σε πολý μικρü χρονικü διÜστημα.
Αν δεν συγκρατεßς τη γλþσσα σου θα σε βρουν συμφορÝς.
Εßμαι ευτυχισμÝνος γιατß δεν Ýχω γυναßκα.
Η αλÞθεια εßναι üτι το να παντρευτεß κανÝνας εßναι κακü, αλλÜ αναγκαßο κακü.
Η ειρÞνη δßνει ψωμß στον γεωργü, ακüμα κι αν βρßσκεται ανÜμεσα στα βρÜχια, αντßθετα ο πüλεμος του φÝρνει δυστυχßα κι αν ακüμα βρßσκεται στον πιο πλοýσιο κÜμπο.
ΚÜθε δþρο που προσφÝρεται, κι αν εßναι μικρÞς αξßας, εßναι μεγÜλο, αν δßνεται με καλÞ διÜθεση.
ΚαθÝνας κÜτω απ' την ßδια του κακßα σαπßζει.
Κεßνος που επιθυμεß, κοιτÜζοντας και περιμÝνοντας μüνο, εßναι κακüς κριτÞς της αλÞθειας.
ΚοντÜ στο καλü φυτρþνει και το κακü.
Κüρη της παντρειÜς, κι αν καθüλου δεν μιλÜει, πολλÜ λÝει με τη σιγÞ της.
Λßγο βαστÜει ο θυμüς üσων αγαποýν πραγματικÜ.
Ο Üνθρωπος που δεν Ýχει ιερü οýτε üσιο και που Ýχει χÜσει το αßσθημα του φüβου, αυτüς Ýφτασε στο ζενßθ της αναßδειας.
Ο Üνθρωπος πρÝπει να εßναι σε κÜθε στιγμÞ Ýτοιμος για κÜθε ενδεχüμενο της ζωÞς, γιατß τßποτα σ' αυτÞ δεν εßναι σταθερü.
Ο ρüλος της γυναßκας πρÝπει να εßναι βοηθητικüς και τη διοßκηση του σπιτιοý πρÝπει να Ýχει ο Üντρας. Γιατß δεν υπÜρχει καμιÜ οικογÝνεια που διοικÞθηκε απü γυναßκα και δεν καταστρÜφηκε.
Ο χρüνος φÝρνει στο φως την αλÞθεια.
ΠολλÝς φορÝς το ρητü “γνþθι σαυτüν” δεν λÝγεται σωστÜ. Καλýτερα θα Þταν να λÝγαμε “γνþρισε τους Üλλους ανθρþπους”.
Πüσο ευχÜριστο πρÜγμα εßναι να ζουν τ' αδÝρφια μονοιασμÝνα.
Πüσο ωραßα εßναι η καλοσýνη üταν συνοδεýεται απü τη σωφροσýνη.
Τßποτα δεν εßναι τüσο ευχÜριστο στους ανθρþπους üσο το να συζητοýν τα ξÝνα ζητÞματα.
Το να λες την αλÞθεια εßναι πÜντα η καλýτερη μÝθοδος κι ο ασφαλÝστερος δρüμος για τη ζωÞ.

Δρυὸς πεσοýσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεýεται.
Ἔστι Δßκης ὀφθαλμüς, ὅς τὰ πÜνθ' ὁρᾷ.
¹ λÝγε τι σιγÞς κρεßττον, Þ σιγÞν Ýχε.
¹ να λες κÜτι καλýτερο απü την σιωπÞ Þ να σωπαßνεις.
Λßαν φιλῶν σεαυτὸν οὐχ ἕξεις φßλον.
ΕÜν αγαπÜς υπερβολικÜ τον εαυτü σου, δε θα Ýχεις φßλους.
Μια κüρη της παντρειÜς κι αν ακüμη δεν μιλÜ καθüλου, πλεßστα üσα πρÜγματα με τη σιωπÞ της λÝει (για τον εαυτü της).
ὃν οἱ θεοὶ φιλοῦσιν ἀποθνῄσκει νÝος
¼ποιον οι θεοß αγαποýν πεθαßνει νÝος
Ο φθονερüς αυτþ πολÝμιος συνßσταται. ΑυθαιρÝτοις γαρ συνÝχεται λýπαις αεß.
Ο φθονερüς γßνεται εχθρüς του εαυτοý του. Γιατß κατÝχεται συνÝχεια απü λýπες που μüνος του προκαλεß.
Τοýτ' εστß το ζην, μη σεαυτþ ζην μüνω.
ΖωÞ εßναι να μη ζεις μüνο για τον εαυτü σου
τῶν δ’ ἀναγκαßων λÝγειν πλεßον’ οὐκ ἀνδρὸς νομßζω·
Ὡς χαρßεν ἄνθρωπος, ὅταν ἄνθρωπος ᾖ.
Πüσο χαριτωμÝνος εßναι ο Üνθρωπος, αν εßναι Üνθρωπος.
Το ανÝρωτο κρασß σε κÜνει να μη μπορεßς να σκεφθεßς λογικÜ
ΘÜλασσα και πυρ, και γυνÞ τρßτον κακüν.
Το δις εξαμαρτεßν τ’ αυτüν ουκ ανδρüς σοφοý.
¸ρωτα παýει λιμüς Þ χαλκοý σπÜνις.
τον Ýρωτα τον σταματÜ η πεßνα Þ η Ýλλειψη χρημÜτων
ΓυνÞ γαρ ουδÝν οßδε πλην ü βοýλεται.
η γυναßκα δεν ξÝρει τßποτα εκτüς απü αυτü που θÝλει
Θνητüς γεγονþς Üνθρωπε, μη φρüνει μÝγα.
αφοý γεννÞθηκες θνητüς Üνθρωπε, μην Ýχεις μεγÜλες ιδÝες
Κρßνει φßλους ο καιρüς, ως χρυσüν το πυρ.
Ζþμεν γαρ οý ως θÝλομεν, αλλ’ ως δυνÜμεθα.
ΑνÞρ δßκαιος πλοýτον ουκ Ýχει ποτÝ.
Βιοß γαρ ουδεßς ον προαιρεßται βßον.
κανÝνας δεν ζει τη ζωÞ που διαλÝγει να ζÞσει
Τα δÜνεια δοýλους τους ελευθÝρους ποιεß.
Γυναιξß πÜσαις κüσμον η σιγÞ φÝρει.
σε üλες τις γυναßκες η σιωπÞ εßναι στολßδι
ΓυνÞ δικαßα του βßου σωτηρßα.
η καλÞ γυναßκα εßναι σωτηρßα στη ζωÞ -ενüς Üντρα.
Φýσιν πονηρÜ μεταβαλεßν ου ρÜδιον.
δεν εßναι εýκολο να αλλÜξει Ýνας κακüς χαρακτÞρας
ΑνÞρ ο φεýγων και πÜλι μαχÞσεται.
Αυτüς που αποφεýγει τη μÜχη στο τÝλος θα τη δþσει.
Υγεßα και νους εσθλÜ τω βßω δýο.
υγεßα και μυαλü εßναι δυο θαυμαστÜ πρÜγματα στη ζωÞ
¹ μη γÜμει το σýνολον Þ γαμþν κρÜτει.
¼ρκον δε φεýγε και δικαßως και αδßκως.
απüφυγε τους üρκους εßτε δικαιολογημÝνα εßτε αδικαιολüγητα
Τßμα το γÞρας, ου γαρ Ýρχεται μüνον.
ΞÝνους ξÝνιζε και συ γαρ ξÝνος γ’ Ýση.
Ο μη δαρεßς Üνθρωπος ου παιδεýεται.
ΑνÞρ δ’ Üβουλος ηδοναßς θηρεýεται.
ο Üνθρωπος χωρßς θÝληση πιÜνεται με τις ηδονÝς
ΓρÜμματα μαθεßν δει, και, μαθüντα, νουν Ýχειν.
Ο κýβος ερρßφθη.
ΓÝρων εραστÞς, εσχÜτη κακÞ τýχη.
ΑγÜπης δε ουδÝν μεßζον οýτε ßσον εστß.
Λαβþν απüδος Üνθρωπε και λÞψη πÜλιν.
να ανταποδßδεις αυτü που παßρνεις και θα ξαναπÜρεις
Πας ερυθριþν χρηστüς εßναι μοι δοκεß.
κÜποιος που κοκκινßζει απü ντροπÞ νομßζω πως εßναι καλüς
Αδýνατον τ' αληθÝς λαθεßν.
αδýνατο να κρυφτεß η αλÞθεια
ΡÞμα παρÜκαιρον τον üλον ανατρÝπει βßον.
μια αταßριαστη κουβÝντα μπορεß να σου καταστρÝψει τη ζωÞ
ΕÜν δ’ Ýχωμεν χρÞμαθ’, Ýξομεν φßλους
αν Ýχουμε λεφτÜ, θα Ýχουμε και φßλους
ΘÝλω τýχης σταλαγμüν Þ φρενþν πßθον.
Προτιμþ μια σταλαγματιÜ τýχης, παρÜ Ýνα πιθÜρι μυαλÜ
Αιδþς του κÜλλους ακρüπολις.
η ντροπÞ εßναι το κÜστρο της ομορφιÜς
Εßς εστι δοýλος οικßας, ο δεσπüτης.
Ýνας εßναι ο δοýλος στο σπßτι, ο κÜτοχüς του
ΜÝμνησο νÝος ων, ως γÝρων Ýση ποτÝ.
να θυμÜσαι üταν εßσαι νÝος üτι και συ θα γßνεις γÝρος
Βακτηρßα εστß παιδεßα βßου.
Η μüρφωση εßναι στÞριγμα της ζωÞς
Λýπης ιατρüς εστßν ανθρþποις λüγος.
ΓÜμει δε μη την προßκα αλλÜ την γυναßκα.
ΠÜντων των αναγκαßων κακþν ιατρüς χρüνος εστßν.
ΣτρÝφει δε πÜντα τα εν βßω μικρÜ τýχη.
¼λα τα αλλÜζει στη ζωÞ λßγη τýχη
Βßος βßου δεüμενος ουκ Ýστιν βίος.
η ζωÞ που φοβÜται τη ζωÞ δεν εßναι ζωÞ
Γυναικüς εσθλÞς εστι σþζειν οικßαν.
καθÞκον της καλÞς γυναßκας εßναι να σþζει το σπßτι της
Κακοßς ομιλþν καυτüς εκβÞσει κακüς.
αν συναναστρÝφεσαι κακοýς, και συ θα γßνεις κακüς.
Μüνη σιγÞ μεταμÝλειαν ου φÝρει.
μüνο η σιωπÞ δεν δεßχνει μεταμÝλεια
Μη λοιδüρει γυναßκα μηδÝ νουθÝτει.
¼μοια πüρνη δÜκρυα και ρÞτωρ Ýχει.
Θεοý σÝβου και πÜντα πρÜξεις ενθÝως.
Εν τοßς κακοßσι τους φßλους ευεργÝτει.
να ευεργετεßς τους φßλους üταν τους συμβαßνει κÜτι κακü
Χρυσüς και γυνÞ τους φßλους εχθροýς ποιεß.
ΧÜριν λαβþν μÝμνησο και δους επιλαθοý.
αν δεχτεßς μια χÜρη, να τη θυμÜσαι και αν δþσεις, ξÝχασÝ την.
Ανδρüς πονηροý φεýγε συνοδßαν αεß.
ΑρχÞς τετευχþς, ßσθι ταýτης Üξιος.
αν αποκτÞσεις κÜποιο αξßωμα, φανοý αντÜξιüς του
Ουδεßς ανÜγκης μεßζον ισχýει νüμος.
δεν υπÜρχει νüμος που να υπερισχýει της ανÜγκης
Βοýλου δ’ αρÝσκειν πÜσι, μη σαυτþ μüνον.
να επιδιþκεις να εßσαι αρεστüς σε üλους, üχι μüνο στον εαυτü σου
ΨυχÞς νοσοýσης εστß φÜρμακον λüγος.
Θεþν üνειδος τους κακοýς ευδαιμονεßν.
εßναι ντροπÞ για τους θεοýς να καλοπερνοýν οι κακοß
¢παξ γαρ εξουσßα, ισχýν λαβοýσα, ουδÝν του οικεßου συμφÝροντος κρßνει λυσιτελÝστερον.
ΓυνÞ το σýνολüν εστι δαπανηρüν φýσει.
στο σýνολü τους οι γυναßκες εßναι εκ φýσεως σπÜταλες
Βßον καλüν ζης αν γυναßκα μη Ýχεις.
Ισχυρüν üχλος εστßν, ουκ Ýχει δε νουν.
Η γλþσσα πολλοýς εις üλεθρον Þγαγεν.
ΘανÜτου μüνον ουκ Ýστιν επανüρθωμα.
ΓÝλως Üκαιρος κλαυθμÜτων παραßτιος.
το γÝλιο σε ακατÜλληλη στιγμÞ, γßνεται αιτßα για κλÜματα
Αβουλßα γαρ πολλÜ βλÜπτονται οι βροτοß.
με την Ýλλειψη θÝλησης πολλÜ ζημιþνονται οι θνητοß
ΜετÜ την δüσιν τÜχιστα γηρÜσκει χÜρις.
μετÜ τη δωρεÜ, η χÜρη ξεχνιÝται πολý γρÞγορα
Θεüν επιορκþν μη δüκει λεληθÝναι.
Μη νομßζεις üτι αν παραβεßς üρκο, ο θεüς θα ξεχÜσει
Λüγον παρ’ εχθροý μη ποθ’ ηγÞση φßλον.
τα λüγια του εχθροý σου μη τα θεωρÞσεις ποτÝ φιλικÜ
Φασß κακßστους οι πονηροß τους καλοýς.
οι πονηροß κατηγοροýν τους καλοýς üτι εßναι κÜκιστοι
ΑθÜνατον οργÞν μη φýλαττε, θνητüς ων.
ΚενÞς δε δüξης ουδÝν αθλιþτερον.
δεν υπÜρχει τßποτα πιο Üθλιο απü την κενοδοξßα
Δειλοý γαρ αντρüς δειλÜ και φρονÞματα.
¼που βßα πÜρεστι, ουδÝν ισχýει νüμος.
ΛÝοντι κρεßττον Þ γυναικß συμβιοýν.
καλýτερα να ζεις με λιοντÜρι παρÜ με γυναßκα
Φιλεß δ’ εαυτοý πλεßον ουδεßς ουδÝνα.
ΜÞτηρ απÜντων γαßα και κοινÞ τροφüς.
ΔιÜ πενßαν μηδενüς καταφρüνει.
να μη περιφρονεßς κανÝναν για τη φτþχεια του
ΑνÞρ πονηρüς δρÜσσεται πρÜον λüγον. ¸χει γαρ αυτüς τους λüγους þσπερ δüλους.
ΓυνÞ γυναικüς πþποτ’ ουδÝν διαφÝρει.
γυναßκα απü γυναßκα δεν διαφÝρει σε τßποτα
Αεß κρÜτιστον εστß τα αληθÞ λÝγειν εν παντß καιρþ
Δßκαια δρÜσας, συμμÜχους Ýξεις θεοýς.
αν κÜνεις δßκαιες πρÜξεις, θα Ýχεις συμμÜχους τους θεοýς
Βουλüμεθα πλουτεßν πÜντες αλλ’ ου δυνÜμεθα.
üλοι θÝλουμε να βγÜλουμε λεφτÜ, αλλÜ δεν μποροýμε
ΓυνÞ δε κολακεýει σε του λαβεßν χÜριν.
Ως μÝγα το μικρüν εστιν εν καιρþ δοθÝν.
πüσο μεγÜλο εßναι και το πιο μικρü που δüθηκε στην þρα του
Καλüν φÝρουσι καρπüν οι σεμνοß τρüποι.
Πειρþ τýχης Üνοιαν ανδρεßως φÝρειν.
προσπÜθησε να αντιμετωπßζεις με γενναιüτητα τη δυσμÝνεια της τýχης
Η κοιλßα και πολλÜ χωρεß κωλßγα.
Θεüς συνεργüς, πÜντα ποιεß ραδßως.
üταν ο θεüς βοηθÜ, üλα τα κÜνει εýκολα
ΑρετÞς απÜσης σεμνüς ηγεßται λüγος.
ΔιÜ τας γυναßκας πÜντα τα κακÜ γίγνεται.
Οξýς θεþν οφθαλμüς ες το πανθ’ ορÜν.
εßναι κοφτερü το μÜτι των θεþν στο να τα βλÝπουν üλα
Εξ ηδονÞς γαρ φýεται το δυστυχεßν.
ΒÝβαιος ßσθι και βεβαßοις χρþ φßλοις.
Ανδρþν δε φαýλων üρκον εις ýδωρ γρÜφε.
Εχθροßς απιστþν οýποτ’ αν πÜθοις βλÜβην.
αν δεν εμπιστεýεσαι τους εχθροýς σου δεν πρüκειται ποτÝ να ζημιωθεßς
Εκ των γυναικþν üλλυται κüσμος Üπας.
Θησαυρüς εστι των κακþν κακÞ γυνÞ.
η κακιÜ γυναßκα εßναι αποθÞκη συμφορþν
¢γει δε προς φως την αλÞθειαν χρüνος.
Νους Ýστι πÜντων ηγεμþν των χρησßμων.
ΑλωτÜ γßγνεται επιμελεßα και πüνω Üπαντα.
üλα μπορεß να τα κατακτÞσει κανεßς με σκληρÞ δουλειÜ κι επιμÝλεια
¹ μη ποßει το κρυπτüν Þ μüνος ποßει.
Χειρ χεßρα νßπτει.
Ο συκοφÜντης εστß τοις πÝλας λýκος.
ο συκοφÜντης εßναι λýκος για τους γýρω του
ΑνεξÝταστον μη κüλαζε μηδÝνα.
ΥπÝρ σεαυτοý μη φρÜσης εγκþμιον.
Ουδεὶς ü νοεßς μεν οßδεν, ü δε ποιεßς βλÝπει.
κανÝνας δεν ξÝρει αυτü που σκÝφτεσαι, βλÝπει üμως αυτü που κÜνεις
¢ μη προσÞκει μητ’ Üκουε μηθ’ üρα.
αυτÜ που δεν πρÝπει, μÞτε να τ’ ακοýς μÞτε να τα βλÝπεις.
Νüμος πονηρüς ανομßαν παρεισφÝρει.
Ραθυμßα τα πολλ’ ελαττοýσθαι ποιεß.
η τεμπελιÜ κÜνει να λιγοστεýουν τα πολλÜ
ΓÝλως Üκαιρος εν βροτοßς δεινüν κακüν.
το Üκαιρο γÝλιο εßναι μεγÜλο κακü για τους θνητοýς
Αυθαßρετος λýπη ’στιν η τÝκνων σπορÜ.
οικειοθελÞς λýπη εßναι να σπÝρνεις παιδιÜ
Το πολλÜ τολμÜν πüλλ᾽ αμαρτÜνειν ποιεß.
αν τολμÜς πολλÜ, κÜνεις και πολλÜ λÜθη
Δυσπαρακολοýθητüν τι πρÜγμ’ εστßν η τýχη.
Τη τýχη δεν μπορεß κανεßς να τη παρακολουθÞσει εýκολα
¢παντα καιρῷ χÜριν Ýχει τρυγþμενα.
üλα üσα αξιοποιοýνται στην þρα τους εßναι ωραßα
ΕυχÞς δικαßας ουκ ανÞκοοος θεüς.
Θεþ μÜχεσθαι δεινüν εστι και τýχη.
Εßναι φοβερü εßναι να αντιμÜχεται κανεßς θεü και τýχη
¢παντας αυτþν κρεßσσονας ανÜγκη ποιεß.
üλους η ανÜγκη τους κÜνει δυνατüτερους
Η μεσüτης εν πÜσιν ασφαλÝστερον.
Καιρþν μεταβολÞν πÜντοτε χρη σε σκοπεßν.
ºση λεαßνης και γυναικüς ωμüτης.
ΑρχÞς απÜσης ηγεμþν Ýστω λüγος.
Λιμþ γαρ ουδÝν εστιν αντειπεßν Ýπος.
στην πεßνα δεν μπορεßς να πεις αντßθετο λüγο
ΑνÞρ φρüνιμος ουκ Ýχει πολλοýς λüγους. Το γαρ λαλεßν περισσÜ της αγροικßας.
Τερπνüν κακüν πÝφυκεν ανθρþποις γυνÞ.
Ουκ Ýστιν üστις την τýχην ου μÝμφεται.
Κακüν φυτüν πÝφυκε βßω γυνÞ κακÞ.
ΑνÜπαυσις ýπνος εστß πÜντων των κακþν.
Υφ’ ηδονÞς ο φρüνιμος ουχ αλßσκεται.
ΜηδÝν ανακοινοý τη γυναικß χρÞσιμον.
Δις προς τον αυτüν αισχρüν προσκροýσαι λßθον.
Αι γαρ σωματικαß απολαýσεις πλεßον Ýχουσι το οδυνηρüν του ηδÝος.
Χαλεπüν θυγÜτηρ κτÞμα και δυσδιÜθετον.
ΒουλÞ πονηρÜ χρηστüν ουκ Ýχει τÝλος.
η πονηρÞ (Þ η κακÞ) πρüθεση δεν οδηγεß σε καλü
¢κουε πüντων, εκλÝγου δ᾽ Ü συμφÝρει
να τα ακοýς üλα, αλλÜ να διαλÝγεις αυτÜ που σε συμφÝρουν
Ο γραμμÜτων Üπειρος ου βλÝπει βλÝπων.
Ως ηδý το ζην μη φθονοýσης της τýχης.
Πράττων τα σαυτοý, μη τα των Üλλων σκόπει.
κÜνοντας αυτÜ που Ýχεις να κÜνεις, μη κοιτÜς τι κÜνουν οι Üλλοι
¾πνος τα μικρÜ του θανÜτου μυστÞρια.
Μη σπεýδ’ Ü μη δει, μηδ’ Ü δει σπεýδειν μÝνε.
ΒÝλτιστε, μη το κÝρδος εν πÜσι σκüπει.
Μιμοý τα σεμνÜ, μη κακοýς μιμοý τρüπους.
¢ ψÝγομεν ημεßς, ταýτα μη μιμώμεθα.
Ταμιεßον εστß αρετÞς η σωφροσýνη.
Το πολλÜ πράττειν πολλÜς και λýπας Ýχει.
¸ργοις φιλüπονος ßσθι, μη λüγοις μüνον.
Ου παντελþς δει τοις πονηροßς επιτρÝπειν, αλλ’ αντιτÜττεσθαι.
να μην υποκýπτουμε εντελþς στους κακοýς, αλλÜ να αντιδροýμε
Ζþμεν αλογίστως προσδοκοýντες μη θανεßν.
Η δοýσα πÜντα και κομßζεται φýσις.
Βßον πορßζου πÜντοθεν πλην εκ κακþν.
Καλþς ακούειν μÜλλον Þ πλουτεßν θέλε.
καλýτερα να θÝλεις να σε επαινοýν παρÜ να εßσαι πλοýσιος
¾πνος θανÜτου γαρ προμελέτησις τυγχάνει.
¼σοι δεν Ýχουν δικÜ τους προσüντα, καταφεýγουν στους ενδüξους προγüνους και παπποýδες τους, με Üλλα λüγια, σε τÜφους και μνÞματα.


                  ¸ργα Του, -λßγα λüγια, απüσπασμα

     Η ΠερικειρομÝνη (Τι πιο ερεθιστικü και δýσκολο απü Ýνα Ýργο σχεδüν ξεχασμÝνο και παραμελημÝνο üπως η Ασπßδα του ΜενÜνδρου να βρεθεß στα χÝρια ενüς σýγχρονου σκηνοθÝτη και μεταφραστÞ) εßναι απü τα λßγα Ýργα του ΜενÜνδρου που Ýχει σωθεß με μικρÝς απþλειες στßχων, κατÜ τη σýγχρονη ειδησεογραφßα. ΠροστÝθηκε ως πρüσωπο το παραπαßδι Σκαπßνο, αναφορÜ στη commedia dell’arte. Σε μερικÜ σημεßα Ýχει διατηρηθεß το αρχαßο κεßμενο, üπου δε δημιουργεß δυσκολßες κατανüησης, επισημÜνοντας Ýτσι τη συνÝχεια της γλþσσας μας. (Σημ: ΠερßκειρομÝνη, απü το περß και κεßρομαι που σημαßνει κουρεýω, κουρεýομαι, αλλÜ και αποκüβω, καταστρÝφω).
     Η γλþσσα του ΜενÜνδρου εßναι απλÞ, οι ÞρωÝς του καθημερινοß σε καταστÜσεις ρεαλιστικÝς. Η πινελιÜ του σκιαγραφεß χαρακτÞρες που εξελßσσονται στη διÜρκεια του Ýργου, με σεβασμü στις Αξßες: αξιοπρÝπεια, μετÜνοια, αγÜπη. Ο οξýθυμος πολεμιστÞς αναγνωρßζει το λÜθος του και ζητÜ την επανασýνδεση της σχÝσης με την αγαπημÝνη του. Η κοπÝλα, κυρßα του εαυτοý της, νιþθει τη προσβολÞ, μεγαλüθυμη üμως συγχωρεß το Üπρεπο φÝρσιμο του αρραβωνιαστικοý της. Ο γÝρο-φßλος μÝμφεται τον εαυτü του για την αδυναμßα του στις κακοτυχßες και προσπαθεß πια να δßνει σωστÝς συμβουλÝς. Η θεüτητα ¢γνοια, που παßρνει στην οικεßα διασκευÞ και την αντßθετÞ της üψη ως Γνþση, παßζει καταλυτικü ρüλο εßτε ως ΠεπρωμÝνο εßτε ως ο ßδιος ο ποιητÞς που κατατοπßζει τους θεατÝς και ζητÜ την εýνοιÜ τους.
     Και τα υπüλοιπα üμως πρüσωπα του Ýργου διανθßζουν το Ýργο:
Μοσχßωνας, νεαρüς κανακεμÝνος, Üλλοτε ορμητικüς στον ÝρωτÜ του κι Üλλοτε μελαγχολικüς
ΔÜος, ο δοýλος με τις κατεργαριÝς και τα σκαρφßσματα του
Δωρßδα, η ομογÜλακτη φßλη με τη γυναικεßα διαßσθηση κι ευαισθησßα
Σωσßας ο επιστÞθιος συμπολεμιστÞς στα πρüτυπα του ομηρικοý Þρωα σε μια εποχÞ üπου η αßγλη του πολÝμου Ýχει ξεπεραστεß απü τη σýνεση και τη διπλωματßα.
     Το Ýργο αποπνÝει δροσιÜ και διαχρονικüτητα, καθþς σ’ αυτü βλÝπομε τις αδυναμßες -τα ελαττþματα αλλÜ και τον αγþνα- τις αρετÝς του ανθρþπου.
ΧορικÜ:
   Στο α' χορικü υμνεßται η θÜλασσα κι η ελληνικÞ φýση, παρÜγοντες που συνηγοροýν στην ανÜπτυξη του ελεýθερου πνεýματος και του Ýρωτα για τη ζωÞ.
   Στο β' χορικü βουβÜ πρüσωπα που επÞδησαν απü Ýνα καβειρικü αγγεßο, ενþ πßσω τους εßναι Ýνας ξýλινος αναθηματικüς πßνακας της Κορßνθου του 540π.Χ. Η κυρÜ Μυρρßνη εμφανßζεται ως φιγοýρα του θεÜτρου σκιþν -ενþ στο αρχικü κεßμενο εßναι βουβü πρüσωπο που με τη φιγοýρα του Καραγκιüζη ξεπÞδησαν απü Ýνα καβειρικü αγγεßο, ενþ το ΚολλητÞρι εßναι απü Ýνα ξýλινο αναθηματικü πßνακα της Κορßνθου του 540 π.Χ. Παρ’ üλο που επικρατεß η Üποψη üτι το θÝατρο σκιþν Þρθε στη χþρα μας επß Τουρκοκρατßας ßσως αν ανατρÝξουμε στα μελανüμορφα αγγεßα της ελληνικÞς αρχαιüτητας ν’ ανακαλýψουμε μια Üλλη εκδοχÞ για τις ρßζες του. Ο Κ. Μπßρης σε μελÝτη του καταλÞγει πως «ο λεγüμενος τοýρκικος καραγκιüζης κατÜγεται απü λατρευτικÝς εκδηλþσεις των Ελευσßνιων και των Καβεßριων Μυστηρßων, üπως διαμορφþθηκαν στην αρχαßα ΑθÞνα». Κι Üλλοι μελετητÝς ( Ι. Παμποýκης, ο ζωγρÜφος Τσαροýχης, ο ποιητÞς & ζωγρÜφος Εγγονüπουλος) συμφωνοýν στην ελληνικÞ καταγωγÞ του καραγκιüζη.
   Στο γ' χορικü η θεüτητα συμπαραστÝκεται στον ερωτευμÝνο νεαρü με Ýνα μικρασιÜτικο τραγοýδι και στη συνÝχεια μ’ Ýνα σýγχρονο στßχο υμνεß τον καημü της αγÜπης.
   Στο δ' χορικü σ’ Ýνα χορü κατεξοχÞν ομαδικü υπογραμμßζεται η συντροφικüτητα ως στοιχεßο Üμυνας σε δýσκολες στιγμÝς που η Μοßρα επιφυλÜσσει. Η θεüτητα ¢γνοια-Γνþση üμως παραγγÝλλει üτι «Üτρωτη ασπßδα εßναι το Δßκαιο στη καρδιÜ μας».
   Το Ýργο τελειþνει με το ε' χορικü, Ýνα πανηγýρι χαρÜς και θριÜμβου της αγÜπης, σαν αυτÜ στα οποßα μετÝχουμε σε κοινωνικÝς εκδηλþσεις του καιροý μας, üπου «μαντινÜδες μοιρÜζονται με ζÜχαρη απÜνω», αποστÜγματα λαúκÞς σοφßας και λεβεντιÜς.
     Υπüθεση του Ýργου:

     Ο Μοσχßωνας κι η ΓλυκÝρα εßναι δßδυμα αδÝλφια που ανεθρÜφησαν απü διαφορετικÝς γυναßκες, καθþς ο πατÝρας τους ΠÜταικος, τα Ýδωσε προς Ýκθεσιν* üταν γεννÞθηκαν, γιατß η μητÝρα τους πÝθανε στη γÝννα κι ακüμα εßχε χÜσει üλη τη περιουσßα του. Η ΓλυκÝρα ξÝρει το μυστικü, γι’ αυτü δεν αντιδρÜ, üταν ο γεßτονας Μοσχßωνας τη φιλÜ. Ο αρραβωνιαστικüς της üμως ΠολÝμωνας που βλÝπει τη σκηνÞ οργßζεται και της κüβει τις πλεξßδες. ΑυτÞ καταφεýγει στη κυρÜ Μυρρßνη, που εßναι η θετÞ μητÝρα του αδελφοý της, για να της αποκαλýψει τη συγγÝνεια και να ζητÞσει βοÞθεια. Ο δοýλος ΔÜος üμως λÝει ψÝματα στο Μοσχßωνα üτι γι' αυτüν πÞγε στο σπßτι του η κοπÝλα.
     Ο ΠολÝμωνας ζητÜ τη συνδρομÞ του γÝρου φßλου του ΠÜταικου ως μεσολαβητÞ για να τονε συγχωρÞσει η ΓλυκÝρα και του δεßχνει τα πρÜγματÜ της. ΑνÜμεσα σ’ αυτÜ υπÜρχει και το πλουμιστü υφαντü που Þταν τυλιγμÝνο το μωρü. Απü το ýφασμα αυτü οδηγεßται ο ΠÜταικος στην αναγνþριση των παιδιþν του, Μοσχßωνα και ΓλυκÝρας. Ο ΠολÝμωνας μετανοεß για το λÜθος του, συγχωρεßται κι οδηγοýνται σε γÜμο*.
* ΣυνηθισμÝνο θÝμα και κατÜληξη της ΝÝας Κωμωδßας.
-------------------
     Οι Σικυþνιοι Þ Οι ΕπιτρÝποντες (2 πρüσωπα αναθÝτουν σε κριτÞ τη διαφωνßα τους σχετικÜ με Ýνα Ýκθετο βρÝφος και τα πρÜγματα που βρÝθηκαν μαζß του. ΑριστοτεχνικÞ πλοκÞ γýρω απü τη γÝννηση κι Ýκθεση του παιδιοý, την αναζÞτηση των γονÝων του και τις σχετικÝς καταστÜσεις που δημιουργοýνται. Εξιστορεßται η διαφωνßα δýο δοýλων για τα περιουσιακÜ στοιχεßα ενüς Ýκθετου βρÝφους, Οι ΕπιτρÝποντες εßναι, ýστερα απü το Δýσκολο, που ανακαλýφθηκε μüλις τελευταßα, η καλλιτÝρα διατηρημÝνη κωμωδßα του ΜενÜνδρου. Μας την χÜρισαν οι αιγυπτιακοß πÜπυροι, που βρÝθηκαν στα 1905 απü το Γουσταýο ΛεφÝβρ στα ερεßπια της αρχαßας Αφροδιτüπολης (σÞμερα ΚüμισχÜου) της Αιγýπτου, μα πολλοýς στßχους της τους γνωρßζαμε κι απü παλαιüτερες πηγÝς.
     Τη κωμωδßα τοýτη τη θεωροýσαν απü τις καλλßτερες του ποιητÞ κι Þτανε πασßγνωστη στον αρχαßο κüσμο. Κι üταν ο βασιλιÜς της Αιγýπτου Πτολεμαßος Α' ο ΣωτÞρ κÜλεσε το ΜÝνανδρο να πÜει στην Αßγυπτο, για να διδÜξει απü την ΑλεξανδρινÞ σκηνÞ τις κωμωδßες του, η αγαπημÝνη του ΓλυκÝρα τον παρακινοýσε να πÜρει μαζß του κι αυτÞ γιατß τη θεωροýσε, μαζß μ' Üλλες 4, απü τις πιο κατÜλληλες για τον... «ου δημοκρατικüν Διüνυσον» του αιγυπτιþτη βασιλιÜ. Απü τη κωμωδßα τοýτη δανεßστηκε την υπüθεση της ¸ κυρÜς του κι ο Καρýστιος κωμωδιογρÜφος Απολλüδωρος, που κι αυτÞ πÜλι τη μιμÞθηκε ο Λατßνο-Αφρικανüς ΤερÝντιος, ο Dimidiatus Menander (μισο-ΜÝνανδρος) στο ομþνυμο Ýργο του.
     Τον τßτλο της ΕπιτρÝποντες τον πÞρε η κωμωδßα απü τη 1η σκηνÞ της 2ης πρÜξης του Ýργου, που δυο Üνθρωποι, ο βοσκüς ο ΔÜος κι ο καρβουνιÜρης ο Συρßσκος, «επιτρÝπουσιν» (βÜζουν) Ýνα κριτÞ να λýσει κÜποια διαφορÜ που Ýχουν. Μα αυτü εßναι και η ουσßα του Ýργου. Η σκηνÞ αυτÞ της Διαιτησßας του Ýδωσε μονÜχα τον τßτλο, üπως συμβαßνει και μ' Üλλες κωμωδßες του. Και να ποια εßναι η υπüθεση:
     ¸να αρχοντüπουλο της ΑθÞνας, ο Χαρßσιος, και μια κοπÝλλα, η Παμφßλη, κüρη του γερο τσιγκοýνη Σμικρßνη, Üγνωστοι κι οι δυο μεταξý τους, συναντιþνται μια νýχτα στο πανηγýρι της Βραυρωνßας (Βραþνας) ΑρτÝμιδος, στα Ταυροπüλια, üπως το λÝγανε, και σμßγουν μÝσα στο σκοτÜδι, χωρßς και πÜλι να γνωριστοýν. ¾στερα απü τÝσσερις μÞνες ο Σμικρßνης παντρεýει την κüρη του με το Χαρßσιο, μα και πÜλι δεν αναγνωρßζονται πως εßναι το παρÜνομο ζευγÜρι που Ýσμιξε τη νýχτα των Ταυροπολßων. ¸τσι, ýστερα απü πÝντε ακüμα μÞνες η Παμφßλη φÝρνει στο φως τον καρπü του παρÜνομοý της Ýρωτα, üπως πιστεýει, και, για να μην εκτεθεß στα μÜτια του νüμιμου Üντρα της, παραδßνει το νεογÝννητο στην Ýμπιστη δοýλα του πατÝρα της Σωφρüνη και το εκθÝτει. Ο Χαρßσιος λεßπει για δουλειÝς του μακρυÜ απü το σπßτι του κι Ýτσι δεν ξÝρει τßποτα απ' üσα γßνανε. Ο πιστüς του üμως δοýλος ΟνÞσιμος, που δεν το κοýνησε απü το σπßτι üσο καιρü Ýλειπε τ' αφεντικü του, το παßρνει μυρωδιÜ και, χωρßς να βÜζει στο νου του το κακü, τρÝχει να βρει το Χαρßσιο και να του πει τα συχαρÞκια του για τον πρωτüτοκο. Μα σαν γυρνÜνε, αφεντικü και δοýλος, στο σπßτι, δε βρßσκουν το παιδß. Η Παμφßλη κÜνει την ανÞξερη και βγÜζει ψεýτη τον ΟνÞσιμο. Μα τοýτος βεβαιþνει τ' αφεντικü του πως εßδε το παιδß με τα ßδια του τα μÜτια.
-------------------

     Η Σαμßα (¼πως στο Δýσκολο,  το μπλÝξιμο που δßνει την þθηση στην υπüθεση λýνεται κατÜ τη διÜρκεια της 4ης πρÜξης και τα λüγια με τα οποßα κλεßνει η πρÜξη αυτÞ, αφÞνουν ισχυρÞ την εντýπωση του τÝλους. ΜετÜ το διÜλειμμα, ωστüσο, ακολουθεß μια Ýκπληξη. Ο Μοσχßων αποφασßζει να τιμωρÞσει τον πατÝρα του για τις υποψßες του, προφασιζüμενος üτι θα φýγει ως μισθοφüρος στην ΑνατολÞ. Εδþ πÜλι αποκτÜ το Ýργο νÝο ενδιαφÝρον στην τελικÞ πρÜξη).

Ἄν θὰ γεννηθῇ παιδßον
μüνος γνþστης τὸ αἰδοῖον.
Τὶς εἰσῆλθεν εἰς τὸ αἰδοῖον
τὸ γνωρßζει τὸ παιδßον.
Τßνος εἶναι τὸ παιδßον
ἄς ἐρωτηθῇ τὸ αἰδοῖον.
Προφανῶς αὐτὸ γνωρßζει
ὅταν ἐκ τῆς ἡδονῆς του σφýζῃ.
-------------------
     Γνþμαι Μονüστιχοι
     Η 1η πλÞρως υπομνηματισμÝνη Ýκδοση της συλλογÞς γνωμικþν που μας παραδüθηκε με το üνομα του ΜενÜνδρου. ¢λλοτε οξυδερκÞ κι Üλλοτε κοινüτοπα, Üλλοτε χιουμοριστικÜ και Üλλοτε συνοφρυωμÝνα, τα γνωμικÜ αυτÞς της συλλογÞς ανοßγουν Ýνα παρÜθυρο στον κüσμο που τα γÝννησε. Τις προûποθÝσεις του κüσμου αυτοý μπορεß να οικειωθεß ο φιλÜρχαιος αναγνþστης με τη βοÞθεια του διεξοδικοý ερμηνευτικοý υπομνÞματος που επιτÜσσεται. Η εισαγωγÞ ασχολεßται κυρßως με τη φιλολογικÞ κι ιστορικÞ διερεýνηση των συνθηκþν υπü τις οποßες συμπιλÞθηκε αυτÞ η συλλογÞ, καθþς και με τη γνþμη ως γραμματειακü εßδος, την προúστορßα της, τις ποικßλες χρÞσεις της στη ρητορικÞ και στην εκπαßδευση, κι αλλÜ συναφÞ.
------------------

     ¢λλα Ýργα του, επιγραμματικÜ:

Η Ασπßς
Μισοýμενος
Γεωργüς
¹ρως
Κüλαξ
ΦÜσμα
---------------------
     Ο Δýσκολος (ΠαρουσιÜζεται η Üρνηση του δýστροπου ΚνÞμωνα να δεχθεß τον Σþστρατο ως γαμπρü του. Ο θεüς ΠÜνας κÜνει Ýναν αριστοκρÜτη να ερωτευτεß παρÜφορα τη κüρη ενüς ιδιüτροπου χωριÜτη. ΜÝσα απü την περιπετειþδη πλοκÞ, Ýρχεται το ευτρÜπελο τÝλος).
ΑντιμÝτωποι με τον μισÜνθρωπο!
     Εßναι η  μüνη κωμωδßα του ΜενÜνδρου που σþζεται ακÝραια, εßναι Ýνα νεανικü αριστοýργημα του σημαντικüτερου εκπροσþπου της ΝÝας Κωμωδßας που παρουσιÜστηκε στη σκηνÞ το 316 π.Χ. Το Ýργο Ýγινε γνωστü με τη δημοσßευση ενüς παπýρου το 1959. Η κωμωδßα περιστρÝφεται γýρω απü τον τýπο -δημοφιλÞ τüσο στην αρχαιüτητα üσο και στην νεüτερη εποχÞ (πβ. ΜολιÝρο κ.Ü.)- του μισÜνθρωπου (εδþ: του ΚνÞμωνα.) Τη κüρη του γεωργοý ΚνÞμωνα, που ζει μüνος με τη γριÜ υπηρÝτριÜ του, ερωτεýεται με τη θεúκÞ παρÝμβαση του ΠÜνα ο γιος ενüς πλοýσιου γαιοκτÞμονα, ο Σþστρατος, που βρßσκεται για κυνÞγι στη περιοχÞ. Οι προσπÜθειες του Σþστρατου να πÜρει πληροφορßες για τη κüρη, αλλÜ και να προσεγγßσει τον ßδιο τον ΚνÞμωνα, ακüμη και με τη βοÞθεια του Γοργßα, του γιου της πρþην συζýγου του "δýσκολου", αποβαßνουν Üκαρπες. Η μεταστροφÞ στη στÜση του ΚνÞμωνα θα επÝλθει μüνον ýστερα απü Ýνα ατýχημα που του συμβαßνει, üταν πÝφτει στο πηγÜδι του σπιτιοý του και καταφÝρνει να βγει με τη βοÞθεια που του προσφÝρει ο Γοργßας. Η κωμωδßα Ýχει φυσικÜ αßσιο τÝλος: ο Σþστρατος παντρεýεται την κüρη του ΚνÞμωνα κι ο Γοργßας την αδελφÞ του Σþστρατου.
     Στο Ýργο εßναι ευδιÜκριτες οι μεγÜλες αλλαγÝς που Ýχει υποστεß το εßδος κατÜ την περßοδο αυτÞ. Τα βασικÜ χαρακτηριστικÜ της ΝÝας Κωμωδßας θα μποροýσε να τα συνοψßσει κανεßς στα εξÞς: α) πρüκειται για κωμωδßα καταστÜσεων και χαρακτÞρων, β) οι υποθεσεις παρουσιÜζουν μεγαλýτερη τυποποßηση: συνÞθως πρüκειται για τον Ýρωτα ενüς νÝου προς μια νεαρÞ κοπÝλα, στον οποßο παρεμβÜλλονται ποικßλα εμπüδια, που στο τÝλος üμως με τη βοÞθεια κι Üλλων προσþπων υπερπηδþνται, γ) ανθρþπινοι τýποι, üπως ο μÜγειρος, η εταßρα κ.Ü., επανÝρχονται συχνÜ, παρÜλληλα üμως αποκτοýν ατομικÜ χαρακτηριστικÜ και πλησιÜζουνε πιüτερο τη καθημερινÞ ζωÞ, δ) ως προς τη μορφÞ, τα χορικÜ αποσυνδÝονται απü τη πλοκÞ του Ýργου και δεν καταγρÜφονται, ενþ η παρÜβαση απουσιÜζει εντελþς.
     Στο απüσπασμα που θα παραθÝσω πιο κÜτω, απü την αρχÞ της 3ης πρÜξης ο δοýλος ΓÝτας κι ο σπουδαιοφανÞς μÜγειρος Σßκων επιχειροýν -ανεπιτυχþς- να δανειστοýν απü τον ΚνÞμωνα Ýνα μαγειρικü σκεýος για να ετοιμÜσουνε τη θυσßα που προτßθεται να κÜνει στο παρακεßμενο ιερü του ΠÜνα η μητÝρα του Σþστρατου ýστερα απü Ýνα üνειρο που εßδε. Πρþτα επιχειρεß ο ΓÝτας κι Ýπεται ο Σßκων. Ο διπλασιασμüς τÝτοιων σκηνþν αποτελεß παραδοσιακü μÝσο για την επßτευξη κωμικοý αποτελÝσματος.

Δýσκολος 427-521

     Το σκηνικü παρßστανε στο κÝντρο το ιερü του ΠÜνα και των Νυμφþν στη ΦυλÞ πÜνω στη ΠÜρνηθα, κι απü τη μια πλευρÜ το σπßτι του ΚνÞμωνα και απü την Üλλη το σπßτι του Γοργßα. Στην αρχÞ της 3ης πρÜξης, αμÝσως μετÜ την εκτÝλεση του χορικοý, εμφανßζεται στη σκηνÞ ο ΚνÞμων, που βγαßνει απü το σπßτι του για να πÜει στο χτÞμα να δουλÝψει. ¼ταν βλÝπει τη μητÝρα του Σþστρατου, τον ΓÝτα και τους υπüλοιπους ενοχλητικοýς επισκÝπτες, που Ýχουν Ýρθει στο ιερü του ΠÜνα (στη ΦυλÞ) για να προσφÝρουνε θυσßα, αλλÜζει γνþμη κι αποφασßζει να μεßνει στο σπßτι, επειδÞ δεν μπορεß να το αφÞσει μüνο του, με üλο αυτü τον συρφετü τριγýρω. Τα πρþτα λüγια του απευθýνονται στη γριÜ δοýλη Σιμßχη που βρßσκεται μÝσα στο σπßτι.

ΚΝΗΜΩΝ
ΓριÜ, κλεßσε την πüρτα και μην ανοßξεις σε κανÝνα, þσπου να επιστρÝψω πÜλι εδþ· καταπþς βλÝπω, αυτü θα γßνει üταν θα Ýχει νυχτþσει για καλÜ.

Η ΜΗΤΕΡΑ
ΒιÜσου, Πλαγγüνα (ΑδελφÞ του Σþστρατου), Ýπρεπε Þδη να Ýχουμε προσφÝρει τη θυσßα.

ΚΝΗΜΩΝ
Τοýτο το κακü τι θÝλει; Τι ανθρωπομÜνι! Πηγαßνετε στον κüρακα.

Η ΜΗΤΕΡΑ
Παßξε, Παρθενßδα (ΜισθωμÝνη αυλητρßδα), στον αυλü τη μελωδßα του ΠÜνα. Αυτüν τον θεü δεν πρÝπει, λÝνε, να τον πλησιÜζει κανεßς σιωπηλüς.

ΓΕΤΑΣ (ΕξÝρχεται απü το ιερü)
ΕπιτÝλους φτÜσατε σþες, μα τον Δßα.

ΚΝΗΜΩΝ
ΜÝγας εßσαι ΗρακλÞ, για ξÝρασμα εßναι.

ΓΕΤΑΣ
Καθüμαστε και περιμÝνουμε τüση þρα.

Η ΜΗΤΕΡΑ
Εßναι τα πÜντα Ýτοιμα;

ΓΕΤΑΣ
ΠανÝτοιμα.

Η ΜΗΤΕΡΑ
ΠÜντως το πρüβατο δεν περιμÝνει πüτε θα Ýχεις χρüνο εσý -λßγο ακüμα, κακομοßρη, και θα τα τßναζε. Μπεßτε επιτÝλους μÝσα. ΕτοιμÜστε τα κÜνιστρα, το ιερü νερü, τις προσφορÝς για τη θυσßα. (Και τα 3 -κανᾶ,χÝρνιβες, θυλÞματα- εßναι απαραßτητα για τη θυσßα).

ΓΕΤΑΣ
Ποý χÜσκεις εσý, αεροπαρμÝνε; (Απευθýνεται σε κÜποιο απü τα υπηρετικÜ πρüσωπα που συνοδεýουνε τη μητÝρα του Σþστρατου).

ΚΝΗΜΩΝ (Οι Üλλοι μπαßνουν στο ιερü και μÝνει μüνος στη σκηνÞ).
ΚακÞν κακþς να πÜτε. Με καταδικÜζουν να μη μπορþ να κÜνω τßποτα. Γιατß πþς ν᾽ αφÞσω μüνο του το σπßτι; Και τοýτες οι Νýμφες το ιερü που Ýχουν δßπλα μου για κακü δικü μου το Ýχουν. Γι' αυτü, καταπþς βλÝπω, θα κατεδαφßσω το σπßτι και θα πÜω να το χτßσω αλλοý. Πþς θυσιÜζουν οι λωποδýτες! ΚουβαλÜνε στρωσßδια, στÜμνες, üχι βÝβαια για τους θεοýς, για τη πÜρτη τους. Η ευσÝβειÜ τους εξαντλεßται στο λιβÜνι και στο πρüσφορο, αυτÜ τα ρßχνουν απλüχερα στη φωτιÜ και τα παßρνει ο θεüς. Απü το σφÜγιο üμως προσφÝρουν στους θεοýς την Üκρη της ουρÜς και τη χολÞ, που -οýτως Þ Üλλως- δεν τρþγονται, και τα υπüλοιπα τα καταβροχθßζουν οι ßδιοι. ΓριÜ, Üνοιξε γρÞγορα τη πüρτα. ¼πως φαßνεται πρÝπει να Ýχουμε ασχολßα κατ᾽ οßκον.

   Ο ΚνÞμων μπαßνει στο σπßτι του. ΑμÝσως μετÜ βγαßνει απü το ιερü ο ΓÝτας. ¼ταν εμφανßζεται, μιλÜ στους ακüλουθους της μητÝρας του Σþστρατου που βρßσκονται μες στο ιερü και ξεχÜσανε το καζÜνι (λεβÞτιον). ¸πειτα πÜει και χτυπÜ τη πüρτα του ΚνÞμωνα.

ΓΕΤΑΣ 
ΞεχÜσατε, εßπες,το καζÜνι; Εßστε τýφλα στο μεθýσι και κοιμÜστε. Και τþρα τι θα κÜνουμε; Απ᾽ ü ,τι βλÝπω πρÝπει να ενοχλÞσουμε τους γεßτονες του θεοý. Νεαροýλη. Μα τους θεοýς, θλιβερüτερα δουλικÜ δεν νομßζω να υπÜρχουν πουθενÜ στον κüσμο. Νεαροß. ¢λλο απü πÞδημα δεν ξÝρουν -ε, ομορφüπαιδα- και να βγÜζουν γλþσσα, üταν πιÜνονται στα πρÜσα. ΝεαρÝ. Τι ᾽ναι τοýτο το κακü; Ε, υπηρÝτες. Δεν υπÜρχει ψυχÞ μÝσα. ¸ε! ΒλÝπω κÜποιον να τρÝχει καταδþ.

ΚΝΗΜΩΝ
Γιατß αγγßζεις την πüρτα, χαμÝνο κορμß; Μßλα.

ΓΕΤΑΣ
Μη με δαγκþσεις.

ΚΝΗΜΩΝ
Βρε θα σε φÜω ζωντανü, μα τον Δßα.

ΓΕΤΑΣ
Για τ᾽ üνομα των θεþν, μη.

ΚΝΗΜΩΝ
Εγþ και εσý, αλιτÞριε, Ýχουμε μÞπως κÜποιο συμβüλαιο;

ΓΕΤΑΣ
ΚανÝνα συμβüλαιο. Γι᾽ αυτü και εγþ δεν Þρθα για να ζητÞσω να μου εξοφλÞσεις κÜποιο χρÝος οýτε κουβÜλησα κλητÞρες, Þρθα να δανειστþ Ýνα καζÜνι;

ΚΝΗΜΩΝ
ΚαζÜνι;

ΓΕΤΑΣ
ΚαζÜνι.

ΚΝΗΜΩΝ
Τι νüμισες, κÜθαρμα, üτι θυσιÜζω βüδια και κÜνω αυτÜ που κÜνετε του λüγου σας;

ΓΕΤΑΣ
Εσý; Βρε οýτε σαλιγκÜρι, αν θες τη γνþμη μου. Να εßσαι καλÜ, Üνθρωπε μου. Μου εßπαν οι γυναßκες να χτυπÞσω την πüρτα και να ζητÞσω Ýνα καζÜνι. Το Ýκανα. Δεν υπÜρχει. ΓυρνÜω πßσω και τους λÝω «δεν υπÜρχει». Ω πολυτßμητοι θεοß, φßδι κολοβü εßναι ο Üνθρωπος.

ΚΝΗΜΩΝ
Ανθρωποκτüνα τÝρατα. Δεν το ᾽χουν τßποτα να χτυποýν την πüρτα, λες και εßμαι φßλος τους. ¸τσι και πιÜσω κÜποιον απü σας να πλησιÜζει στην πüρτα, αν δεν τον κÜνω παρÜδειγμα για üλους στην περιοχÞ, τüτε θεωρÞστε üτι εßμαι και εγþ Ýνας απü τον σωρü. Ετοýτος τþρα, üποιος και αν Þταν, υπÞρξε τυχερüς και τη γλßτωσε - κι εγþ δεν ξÝρω πþς.

ΣΙΚΩΝ
Κακü χρüνο να ᾽χεις. Σε Ýβρισε; ºσως το ζÞτησες σαν να Ýτρωγες σκατÜ. ΚÜποιοι δεν ξÝρουν πþς να το κÜνουν, εγþ Ýχω ανακαλýψει την τÝχνη. Υπηρετþ χιλιÜδες στη πüλη, ενοχλþ τους γεßτονÝς τους και δανεßζομαι σκεýη απü üλους. ¸νας που χρειÜζεται κÜτι πρÝπει να ξÝρει να καλοπιÜνει. ¢νοιξε την πüρτα κÜποιος ηλικιωμÝνος, τον προσφωνþ κατ᾽ ευθεßαν πατÝρα και μπαμπÜ. Αν ανοßξει γριÜ, τη λÝω μητÝρα. Αν εßναι γυναßκα μεσüκοπη, την προσφωνþ δÝσποινα. Αν εßναι δοýλος, καλüπαιδο. Εσεßς üμως εßστε για κρÝμασμα. Τι χαζομÜρα σας δÝρνει.   «Νεαροýλη, νεαρÝ·» σαχλαμÜρες. Εγþ üμως: «Ýλα Ýξω, πατεροýκο, εσÝνα θÝλω.»

   Τη στιγμÞ που ο Σßκων επιδεικνýει την υποτιθÝμενη τÝχνη που κατÝχει να πετυχαßνει αυτü που θÝλει, ανοßγει η πüρτα κι εμφανßζεται ο ΚνÞμων Ýξω φρενþν.

ΚΝΗΜΩΝ
ΠÜλι εσý;

ΣΙΚΩΝ
Τι ᾽ναι τοýτο, νεαρÝ;

ΚΝΗΜΩΝ
Με προκαλεßς εξεπßτηδες. Δεν σου εßπα να μην πλησιÜσεις στην πüρτα; ΦÝρε το λουρß, γριÜ.

   Ο ΚνÞμων απευθýνεται στη γριÜ δοýλη Σιμßχη, εξασφαλßζει το λουρß και δÝρνει τον "καταφερτζÞ" Σßκωνα.

ΣΙΚΩΝ
Μη. ¢φησÝ με.

ΚΝΗΜΩΝ
¢φησÝ με;

ΣΙΚΩΝ
Ναι, ÜνθρωπÝ μου, για τ᾽ üνομα των θεþν.

ΚΝΗΜΩΝ
ΞαναÝλα.

ΣΙΚΩΝ
Ο Ποσειδþνας να σε ...

ΚΝΗΜΩΝ
ΜιλÜς ακüμη;

ΣΙΚΩΝ
¹ρθα να ζητÞσω χυτρολÝβητα. (Στο πρωτüτυπο χυτρüγαυλον -βαθý πÞλινο σκεýος. Ο Σßκων αποφεýγει τη λÝξη καζÜνι (λεβÞτιον) που χρησιμοποßησε ο ΓÝτας κι ως ενημερωμÝνος μÜγειρος που εßναι χρησιμοποιεß μια λÝξη που ηχεß ως ειδικüς üρος).

ΚΝΗΜΩΝ
Δεν Ýχω οýτε χυτρολÝβητα οýτε πελÝκι οýτε αλÜτι οýτε ξßδι οýτε τßποτα· εßπα ορθÜ κοφτÜ σε üλους στη περιοχÞ να μη πλησιÜζουν.

ΣΙΚΩΝ
ΕμÝνα üμως δεν μου το εßπες.

ΚΝΗΜΩΝ
Σου το λÝω τþρα.

ΣΙΚΩΝ
Με ποιο τßμημα üμως. Και δεν θα μου πεις τελικÜ ποý να πÜει κανεßς για νÜ βρει;

ΚΝΗΜΩΝ
Δεν σου εßπα μια φορÜ; Θα συνεχßσεις να φλυαρεßς;

ΣΙΚΩΝ
Χαßρε και πÜλι χαßρε.

ΚΝΗΜΩΝ
Δεν θÝλω τα χαßρε σας.

ΣΙΚΩΝ
Τüτε μη χαßρεσαι.

ΚΝΗΜΩΝ
Βρε τι αγιÜτρευτη πληγÞ. (Φεýγει).

ΣΙΚΩΝ
Με περιποιÞθηκε δεüντως με τους σβþλους. Τι εßναι να ξÝρεις να ζητÜς üπως πρÝπει. Εßναι Üλλο πρÜμα, μα τον Δßα. Να πÜει κανεßς σε Üλλη πüρτα; Αν üμως το Ýχει ο τüπος να σε αρχßζουν στις γροθιÝς για το τßποτα, το βλÝπω δýσκολο.
ΜÞπως Üραγε εßναι καλλßτερα να το κÜνω ψητü üλο το κρÝας; ¸τσι φαßνεται. ¸χω πÜντως μια γÜστρα. Χαιρετßσματα λÝω στους κατοßκους της ΦυλÞς. Θα βολευτþ με αυτÜ που Ýχω.

τÝλος αποσπÜσματος
=================

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers