ΕισαγωγÞ
Τοýτο το Β' μÝρος, τþρα που στηθÞκαμε στο χρüνο και το χþρο, μÜλλον θα εßναι πιο συναρπαστικü και προτεßνω, τþρα που εßδαμε πως εγκατασταθÞκανε και που, οι Αρχαßοι ¸λληνες, να καθορßσουμε λιγÜκι πιο συγκεντρωμÝνα τις περιοχÝς τους και τις πüλεις τους. Απü κει θα ξεκινÞσω και μετÜ περνÜμε σε θρησκεßα, δουλεßα, Ýνδυση, διατροφÞ, Þθη κι εθιμα και γενικÜ ü,τι ακüμα μÝνει να γνωστοποιηθεß. Καλü ταξßδι λοιπüν φßλες και φßλοι. Π. Χ.
=================
ΠΕΡΙΟΧΕΣ-ΠΟΛΕΙΣ: Ο Ελλαδικüς χþρος κατÜ την αρχαιüτητα Þτανε διαιρεμÝνος σε περιοχÝς που αντιστοιχοýσανε στους χþρους εγκατÜστασης των αρχαßων ελληνικþν φýλων. Οι περιοχÝς αυτÝς στις περισσüτερες περιπτþσεις αποτελοýνταν απü πüλεις-κρÜτη, που διατηροýσαν μεταξý τους φυλετικοýς δεσμοýς. Σε κÜποιες περιπτþσεις οι πüλεις αυτÝς σχημÜτιζαν ομοσπονδßα ενþ σε Üλλες η ισχυρüτερη πüλη κατεßχε ηγεμονικÞ θÝση. Ας τις δοýμε λοιπüν μια-μια.
1. ΔωρικÝς περιοχÝς:
Λακωνßα: Στη Λακωνßα κυριÜρχησε η πüλη της ΣπÜρτης. Οι Δωριεßς ιδρυτÝς της επικρÜτησαν σε ολüκληρη τη περιοχÞ της μετατρÝποντας τους παλαιüτερους κατοßκους σε περßοικους, στη περßπτωση που δεν πρüβαλαν αντßσταση σ’ αυτοýς Þ σε εßλωτες σε περßπτωση που πρüβαλαν αντßσταση. Το κρÜτος της ΣπÜρτης επεκτÜθηκε αργüτερα και στη Μεσσηνßα και για μεγÜλα διαστÞματα αποτελοýσε την ισχυρüτερη δýναμη στον Ελλαδικü χþρο.
Αργολßδα: Στην Αργολßδα κυριÜρχησαν οι Δωριεßς οι οποßοι μετÜ τη κατÜκτηση του ¢ργους κυριÜρχησαν σε ολüκληρη τη περιοχÞ. Οι Δωριεßς της Αργολßδας δεν διατηρÞθηκαν ενωμÝνοι αλλÜ διασπÜστηκαν σε μικρüτερες πüλεις κρÜτη. Το ισχυρüτερο απ' αυτÜ Þταν το κρÜτος του ¢ργους. ¢λλα μικρüτερα ΔωρικÜ κρÜτη της Αργολßδας Þταν η Τροιζηνßα, οι ΚλεωνÝς, η Επιδαυρßα και η Ερμιονßδα
Κορινθßα: Στην Κορινθßα κυριÜρχησαν επßσης οι Δωριεßς που μετÜ την κατÜληψη του Αργολικοý κÜμπου επεκτÜθηκαν βορειüτερα. ΔιασπÜστηκαν επßσης σε μικρüτερα κρÜτη, τη Κορινθßα, την Σικυωνßα και τον Φλειοýντα. Ισχυρüτερο Þτανε το κρÜτος των Κορινθßων ενþ τα Üλλα 2 κρÜτη ελÝγχονταν για μεγÜλη περßοδο απü το ¢ργος και στη συνÝχεια απü τη ΣπÜρτη.
Κυνουρßα: Η Κυνουρßα Þταν μικρü Δωρικü κρÜτος που σχηματßστηκε ανÜμεσα στην Αργεßα και τη Λακωνßα και συνÞθως βρισκüτανε κÜτω απü τον Ýλεγχο των ισχυρüτερων γειτüνων της.
Μεσσηνßα: Η Μεσσηνßα κατακτÞθηκε επßσης απü Δωριεßς. Το κρÜτος των ΜεσσÞνιων κατακτÞθηκε απü τους ΣπαρτιÜτες στα μÝσα του 8ου αι. π.Χ. κι απελευθερþθηκε στα μÝσα του 4ου αιþνα με την βοÞθεια των Θηβαßων.
2. ¢λλες περιοχÝς:
Αρκαδßα: Η Αρκαδßα περιλÜμβανε την ορεινÞ ενδοχþρα της ΠελοποννÞσου. Οι κÜτοικοß της ανÞκανε στο φýλο των ΑρκÜδων κι Þτανε χωρισμÝνοι σε πολυÜριθμες πüλεις-κρÜτη που διατηροýσανε φυλετικοýς δεσμοýς. Το 370 π.Χ. ενþθηκαν σε ομοσπονδßα, το Κοινü των ΑρκÜδων.
Ηλεßα: Οι Ηλεßοι Þτανε συγγενικü φýλο των Αιτωλþν. ΚαταλÜβανε τη περιοχÞ της Ηλεßας την ßδια εποχÞ που εισÝβαλαν οι Δωριεßς στη Πελοπüννησο. ¹τανε χωρισμÝνοι σε 3 κρÜτη, τη Κοßλη Ηλεßα με κÝντρο την ¹λιδα, τη ΠισÜτιδα και τη Τριφυλßα.
ΑχαÀα: Εκεß εγκαταστÜθηκαν Αχαιοß προερχüμενοι απü τον Αργολικü κÜμπο, που καταφýγανε στη περιοχÞ μετÜ τη κατÜληψη της Αργολßδας απü τους Δωριεßς. Αποτελοýνταν απü μικρÝς πüλεις-κρÜτη, ενωμÝνες σε μßα ομοσπονδßα, το Κοινü των Αχαιþν. Τον 3ο αι. π.Χ. σχηματßσανε την ΑχαúκÞ Συμπολιτεßα που εξελßχθηκε στην ισχυρüτερη δýναμη της ΠελοποννÞσου.
3. ΣτερεÜ ΕλλÜδα
ΑττικÞ: Στην ΑττικÞ οι ºωνες κÜτοικοß της, εγκατεστημÝνοι στην περιοχÞ απü τις αρχÝς περßπου της δεýτερης χιλιετßας κατÜφεραν να αποκροýσουν τους Δωριεßς εισβολεßς και να διατηρηθοýν στην περιοχÞ. Οι πüλεις της ΑττικÞς σχημÜτισαν Ýνα ομοσπονδιακü κρÜτος με κυρßαρχη την ΑθÞνα. Το Αθηναúκü κρÜτος εξελßχθηκε σε ισχυρüτατη δýναμη στον ελλαδικü χþρο και αποτÝλεσε την κýρια εστßα του αρχαßου ελληνικοý πολιτισμοý.
Μεγαρßδα: Η Μεγαρßδα Þταν Δωρικü κρÜτος. ΑποτÝλεσε το δυτικüτερο σημεßο προÝλασης των ΔωριÝων που εßχαν εισβÜλλει στην Πελοπüννησο. ΚÝντρο της Þταν η πüλη των ΜεγÜρων. Το κρÜτος αυτü εξελßχθηκε σε σημαντικÞ ναυτικÞ και αποικιακÞ δýναμη.
Βοιωτßα: Στη Βοιωτßα εγκαταστÜθηκαν οι Βοιωτοß, φýλο που προερχüταν απü την Θεσσαλßα. Μιλοýσαν την ΑιολικÞ διÜλεκτο. Οι ισχυρüτερες πüλεις κρÜτη των Βοιωτþν Þταν ενωμÝνες σε μßα ομοσπονδßα, το κοινü των Βοιωτþν, στο οποßο συχνÜ κατεßχε ηγεμονικÞ θÝση η ΘÞβα.
Φωκßδα: Η Φωκßδα κατÜ την αρχαιüτητα Þταν η περιοχÞ γýρω απü τη κοιλÜδα του Κηφισσοý και περιλÜμβανε και τους ορεινοýς üγκους του Παρνασσοý, της Κßρφης, του δυτικοý τμÞματος του Καλλιδρüμου και του βüρειου τμÞματος του Ελικþνα. Σ' αυτÞν Þταν εγκατεστημÝνοι οι Φωκεßς, φýλο που μιλοýσε ΔωρικÞ διÜλεκτο. Οι πüλεις τους Þταν ενωμÝνες σε μßαν ομοσπονδßα, το Κοινü των ΦωκÝων.
Δωρßδα: Η Δωρßδα Þταν μικρÞ ορεινÞ περιοχÞ ανÜμεσα στην Οßτη, τον Παρνασσü και την Γκιþνα. Αποτελοýταν απü 4 πüλεις. Το κρÜτος αυτü Þταν το κατÜλοιπο του κρÜτους που εßχανε σχηματßσει οι Δωριεßς πριν εισβÜλλουνε στη Πελοπüννησο.
Λοκρßδα: Οι Λοκροß Þτανε φýλο που μιλοýσε ΔωρικÞ διÜλεκτο κι Þταν εγκατεστημÝνοι στο κÝντρο της Στ. ΕλλÜδας σχηματßζοντας 3 διαφορετικÜ κρÜτη, που χωρßζονταν μεταξý τους απü τη Φωκßδα. Τα κρÜτη αυτÜ Þταν το Οποýντιων Λοκρþν, Επικνημßδιων Λοκρþν στα ανατολικÜ κι ΟζολÝων Λοκρþν στα δυτικÜ.
Αιτωλßα: Στην Αιτωλßα Þταν εγκατεστημÝνο το φýλο των Αιτωλþν. Κατεßχαν τη πεδινÞ Αιτωλßα και τις ορεινüτερες περιοχÝς της σημερινÞς Ναυπακτßας κι Ευρυτανßας üπου ζοýσανε τα συγγενικÜ τους υποτελÞ φýλα των ΕυρυτÜνων, των Απεραντþν, των Αποδοτþν και των Αγραßων. Τον 3ο αι. π.Χ. σχημÜτισαν ισχυρü ομοσπονδιακü κρÜτος, την ΑιτωλικÞ Συμπολιτεßα που εξελßχθηκε στην ισχυρüτερη δýναμη της νüτιας ΕλλÜδας μαζß με την ΑχαúκÞ Συμπολιτεßα της ΠελοποννÞσου.
Ακαρνανßα: Αποτελοýσε το δυτικüτερο τμÞμα της Στ. ΕλλÜδας και σε αυτÞ ζοýσε το φýλο των ΑκαρνÜνων. Στη χþρα τους βρßσκονταν κι οι ΚορινθιακÝς αποικßες ΟινιÜδες, Αστακüς κι Ανακτüριο που αργüτερα ενταχθÞκανε στο Κοινü των ΑκαρνÜνων.
Εýβοια: Στην Εýβοια οι ºωνες κÜτοικοß της διατηρÞθηκαν χωρισμÝνοι σε πüλεις κρÜτη. 2 απü αυτÜ η Χαλκßδα κι η ΕρÝτρια εξελιχθÞκανε σε μεγÜλες ναυτικÝς κι αποικιακÝς δυνÜμεις κατÜ τη διÜρκεια του 8ου κι 7ου αι. π.Χ. Εξαιτßας του μεταξý τους πολÝμου, üμως στα τÝλη του 7ου αι. π.Χ. εξασθÝνησαν. Στα νüτια της Εýβοιας Þταν εγκατεστημÝνοι οι Δρýοπες που εßχανε σχηματßσει κρÜτος με κυρßαρχη πüλη τη ΚÜρυστο.
Μαλßδα: Η Μαλßδα Þταν μικρü κρÜτος στη περιοχÞ της Φθιþτιδας που κατοικοýταν απü το φýλο των ΜαλιÝων. Ελεγχüτανε για μεγÜλο διÜστημα απü τους Θεσσαλοýς. Πρωτεýουσα του κρÜτους Þταν αρχικÜ η Τραχßνα κι αργüτερα Ýγινε η Λαμßα.
Αινιανßα: Οι ΑινιÜνες Þτανε φýλο προερχüμενο απü τη Θεσσαλßα που εγκαταστÜθηκε στη δυτικÞ üχθη του Σπερχειοý. Διατηροýσαν μαζß με τους γεßτονες τους Οιταßους 2 ψÞφους στη ΔελφικÞ Αμφικτυονßα*. Βρßσκονταν κι αυτοß κÜτω απü τον Ýλεγχο των Θεσσαλþν για μεγÜλη περßοδο.
Οιταßα: Αποτελοýσε περιοχÞ στον ορεινü üγκο της Οßτης üπου κατοικοýν οι Οιταßοι. Οι Οιταßοι διατηροýσανε φιλικÝς σχÝσεις με τους γεßτονÝς τους ΑινιÜνες κι εχθρικÝς με τους Μαλιεßς κυρßως λüγω της επιθυμßας τους να αποκτÞσουνε διÝξοδο προς τη θÜλασσα.
4. Θεσσαλßα: Στη Θεσσαλßα εγκαταστÜθηκαν οι Θεσσαλοß που προερχüμενοι απü τη περιοχÞ της Θεσπρωτßας εκτοπßσανε τα αρχαιüτερα Αιολüφωνα φýλα. Σχηματßσανε 4 κρÜτη που δημιουργÞσαν ομοσπονδιακÞ Ýνωση, τη Πελασγιþτιδα , την Εστιαιþτιδα, τη Θεσσαλιþτιδα και τη Φθιþτιδα (Þ ΑχαÀα Φθιþτιδα). Ισχυρüτερη Þταν η Πελασγιþτιδα που ανÞκαν οι ισχυρüτερες πüλεις της Θεσσαλßας, η ΛÜρισα κι οι ΦερÝς. Οι Θεσσαλοß εßχαν υποτÜξει και τα γειτονικÜ φýλα των Περραιβþν, των Μαγνητþν και των Δολüπων.
5. ¹πειρος: Εκεß Þταν εγκατεστημÝνες οι φυλÝς των Μολοσσþν, των Θεσπρωτþν, των Τυμφαßων, των Δασσαρετþν Þ ΔεξÜρων, των Παραυαßων, των Χαüνων και των ΑθαμÜνων. Επßσης στη περιοχÞ υπÞρχαν τα αποικιακÜ κρÜτη των Ηλεßων στη περιοχÞ του ποταμοý ΑχÝροντα κι η Αμβρακßα, αποικßα των Κορινθßων. ΣταδιακÜ στην ¹πειρο, κυριÜρχησαν οι Μολοσσοß, ιδρýοντας το βασßλειο της Ηπεßρου.
6. Μακεδονßα: Εκεß εγκαταστÜθηκαν τα ελληνικÜ φýλα των Μακεδνþν και των Πελαγüνων. Οι Μακεδνοß Þ Μακεδüνες επεκτεßνανε τη κυριαρχßα τους σε βÜρος των γειτονικþν Ιλλυρικþν και Θρακικþν φýλων δημιουργþντας μεγÜλο κρÜτος που απü τον 4ο αι. π.Χ. κυριÜρχησε στον Ελλαδικü χþρο. Το Μακεδονικü Βασßλειο χωρßζεται στην αρχικÞ του επÝκταση σε ¢νω Μακεδονßα και ΚÜτω Μακεδονßα. Οι Μακεδüνες Þτανε φυλÞ των ΔωριÝων που εγκαταστÜθηκε στη Μακεδονßα το 2.000 π.Χ. κι Ýμεινε στη περιοχÞ, üταν τα υπüλοιπα δωρικÜ ελληνικÜ φýλα κατεβÞκανε στη Ν. ΕλλÜδα το 1103 π.Χ.. Στην αρχαßα Μακεδονßα, δεν υπÜρχει η μορφÞ της πüλης-κρÜτους που συναντÜται κυρßως στη Ν. ΕλλÜδα, αλλÜ μικρÝς πüλεις (πολßσματα). Η Μακεδονßα χωρßζεται σε βασßλεια, üπου μια αριστοκρατικÞ ελßτ διοικεß μια επαρχßα. Ευρýτερες γεωγραφικÝς περιοχÝς της Μακεδονßας, σε 1η φÜση, αποτελοýν η ΚÜτω Μακεδονßα κι η ¢νω Μακεδονßα. Τη ΚÜτω (σημερινÞ ΚεντρικÞ Μακεδονßα) αποτελοýνε περιοχÝς της πεδινÞς χþρας, ενþ την ¢νω (σημερινÞ ΔυτικÞ Μακεδονßα) αποτελοýν οι δυτικÝς ορεινÝς περιοχÝς στον Üνω ρου του ποταμοý ΑλιÜκμονα. Σ' αυτÞ την ορεινÞ Μακεδονßα, τον 5ο αι., ξεκινÜ η δυναστεßα των Μακεδüνων και σημειþνεται σημαντικÞ οικιστικÞ ανÜπτυξη στον γεωγραφικü χþρο της ιστορικÞς Μακεδονßας των Αρχαúκþν χρüνων.
Με τη δημιουργßα αργüτερα του Μακεδονικοý Βασιλεßου υπü τον ΑλÝξανδρο Α’, οι πεδινÝς επαρχßες διοικοýνται απü κοινü βασιλιÜ, ενþ οι περιοχÝς της ¢νω Μακεδονßας γßνονται ημιαυτüνομες και διοικοýνται απü τη τοπικÞ αριστοκρατßα κÜθε βασιλεßου, με εξαßρεση την Εορδαßα η οποßα εντÜχθηκε νωρßτερα επß Περδßκκα Α'. Αργüτερα, με την Üνοδο στον θρüνο του Φιλßππου Β', τα αυτüνομα βασßλεια της ¢νω Μακεδονßας αντιδροýνε στις επιδιþξεις του Φιλßππου Β' να τις υποτÜξει και συμμαχοýν με τους Ηπειρþτες και τους Ιλλυριοýς. ΜετÜ την Þττα των βασιλεßων, οι επαρχßες ορßζονται ως διοικητικÝς περιφÝρειες. Με την επÝκταση του Μακεδονικοý Βασιλεßου αργüτερα, εντÜσσονται διαδοχικÜ περιοχÝς της σημερινÞς ΑνατολικÞς Μακεδονßας κι η ΧαλκιδικÞ που ανÞκανε στην ΑθηναúκÞ Συμμαχßα. ‘¸πειτα κυριεýονται η Παιονßα, η ¹πειρος, η Ιλλυρßα και η ΘρÜκη.
¢νω Μακεδονßα Þ Üνω ΑλιÜκμονα:
Ελιμßα, με πρωτεýουσα πüλη την ΑιÜνη, πατρßδα της δυναστεßας των Ελιμιωτþν. ΚÜτοικοß της οι ΑιÜνες Þ Ελιμιþτες.
Εορδαßα, με πρωτεýουσα πüλη την Εορδαßα, πατρßδα της δυναστεßας των Πτολεμαßων. ΚÜτοικοß της οι Εορδοß.
Ορεστßδα, με πρωτεýουσα το ¢ργος Ορεστικüν και 2η πüλη το ΚÝλετρον. Θεωρεßται η κοιτßδα της δυναστεßας των Αργειτþν που εγκαταστÜθηκαν αργüτερα στην Αργολßδα. ΚÜτοικοß της οι ΟρÝσται.
Λυγκηστßδα, με πρωτεýουσα την ΗρÜκλεια Λυγκηστßς, πατρßδα της μακεδονικÞς δυναστεßας των Λυγκηστþν.
ΥπÜρχουνε περιοχÝς της ¢νω Μακεδονßας, που Þ αποτελοýσαν μÝρος Üλλης επαρχßας Þ διαχωρßστηκαν ιστορικÜ Þ εντÜχθηκαν μεταγενÝστερα κι εßναι:
Πελαγονßα, η περιοχÞ με γεωγραφικÜ üρια τη λßμνη Οχρßδα στα δυτικÜ. ΣυνδÝεται ιστορικÜ και με τη Λυγκηστßδα.
Τυμφαßα, η περιοχÞ κÜτω απü την Ορεστßδα και με γεωγραφικü üριο ανατολικÜ, τον ποταμü ΑλιÜκμονα. Οι κÜτοικοι της περιοχÞς Þταν οι Τυμφιεßς. ΑναφÝρεται ιστορικÜ ως μÝρος της επαρχßας της Ελιμßας αλλÜ και της Ηπεßρου. Πρωτεýουσα Þτανε το Αιγßνιον.
Δευρßοπος, περιοχÞ που εντÜσσεται ιστορικÜ και στη Παιονßα. Στη Δευρßοπο βρßσκονταν οι πüλεις ΒρυÜνιον και Στýμβαρα (Þ Στýβερρα).
ΚÜτω Μακεδονßα Þ παρÜ θÜλασσαν Μακεδονßα:
Ημαθßα, με τις ΑιγÝς 1η πρωτεýουσα του Μακεδονικοý Βασιλεßου.
Πιερßα, με πρωτεýουσα το Δßον και με σημαντικÝς παρÜλιες πüλεις, αποικßες πüλεων της Ν. ΕλλÜδας.
Βοττιαßα, με πρωτεýουσα τη ΠÝλλα, μετÝπειτα πρωτεýουσα του Μακεδονικοý Βασιλεßου.
Αλμωπßα, η περιοχÞ βορειοδυτικÜ της Βοττιαßας. Οι κÜτοικοι της περιοχÞς εßναι οι Αλμωπεßς.
Μυγδονßα, με σημαντικüτερες πüλεις την Απολλωνßα και τη ΘÝρμη (στην θÝση της οποßας μεταγενÝστερα χτßσθηκε η Θεσσαλονßκη απü τον ΚÜσσανδρο Α').
Κρηστωνßα, με πρωτεýουσα τη Κρηστþνα.
ΥπÜρχουνε περιοχÝς της ΚÜτω Μακεδονßας, που Þ αποτελοýσαν μÝρος Üλλης επαρχßας Þ διαχωρßστηκαν ιστορικÜ Þ εντÜχθηκαν μεταγενÝστερα κι εßναι:
Αμφαξßτιδα, πρωτοκατοικÞθηκε απü τους Παßονες αλλÜ κυριεýθηκε απü τη Βοττιαßα.
Ανθεμοýς, στα δυτικÜ üρια των σημερινþν νομþν ΧαλκιδικÞς και Θεσσαλονßκης. Πρωτεýουσα της Ανθεμοýς, Þταν η ομþνυμη πüλη Ανθεμοýς. Θεωρεßται üτι αποτελοýσε μÝρος της Μυγδονßας.
7. ΧαλκιδικÞ: Στη περιοχÞ της Μακεδονßας υπÞρχαν επßσης αποικßες ελληνικþν πüλεων της νüτιας ΕλλÜδας, οι οποßες σχημÜτισαν ομοσπονδιακÜ κρÜτη. Σημαντικüτερο Þταν το αποικιακü κρÜτος της ΧαλκιδικÞς που περιλÜμβανε κυρßως αποικßες των ΕυβοÝων. Οι αποικßες αυτÝς εßχαν σχηματßσει μßα ομοσπονδιακÞ Ýνωση, το Κοινü των ΧαλκιδÝων με Ýδρα την ¼λυνθο. Στην Ýνωση αυτÞ ενταχθÞκανε και πüλεις εκτüς ΧαλκιδικÞς üπως οι ΕυβοúκÝς αποικßες της Πιερßας, Πýδνα και Μεθþνη. ΚατακτÞθηκε απü τον Φßλιππο Β' κι ενσωματþθηκε στο Μακεδονικü Βασßλειο. ΠεριοχÝς της αρχαßας ΧαλκιδικÞς εßναι:
Ανθεμοýς, Þταν η 1η περιοχÞ της ΧαλκιδικÞς που εντÜχθηκε στο Μακεδονικü Βασßλειο.
ΒοττικÞ, καταλαμβÜνει τις μεσüγειες εκτÜσεις του Τορωναßου Κüλπου. Κυριüτερη πüλη της, η αρχαßα Ολýνθος. ΚÜτοικοß της οι Βοττιαßοι που μετανÜστευσαν απü τη Βοττιαßα κι Ýδωσαν το üνομÜ τους στη περιοχÞ που μετοßκησαν. ¢λλη σημαντικÞ πüλη εßναι η ΣπÜρτωλος, στην οποßα Ýγινε η ΜÜχη της ΣπÜρτωλου μεταξý των Αθηναßων και του Κοινοý των ΧαλκιδÝων.
Κροýσιδα Þ Κρουσσαßα, η μεσüγεια περιοχÞ απü τη Ποτßδαια στο Θερμαúκü Κüλπο μÝχρι τη χερσüνησο της ΕπανωμÞς.
ΑσσÞριδα, πιθανÞ ονομασßα για τη μεσüγεια περιοχÞ του Σιγγιτικοý κüλπου. ΟνομÜστηκε απü τη πüλη των ΧαλκιδÝων ¢σσηρα Þ ¢σσα.
Οι 3 μικρüτερες χερσüνησοι που την αποτελοýν εßναι:
ΠαλλÞνη Þ Κασσανδρεßα Þ ΦλÝγρα, η σημερινÞ χερσüνησος της ΚασσÜνδρας.
Σιθωνßα Þ Λογγüς, η σημερινÞ ομþνυμη χερσüνησος.
¢θως Þ ΑκτÞ, η σημερινÞ ομþνυμη χερσüνησος του ¢θω που βρßσκεται το ¢γιο ¼ρος.
8. ΑνατολικÞ Μακεδονßα Þ η πÝραν του Στρυμüνος Μακεδονßα: Θεωρεßται περιοχÞ της ΘρÜκης, μÝχρι την κατÜκτηση της περιοχÞς απü τον Φßλιππο Β'. Οι περιοχÝς της εßναι:
ΣιντικÞ, με πρωτεýουσα την ΗρÜκλεια.
ΟδομαντικÞ, στην οποßα κατοικοýσαν οι ΟδομÜντες κι οι Σιροπαßονες. Σημαντικüτερη πüλη Þταν οι Σßρρες.
Βισαλτßα, με πρωτεýουσα την ¢ργιλο. ΚÜτοικοι της περιοχÞς Þταν οι ΒισÜλτες. Το βασßλειο εßχεν επικρατÞσει παλαιüτερα σε ολüκληρη τη ΧαλκιδικÞ.
Ηδωνßδα, στην οποßα κατοικοýσαν οι Ηδωνοß. Σημαντικüτερες πüλεις Þταν η Αμφßπολη, αποικßα των Αθηναßων κι οι Φßλιπποι, που ιδρýθηκε απü τον Φßλιππο Β'. Στην Ηδωνßδα ανÞκε πιθανüν και το νησß της ΘÜσου.
________________________
* Η Αμφικτυονßα Þταν οργÜνωση αρχαßων ελληνικþν Πüλεων, σε ενþσεις με μÝλη απü πολλÝς πüλεις, με κÝντρο διÜφορους ναοýς. ΥπÞρχαν αρκετÝς Αμφικτυονßες, με πιο γνωστÞ αυτÞ της ΚεντρικÞς ΕλλÜδας, με κÝντρο τους Δελφοýς. Εßχαν σκοπü να ρυθμßζουν θÝματα που σχετßζονταν με την λειτουργßα και την ασφÜλειÜ του. Η λÝξη δε, Αμφικτυονßα προÝρχεται απü την λÝξη «αμφικτýονας» που σημαßνει «αυτüς που κατοικεß τριγýρω, ο γεßτονας». ΑυτÞ, με τη σειρÜ της, προÝρχεται απü το πρüθεμα «αμφß-» και τη λÝξη «κτοßνα» που σημαßνει οικισμüς. ΚατÜ μßαν Üλλην εκδοχÞ, η λÝξη προÝρχεται απü τον Αμφικτýονα, τον αδερφü του ¸λληνα, αλλ' αυτÞ η εκδοχÞ αμφισβητεßται.
---------------------------------------
Η ΘΡΗΣΚΕºΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ: Τþρα πια εßμαστε εγκατεστημÝνοι στο χþρο, ξÝρουμε πως περßπου Þρθαμε και πλÝον ξεκινÜμε να ξεσκονßζουμε, Ýνα-Ýνα üλα üσα αφοροýνε στα της δημιουργημÝνης περιοχÞς μας. ΞεκινÜμε με τη θρησκεßα που επικρατοýσε καθ' üλη τη διÜρκεια της αρχαιüτητας.
Με τον üρο αρχαßα ελληνικÞ θρησκεßα εννοεßται το σýνολο των δοξασιþν και τελετουργικþν δρþμενων που τελοýνταν στην αρχαßα ΕλλÜδα με τη μορφÞ λατρευτικþν παραδüσεων, ως πρακτικü θεμÝλιο και συμπλÞρωμα της ελληνικÞς μυθολογßας. Καθþς μÜλιστα διαφÝρανε κατÜ τüπους στον αρχαιοελληνικü κüσμο οι θρησκευτικÝς πρακτικÝς, θα μποροýσε πιθανüν ν' αναφερθεß κανεßς σε ελληνικÝς θρησκεßες. Οι λατρευτικÝς πρακτικÝς των ΕλλÞνων εκτεßνονταν πÝρα απü τα üρια της ηπειρωτικÞς ΕλλÜδας στα νησιÜ και τις ακτÝς της Ιωνßας στη Μ. Ασßα, τη ΜεγÜλη ΕλλÜδα (Σικελßα και Ν. Ιταλßα) και στις διασκορπισμÝνες ελληνικÝς αποικßες της Δυτ. Μεσογεßου üπως η Μασσαλßα. Το ελληνικü θρησκευτικü παρÜδειγμα επηρÝασε καθοριστικÜ και σε μεγÜλο βαθμü τις θρησκευτικÝς πρακτικÝς των Ετροýσκων κι ιδιαßτερα τις τοπικÝς, αστικÝς λατρεßες των Ρωμαßων.
Η ακαδημαúκÞ Ýρευνα υποδεικνýει üτι η πρþιμη ελληνικÞ θρησκεßα προÞλθε Þ επηρεÜστηκε σημαντικÜ απü σαμανιστικÝς πρακτικÝς των στεππþν της κεντρικÞς Ασßας, διαμÝσου της ελληνικÞς αποικßας της Ολβßας στη Σκυθßα, στη βüρεια ακτÞ της Μαýρης θÜλασσας με κατÜληξη τις πεδιÜδες της Θεσσαλßας. Η πρþιμη παλαιολιθικÞ εποχÞ στην Ευρþπη, συνδÝεται πιθανþς με τη κατοßκηση του ελλαδικοý χþρου, με αρχαιüτερη αξιüπιστη μαρτυρßα το κρανßο των Πετραλþνων της ΧαλκιδικÞς. Ενδεßξεις, ωστüσο, για πιθανÝς ταφικÝς πρακτικÝς και χρÞση þχρας Ýχουμε πολý αργüτερα, κατÜ τη μεσολιθικÞ περßοδο ιδιαßτερα απü το σπÞλαιο ΦρÜγχθι, üπου εκτüς των 9 ταφþν ανακαλýφθηκαν και 2 καýσεις, χειρüμυλοι με ßχνη þχρας και πρþιμες προσφορÝς οστρÝων, εν εßδει κτερισμÜτων. Σε ü,τι αφορÜ στη μÝση και νεüτερη νεολιθικÞ εποχÞ, στον ελλαδικü χþρο η αρχαιολογικÞ μαρτυρßα μας δßνει μια εικüνα της Üποψης του νεολιθικοý ανθρþπου επßσης μÝσω των ταφικþν εθßμων, που υποδηλþνουνε σεβασμü στους νεκροýς και πßστη στη μεταθανÜτια ζωÞ. ΘρησκευτικÞ ερμηνεßα σε ευρÞματα αυτÞς της εποχÞς Ýχουν επιχειρÞσει τüσο η Μαρßγια Γκιμποýτας üσο κι ο Κüλιν ΡÝνφριου, βασισμÝνοι στα ευρÞματα μιας απü κοινοý διενεργηθεßσας ανασκαφÞς στην αρχαιολογικÞ θÝση Σιταγροß.
Η μελÝτη της μινωικÞς και μυκηναúκÞς θρησκεßας, üπως κι η επιβßωσÞ της στην ιστορικÞ περßοδο του ελληνικοý πολιτισμοý, διατÞρησε παλαιüτερα και διατηρεß ακüμα αμεßωτο το ενδιαφÝρον της ακαδημαúκÞς Ýρευνας. Υφßσταται ευρÝως η Üποψη üτι η προúστορικÞ θρησκευτικÞ περßοδος επικεντρωνüτανε στη λατρεßα μιας παγκüσμιας φυσικÞς θεÜς και του αρσενικοý της αντßστοιχου που αναπαριστοýσε τον ημερολογιακü κýκλο της φυσικÞς βλÜστησης. ΑυτÞ η λατρεßα Þτανε στενÜ συνδεδεμÝνη με τον θεοποιημÝνο ¹λιο, το φορÝα του φωτüς και της ¢νοιξης. Η τοπικÞ ονοματοδοσßα κι η διÜσπαση του αρχικοý αρχετýπου σε κατηγοριοποιημÝνες ιδιüτητες φαßνεται πως απÝδωσε διαφορετικÝς üψεις αυτþν των αρχικþν θεοτÞτων με διαφορετικÜ ονüματα τα οποßα διατηρηθÞκανε στην ιστορικÞ περßοδο. ΜετÜ τη καταστροφÞ των μυκηναúκþν ανακτüρων, γεγονüς που επηρÝασε σημαντικÜ τις πολιτισμικÝς εξελßξεις στον ελλαδικü χþρο φαßνεται πως Üλλαξαν κι οι λατρευτικÝς συνÞθειες. Η διακοπÞ της λατρεßας στα ανακτορικÜ ιερÜ φαßνεται πως þθησε προς τη κατεýθυνση νÝων υπαßθριων λατρευτικþν κÝντρων, με παρÜλληλη ανÜπτυξη της ηρωικÞς λατρεßας. Η λατρεßα θεοτÞτων -γνωστþν üπως φαßνεται Þδη απü τη μυκηναúκÞ εποχÞ- τα οποßα θα συγκροτÞσουν αργüτερα το 12Üθεο εßναι παροýσα σε ιερÜ üπως αυτÜ της ΑρτÝμιδος του Δßα, του Απüλλωνα Þ ΑπÝλλωνα, της ΑθηνÜς και του Ποσειδþνα στην ΑττικÞ, τη Πελοπüννησο Þ τη ΣÜμο και σε ναοýς της μÝσης γεωμετρικÞς περιüδου στην ¸φεσο και την ΕρÝτρια με Ýντονη αναθηματικÞ δραστηριüτητα.
ΚατÜ την αρχαúκÞ εποχÞ ο ¼μηρος κι ο Ησßοδος παßζουνε το ρüλο τους, με τα δημοφιλÞ επικÜ τους ποιÞματα, στην οριστικÞ συγκρüτηση και κÜποια τυποποßηση του ελληνικοý πανθÝου, παρÜ τις κατÜ τüπους διαφοροποιÞσεις. Η θρησκευτικÞ λατρεßα αποκτÜ ισχυρü αστικü χαρακτÞρα σ' αυτÞ την εποχÞ που θεμελιþνονται οι πüλεις-κρÜτη ως κεντρικοß πολιτειακοß σχηματισμοß: σκοπüς της λατρεßας εßναι η εξασφÜλιση της εýνοιας των θεþν σε ατομικü αλλÜ -ιδßως- και σε κοινοτικü επßπεδο. Καθþς Ýχει διατηρηθεß η μνÞμη της αναπαρÜστασης φυσικþν δυνÜμεων ως θεοτÞτων, οποιαδÞποτε κακοτυχßα Þ φυσικÞ καταστροφÞ αποδßδεται στην οργÞ των θεþν. Στους τελευταßους οι ¸λληνες προσωποποιοýσανε τις κοσμικÝς δυνÜμεις που εßναι ισχυρüτερες απü τον ¢νθρωπο και "τη δρÜση των οποßων αναγνþριζαν στον κüσμο, στην κοινωνικÞ ζωÞ και στην προσωπικÞ ζωÞ του ατüμου".
ΑυτÞ τη περßοδο οριστικοποιοýνται κι οι πυρÞνες των ελληνικþν, μυητικþν μυστηριακþν λατρειþν, üπως του Διονýσου Þ της ΔÞμητρας, οι οποßες αρχικþς Ýχουν περιθωριακü και μη ελεγχüμενο απü το κρÜτος χαρακτÞρα. Εδþ φαßνεται καθαρÜ η προúστορικÞ πηγÞ της ελληνικÞς λατρεßας στην ανÜγκη ελÝγχου της σοδειÜς και της ετÞσιας βλÜστησης με τη βοÞθεια συμπαθητικÞς μαγεßας, με προσπÜθεια δηλαδÞ να ελεγχθεß ο ημερολογιακüς Þ ο καθημερινüς ηλιακüς κýκλος μÝσω συμβολικÞς μυθολογικÞς και τελετουργικÞς αναπαρÜστασÞς του, Þ ακüμα και σε σαμανιστικÝς πρακτικÝς. Ωστüσο κατÜ τα τÝλη του 6ου αι. π.Χ. Ýνα κýμα μυστικισμοý, πιθανÜ καταγüμενο απü την Αßγυπτο, σαρþνει τον ελλαδικü χþρο. Η ελληνικÞ φιλοσοφßα, που εßχε Þδη γεννηθεß στην Ιωνßα, το προσεγγßζει κι Ýτσι εμφανßζεται η πρþιμη μεταφυσικÞ. Ο πυθαγορισμüς κι ο ορφισμüς αποτελοýνε τυπικÜ δεßγματα της εποχÞς, ενþ γρÞγορα τοπικÝς μυστηριακÝς λατρεßες (üπως τα Ελευσßνια ΜυστÞρια, τα ΜυστÞρια του Διονýσου Þ τα Καβεßρια ΜυστÞρια. ΣΗΜ: θα τα δοýμε παρακÜτω) επηρεÜζονται σημαντικÜ απü αυτÝς τις εξελßξεις.
ΚατÜ τη κλασσικÞν εποχÞ πια οι μυστηριακÝς λατρεßες κι ορισμÝνες φιλοσοφικÝς σχολÝς, üπως ο πυθαγορισμüς κι ο πλατωνισμüς, προσφÝρουνε πλÞρες μεταφυσικü κι ηθικü σýστημα καλυμμÝνο με τους κατÜλληλα προσαρμοσμÝνους μýθους της αρχαúκÞς εποχÞς. ΑυτÜ τα συστÞματα Þταν αντιληπτÜ ως προαιρετικÜ ιδιωτικÜ συμπληρþματα της κρατικÞς κοινοτικÞς αστικÞς λατρεßας κι επομÝνως, üσον αφορÜ στους πολßτες που Þταν μυημÝνοι σε αυτÜ, θα μποροýσε κανεßς να μιλÞσει για πλÞρη θρησκεßα. ΣυνÝχιζαν üμως να βρßσκονται στο περιθþριο και να αφοροýνε περιορισμÝνες ομÜδες του πληθυσμοý, προερχüμενες πιüτερο απü τις ανþτερες κοινωνικÝς τÜξεις. ΑνÜμεσα στ' Üλλα ριζοσπαστικÜ στοιχεßα, ο ΠλÜτων στρÝφει τη προσοχÞ σ' Ýναν ανþτατο υπερβατικü, Üρρητο κι Üφατο Θεü ο οποßος αποτελεß αιτßα της ýπαρξης και λειτουργßας του κüσμου κι η διÜνοιÜ του εκδηλþνεται στο ορατü πεδßο μüνο μÝσω των ουρανßων σωμÜτων, η τÝλεια περιοδικÞ κι αιþνια κßνηση των οποßων παραπÝμπει ταυτüχρονα σε θεüτητες αλλÜ και στις πλατωνικÝς ιδÝες. Αυτüς ο ¸νας Θεüς αποτελεß το Ýσχατο θεμÝλιο της μεταφυσικÞς κι ηθικÞς κοσμικÞς τÜξης στη σκÝψη των περισσüτερων φιλοσüφων της περιüδου. Η κοινοτικÞ αστικÞ λατρεßα φτÜνει σε μιαν ασταθÞ ισορροπßα με αυτÝς τις νÝες, πιο ιδιωτικÝς θρησκευτικÝς τÜσεις της κλασσικÞς εποχÞς χωρßς να λεßψουν οι συγκροýσεις (π.χ. η διδασκαλßα των σοφιστþν κι η εκτÝλεση του ΣωκρÜτη απü το αθηναúκü κρÜτος).
Για τις νÝες λατρευτικÝς συνÞθειες ο Ηρüδοτος στο Β' βιβλßο ΕυτÝρπη, μας γνωστοποιεß πως η προÝλευσÞ του üλων των θεþν του πανθÝου Þταν απü τους αρχαßους Αιγýπτιους, üπου Þταν οι 1οι που δημιουργÞσανε τα ονüματα των 12 θεþν, ιδρýσανε βωμοýς, αγÜλματα και ναοýς προς τιμÞ τους κι Ýπειτα τα υιοθÝτησαν οι ¸λληνες. Ο Ηρüδοτος συνεχßζει λßγο παρακÜτω και προσθÝτει üτι τα ονüματα üλων το θεοτÞτων που προÞλθαν Þτανε γνωστÜ στους Αιγýπτιους απü τα βÜθη των αιþνων με μüνες εξαιρÝσεις, απü τα ονüματα του Ποσειδþνα τον οποßο Ýμαθαν απü τους Λßβυους και των Διüσκουρων κι üτι η λατρεßα τους εγκαθιδρýθηκε και καθορßστηκε με βÜση τους Αιγυπτßους. Εν γÝνει η ελληνικÞ θρησκεßα στον ελληνιστικü και ρωμαúκü κüσμο υπÝστη σημαντικÝς τροποποιÞσεις. Ο διευρυμÝνος συγκρητισμüς (συγκρητισμüς=ο συνδυασμüς διαφορετικþν (συχνÜ φαινομενικÜ απλþς διαφορετικþν) πßστεων, συνÞθως αναμειγνýοντας πρακτικÝς ποικßλων σχολþν σκÝψης. Ο συγκρητισμüς μπορεß να περιλαμβÜνει τη μεßξη και αναλογßα αρκετþν αυθεντικÜ ξεχωριστþν παραδüσεων, ειδικÜ στη θεολογßα και τη μυθολογßα της θρησκεßας, επιβÜλλοντας Ýτσι μια υποκεßμενη ενüτητα και επιτρÝποντας μια περιεκτικÞ προσÝγγιση Üλλων δογμÜτων. Ο συγκρητισμüς συμβαßνει συχνÜ σε εκφÜνσεις της τÝχνης και του πολιτισμοý (γνωστüς ως εκλεκτικισμüς) καθþς και στην πολιτικÞ (συγκρητιστικÞ πολιτικÞ). Θρησκευτικüς συγκρητισμüς υπÞρχε επßσης üχι μüνο στην αρχαßα ΕλλÜδα κατÜ τη μετακλασικÞ εποχÞ αλλÜ και στην αρχαßα Ρþμη την εποχÞ του Μ. Κωνσταντßνου. ΑρχικÞ σημασßα του üρου, üπως απαντÜται στον Πλοýταρχο ΧαιρωνÝα, Þταν ο συνασπισμüς των Κρητþν εναντßον των ξÝνων αντιπÜλων τους. Θεοδüσης Πελεγρßνης Λεξικü της Φιλοσοφßας γ' Ýκδοση ΕλληνικÜ ΓρÜμματα ΑθÞνα 2005) της εποχÞς σμιλεýει ιδιüρρυθμα θρησκευτικÜ αμαλγÜματα. Οι περισσüτερες μυστηριακÝς λατρεßες πλÝον εßναι υπü στιβαρü κρατικü Ýλεγχο (ιδιαιτÝρως στις ελληνιστικÝς μοναρχßες) και, παρÜ την υποχþρηση του πλατωνισμοý, συντηροýνε περιθωριακü κλßμα μυστικισμοý. ΝÝες μυστηριακÝς θεüτητες και λατρεßες συνθÝτονται ηθελημÝνα, μÝσω εκλεκτισμοý Þ προσαρμογþν σε τοπικÜ πÜνθεα, καθþς εßναι φανερÞ η βαθýτερη ενüτητα των μεσογειακþν Μυστηρßων μεταξý τους και με τις μυστικιστικÝς φιλοσοφικÝς σχολÝς. Η τυπολατρικÞ αστικÞ θρησκεßα ωστüσο, αναμεμιγμÝνη πλÝον με παρεμφερεßς παραδüσεις της Εγγýς ΑνατολÞς, εßναι αυτÞ που εξακολουθεß ν' αποτελεß τη καρδιÜ της ελληνικÞς ευσÝβειας.
ΜÝχρι τον 1ο αι. π.Χ. üλος ο μεσογειακüς κüσμος περιÝρχεται στο ρωμαúκü κρÜτος, θÝτοντας Ýτσι τÝρμα στην ελληνιστικÞ περßοδο. Οι Ρωμαßοι επηρεÜζονται βαθýτατα απü την ελληνικÞ φιλοσοφικÞ, θρησκευτικÞ και λογοτεχνικÞ παρÜδοση και, μÝσω της interpretatio romana, (ΡωμαúκÞ Ερμηνεßα), υιοθετοýν üλες τις üψεις της ελληνικÞς κουλτοýρας παρÜγοντας το τελικü κρÜμα του ελληνορρωμαúκοý πολιτισμοý. Ο τελευταßος επικρατεß καθολικÜ στις ανþτερες κοινωνικÝς τÜξεις της ΡωμαúκÞς Αυτοκρατορßας, οι οποßες μÜλιστα εßναι συνÞθως 2γλωσσες μιλþντας Üπταιστα τüσο λατινικÜ üσο κι ελληνικÜ και με αυτü τον τρüπο η ελληνικÞ θρησκεßα διαδßδεται σε κÜθε γωνιÜ της Αυτοκρατορßας, απü τη Βρετανßα ως τη Συρßα κι απü τη Μοισßα ως τη Μαυριτανßα. ¼λος ο ζωτικüς χþρος του Ελληνισμοý (μικρασιατικÜ παρÜλια, νüτια ΒαλκÜνια, ΜεγÜλη ΕλλÜδα και διÜσπαρτες παραλιακÝς αποικßες ανÜ τη Μεσüγειο θÜλασσα), αλλÜ κι οι (Ýστω κι επιφανειακÜ) εξελληνισμÝνες επικρÜτειες των ελληνιστικþν μοναρχιþν, εßναι πλÝον ενοποιημÝνες σ' Ýνα κοινü κρατικü και πολιτιστικü μüρφωμα. Στο πλαßσιο του κοινοý ελληνορρωμαúκοý πολιτισμοý η αστικÞ ελληνικÞ κι η ρωμαúκÞ θρησκεßα, παρÜ τις μικροδιαφορÝς στην ονοματολογßα και στο πÜνθεον, σχεδüν ταυτßζονται απü Üποψη λειτουργßας και δοξασιþν.
Σε üλη τη Μεσüγειο διαδßδεται η αντßληψη üτι οι παλαιοß θεοß παραστÝκονται συνεχþς στους ανθρþπους, αποστÝλλοντας τους προγνωστικÜ üνειρα, χρησμοýς στα μαντεßα Þ θεραπεßες απü ασθÝνειες, αρκεß αυτοß να σÝβονται τις παραδοσιακÝς λατρευτικÝς τελετουργßες και συνÞθειες προκειμÝνου να κερδßζουνε την εýνοια τους. ¸τσι λοιπüν επικρατεß Ýνα συντηρητικü θρησκευτικü κλßμα, στραμμÝνο στα πατροπαρÜδοτα Þθη κι Ýθιμα κÜθε πüλης, σýμφωνα με τις τυπολατρικÝς ελληνικÝς πρακτικÝς που ξαπλωθÞκανε κατÜ την ελληνιστικÞ και τη ρωμαúκÞ εποχÞ σε ΑνατολÞ και Δýση. Ο καθÝνας ωστüσο, απü τη στιγμÞ που εκπλÞρωνε τα τελετουργικÜ του καθÞκοντα που εξασφαλßζανε την επιμÝλεια των θεþν (θυσßες, προσφορÝς, τελετÝς), Þταν ελεýθερος να λατρεýει üποια επιμÝρους μεσογειακÞ Þ ανατολικÞ θεüτητα προτιμοýσε, αφοý τüσο το ελληνορρωμαúκü πÜνθεον üσο κι ο ¼σιρις, ο ¢δωνις, ο ¢ττις, ο ΣÝραπις Þ Üλλες θεüτητες μυστηριακþν λατρειþν θεωροýνταν περιστασιακÝς, κατþτερες κι ισοδýναμες ενσαρκþσεις του Ενüς ¾ψιστου Θεοý, της υπερβατικÞς κι υπερκüσμιας οντüτητας των Μυστηρßων και του ΠλÜτωνα που κυβερνοýσε τα πÜντα. Μßα πλειÜδα τÝτοιων κατþτερων θεοτÞτων Ýμοιαζε απαραßτητη ως δýναμη μεσολÜβησης μεταξý του Üφατου Ενüς Θεοý, απρüσιτου κατασκευαστÞ του Σýμπαντος, και των ανθρþπων.
ΑυτÝς οι αντιλÞψεις συντηροýσανε στους κινοýντες τη δημüσια ζωÞ πολßτες Ýνα αßσθημα ενüτητας, ασφÜλειας και συμμετοχÞς στον «καλλßτερο δυνατü κüσμο» για τον οποßον προνοοýσαν οι παμπÜλαιοι θεοß· κατ' αυτü τον τρüπο η επßσημη τυπολατρικÞ θρησκευτικÞ πρακτικÞ διατηροýσε τη κοινωνικÞ συνοχÞ και το κοινωνικοπολιτικü status quo, ενþ βαθýτερο φιλοσοφικü περιεχüμενο μποροýσε Ýκαστος, ιδιωτικÜ και προαιρετικÜ, ν' ανακαλýψει στις συμπληρωματικÝς μυστικιστικÝς πρακτικÝς των Μυστηρßων και στη συναφÞ διδασκαλßα των ΕλλÞνων φιλοσüφων. ¸τσι η αστικÞ λατρευτικÞ θρησκεßα, οι μυστηριακÝς λατρεßες κι η φιλοσοφßα αποτελοýσαν Ýνα σýστημα 3 αλληλÝνδετων πυλþνων διανοητικÞς καλλιÝργειας και συμμετοχÞς στον ελληνορρωμαúκü πολιτισμü. Η τυπικÞ θρησκευτικÞ λατρεßα των νεκρþν ηγετþν της Αυτοκρατορßας και της ßδιας της Ρþμης, πολιτικÞ τακτικÞ πολιτισμικÞς ομογενοποßησης που 'μοιαζε πιüτερο με üρκο πßστης και διαδüθηκε απü τη περßοδο του Αυγοýστου, συμπλÞρωνε την εικüνα του κλßματος της εποχÞς.
¼μως Þδη απü τους ýστερους ρεπουμπλικανικοýς χρüνους οι μυστηριακÝς λατρεßες, οι μυστικιστικÝς φιλοσοφικÝς σχολÝς που δßναν Ýμφαση στη μεταφυσικÞ, η ελληνιστικÞ μαγεßα, η διÜχυτη δεισιδαιμονßα και κÜθε τýπος συστηματοποιημÝνης γνþσης Þ πρακτικÞς που υποσχüτανε στις κατþτερες και μεσαßες κοινωνικÝς τÜξεις του ρωμαúκοý κρÜτους απüδραση απü τη δυσÜρεστη καθημερινÞ πραγματικüτητα Þ εýκολη χειραγþγηση της με σκοπü το ατομικü üφελος, περιθωριακÜ Þ ελιτιστικÜ φαινüμενα σε περασμÝνες εποχÝς, γßνονταν üλο και πιο δημοφιλÞ παρÜ τις κατÜ καιροýς εκκαθαριστικÝς αστυνομικÝς επιχειρÞσεις που στοχεýανε στην εκμηδÝνιση ταραχοποιþν κι ανατρεπτικþν στοιχεßων. Οι λüγοι Þταν πολλοß. Η κοσμοπολßτικη, «οικουμενικÞ» ατμüσφαιρα που 'χεν επικρατÞσει στην αυστηρþς ταξικÜ ιεραρχημÝνη Αυτοκρατορßα των Αντωνßνων, εις διεθνισμüς που αποτελοýσε κληρονομιÜ της ελληνιστικÞς περιüδου και τþρα εßχε γιγαντωθεß προκαλοýσε στις μετακινοýμενες κι ημιμαθεßς μικροαστικÝς τÜξεις αισθÞματα αλλοτρßωσης, αποξÝνωσης και μοναξιÜς. Ο κüσμος φαινüταν σκληρüς κι απρüσωπος ενþ απü την ανθρþπινη ζωÞ Ýμοιαζε να λεßπει νüημα. Στην αναπτυγμÝνη ρωμαúκÞ ΑνατολÞ Ýμποροι και τεχνßτες μετακινοýνταν Üνετα για επαγγελματικοýς λüγους απü τη Συρßα ως τη Γαλατßα μιλþντας μüνον ελληνικÜ και νιþθοντας αποκομμÝνοι απü τον τüπο τους και τις παραδüσεις του, ενþ οι ευκατÜστατες ολιγαρχßες κÜθε πüλης παραμÝνανε πεισματικÜ κι επιδεικτικÜ προσκολλημÝνες σε αναχρονιστικοýς τοπικοýς κþδικες, τελετουργßες κι Ýθιμα που στüχευαν στην ικανοποßηση της αυταρÝσκειας της εγχþριας ελßτ.
Η φιλοσοφßα κι η κλασσικÞ ελληνορρωμαúκÞ παιδεßα Þταν Üτυπα «απαγορευμÝνη» για τη μεσαßα τÜξη και φυσικÜ για τη κατþτερη, λüγω της στÜσης της ρωμαúκÞς αριστοκρατßας που απ' το 2ον αι. μ. Χ. üρθωνε γýρω της αδιαπÝραστα τεßχη εγκαταλεßποντας τη κοινÞ ελληνικÞ γλþσσα προς üφελος του αρχαúκοý αττικοý ιδιþματος της 2ης ΣοφιστικÞς, καθιστþντας Ýτσι απροσπÝλαστη την ελληνορρωμαúκÞ φιλοσοφικÞ και λογοτεχνικÞ παρÜδοση για το ευρý κοινü. Μη βρßσκοντας στηρßγματα οýτε στη λατρεßα του κρÜτους Þ στην επßσημη τυπολατρικÞ ελληνικÞ θρησκεßα που εßχε συντηρητικü, τοπικιστικü κι απαρχαιωμÝνο χαρακτÞρα, üσοι νιþθανε ξÝνο τον κüσμο που τους περιÝβαλλε αγκÜλιασαν ευρýτερα την ελληνιστικÞ μαγεßα και μαντεßα, καθþς και τις φιλοσοφικÝς μυστηριακÝς λατρεßες της ανατολικÞς Μεσογεßου οι οποßες κÞρυτταν την αρετÞ, τη καθολικÞ αγÜπη και την ισüτητα των ανθρþπων. ΠλÝον το ζητοýμενο δεν Þταν η εýνοια των γεωγραφικÜ κατακερματισμÝνων κατþτερων θεοτÞτων του ελληνορρωμαúκοý πανθÝου αλλÜ η ενεργητικÞ χειραγþγηση της φýσης Þ του πεπρωμÝνου κι η Üμεση, μυστικιστικÞ επαφÞ με τον παγκüσμιο ¸ναν κι ¢φατο Θεü του ΠλÜτωνα, τη μüνη δýναμη που μποροýσε να οπλßσει με ψυχικü σθÝνος τους αλλοτριωμÝνους, αποστασιοποιημÝνους απü τον κüσμο πολßτες της Αυτοκρατορßας. ¸τσι Üρχισε να διαμορφþνεται μßα, απροσδιüριστη ακüμα, απαßτηση για κÜποια «παγκüσμια», κοινÞ μυστηριακÞ θρησκεßα που θα διαγρÜφει τις τοπικÝς ιδιαιτερüτητες και θα συνεπικουρεßται απü νομοθετικü, διοικητικü και λατρευτικü σýστημα, κοινÜ για üλη τη ΡωμαúκÞ Αυτοκρατορßα, που θα υπερκαλýπτουνε τις κατÜ τüπους αστικÝς παραδüσεις υπονομεýοντας την ισχý των τοπικþν ολιγαρχιþν, ελßτ κι ιερατεßων προς üφελος του υπερκεßμενου «παγκüσμιου» ρωμαúκοý κρÜτους.
Στον πυρÞνα üλων αυτþν των νÝων τÜσεων της λαúκÞς διανüησης, üπως και των παλαιüτερων μυστηριακþν λατρειþν, κρυβüταν η πλατωνικÞ ιδÝα του αιþνιου κι ασþματου πνεýματος, καμωμÝνου απü θεúκÞν ουσßα, που Þτανε παγιδευμÝνο στην ανθρþπινη σÜρκα και περßμενε ν' ανακαλυφθεß. Ως παρενÝργεια η σÜρκα, η ýλη κι η φýση Üρχισαν να θεωροýνται βδελυροý και ποταποý χαρακτÞρα Þ Ýστω αμετÜκλητα απομακρυσμÝνες απü τον αγαθü παγκüσμιο Θεü, σýμφωνα με Ýναν ακραßο πλατωνισμü που ταßριαζε στη καθημερινÞ κακοδαιμονßα που βßωναν οι κατþτερες, ακüμα κι οι μεσαßες, κοινωνικÝς τÜξεις της εποχÞς. ¸τσι οι διδασκαλßες των μεσογειακþν Μυστηρßων και των πλατωνικþν φιλοσüφων, εμποτισμÝνες με πιο λαúκü και πιο δεισιδαßμονα χαρακτÞρα, ριζοσπαστικοποιοýνται και ριζþνουνε στο ευρý κοινü üσο ποτÝ Üλλοτε. Οι περισσüτεροι πολßτες τοποθÝτησαν τις ελπßδες τους για το μÝλλον στην αιþνια, μεταθανÜτια ζωÞ του Üφθαρτου πνεýματος τους, ενþ αποβλÝπανε στη λýτρωση, τη σωτηρßα Þ τη φþτιση της ψυχÞς τους μÝσω ενüς κατÜλληλου, ευσεβοýς Þ ασκητικοý, επßγειου βßου. Η περιορισμÝνη ανεξιθρησκßα της ΡωμαúκÞς Αυτοκρατορßας, που ανεχüταν οποιαδÞποτε λατρεßα δεν αμφισβητοýσε ευθÝως το κατεστημÝνο και την επßσημη κουλτοýρα, υποβοÞθησε την εξÜπλωση αυτþν των αντιλÞψεων.
Οι εν λüγω θρησκευτικÝς εξελßξεις Þταν εν μÝρει απüρροια της σταδιακÞς αντικατÜστασης στη συνεßδηση των κατþτερων κοινωνικþν τÜξεων του εμπειρισμοý και της πραγματιστικÞς αριστοτελικÞς σκÝψης απü τη μαγεßα, τη μαντεßα και τη δεισιδαιμονßα, ανεξαρτÞτως απü το παλαιüτερο θρησκευτικü τους υπüβαθρο, μßας τÜσης που εßχεν Þδη διαφανεß απü τη πρþιμη ελληνιστικÞ εποχÞ. Η Αßγυπτος των Πτολεμαßων αποτÝλεσε πραγματικü καμßνι συγκρητισμοý üπου ετερογενÞ αλλÜ παρεμφερÞ ρεýματα γνþσης σφυρηλατηθÞκανε σε συνεκτικü κρÜμα κι η μαγεßα συστηματοποιÞθηκε σ' εφαρμοσμÝνη επιστÞμη, που μποροýσε να διδαχθεß και να συμβαδßζει με τη φυσικÞ φιλοσοφßα. Η διÜδοση αυτþν των αντιλÞψεων υποβοÞθησε την εξÜπλωση πιο δεισιδαιμονικÞς εκδοχÞς των μυστηριακþν λατρειþν που Ýδινε Ýμφαση στις τελετουργßες, κοινü χαρακτηριστικü τüσο της θρησκεßας üσο και της μαγεßας. Επß Αντωνßνων ακüμη κι ο ορθολογισμüς, που σε παλαιüτερες εποχÝς επαινÝθηκε απü τις πυθαγüρειες και πλατωνικÝς διδασκαλßες, υποχωρεß ως γνωσιολογικÞ μÝθοδος προς üφελος της εκστατικÞς αποκÜλυψης· γεγονüς που ανακλÜται τüσο στις θρησκευτικÝς üσο και στις φιλοσοφικÝς εξελßξεις.
¼λες οι ανωτÝρω τÜσεις μετÜ το 2ο αι. τεßνουν απü περιθωριακÝς να γßνουνε κανüνας στη ρωμαúκÞ κοινωνßα. Η σοβαρÞ κρßση του ρωμαúκοý κρÜτους σ' üλους τους τομεßς κατÜ τα μÝσα του 3ου αι. επιτεßνει τη κατÜσταση καθþς η αστικÞ ελληνορρωμαúκÞ θρησκεßα, χτυπημÝνη απü την υποχρηματοδüτηση των ναþν και των τελετουργιþν αλλÜ κι απü την εξÜπλωση μυστηριακþν υποκατÜστατων, υποχωρεß σημαντικÜ. Απü την κρßση αυτÞ περισσüτερο επωφελεßται ο χριστιανισμüς με το συγκεντρωτικü, Üκαμπτα οργανωμÝνο, αποτελεσματικü κι ευÝλικτο ιερατεßο του, την Εκκλησßα. Ο χριστιανισμüς διαδßδεται ευρýτατα στις μεσαßες αστικÝς τÜξεις, καλýπτοντας το κενü που Üφησε η υποχþρηση της τυπολατρικÞς ελληνορρωμαúκÞς θρησκεßας κι η Εκκλησßα αρχßζει να αποκτÜ πολιτικÞ ισχý κι αυξανüμενους πüρους. Την ßδια στιγμÞ üμως στην ΑλεξÜνδρεια εμφανßζεται Ýνα καινοýργιο φιλοσοφικü κßνημα, ο νεοπλατωνισμüς. Ο σπουδαιüτερος εκπρüσωπος του, ο Πλωτßνος, επανερμÞνευσε τον ΠλÜτωνα μονιστικÜ (μονισμüς Þ ενισμüς εßναι η θεωρßα που ανÜγει τη ποικιλßα του κüσμου σε μßα ενüτητα μÝσω του πνεýματος. Ο μονισμüς δÝχεται μια μüνον αρχÞ των üντων κι αντιτßθεται απüλυτα στο δυúσμü Þ στις θεωρßες "περß πολλþν ουσιþν". Υποστηρßζει δηλαδÞ τη μοναδικüτητα της πραγματικüτητας και την ýπαρξη μιας μüνο ουσßας στο σýμπαν. ¸τσι, μονιστÝς π.χ. Þταν οι ºωνες φιλüσοφοι οι οποßοι Ýκαναν αναγωγÞ üλων των πραγμÜτων σε μια α' ýλη, ο ΘαλÞς ο ΜιλÞσιος στο νερü, ο ΑναξιμÝνης στον αÝρα, ο ΗρÜκλειτος στη φωτιÜ. Οι 2 σημαντικüτερες κατηγορßες του μονισμοý, εßναι ο υλισμüς κι ο ιδεαλισμüς. Για τον 1ο, μοναδικÞ ουσßα του σýμπαντος εßναι η ýλη, ενþ για το 2ο το πνεýμα. Ο ερμηνευτικüς μονισμüς επιχειρεß την ερμηνεßα μιας σειρÜς φαινομÝνων με αναγωγÞ τους σε μια αρχÞ, σ' Ýνα και μüνο παρÜγοντα. Παρ' üλα αυτÜ η πλουραλιστικÞ θεþρηση κι ερμηνεßα των φαινομÝνων θεωρεßται απü πολλοýς πιο σωστÞ κι αντικειμενικÞ. Ο αξιολογικüς μονισμüς Ýγκειται στη μονομερÞ κατÜφαση μιας και μüνης αξßας και στη παραγνþριση των Üλλων (π.χ. αποδοχÞ μüνο της θρησκευτικÞς Þ μüνο της αισθητικÞς αξßας) Αντßθετες προς το μονισμü θεωρßες εßναι η διαρχßα κι ο πλουραλισμüς) και πανενθεúστικÜ, ενþ υπÞρξε υπÝρμαχος του μυστικισμοý και της ατομικÞς βýθισης, μÝσω του διαλογισμοý και της ενδοσκüπησης, στην ενιαßα θεßα δýναμη, τον αιþνιο κüσμο των ιδεþν. ¸τσι πρüσφερε λυτρωτικÞ φιλοσοφßα που δεχüτανε τη δυνατüτητα ανýψωσης του ανθρþπινου πνεýματος στο τÝλειο, πλÞρη διδασκαλßα που συνταßριαζε την ελληνικÞ φιλοσοφßα με τη τυπολατρικÞ ελληνορρωμαúκÞ λατρευτικÞ παρÜδοση, ερμηνευμÝνη εκ νÝου μÝσω αφαιρετικþν σχημÜτων και μεταφορþν και με τις μυστηριακÝς θρησκεßες της ΑνατολÞς.
Ο νεοπλατωνισμüς αποτÝλεσε πολýτιμη γÝφυρα μεταξý του ριζοσπαστικοý ρεýματος της λαúκÞς διανüησης, που εξαπλþθηκε ευρýτατα κατÜ τον 3ο αι. και της φιλοσοφικÞς παιδεßας των καλλιεργημÝνων αστþν κι αριστοκρατþν, τη στιγμÞ που τα περισσüτερα παρεμφερÞ φιλοσοφικÜ και θρησκευτικÜ κινÞματα υπüσχονταν στις κατþτερες τÜξεις σωτηρßα δßχως ανÜγκη μελÝτης της κλασσικÞς ελληνορρωμαúκÞς παιδεßας. ΥπÞρξε το μαχητικü προπýργιο της συντηρητικÞς αριστοκρατßας σε μεταφυσικÝς διαμÜχες με το γνωστικισμü, το χριστιανισμü και κÜθε διανοητικü ρεýμα Þ μυστηριακÞ λατρεßα που απαρνιüτανε τη μακρüβια ελληνορρωμαúκÞ παρÜδοση Þ υιοθετοýσε τη ζοφερÞ, απορριπτικÞ ζωροαστρικÞ οπτικÞ απÝναντι στην ýλη, θεωρþντας τη βδελυρÞ και ταυτßζοντας τη με το Κακü, οπτικÞ που δε συμφωνοýσε με τις τυπικÝς ελληνικÝς πρακτικÝς αλλÜ Ýβρισκε απÞχηση στα λιγüτερο ευνοημÝνα κοινωνικÜ στρþματα. Ως φιλοσοφικü κßνημα Üκμασε στην ΑλεξÜνδρεια üπου γεννÞθηκε αλλÜ, ακüμα περισσüτερο, στην Ιταλßα και την ΕλλÜδα, καθþς εκεß συνÜντησε καθολικÞ αποδοχÞ ως σýγχρονη μετεξÝλιξη της κλασσικÞς πλατωνικÞς φιλοσοφßας και της ελληνικÞς λατρευτικÞς θρησκεßας, μßας ζωντανÞς παρÜδοσης με γερÝς ρßζες αιþνων στις εν λüγω περιοχÝς. Ως τις αρχÝς του 4ου αι. ο νεοπλατωνισμüς σχεδüν ταυτßστηκε με τον Ελληνισμü καθþς αυτüς Þτανε που ανÝλαβε να υπερασπßσει το ελληνορρωμαúκü πÜνθεον και την ελληνικÞ φιλοσοφßα και παιδεßα απü διανοητικÜ ρεýματα που εßτε απÝρριπταν (üπως ο χριστιανισμüς) εßτε υποκαθιστοýσαν (üπως ο γνωστικισμüς) την ελληνορρωμαúκÞ παρÜδοση, ρεýματα που η συντηρητικÞ αριστοκρατßα αποδοκßμαζε ως βαρβαρικÜ. ΚυριολεκτικÜ η αρχαßα ελληνικÞ θρησκεßα συσπειρþθηκε γýρω απü τον νεοπλατωνισμü, σε μßα εποχÞ που ο διαδεδομÝνος χριστιανισμüς, για διÜφορους λüγους, Üρχιζε να κερδßζει τη προτßμηση των Ρωμαßων Αυτοκρατüρων ως ενοποιητικüς μηχανισμüς του απÝραντου κρÜτους τους.
ΑΘΕÚΣΜ¼Σ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ: Ε ναι σßγουρα θα κρατοýσε κι αυτüς Ýνα πüστο κι εßναι Üξιο να μνημονευτεß, γι' αυτü προχωρÜμε με αυτü. Ο αθεúσμüς στην Αρχαßα ΕλλÜδα γßνεται εμφανÞς στο 2ο μισü του 5ου αι. π.Χ. ¼πως κι οι ρßζες της δυτικÞς Φιλοσοφßας, Ýτσι και της αθεÀας, βρßσκονται στην Αρχαßα ΕλλÜδα του 6ους αι. ΠΚΕ. Στον ελληνικü κüσμο, εμφανßστηκε το φαινüμενο της αθεÀας σε üλη του τη ποικιλßα. Ωστüσο η λÝξη Ýπαιρνε πολλÝς σημασßες: απü τον πολÝμιο κι ενÜντιο των παραδοσιακþν θεþν ως τον πιστü μιας Üλλης θρησκεßας. Τα προσωκρατικÜ φιλοσοφικÜ ρεýματα, προσÝγγισαν την αλÞθεια απü ορθολογιστικÞ σκοπιÜ. Ωστüσο συνÝχεαν τη φýση με τη θεüτητα, αποδßδοντας μεγÜλη σημασßα στη 1η, þστε ο πυρÞνας του πανθεúσμοý τους να βρßσκεται σε απüσταση αναπνοÞς απü την αθεÀα. Πολý εýκολα η θεωρßα τους μποροýσε να εκτραπεß προς τον φυσιοκρατικü υλισμü. ΠυρÞνας της σκÝψης τους Þτανε πως υπÜρχει μια ουσιαστικÞ κι ακατÜληπτη πραγματικüτητα, η ýλη, που οι απλÝς μεταστοιχειþσεις της εßναι τα üντα. Ο ΘαλÞς θεωροýσε πως η πραγματικüτητα Þτανε το νερü, ο ΑναξιμÝνης ο αÝρας, ο ΗρÜκλειτος η φωτιÜ κι Üλλοι η Γη. ΑυτÞ η υλοζωικÞ Üποψη θεωρεßται η αφετηρßα του υλισμοý. Η ανÜπτυξη της αθεÀας στην Αρχαßα ΕλλÜδα φαßνεται να σχετßζεται με την ýπαρξη πολλþν αυτüνομων πüλεων και την απουσßα μιας κοινÜ αποδεκτÞς ηθικÞς αρχÞς που να περιορßζει τη σκÝψη üσον αφορÜ τις θεüτητες.
Η κλßση των προσωκρατικþν φιλοσοφικþν ρευμÜτων Þταν καταφανÝστατα προς την αθεÀα. Ο Αναξßμανδρος ο ΜιλÞσιος αναφÝρει πως η υλικÞ αιτßα και το πρþτο στοιχεßο των πραγμÜτων εßναι το Üπειρον (δηλαδÞ το ακαθüριστο, το αρχικü χÜος) και μÜλιστα ισχυριζüταν πως αυτÞ η ουσßα δεν Þταν κÜποιο απü τα στοιχεßα που μποροýμε να παρατηρÞσουμε (νερü, φωτιÜ, Üνεμος). Ο ΞενοφÜνης ο Κολωφþνιος τον 6ο αι. ΠΚΕ Üσκησε κριτικÞ στον ανθρωπομορφισμü της θρησκεßας (δÞλωνε πως «αν τα Üλογα και τα βüδια εßχανε τα χÝρια και μποροýσαν να ζωγραφßσουν οι θεοß τους θα ‘Ýμοιαζαν πολý με Üλογα και βüδια»). Ο ΞενοφÜνης υποστÞριζε πως υπÞρχε Ýνα Ον αιþνιο, το οποßο εßναι αδιαχþριστο απü την ýλη. Σýμφωνα με τον ΞενοφÜνη «0 Üνθρωπος αγνοεß και θα αγνοεß την αλÞθεια σχετικÜ με τους θεοýς».
Ο Αναξαγüρας, τον 5ο αι. ΠΚΕ, ισχυριζüτανε πως ο ¹λιος Þτανε πýρινη μÜζα μεγαλýτερη απ' τη Πελοπüννησο, μια ιδÝα που κρßθηκε ως αθεúστικÞ την εποχÞ του. Ο Αναξαγüρας μüλις εßχε αποκαθηλþσει τον ¹λιο, τον οποßο οι Αθηναßοι πßστευαν για θεü. O ΗρÜκλειτος πßστευε σ' Ýν ημιαυτüνομο σýμπαν που σβÞνει κι ανÜβει εις το διηνεκÝς. Την ßδια εποχÞ, ο Παρμενßδης δßδασκε πως ο κüσμος αυτüς, ανεξαρτÞτως αν αποκληθεß θεüς Þ μη, παραμÝνει η μüνη πραγματικüτητα. Ο Claude Tresmontant τον χαρακτÞρισε ως τον πατÝρα του υλισμοý και των υλιστþν «...εφüσον πρεσβεýει πως ο φυσικüς κüσμος εßναι το απüλυτο ον». Την ßδια εποχÞ, ο Σικελüς ΕμπεδοκλÞς ο Ακραγαντßνος υποστÞριζε πως υπÜρχει Ýνας αιþνιος Üπλαστος κüσμος, εντüς του οποßου δεν χÜνεται τßποτα και δεν δημιουργεßται τßποτα αλλÜ πως πÜντα μετασχηματßζονται. Σýμφωνα με τον ΕμπεδοκλÞ, οι θεοß δεν Þταν παρÜ μυθικÝς προσωποποιÞσεις των στοιχεßων που συνÝθεταν τον κüσμο. Οι 1ες πλÞρως υλιστικÝς θεωρßες, εμφανßστηκαν απü τους ατομιστÝς Λεýκιππο και τον μαθητÞ του, Δημüκριτο τον 5ο αι. ΠΚΕ. ΠροσπÜθησαν να εξηγÞσουνε τη δημιουργßα του κüσμου μες απü τη κßνηση του ατüμου σε Ýνα Üπειρο σýμπαν κι εßναι αδιαßρετο, πλÞρες, υλικü και πÜρα πολý μικρü. Τα Üτομα αυτÜ συνδυÜζονται και διαμορφþνουν üλα τα σþματα του κüσμου, αδρανÞ κι Ýμβια -ακüμη και τον Üνθρωπο, το σþμα του οποßου εßναι απλþς μια πολυπλοκüτερη δομÞ ýλης.
Τον 5ο αι. η αντιπαρÜθεση ανÜμεσα στην υλιστικÞ αθεÀα και την ελληνικÞ θρησκευτικÞ παρÜδοση, αυξÞθηκε απüτομα. ΒασικÞ αιτßα αποτÝλεσε ο 30ετÞς πüλεμος üπου η πüλη-κρÜτος αγκιστρωνüτανε σ' οτιδÞποτε ενσÜρκωνε την ενüτητα της. Οι θεοß της, δεν Þτανε πλÝον απαλÞ πßστη, αλλÜ συνεκτικü στοιχεßο. Οι θεωρßες των φιλοσüφων, Üκρως ατομικιστικÝς κι οικουμενικÝς δεν μποροýσαν να αποτελÝσουν πατριωτικü συνδετικü υλικü. Ο αμφισβητßας των θεþν γινüταν προδüτης και διÜβρωνε τη φιλοπατρßα των νÝων. Επßσης, ιδεαλιστÝς φιλüσοφοι- κυρßως ο ΠλÜτωνας- συνÝδεσε τον αθεúσμü με την ανηθικüτητα. Νομικü Ýρεισμα για τις διþξεις üσων μποροýσαν να κατηγορηθοýνε για αθεúσμü, αποτÝλεσε το ψÞφισμα του 432 ΠΚΕ, με εισηγητÞ τον Διοπεßθη, στην ΑθÞνα. Το ψÞφισμα προÝβλεπε την υποχρεωτικÞ δßωξη üσων δεν πιστεýουνε στους αναγνωρισμÝνους θεοýς της πολιτεßας. O Διοπεßθης, ο οποßος Þταν μÜντης, δροýσε υπερασπιζüμενος τα συντεχνιακÜ συμφÝροντα του ιερατεßου καθþς οι ορθολογιστικÝς εξηγÞσεις και φιλοσοφßα, υπονομεýανε την αξιοπιστßα των μÜντεων, που αποδßδανε τα φαινüμενα στους Θεοýς.
Η επßθεση του ΠλÜτωνα στην αθεÀα, Þτανε καταλυτικÞ. Ξεκßνησε διαπιστþνοντας πως η αθεúα εßναι κοινÞ πεποßθηση και χþρισε τους Üθεους σε 3 κατηγορßες: αυτοýς που δεν πιστεýουν πως υπÜρχουν θεοß, αυτοß που πιστεýουν πως οι θεοß δεν νοιÜζονται για τα ανθρþπινα πρÜγματα κι αυτοß που προσπαθοýν να ξεγελÜσουνε τους θεοýς με θυσßες. ΚÜλεσε τους Üθεους ν' αποδεßξουν üτι υπÜρχουν θεοß, και συνÝδεσε την αθεÀα με την ανηθικüτητα και τον αντιπατριωτισμü. Απορρßπτανε τους θεοýς, σýμφωνα με τον ΠλÜτωνα, επειδÞ Þταν «ανßκανοι να υποτÜξουν την ηδονÞ και τα πÜθη τους» Ο ΠλÜτων ανÝπτυξε μια ριζικÜ δυúστικÞ αντßληψη της πραγματικüτητας (η ανθρþπινη ψυχÞ προηγεßται του σþματος και συνδÝεται με την ψυχÞ του κüσμου, δηλαδÞ την ψυχÞ των θεþν). ¢ρα οι Üθεοι, αρνοýνται την ýπαρξη του ευγενÝστερου Þμισυ της πραγματικüτητας, αποδεχüμενοι μüνο την ýλη. ¸κτοτε, Üλλαξε ο τρüπος αντιμετþπισης της αθεÀας-μÝχρι τüτε τη θεωροýσανε στη χειρüτερη περßπτωση ως σφÜλμα. Απü τοýδε και στο εξÞς, Þτανε τεκμηρßωση κακοπιστßας κι ηθικÞς ευτÝλειας, κοινωνικÜ αποδομητικÞ. Ο ΠλÜτων πρüτεινε κι αυτüς διÜφορες ποινÝς για πÜταξη της αθεÀας, ανÜλογα με το εßδος της. Οι πολßτες επßσης, θα Ýπρεπε να καταδικÜσουνε τους Üθεους κι üποιος δεν το Ýπραττε θα θεωρεßτο κι αυτüς ασεβÞς.
Με βÜση το ψÞφισμα του Διοπεßδη, καταδικÜστηκε ο Πρωταγüρας ο οποßος συνÝθεσε περß τα 415 ΠΚΕ την πραγματεßα «περß Θεþν» απü την οποßα διασþζεται μüνο η 1η πρüταση:«Ως προς τους θεοýς, εßναι αδýνατο να γνωρßζω αν υπÜρχουν Þ üχι, Þ ποια εßναι η μορφÞ τους· τα στοιχεßα που εμποδßζουν τη γνþση μου εßναι πολλÜ, üπως η ασÜφεια του ζητÞματος και η συντομßα του ανθρþπινου βßου» Σýμφωνα με τον ΔιογÝνη ΛαÝρτιο τα βιβλßα του παραδüθηκαν στη πυρÜ κÜτι που συνιστÜ το πρþτο auto-da-fé (Üουτο ντα φε, -πρÜξη πßστης-, θÜνατος στη πυρÜ, θανÜτωση στη πυρÜ, πρÜξη καταστροφÞς διÜ της πυρÜς, η τιμωρßα που επÝβαλε η ΙερÜ ΕξÝταση) της ιστορßας της Δýσης. Ο Αναξαγüρας καταδικÜστηκε, αν κι η ποινÞ του δεν εßναι γνωστÞ. Ο ΠερικλÞς πÜντως, επενÝβη υπÝρ του και τονε προστÜτεψε, üπως εßχε κι Üλλους «ασεβεßς» στο παρελθüν. ΠÝραν απü τον Πρωταγüρα, ο Αναξαγüρας ο ΚλαζομÝνιος που 'χε διακριθεß στη μελÝτη της μετεωρολογßας κι αστρολογßας, εξηγοýσε με ορθολογιστικÜ κριτÞρια τα φυσικÜ φαινüμενα. Το κεßμενο της τελικÞς ποινÞς παραμÝνει Üγνωστο, αναφÝρονται üμως η φυλÜκιση, ο οστρακισμüς και ο θÜνατος. ΠαρενÝβη ο ΠερικλÞς υπÝρ του.
¢λλη λαμπρÞ προσωπικüτητα η οποßα καταδικÜστηκε σε θÜνατο για αθεÀα, Þταν ο ΣωκρÜτης. Οι θεολογικÝς απüψεις του ΣωκρÜτη πÜντως αμφισβητοýνται. Ο συντηρητικüς κωμικüς ΑριστοφÜνης τον παρουσßαζε ως Üθεο ενþ ο ΞενοφÜνης ως αρκετÜ θρησκευüμενο. Ο ΠλÜτων τονε παρουσιÜζει σαν μυστικιστÞ. Ο ßδιος εßχε δηλþσει στον Κρατýλο και τον Φαßδρο üτι δεν μπορεß ν' αποφανθεß σχετικÜ με τους μýθους και θεοýς. Ο ΣωκρÜτης κατηγορÞθηκε επßσης, üτι προσφεýγει στις φυσικÝς επιστÞμες για να διερευνÞσει τα μυστικÜ της φýσης, αν κι οι υποστηρικτÝς του αρνοýνται τις κατηγορßες. Ο Διαγüρας, καταδικÜστηκε τον ßδιο χρüνο με τον Πρωταγüρα, το 415 ΠΚΕ. Αν κι εßχε ξεκινÞσει Ýντονα θρησκευüμενος, μετÜ Ýγινε Üθεος. ΜαθÞτευσε στο Δημüκριτο και πεßσθηκε πως η θρησκευτικÞ πßστη αποτελεß τη συνÝπεια του ανθρþπινου τρüμου μπροστÜ στα φυσικÜ φαινüμενα. Μια Üλλη εκδοχÞ, εßναι üτι ο Διαγüρας Ýχασε τη πßστη του üταν Ýνας μαθητÞς του, του Ýγραψε Ýνα παιÜνα και μετÜ ευτýχισε. Το γεγονüς üτι δεν υπÞρχε θεßα δßκη Þ πρüνοια (που παραπÝμπει στο πρüβλημα του κακοý) Ýκανε το Διαγüρα να στραφεß στην αθεúα. Ο Διαγüρας γελοιοποßησε δημüσια το Θεü Διονýσιο, γελοιοποßησε τα Ελευσßνια ΜυστÞρια κι επικηρýχθηκε για να συλληφθεß νεκρüς Þ ζωντανüς. ºχνη απü δßκες για αθεúσμü σþζονται και για το ΔιογÝνη τον ΑπολλωνιÜτη, που θεωροýσε τους μýθους και τις θρησκεßες ως αλληγορßες και τßποτα περισσüτερο. Ο Στßλπων απü τα ΜÝγαρα πÜλι απÝφευγε ν' απαντÞσει δημüσια περß των θεþν ενþ περιγελοýσε τον ανθρωπομορφισμü των παραδοσιακþν θεþν. Ο Θεüδωρος ο ¢θεος, απü τη ΚυρÞνη (σÞμερα Λιβýη) θεωρεßται τυπικü παρÜδειγμα Üθεου. Πρεσβεýει üτι ο σοφüς εßναι υπερÜνω της συνηθισμÝνης ηθικÞς, υπερÜνω πατρßδας και θρησκεßας. ΔικÜστηκε απü τον ¢ρειο ΠÜγο κι εξορßστηκε. Φαßνεται ωστüσο πως αυτÝς οι διþξεις εßχαν μÜλλον πολιτικü χαρακτÞρα, καθþς υπÞρχαν ονομαστοß Üθεοι, οι οποßοι δεν διþχθηκαν ποτÝ, üπως ο ºππων ο Ρηγßνος κι ο φιλüσοφος του ýστερου 5ου αß. Αριστüδημος, ο οποßος συνÞθιζε να χλευÜζει τους πιστοýς.
Τον 5ο αι. ΠΚΕ, οι σοφιστÝς Üρχισαν να αμφισβητοýν αρκετÝς παραδοσιακÝς θεωρßες της ελληνικÞς κουλτοýρας. Ο Πρüδικος ο Κεßος θεωρεßται üτι ισχυρßστηκε πως ο Üνθρωπος επινüησε τις θεüτητες, απü ευγνωμοσýνη για τα αγαθÜ που του παρεßχε η φýση. O Πρüδικος εισηγÞθηκε μια θεωρßα 3 σταδßων για τις απαρχÝς του πολυθεúσμοý. ΑρχικÜ, ο πρωτüγονος Üνθρωπος αποκαλοýσε τα φροýτα, τους ποταμοýς και γενικÜ τα πρÜγματα απü τα οποßα Þταν εξαρτημÝνος, ως θεοýς. ΜετÜ, οι Üνθρωποι που επινοÞσανε πως να μεγιστοποιοýν τα οφÝλη απü αυτÝς τις α' ýλες, ονομÜστηκαν θεοß. Ο Πρüδικος εντüπιζε την Ýναρξη της θρησκεßας στη γεωργßα για την οποßα η ΑθÞνα παινευüταν üτι αυτÞ την επινüησε. Ο Πρωταγüρας, απü τα ¢βδηρα της ΘρÜκης, δÞλωσε: «Για τους θεοýς δε μπορþ να ξÝρω οýτε αν υπÜρχουν οýτε αν δεν υπÜρχουν οýτε ποια εßναι η μορφÞ τους. Γιατß πολλÜ πρÜγματα εμποδßζουν τη γνþση: η αδηλüτητα των θεþν και η βραχýτητα του ανθρωπßνου βßου». Ο Ευρυπßδης στο Ýργο του Βελλεροφþντης Ýγραφε «μερικοß λÝνε πως υπÜρχουν θεοß απü πÜνω μας; Δεν υπÜρχουν, üχι δεν υπÜρχουν μη σε ξεγελÜνε, μην αφÞσεις τους παλιοýς μýθους να σε παραπλανÞσουν». Ο σκεπτικισμüς του φαßνεται κι απü φρÜσεις üπως «οι θεοß, üποιοι κι αν εßναι οι θεοß» Þ «ο Ζεýς, üποιος κι αν εßναι ο Ζεýς». ΥπÜρχουν αναφορÝς üτι δικÜστηκε για αθεÀα, αλλÜ δεν εßναι βÝβαιο.
Ο ΑριστοφÜνης συνÝβαλε επßσης στην υποβÜθμιση των θεßων. Ο Θρασýμαχος αρνÞθηκε τη θεßα πρüνοια. Οι Στωικοß θεωροýνε πως οι θεοß εßναι αρχαßοι επιφανεßς Üνδρες που θεοποιÞθηκαν. Ο Περσεýς ισχυρßζεται πως οι Üνθρωποι μÜλλον λÜτρευαν ü,τι τους Þταν χρÞσιμο. Ο Κριτßας παρουσιÜζει το Σßσυφο να λÝει πως οι θεοß επινοÞθηκαν απü κÜποιο "Üνδρα ικανüτατο" ως εγγυητÝς της αρετÞς εξ αιτßας του φüβου της τιμωρßας. ΜÜλιστα, ισχυρßζεται σε απüσπασμα, που αρκετοß αμφισβÞτησαν τη γνησιüτητα του, πως «οι θεοß εßναι αδýνατο να υπÜρχουν, Ýτσι üπως τους υποθÝτουν αρκετοß». Ο ΕυÞμερος ο ΜεσσÞνιος πßστευε πως οι Θεοß Þτανε παλιοß βασιλιÜδες, που μετÜ το θÜνατο τους θεοποιÞθηκαν μες απü τους μýθους, επειδÞ βοηθοýσανε και την Üρχουσα πολιτικÞ τÜξη να διατηρεß την ηγεμονßα της. Θεωροýσε π.χ. την Αφροδßτη ως τη 1η εταßρα κι ο βασιλιÜς της Κýπρου την Ýκανε θεÜ, ενþ η ΑθηνÜ υπÞρξε πολεμοχαρÞς βασßλισσα. ΚατηγορÞθηκε πως Üπλωσε τον αθεúσμü σε üλη την κατοικημÝνη Γη. ¢λλο ρεýμα, αντßθετο με τον Πλατωνικü δυισμü, Þταν το ρεýμα του στωικισμοý, που μÜλλον εκπροσωπεß τον υλιστικü πανθεúσμü. ¸χει χαρακτηριστεß ως «θρησκευτικüτητα χωρßς θεü». Η θεüτητα εßναι στη πραγματικüτητα üλη η φýση κι ο Üνθρωπος εßναι μÝρος του παγκüσμιου üλου, üπως κι üλα τα Ýμβια. Δεν υπÜρχει υπερβατικüτητα, αλλÜ θεοποßηση του ανθρþπου που ζει σε αρμονßα με τη φýση.
Οι πολιτειακÝς αναταραχÝς και το τÝλος της ανεξαρτησßας της πüλης-κρÜτους στο 2ο μισü του 4ου αι. ΠΚΕ, θα καταλýσουνε τη τοπικÞ θρησκεßα υπÝρ του ατομικισμοý, του σκεπτικισμοý και της αθεÀας, παρÜ τα μÝτρα του ΠλÜτωνα. Η κλασσικÞ θρησκεßα Þτανε το μεγÜλο θýμα των μεταρρυθμßσεων. Το θρησκευτικü κÝντρο αποδυναμþθηκε κι υπÞρξεν Ýκρηξη στÜσεων, εßτε προς τη κατεýθυνση της λογικÞς, εßτε της θεωρητικÞς αθεÀας, εßτε προς τον ανορθολογισμü, τον πολλαπλασιασμü των αιρÝσεων και της μαγεßας. Οι ανθρωπüμορφοι θεοß του Ολýμπου χÜνονται κι ο λαüς εγκαταλεßπει τη λατρεßα. Τη θÝση των θεþν, λαμβÜνουν θεοποιημÝνοι ηγεμüνες. Ο Επικουρισμüς υπÞρξεν Üλλο Ýνα προúüν της κατÜρρευσης των παραδοσιακþν θρησκειþν τον 4ο και 3ο αι. ΠΚΕ. Ο Επικουρισμüς διαβεβαιþνει για την ýπαρξη των θεþν, ωστüσο τους αποδßδει υλικÞ φýση, ηρεμßα κι αταραξßα, ενþ δεν ασχολοýνται με τα ανθρþπινα. Δεν δημιουργÞσανε τον κüσμο, δε παρεμβαßνουνε, δεν τιμωροýν οýτε ανταμεßβουνε. Δεν τους προσφÝρει τßποτα η εξýμνηση τους. ΕπηρεασμÝνος απü Λεýκιππο, Δημüκριτο κι Üλλους ΑτομιστÝς, υποστÞριξε μιαν υλιστικÞ θεωρßα που το Σýμπαν κυβερνÜται απü φυσικοýς νüμους που δεν αλλÜζουνε και δε χρειÜζεται κÜποια θεßα παρÝμβαση. Ο επικουρικüς Φιλüδημος ταξινüμησε τις διÜφορες μορφÝς αθεúσμοý ως εξης:
* Αυτοß που λÝνε οτι εßναι Üγνωστο αν υπÜρχουν θεοß και πως μοιÜζουν,
* Αυτοß που λÝνε ξεκÜθαρα üτι δεν υπÜρχουν θεοß,
* Αυτοß που το υπονοοýν.
Σýμφωνα με τον J.A. Fesugiere, o επικουρισμüς μÜλλον ανÜγεται στην αντßδραση για το φüβο των ανθρþπων προς τους θεοýς, που φθεßρει την ανθρωπüτητα. Η απüρριψη των θεþν Þταν η αντßδραση του ανθρþπου που θÝλει να ελÝγχει το πεπρωμÝνο του. Η Üποψη αυτÞ γßνεται πιο Ýντονη στον επιφανÝστερο συνεχιστÞ του Επßκουρου, τον Ρωμαßο ΛουκρÞτιο (100-50 ΠΚΕ), üπου στα ποιÞματα του παρουσιÜζει τους θεοýς ως ανθρþπινα δημιουργÞματα και τη θρησκεßα υπεýθυνη για τη μοιρολατρßα του ανθρþπου. ΚατÜ τον ΛουκρÞτιο, ο Επßκουρος Ýσωσε τον Üνθρωπο απü τη θρησκεßα, καθþς με την ανατροπÞ της, του ξανÜδωσε την αξιοπρÝπεια του. Ο επικουρισμüς, αποτÝλεσε και 1η σοβαρÞ απüπειρα Üθεης ηθικÞς, που εδρÜζεται στην αναζÞτηση της προσωπικÞς επßγειας ευτυχßας. Η ευτυχßα ορßζεται ως η απουσßα φυσικοý πüνου και ψυχικÞς σýγχυσης. Αποκλειüταν η Üσωτη ζωÞ που Þτανε πηγÞ δεινþν. Για τον επικουρισμü, ιδßως üπως τον εξÝφρασε ο ΛουκρÞτιος, η κüλαση εßναι το "εγþ" κι οι φüβοι αποτελοýνε το υπαρξιακü Üγχος, απü το οποßο απαλλÜσσεται οριστικÜ ο Üνθρωπος με το θÜνατο του. Αργüτερα, οι χριστιανοß θα απορρßψουνε τον Επικουρισμü, διüτι καθιστÜ το Üτομο μοναδικü κýριο της μοßρα του. Επßσης, προβÜλλει ως υπÝρτατη αξßα την αναζÞτηση ηδονÞς ενþ ο χριστιανισμüς εξαßρει τη κακουχßα και τον πüνο.
ΠαρÜ τις προειδοποιÞσεις ΠλÜτωνα, η παραδοσιακÞ θρησκεßα κατÝρρεε. Η Üποψη των κυνικþν για τους θεοýς δεν εßναι αποσαφηνισμÝνη. Ο ΑντισθÝνης διακÞρυττε την ενüτητα της θεüτητας, ενþ ο ΔιογÝνης, με φÞμη πως εßναι Üθεος, διακωμωδοýσε τις θεüτητες. Στα τÝλη του 4ου αι. ΠΚΕ η αθεÀα Þταν αρκετÜ κοινÞ. Ο μαθητÞς του Θεüδωρου του ¢θεου, Βßων Βορυσθενßτης ο ΚαρνεÜδης διδÜσκανε δημüσα τη μη ýπαρξη των θεþν. Ο Αρßσταρχος ο ΣÜμιος ενüχλησε, αλλÜ κανεßς δεν τüλμησε να τον διþξει. Τον 2ο αι. ΠΚΕ, νÝος νüμος εφαρμüστηκε που απαγüρευε στους φιλüσοφους να διδÜσκουνε την αθεÀα, üμως απεδεßχθη αναποτελεσματικüς. O αριστοτελισμüς αποτÝλεσε μια νÝα τÜση και παρÜ τη διαβεβαßωση για ýπαρξη του 1ου κοινοý, ωστüσο εßχε Ýντονα υλιστικÜ στοιχεßα με τους θνητοýς να ζουν μια φορÜ, το σýμπαν εßναι αιþνιο κι Üπλαστο. Το 2ο αι. ΠΚΕ, μετÜ τη κατÜκτηση της ΕλλÜδας απ' τους Ρωμαßους, ανθοýν ο στωικισμüς, ο επικουρισμüς, ο σκεπτικισμüς, üλα θετικÜ διακεßμενα προς την αθεÀα. Οι θεοß λησμονοýνται και το κενü το καλýπτει η αθεÀα στους αριστοκρατικοýς κýκλους κι η δεισιδαιμονßα στο λαü. Ο ΛουκρÞτιος, ο Βροýτος, ο ΚÜσσιος κι ο ΚικÝρων, μαρτυροýνε πως η αθεÀα Þτανε διαδεδομÝνη κεßνη την εποχÞ.
ΑυτÞ την εποχÞ εμφανßστηκε ο Χριστιανισμüς. Τüτε υπÞρχε πληθþρα θρησκειþν: Μßθρας, ºσις, ¼σιρις, ΚυβÝλη, Ζεýς, καθþς κι Üλλες ανατολßτικες θρησκεßες που σχετßζονταν με την αστρολογßα. Το 50 ΚΕ ο Παýλος απευθýνθηκε στην ΑγορÜ της ΑθÞνας.Οι εξηγÞσεις δεν Ýπεισαν, παρüτι γενικÜ οι φιλüσοφοι της εποχÞς Üκουγαν τους διÜφορους περιηγητÝς απü την ΑνατολÞ. Ο Παυλικιανισμüς απορρßφθηκε εξ αιτßας της ανÜξιας εικüνας που απÝδιδε στον Θεü, καθþς υποβιβαζüτανε σ' Üνθρωπο. Επßσης, το να παραβαßνει τους νüμους της φýσης, Þτανε πÜλι προβληματικü. Γι' αυτü οι χριστιανοß θεωροýνταν Üθεοι, Þ αθεüτατοι απü ορισμÝνους. Τüσον οι χριστιανοß üσο κι ειδωλολÜτρες σýντομα θα χρησιμοποιοýσαν τη λÝξη «Üθεος» για να κατηγορÞσουν ο Ýνας τον Üλλο.
ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ & ΑΛΛΑ ΕΘΙΜΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ: ΥπÜρχουνε πÜρα πολλÝς παραδüσεις κι Ýθιμα στη σημερινÞ κοινωνßα, που Ýχουνε τις ρßζες τους στην Αρχαßα ΕλλÜδα. Σημαντικü στοιχεßο, σχετικÜ με τη διαχρονικüτητα αυτþν των εθßμων και παραδüσεων εßναι, üχι μüνον η εισχþρηση και διατÞρησÞ τους στη σημερινÞ κοινωνßα, αλλÜ πως ακüμα κι αρκετÝς θρησκεßες, διατηρÞσανε τα σημαντικüτερα απü τα Ýθιμα αυτÜ και τα οικειοποιÞθηκαν. Στον Ελλαδικü χþρο, η διατÞρηση αυτþν των παραδüσεων απü την Εκκλησßα, ßσως και να 'γινε γιατß πολý απλÜ δεν Þθελαν να τα στερÞσουν απü τους ¸λληνες που παßζανε πολý σημαντικü ρüλο στη ζωÞ τους και γενικüτερα στην ΕλληνικÞ κοινωνßα των αρχαßων χρüνων. Mε το πÝρασμα των αιþνων, το νüημα στα περισσüτερα απ' αυτÜ τα Ýθιμα και τις παραδüσεις Üλλαξε, üπως κι ο αρχικüς λüγος δημιουργßας τους. Ας δοýμε τα σημαντικüτερα απ' αυτÜ τα Ýθιμα τα οποßα φυσικÜ και κÜμποσα διατηροýνται μÝχρι σÞμερα, και θα εκπλαγεßτε:
Νηστεßα: Οι Αθηναßοι νÞστευαν üταν γιüρταζαν τα Ελευσßνια ΜυστÞρια,τα Θεσμοφüρια κ.τ.λ. Το ßδιο Ýκαναν και οι ΣπαρτιÜτες πριν ξεκινÞσουν μια σπουδαßα πολεμικÞ επιχεßρηση.
ΜετÜληψη: Οι ειδικοß σýνδεσμοι του Διονýσου με το κρασß βγαßνουν απü την πρωτοχρονιÜτικη χρÞση του κρασιοý στα ΑνθεστÞρια,üπου οι πρüγονοß μας Ýπιναν κρασß τιμþντας τον θεü Διüνυσο.
Κüλλυβα - Το Γλυκü Των Νεκρþν: Το γλυκü των νεκρþν Þταν γνωστü στην ΕλληνικÞ αρχαιüτητα που το εßχε και αυτÞ κληρονομÞσει με το ßδιο üνομα απü τους προúστορικοýς προελληνικοýς πολιτισμοýς.
ΤαφÞ: Τη ταφÞ του νεκροý, το στÞσιμο μνημεßου μαζß με τους συγγενεßς του νεκροý και τα μνημüσυνα τα συναντοýμε στους Διονυσιακοýς ΘιÜσους.
Μυστικüς Δεßπνος: Το τραπÝζι των θιασοτþν εßναι σταθερü χαρακτηριστικü των Ελευσινßων Μυστηρßων.Οι μýστες τραπεζþνονταν μαζß με τον θεü,κατασταßνοντας Ýναν σýνδεσμο κοινωνßας μαζß του.
ΓÜμος: Ο 1ος εγγεγραμμÝνος στα αρχεßα της ΕλλÜδος εßναι της Πηνελüπης στην Οδýσσεια, αλλÜ και στην ΙλιÜδα ο ¹φαιστος πλουμßζει την ασπßδα του ΑχιλλÝα με την εξÞς επιγραφÞ: Ιστüρησε και γÜμους,τις νýφες που γυρνÜνε απü τα σπßτια τους με φþτα και λαμπÜδες και τις περνοýσαν με νυφιÜτικα τραγοýδια απü τις ροýγες.
ΑναστενÜρια: Καθþς και τα ΤαυροκαθÜψια εßναι τα πιο συγκεκριμÝνα ΕλληνικÜ τελετουργικÜ που επιβιþνουν Ýως σÞμερα.Τα αναστενÜρια Ýρχονται κατ´ευθεßαν απü τα ΔιονυσιακÜ üργια. Τα ΤαυροκÜψια δε, Þταν ασκÞσεις νεαρþν με ταýρους στη ΚρÞτη, εξ ου κι ο μýθος του Μινþταυρου.
ΒÜπτιση: Στην αρχαιüτητα συνÞθιζαν να βαπτßζουν τα αγÜλματα των Θεαινþν επιδιþκοντας την αναγÝννησÞ τους μες στο νερü. ΑλλÜ κι η ανÜδυση της Αφροδßτης απü τα κýμματα, κατÜ τη μυθολογßα, η γÝννησÞ της απü το νερü εßναι συμβολισμüς της Üμεσης σχÝσης νεροý, γονιμοποßησης και γÝννησης.
ΣπÜσιμο αγγεßων: Εßναι παγανιστικü Ýθιμο και καταδικαζüτανε στο Μεσαßωνα.
Μνημüσυνα: Σε επιγραφÞ της Μαγνησßας μια σειρÜ απü τιτλοýχοι Διονυσιακοý ΘιÜσου αφÞνουνε κληροδοτÞματα για να τους γßνονται κÜθε χρüνο μνημüσυνα στον Διονυσιακü μÞνα Λιναιüνα.Τα 3Þμερα τα 9Üμερα και τα 40 εßναι αρχαßο ελληνικü νεκρικü Ýθιμο üπου οι ¸λληνες απßθωναν στον τÜφο του νεκροý τροφÝς.
Το ΠÜσχα: ΤοποθετÞθηκε στα Αδþνια που εορτÜζονταν κÜθε Üνοιξη με την αναπαρÜσταση του θανÜτου του ¢δωνι. Οι γυναßκες στολßζανε το νεκρικü κρεββÜτι του παιδιοý του ¸ρωτα, üπως στολßζεται ο σημερινüς επιτÜφιος με λουλοýδια,πρασινÜδες και καρποýς, στη συνÝχεια ακολουθοýσε η περιφορÜ του επιτÜφιου με μοιρολüγια! Την επüμενη μÝρα τραγουδÜγανε και πανηγυρßζανε την ανÜσταση του ωραßου ¢δωνι.
Τα αυγÜ τοý ΠÜσχα: Μßα απü την αρχαιüτερη ΟρφικÞ Θεογονßα που ο ¸ρως βγαßνει απü το αυγü που το γÝννησε η νýχτα.Το κοσμογονικü αυγü θα το βροýμε στη κατÜ Ιερþνυμον κι ΕλλÜνικον Θεογονßα στη ραψωδικÞ θεογονßα και στον Επιμενßδη.
Τα κÜλαντα: ¹ταν η εορτÞ των ΕλλÞνων το μÞνα Πυανοψιþν.Τα ΠυανÝψια προς τιμÞ της σκυρÜδος ΑθηνÜς και του Απüλλωνα κι αργüτερα του Διονýσου γιορτÜζανε τη γονιμüτητα του χρüνου που 'φευγε και τη συνÝχιση της γονιμüτητας του επüμενου χρüνου. ¼λο το 2μερο των εορτþν της πρωτοχρονιÜς που λεγüταν κÜλαντα, Üναβαν φανÜρια Ýξω απü το σπßτι τους και τραγουδοýσανε συνÝχεια.
ΠροστÜτης των θαλασσþν: Ο Ποσειδþνας καθερεßται απü προστÜτης των θαλασσþν και παραδßδει υπηρεσßα στον Üγιο Νικüλαο που καταλαμβÜνει και τους ναοýς του.
ΘεοφÜνεια: Οι πρüγονοß μας γιορτÜζανε την επιστροφÞ του θεοý Απüλλωνα απ' τη χþρα των υπερβορεßων üπου περνοýσε τον χειμþνα του κατÜ την λαúκÞ δοξασßα.Την νÝα αποκÜλυψη του θεοý τη γιορτÜζανε στους ιεοýς και την ονομÜζανε θεοφÜνεια.
Παναγßα η ελεοýσα: Δαßμων λατρευüμενος στην ΑθÞνα. Στον βωμü του ιδρυομÝνου στην αγορÜ κατÝφευγαν οι ξÝνοι ζητοýντες προστασßα οσÜκις καταδιþκονταν οπüτε κι η ονομασßα των üρμων. Η Ελεοýσα πρüσφερε καταφýγιο κι η λÝξη Ýχει τη ρßζα της στο ρ. ελεþ.
Τα Χριστοýγεννα: η εορτÞ της ανÜμνησης της γεννÞσεως του Ιησοý Χριστοý δηλαδÞ-, πρüκειται για τη μεγαλýτερη γιορτÞ του Χριστιανισμοý, φÝρνοντας μÝρες χαρÜς για üλους τους Χριστιανοýς. Λüγω βÝβαια της «οικονομικÞς εκμετÜλλευσης» και του τερÜστιου «οικονομικοý τζßρου της εορτÞς», εορτÜζονται πλÝον σχεδüν σ üλο τον κüσμο. Ιχνηλατþντας την ιστορικüτητα της εορτÞς ανακαλýπτουμε ενδιαφÝροντα στοιχεßα που αφοροýν στην ημερομηνßα της εορτÞς, αλλÜ και συσχετßσεις με συνÞθειες στον αρχαßο κüσμο. Αναζητþντας την ακριβÞ ημερομηνßα γενÝσεως του Ιησοý ανακαλýπτουμε πως αφενüς στη ΚαινÞ ΔιαθÞκη δε γßνεται αναφορÜ για την εορτÞ ΧριστουγÝννων κι αφετÝρου üτι κανεßς απü τους Αποστüλους δεν τÞρησε την 25η ΔεκÝμβρη σα γενÝθλιο μÝρα του. Στη πραγματικüτητα δεν γνωρßζουμε πüτε ακριβþς γεννÞθηκε ο Χριστüς, -υπολογßζεται πως γεννÞθηκε μεταξý του 6 - 2 π. X.. ΥπÜρχουν üμως ενδεßξεις που συνηγοροýνε στη φθινοπωρινÞ γÝννηση του κι üχι στη χειμερινÞ. Το εδÜφιο απü το ΕυαγγÝλιο του ΛουκÜ π.χ. αναφÝρει: «Οι ποιμÝνες Þσαν κατÜ το αυτü μÝρος διανυκτερεýοντες εν τοις αγροßς, και φυλÜττοντες φýλακας της νυκτüς επß το ποßμνιον αυτþν».
Η φρÜση αυτÞ Ýρχεται σε αντßθεση με τις πρακτικÝς των βοσκþν καθþς τον χειμþνα λüγω του ψýχους οι ποιμÝνες δεν διανυκτερεýουνε στους αγροýς. Αυτü μας οδηγεß στο συμπÝρασμα πως η γÝννηση του Ιησοý δεν Ýγινε ΔεκÝμβρη αλλÜ το φθινüπωρο εφüσον τα κοπÜδια δεν Þτανε στις στÜνες. Γνωρßζουμε επßσης üτι η γÝννηση συνÝπεσε, με την απογραφÞ, που συνÞθως γινüταν μετÜ τη συγκομιδÞ, κατÜ τις αρχÝς Οκτþβρη. Ο ΕυαγγελιστÞς ΙωÜννης επßσης συσχετßζει τη γÝννηση του Χριστοý με την εορτÞ της «Σκηνοπηγßας», η οποßα γινüταν Οκτþβρη.
Στην Αγßα ΓραφÞ γενÝθλιες κι ονομαστικÝς εορτÝς δεν συνιστοýνται. Στη πραγματικüτητα τα Χριστοýγεννα δεν συμπεριλαμβÜνοντα στις αρχαßες γιορτÝς της ΧριστιανικÞς Εκκλησßας και μÜλιστα η τÞρηση των γενεθλßων καταδικαζüτανε σαν Ýν αρχαßον Ελληνικüν ειδωλολατρικüν Ýθιμον απεχθÝς στους Χριστιανοýς. ΗμÝρα μνÞμης των αγßων και μαρτýρων, üριζαν αυτÞ του θανÜτου. Η ΚαθολικÞ Εγκυκλοπαßδεια αναφÝρει σχετικÜ : «Τα Χριστοýγεννα δεν Þταν ανÜμεσα στις πρþτες εορτÝς της Εκκλησßας. Ο Ειρηναßος και ο Τερτυλλιανüς την παραλεßπουν απü τους καταλüγους των εορτþν». ¸τσι Τα Χριστοýγεννα ως εορτÞ των γενεθλßων του δεν γιορτÜζονταν τα 1α 300 χρüνια. Η καθιÝρωση της 25ης ΔεκÝμβρη ως ημÝρα των ΧριστουγÝννων Ýγινε στη Ρþμη απü τον ΠÜπα Ιοýλιο τον Α', τον 4ο μ.Χ. αι., μετÜ απü Ýρευνα που Ýγινε στα αρχεßα της Ρþμης για τη χρονιÜ επß Αυγοýστου απογραφÞς, και κατüπιν υπολογισμþν βÜση των Ευαγγελßων. ¸να στοιχεßο που λÞφθηκε υπüψιν εßναι η φρÜση απü το κατÜ ΙωÜννη γ'30: «ΕκÝινον δει αυξÜνειν, εμÝ ελαττοýσθαι».
Στη πραγματικüτητα üμως αυτü συνÝβη διüτι η συγκεκριμÝνη ημερομηνßα συνÝπιπτε με τις αρχαßες εορτÝς του Χειμερινοý Ηλιοστασßου και την «ΕπιστροφÞ» του Ηλßου. ¸κτοτε ο Χριστüς üφειλε να εßναι ο ¹λιος ο δßδων το φως εις τον κüσμο. Πριν εορταζüταν στις 6 ΓενÜρη μαζß με τη βÜπτιση του Ιησοý (ΘεοφÜνεια). Αργüτερα το Ýθιμο πιθανολογεßται üτι μεταφÝρθηκε στην ΑνατολÞ, πιθανüν απü το Γρηγüριο τον Ναζιανζηνü το 378-381 περßπου μ.Χ. Ο ΙωÜννης Χρυσüστομος (345-407 μ.Χ.) σε ομιλßα του για τη γÝννηση του Χριστοý, αναφÝρει üτι εßχαν αρχßσει στην Αντιüχεια να γιορτÜζονται τα Χριστοýγεννα στις 25 ΔεκÝμβρη. Το σßγουρο εßναι üτι την εποχÞ του Ιουστινιανοý, τον 6ο αι., ο εορτασμüς των ΧριστουγÝννων στις 25 ΔεκÝμβρη εßχε εξαπλωθεß σχεδüν σε üλη την ΑνατολÞ. ¼πως και να 'χει üμως δεν εßναι και το θÝμα μας αυτü καθαυτü, παρα το να παραλληλισθεß η εν λüγω εορτÞ με κÜποια των Αρχαßων, Ýτσι συνεχßζουμε.
Οι αρχαßοι ¸λληνες κατÜ τη χειμερινÞ τροπÞ του Þλιου γιορτÜζανε τη γÝννηση του Διονýσου. Ο Διüνυσος αποκαλοýταν «σωτÞρ» και θεßο «βρÝφος», το οποßο γεννÞθηκε απü τη παρθÝνο ΣεμÝλη. ¹ταν ο καλüς «ΠοιμÞν», του οποßου οι ιερεßς κρατοýνε τη ποιμενικÞ ρÜβδο, üπως συνÝβαινε και με τον ¼σιρη. Τον χειμþνα θρηνοýσανε το σκοτωμü του Διονýσου απü τους ΤιτÜνες, αλλÜ στις 30 ΔεκÝμβρη γιορτÜζανε την αναγÝννησÞ του. Οι γυναßκες-ιÝρειες ανεβαßνανε στη κορφÞ του ιεροý βουνοý και κρατþντας Ýνα νεογÝννητο βρÝφος φþναζαν «ο Διüνυσος ξαναγεννÞθηκε. Ο Διüνυσος ζει» , ενþ σε επιγραφÞ αφιερωμÝνη στον Διüνυσο αναγρÜφεται:«Εγþ εßμαι που σε προστατεýω και σε οδηγþ, εγþ εßμαι το 'Αλφα και το ΩμÝγα»
ΑυτÞ η αρχαßα ΕλληνικÞ γιορτÞ, εßχε επßσης ταυτιστεß και με την εορτÞ του Ηλßου, τον οποßο οι αρχαßοι λαοß εßχαν θεοποιÞσει. ΣυγκεκριμÝνα στους ¸λληνες, εßχε ταυτιστεß με τον Φωτοφüρο Απüλλωνα του Ηλßου, ο οποßος απεικονιζüταν πÜνω στο ιπτÜμενο Üρμα του να μοιρÜζει το φως του Ηλßου. Οι αρχαßοι λαοß αναπαριστοýσαν την κßνηση του Þλιου με την ζωÞ ενüς ανθρþπου που γεννιüταν κατÜ την χειμερινÞ τροπÞ του Þλιου που μεγÜλωνε βαθμιαßα καθþς αυξÜνονταν και οι þρες που ο Þλιος φωταγωγοýσε την Γη, και πÝθαινε Þ ανασταßνονταν τον ΜÜρτιο την ημÝρα της ΕαρινÞς Ισημερßας, συμβολßζοντας με αυτüν τον τρüπο την αναγÝννηση του φυτικοý βασιλεßου μÝσα απü την μÞτρα της Γης. Το χειμερινü ΗλιοστÜσιο 22-25 Δεκεμβρßου σημαßνει την αρχÞ του χειμþνα, και ο Ηλιος αρχßζει βαθμιαßα να αυξÜνει την ημÝρα Ýως üτου εξισωθεß με την νýχτα, κατÜ την Ιση-μερßα τον ΜÜρτιο. Τüτε ο ¹λιος νικÜ το σκοτÜδι, και Ýρχεται η Üνοιξη, η εποχÞ της αναγÝννησης για την φýση.
Η εορτÞ αυτÞ πÝρασε και στην αρχαßα Ρþμη με τις δημοφιλεßς γιορτÝς των ΣατουρνÜλιων, προς τιμÞν του Κρüνου τον ΔεκÝμβριο αλλÜ και της θεÜς ΔÞμητρας, γι´ αυτü και Ýκαναν θυσßες χοßρων για την ευφορßα της γης . Τα ΣατουρνÜλια Þταν απü τις σημαντικüτερες και ονομÜζονταν: « DIES INVICTI SOLIS », δηλαδÞ «ΗμÝρα του αÞττητου Þλιου». Μια γιορτÞ που φυσικÜ την εßχαν πÜρει απο την γιορτÞ του Φωτοφüρου Απüλλωνα-Ηλßου. Στην αρχαßα Ρþμη, η εορτÞ Üρχιζε στις 17 ΔεκÝμβρη και διαρκοýσε 7 μερες. Στην εορτÞ αυτÞ αντÜλλασσαν δþρα, συνÞθως λαμπÜδες και στα παιδßα δßνανε πÞλινες κοýκλες και γλυκÜ σε σχÞμα βρÝφους για να θυμßζουνε το Κρüνο, που τρþει τα παιδιÜ του. ΣταδιακÜ λοιπüν τα γενÝθλια του θεοý ¹λιου μετατραπÞκανε σε γενÝθλια του Υιοý του Θεοý. Θα πρÝπει επßσης να σημειωθεß πως οι «εθνικοß» αποκαλοýσαν την Πρþτη ΗμÝρα της εβδομÜδας ΗμÝρα του θεοý-Κυρßου ¹λιου, ορολογßα την οποßα αργüτερα χρησιμοποßησαν και οι εκκλησιαστικοß ΠατÝρες για λüγους σκοπιμüτητας ßσως. ΚÜτι που διασþζεται Ýως σÞμερα στα ΑγγλικÜ ως SUN-DAY, στα ΓερμανικÜ SONN-TAG. Ο Ιουστßνος ο μÜρτυς (114-165 μ.Χ.) γρÜφει στη 2η απολογßα του για τον Ιησοý «...σταυρþθηκε, πριν το ΣÜββατο, ΠΟΥ ΗΤΑΝ Η ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ "ΚΡΟΝΟΥ" και την επüμενη ημÝρα ΠΟΥ ΗΤΑΝ Η ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ (θεοý) "ΗΛΙΟΥ" κι η οποßα μετονομÜσθηκε σε ΚΥΡΙΑΚΗ, αναστÞθηκε κι εμφανßσθηκε στους μαθητÝς Του...»...
Οι Αιγýπτιοι στις 25 ΔεκÝμβρη γιορτÜζανε τη γÝννηση του θεοý-Þλιου ¼σιρη. ΜετÜ την δολοφονßα του, Ýνα δÝνδρο ξεφýτρωσε στο οποßο η ºσις,σε κÜθε επÝτειο της γÝννησης του στις 25 ΔεκÝμβρη, Üφηνε δþρα γýρω απü το δÝνδρο. Οι Βαβυλþνιοι, κι οι Φοßνικες ονüμαζαν το θεü-Þλιο ΒαÜλ , οι ΠÝρσες λÜτρευαν τη γÝννηση του ΑÞττητου-Þλιου και θεοý Μßθρα ΒασιλιÜ, ενþ οι ΒραχμÜνοι στην γÝννηση του ψÜλλουν: «ΕγÝρσου ω βασιλιÜ του κüσμου, Ýλα σε μας απü τις σκηνÝς σου». Τα παιδιÜ γýριζαν απü σπßτι σε σπßτι, κρατþντας ελιÜς Þ δÜφνης στολισμÝνα με μαλλß (σýμβολο υγεßας και ομορφιÜς) και καρποýς κÜθε λογÞς, τραγουδþντας για καλýτερη τýχη και γονιμüτητα της γης. ΠολλÜ απü τα παιδιÜ Ýφεραν τον κλÜδο σπßτι τους και τον κρεμοýσανε στη πüρτα üπου Ýμενε üλο το Ýτος.(κÜτι που συνηθßζουμε να κÜνουμε σÞμερα τη ΠρωτομαγιÜ).
"Το χριστουγεννιÜτικον δÝνδρον συμβολßζει την αιωνιüτητα της ζωÞς, διüτι δεν γηρÜσκει και δεν χÜνει, επομÝνως, την νεüτητÜ του. Το δÝνδρον üμως των ΧριστουγÝννων δεν το ευρßσκω, εγþ τουλÜχιστον, ως ξενικÞν συνÞθειαν, ως νομßζεται γενικþς, αλλ' εν μÝρει ως αρχαßαν ελληνικÞν. Εßναι, δηλαδÞ, υπολεßμματα της περιφÞμου "ειρεσιþνης", και της "ικετηρßας" των αρχαßων ΕλλÞνων, και μÜλιστα των αρχαßων Αθηναßων. ¹σαν δε η μεν Ικετηρßα κλÜδος ελαßας, απü του οποßου εκρÝμων ποκÜρια μαλλιοý, και Ýφερον αυτüν üσοι Þθελον να ικετεýσουν τον Θεüν ομαδικþς, δια την απαλλαγÞν του τüπου απü δεινοý τινüς κακοý, π.χ. απü νοσÞματος, πανþλους, χολÝρας Þ ομοßου. Ως επß το πολý, üμως, εβÜσταζε την Ικετηρßαν Üνθρωπος, ο οποßος Þθελε να τεθÞ υπü την προστασßαν θεοý και της ανωτÝρας αρχÞς, για να προβÞ εις αποκαλýψεις εναντßον ισχυρþν ανθρþπων Þ αρχüντων." (Φßλιππος ΒρεττÜκος "Οι δþδεκα μÞνες του Ýτους και αι κυριþτεραι εορταß των" ¢ρθρο: "Κληρονομßα του αρχαßου κüσμου", εφημερßς "Εθνος", 31 Δεκεμ.1937).
"ΦÝρουν δε κατÜ την εορτÞν την ειρεσιþνην, κλÜδον ελαßας τυλιγμÝνον μÝσα εßς μαλλιÜ, üπως τüτε τÞν ßκειηρßαν και γεμÜτην Üπο τα πρþτα διÜφορα δπωρικÜ, ε!ς Ýνδειξιν üτι Ýπαυσεν η αφορßα και συγχρüνως τραγουδοûν: "Η ειρεσιþνη* σου φÝρνει σýκα κι αφρÜτα ψωμιÜ, σου φÝρνει και μÝλι μÝσα στο ποτÞρι και λÜδι για να ψÞσης και μπουκÜλι γεμÜτο οßνο για να μεθýσης και να πÝσεις σε ýπνο".
Το χριστουγεννιÜτικο δÝντρο εμφανßστηκε 1η φορÜ στη Γερμανßα στο τÝλος του 16ου αι., αλλÜ ως τις αρχÝς του 19ου δεν Þταν διαδεδομÝνο ευρÝως -τοποθετοýνταν μüνο στις εκκλησßες. Το δÝντρο ως Χριστιανικü σýμβολο, συμβολßζει την ευτυχßα που κρýβει για τον Üνθρωπο η γÝννηση του Χριστοý. ΣταδιακÜ το δÝνδρο Üρχισε να γεμßζει με διÜφορα χρÞσιμα εßδη- κυρßως φαγþσιμα κι αργüτερα ροýχα κι Üλλα εßδη καθημερινÞς χρÞσης, (κÜτι που γινüταν στους αρχαßους Ελληνικοýς ναοýς) συμβολßζοντας τη προσφορÜ των Θεßων Δþρων. Στην σýγχρονη ΕλλÜδα το Ýθιμο το εισÞγαγαν οι Βαυαροß με τον στολισμü στα ανÜκτορα του ¼θωνα το 1833. ΜετÜ τον το Β' Παγκ. Πüλ. το δÝντρο με τις πολýχρωμες μπÜλες μπÞκε σε üλα τα ελληνικÜ σπßτια.
ΦυσικÜ μεγÜλη εντýπωση προκαλεß και το μυθολογικü γεγονüς του "Αγιοβασßλη" με το Ýλκηθρο του που το κινοýν οι ιπτÜμενοι τÜρανδοι. Οýτε αυτü üπως καταλαβαßνετε, δεν θα μποροýσε να μη παρθεß απο την Αρχαßα ΕλλÜδα. ¼πως αναφÝρθηκε πιο πριν, τον μÞνα ΔεκÝμβρη, οι ¸λληνες γιüρταζαν τον Διüνυσο αλλÜ και τον Φωτοφüρο Απüλλωνα-¹λιο παριστÜνοντας τον πÜνω στο ιπτÜμενο Üρμα του, να μοιρÜζει το φως. Το Üρμα Ýγινε Ýλκηθρο, τα Üλογα Ýγιναν τÜρανδοι και το "δþρο" του φωτüς που μοßραζε στους ανθρþπους Ýγινε δþρα για τα παιδÜκια.
ΤÝλος το κüψιμο της βασιλüπιτας αποτελεß εξÝλιξη του αρχαιο Ελληνικοý εθßμου του εορταστικοý Üρτου, τον οποßο οι αρχαßοι ¸λληνες πρüσφεραν στους θεοýς σε μεγÜλες αγροτικÝς γιορτÝς, üπως τα Θαλýσια και τα Θεσμοφüρια, που θα τις δοýμε προσεχþς.
_________________________
* ειρεσιþνη, εßδος κλαδιοý ελιÜς Þ δÜφνης, üμοια με το σημερινü χριστουγεννιÜτικο δÝντρο. Το üνομα του στολισμÝνου αυτοý κλαδιοý προÝρχεται απü τα μÜλλινα (εßριον=μαλλß) κορδελÜκια λευκοý και πορφυροý χρþματος που του κρεμÜγανε μαζß με μπισκοτÜκια απü μÝλι, λÜδι και κρασß. Με το δεντρÜκι αυτü οι Üνθρωποι ευχαριστοýσαν τον Απüλλωνα για τη καλÞ σοδειÜ του καλοκαιριοý κι εýχονταν ο ερχüμενος χρüνος να εßναι επßσης ευνοúκüς. ¸νας νεαρüς του οποßου οι γονεßς Þταν ακüμα εν ζωÞ (παßς αμφιθαλÞς) περιÝχυνε την ειρεσιþνη με κρασß απü Ýναν τελετουργικü αμφορÝα και κρεμοýσε το δεντρÜκι στη πýλη του ναοý του Απüλλωνα. ¢λλη ονομασßα της ειρεσιþνης Þταν ικετηρßα (απü το ικετεýω, παρακαλþ). ΑυτÜ κατÜ τη διÜρκεια της γιορτÞς των Πυανοψßων, που θα δοýμε στο Üρθρο. Σýμφωνα με Üλλες πηγÝς (π.χ. ΑριστοφÜνης), την ειρεσιþνη τη κρεμοýσαν και στα σπßτια, ιδßως στα αγροτικÜ, στη πüρτα του σπιτιοý και την Üφηναν εκεß Ýναν ολüκληρο χρüνο μÝχρι να το ανανεþσουν με νÝο κλαδß. Το παλιü το καßγανε.
----------------------------------------------
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΝΙΚΑ: Για να κλεßσω τοýτο το επßσης μακροσκελÝς Üρθρο και πριν περÜσω στα υπüλοιπα -Ýνδυση διατροφÞ, γιορτÝς, κλπ- στο επüμενο, θα βÜλω τþρα μερικÝς γενικÝς πληροφορßες και γνþσεις, þστε να τελειωσει το Β' ΜÝρος λιγÜκι διασκεδαστικÜ Ναι καλÜ διαβÜσατε, θα υπÜρξει και Γ' ΜÝρος μετÜ. ΠÜμε λοιπüν στα διÜφορα...
Οι αρχαßοι ¸λληνες εßχανε 12 μÞνες, üπως Ýχουμε κι εμεßς σÞμερα, ενþ η χρονολüγηση των ετþν γινüταν με βÜση τις ΟλυμπιÜδες.
Στην ΑθÞνα η 1η μÝρα του μÞνα ονομαζüταν Üνοδος, ßσως γιατß η λιτανεßα των γυναικþν ανÝβαινε στο ιερü που βρισκüτανε ψηλüτερα, κοντÜ στη Πνýκα, üπου γινüταν η σýναξη της Εκκλησßας του ΔÞμου. Εκτüς απο Üλλα διÜφορα ιερÜ αντικεßμενα για τη λατρεßα, Ýφερναν μαζß τους και μικρÜ γουρουνüπουλα.
Η αρχÞ του Ýτους Þταν μεταξý της αλλαγÞς των εποχþν χειμþνα-Üνοιξης, εκτüς απü το Αττικü Ημερολüγιο, στο οποßο το Ýτος Üρχιζε μετÜ το Θερινü ΗλιοστÜσιο.
Ο 1ος μÞνας του πολιτικοý Ýτους κατÜ το Γρηγοριανü Hμερολüγιο ο ΙανουÜριος, εßναι ο 5ος μÞνας του αρχαßου Ýτους, του καλοýμενου ενιαυτοý κι ο 11ος του ρωμαúκοý ημερολογßου. Ο ΙανουÜριος αντιστοιχεß κατÜ το 1ο μισü με τον Ποσειδεþνα και κατÜ το Ýτερο με τον Γαμηλιþνα του αρχαßου ελληνικοý αττικοý ημερολογßου.
ΚÜθε μÞνας Þταν αφιερωμÝνος σε Ýναν Þ δýο απü τους δþδεκα Ολýμπιους θεοýς.
Ο μÞνας των αρχαßων ΕλλÞνων αρχßζει κατÜ την εκÜστοτε εμφÜνιση της σελÞνης στον ουρανü, που αποκαλεßται ΝÝα ΣελÞνη. Π.Χ ο μÞνας Γαμηλιþν το 2015, αρχßζει την 21η Ιανουαρßου και λÞγει την 19η Φεβρουαρßου. Ο Ανθεστηριþν αρχßζει την 20η Φεβρουαρßου και τελειþνει την 19η Μαρτßου, κλπ.
Το νÝον Ýτος για τους αρχαßους Αθηναßους αρχßζει την 1η Εκατομβαιþνος που πÜντοτε πρÝπει να πÝσει μετÜ το θερινü ηλιοστÜσιο. Γι' αυτü κÜθε δýο Þ τρßα χρüνια προστßθετο ο μÞνας Β' Ποσειδεþν.
Η μÝρα για τους αρχαßους ¸λληνες αρχßζει κατÜ τη δýση του ηλßου κι üχι üπως σÞμερα τα μεσÜνυχτα.
Ο πλÝον τιμημÝνος θεüς Þταν ο Απüλλωνας (5 απü τους 12 μÞνες αφιερωμÝνοι σε αυτüν) κι ακολουθοýσε η αδελφÞ του ¢ρτεμις (με 3 μÞνες -7 κι οι δýο μαζß).
Ο Δßας εßχε 2 μÞνες, τον Ýνα μαζß με την ¹ρα, ενþ απü 1 εßχαν οι Ποσειδþν, Διüνυσος κι ΑθηνÜ.
Ο Β' Ποσειδεþν Þ εμβüλιμος, δεν εμφανιζüταν κÜθε χρüνο, αλλÜ κÜθε δυο Þ τρßα χρüνια , þστε ο μηνÜς Εκατομβαιþν να αρχßζει πÜντα μετÜ το Θερινü ΗλιοστÜσιο.
Αρχαßοι ΜÞνες: Εκατομβαιþν Ιουλ- Αýγ) Μεταγειτνιþν (Αυγ- Σεπτ) Βοηδρημιþν (σεπτ-οκτ) Πυανοψιþν (οκτ-νοεμβ) Μαιμακτηριþν (νοεμ -δεκ) Ποσειδεþν (δεκ-Γεν) Ανθεστηριþν (φλεβ -μαρ) Ελαφηβολιþν (μαρ - απρ) Μουνιχιþν (απρ -μαη) Θαργηλιþν (μαη -Ιουν) Σκιροφοριþν (ιουν-ιουλ).
Αντß για εβδομÜδες, οι μÞνες διαιροýνταν σε τρεις δεκÜδες, τις οποßες ονüμαζαν:
τη 1η 10Üδα «ισταμÝνου», «αýξοντος» Þ «αρχομÝνου»,
τη 2η 10Üδα «μηνüς μεσοýντος», και
τη 3η 10Üδα «φθßνοντος» Þ «απιüνος μηνüς».
Η 1η μÝρα κÜθε μÞνα ονομαζüταν «νουμηνßα» κι Þταν αφιερωμÝνη στον Απüλλωνα. Συμπßπτει με τη 1η üψη της ΝÝας ΗμισελÞνου, τη 1η εμφανισÞ της δηλαδÞ στον ουρανü, üπως ρητÜ αναφÝρει ο Ησßοδος. ΚÜθε 2-3 χρüνια προστßθετο Ýνας εμβüλιμος μÞνας, ο Ποσειδεþν, þστε η 1η μÝρα κÜθε μÞνα να συμπßπτει πÜντοτε με την εμφÜνιση της ΣελÞνης στον ουρανü. ΑυτÞ καλοýνταν ΝÝα ΣελÞνη. Τις υπüλοιπες ημÝρες τις ονüμαζαν ως εξÞς:
Τις δÝκα μÝρες της πρþτης δεκÜδας τις ονüμαζαν 1η, 2η, 3η, κλπ. ισταμÝνου Þ αρχομÝνου
Τις επüμενες δÝκα ημÝρες τις ονüμαζαν 1η, 2η, 3η, κλπ. μεσοýντος Þ επß δεκÜδι
την δÝκατη μÝρα της δεýτερης δεκÜδας την ονüμαζαν «εικÜδα», δηλαδÞ εικοστÞ του μηνüς
Τις τελευταßες δÝκα Þ εννÝα ημÝρες του μÞνα τις ονüμαζαν 1η, 2η, 3η, κλπ. επß εικÜδη. Επßσης τις μÝρες της τρßτης δεκÜδας τις μετροýσαν και αντßθετα, δηλαδÞ την 21η του μηνüς την Ýλεγαν και δεκÜτη Þ ενÜτη φθßνοντος Þ απιüντος, κλπ. ανÜλογα αν ο μÞνας Þτα πλÞρης (30 ημÝρες) Þ κοßλος (28 ημÝρες).
Την τελευταßα μÝρα του μÞνα την Ýλεγαν «Ýνη» Þ «νÝα», δηλαδÞ παλαιÜ Þ νÝα, επειδÞ Þταν το üριο του παλαιοý με τον νÝο μÞνα.
Το αττικü ημερολüγιο πÞρε την τελικÞ του μορφÞ το 430 π.Χ. απü τον ΜÝτωνα, γεωμÝτρη, αρχιτÝκτονα κι αστρονüμο, ο οποßος üρισε τους πλÞρεις και κοßλους μÞνες, καθþς και τα Ýτη στα οποßα θα προστßθετο ο μÞνας Ποσειδεþν. Αργüτερα, το ημερολüγιο του ΜÝτωνα διορθþθηκε απü τον ΚÜλιππο και τον ºππαρχο. Στο πιο καλÜ τεκμηριωμÝνο λοιπüν Αττικü ημερολüγιο, οι μÝρες του πρþτου δεκαημÝρου (μετÜ τη νουμηνßα) αριθμοýνταν απü το 2 Ýως το 10 και ακολουθοýνταν απü το χαρακτηρισμü «ισταμÝνου». Οι επüμενες ημÝρες αριθμοýνταν απü το 1 Ýως το 9 και ακολουθοýνταν απü το χαρακτηρισμü «επß δεκÜδι». Η δÝκατη μÝρα του δεýτερου δεκαημÝρου (εικοστÞ του μηνüς) την ονüμαζαν «εικÜς». Οι ημÝρες του τελευταßου δεκαημÝρου, εßτε αριθμοýνταν κανονικÜ απü το 1 Ýως το 9 και ακολουθοýνταν απü το χαρακτηρισμü «επß εικÜδη», εßτε αριθμοýνταν αντßστροφα απü το 10 Ýως το 2 και ακολουθοýνταν απü το χαρακτηρισμü «απιüντος». Η τελευταßα ημÝρα του μÞνα λεγüταν «Ýνη και νÝα», δηλαδÞ παλιÜ και νÝα, επειδÞ Þταν το üριο του παλαιοý με τον νÝο μÞνα. ΠροσÝξτε üτι δεν Þταν απαραßτητα η 30η του μÞνα, θα μποροýσε κÜλλιστα να εßναι η 29η, παραλεßποντας την «9η επß εικÜδη» / «2η απιüντος». Με παρüμοιο τρüπο γινüταν η ονοματοδοσßα και στα λοιπÜ ημερολüγια.
Και ενþ αρχικÜ η διÜρκεια των μηνþν κι η εισαγωγÞ του εμβüλιμου μÞνα Þταν αυθαßρετες και βασßζονταν καθαρÜ σε εμπειρικÝς παρατηρÞσεις, με τη πÜροδο του χρüνου φαßνεται πως σε κÜποια ημερολüγια -σßγουρα üχι σε üλα και σßγουρα üχι ταυτüχρονα- Üρχισαν να εφαρμüζονται πιο επιστημονικÝς προσεγγßσεις. ΑρχικÜ αξιοποιÞθηκε η «οκταετηρßς», Ýνας κýκλος 8 ηλιακþν ετþν μετÜ τον οποßο οι σεληνιακοß μÞνες επανÝρχονται στις ßδιες περßπου ημερομηνßες του ηλιακοý Ýτους. Η εισÞγηση της αποδßδεται στον Κλεüστρατο. Στη συνÝχεια αξιοποιÞθηκε ο Κýκλος του ΜÝτωνος, Ýνας κýκλος 19 ηλιακþν ετþν που ισοýνται σχεδüν με 235 σεληνιακοýς μÞνες. Ο κýκλος αυτüς επιβÜλει τη χρÞση συνολικÜ 7 εμβüλιμων μηνþν στα 19 χρüνια, οι οποßοι εισÜγονταν στα Ýτη 3, 6, 8, 11, 14, 17 και 19 του κýκλου. Ο εισηγητÞς του Þταν ο ΜÝτων ο Αθηναßος περßπου το 432 πΧ. ΤÝλος αξιοποιÞθηκε ο Κýκλος του Καλλßππου, μια βελτßωση του Κýκλου του ΜÝτωνος, που τον επεκτεßνει σε 76 ηλιακÜ Ýτη και 940 σεληνιακοýς μÞνες. Ο εισηγητÞς του Þταν ο ΚÜλλιππος περßπου το 330 πΧ.
Οι μÝρες κÜθε μÞνα
ΚÜθε ελληνικü κρÜτος χρησιμοποιοýσε τα δικÜ του ονüματα για τους μÞνες. Στις περισσüτερες περιπτþσεις τα ονüματα των μηνþν σχετßζονταν με κÜποια απü τις εορτÝς που τελοýνταν κατÜ τη διÜρκεια του μÞνα αυτοý. ¼ταν Þταν η χρονιÜ που Ýπρεπε να γßνει χρÞση ενüς εμβüλιμου μÞνα, Ýνας απü τους κανονικοýς μÞνες του Ýτους επαναλαμβανüταν και Ýπαιρνε τον χαρακτηρισμü «εμβüλιμος» - πχ μÝσα στο Ýτος υπÞρχε ο μÞνας «Ποσειδωνιþν» και ο πρüσθετος μÞνας ονομαζüταν «Ποσειδωνιþν Εμβüλιμος» - Þ σε Üλλες περιπτþσεις «o δεýτερος» - πχ μÝσα στο Ýτος υπÞρχε ο μÞνας «Ποιτρüπιος» κι ο πρüσθετος μÞνας ονομαζüταν «Ποιτρüπιος o δεýτερος».
Αιτωλικü ημερολüγιο
Προκýκλιος, Αθαναßος, ΒουκÜτιος, Διüς, Ευθυαßος, Ὁμολþιος,
Ἑρμαßος, Διονýσιος, Αγýειος, Ἱπποδρüμιος, Λαφραßος, ΠÜναμος
Αττικü ημερολüγιο
Ἑκατομβαιþν, Μεταγειτνιþν, Βοηδρομιþν, Πυανεψιþν, Μαιμακτηριþν, Ποσειδεþν,
Γαμηλιþν, Ανθεστηριþν, Ελαφηβολιþν, Μουνιχιþν, Θαργηλιþν, Σκιροφοριþν
Βοιωτικü ημερολüγιο
ΒουκÜτιος, Ἑρμαßος, ΠροστατÞριος, Αγριþνιος, Θειλοýθιος, ( ; ),
Ὁμολþιος, Ἱπποδρüμιος, ΠÜναμος, Παμβοιþτιος, ΔαμÜτριος, ἈλαλκομÝνιος
Δελφικü ημερολüγιο
ΒουκÜτιος, Ἡραßος, Απελλαßος, ( ; ), Δαδαφüριος, Ποιτρüπιος,
Βýσιος, Αρτεμßσιος, ἩρÜκλειος, Βοαθüος, Ιλαßος, ΘεοξÝνιος
Ημερολüγιο του Μηχανισμοý των ΑντικυθÞρων
Φοινικαßος, ΚρÜνειος, Λανοτρüπιος, Μαχανεýς, Δωδεκατεýς, Εýκλειος,
Αρτεμßσιος, Ψυδρεýς, Γαμεßλιος, ΑγριÜνιος, ΠÜναμος, Απελλαßος
Λακωνικü ημερολüγιο
ἩρÜσιος, Απελλαßος, Διüσθυος, ( ; ), Ελευσßνιος, ΓερÜστιος,
Αρτεμßσιος, Δελχßνιος, Φλιαστüς, Ἑκατομβεýς, ΚÜρνειος, ΠÜναμος
Λοκριδικü ημερολüγιο
Οι μÞνες στο ημερολüγιο της Λοκρßδας δεν εßχαν üνομα, απλÜ αριθμοýνταν ως 1ος, 2ος κτλ.
Μακεδονικü ημερολüγιο
Αυδηναßος, Περßτιος, Δýστρος, Ξανθικüς, Αρτεμßσιος, Δαßσιος,
ΠÜνημος, Λþος, Γορπιαßος, Υπερβερεταßος, Δßος, Απελλαßος
Ροδιακü ημερολüγιο
ΑγριÜνιος, Βαδρüμιος, ΘευδÜσιος, ΔÜλιος, Αρταμßτιος, ΠÜναμος,
Πεδαγειτνýος, Ὑακßνθιος, ΚÜρνειος, Θεσμοφüριος, Σμßνθιος, Διüσθυος
ΒΡΙΣΙΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ: Ναι μη σας φαßνεται παρÜξενο, κι οι αρχαßοι ρßχνανε μπινελßκια αν τους τη βαροýσε. Τι θαρρεßτε; Σοφοß Üνθρωποι και δεν θα τα χþνανε σε τακτÜ; Λοιπüν παρακÜτω παραθÝτω τις βρισιÝς τους και διασκεδÜστε:
ΑΒΡΟΒ¢ΤΗΣ: θηλυπρεπÞς Üνδρας με γυναικεßο βÜδισμα [αβροβÜτης = αβρüς(τρυφερüς) + βαßνω (προχωρþ, εισÝρχομαι)
ΑΝΑΣΕΙΣºΦΑΛΛΟΣ: φιλÞδονη γυναßκα που πιÜνει και κουνÜει τον φαλλü [ανασεισßφαλλος = ανασεßω + φαλλüς]
ΒΔ¸Ω: πÝρδομαι [βδÝω = βρωμÜω]
ΓΛΩΤΤΟΔΕΨ¸Ω: κÜνω μαλÜξεις με τη γλþσσα
ΓΟΓΓ¾ΛΗ: βυζß / στÞθος [γογγýλη = ολοστρüγγυλη]
ΓΥΝΑΙΚΟΠºΠΗΣ: μπανιστιρτζÞς [ γυναικοπßπης = γυναßκα + οπιπτεýω]
ΔΡΟΜ¢Σ: πüρνη του δρüμου [δρομÜς = δρüμος]
ΕΣΧ¢ΡΑ: γυναικεßο αιδοßο [εσχÜρα = απü το ρÞμα ßσχω (εμποδßζω)]
Ε¾ΠΥΓΟΣ: γυναßκα με ωραßα οπßσθια [εýπυγος = ευ + πυγÞ ]
ΚΑΣΣΩΡºΣ: πüρνη [κασσωρßς = απü το κÜσις (αδελφüς, εταßρος)]
Μ¾ΖΟΥΡΙΣ: γυναßκα που βυζαßνει πÝος [μýζουρις = μυζÜω + ουρÜ (πÝος)]
ΠΗΘΙΚΑΛ¿ΠΗΞ: Üνθρωπος πανοýργος [πιθηκαλþπηξ = πßθηκος = αλþπηξ]
Π¼ΣΘΩΝ: Üνδρας με μεγÜλο πÝος [πüσθων = απü το πüσθη(πÝος)]
ΡΩΠΟΠΕΡΠΕΡ¹ΘΡΑΣ: Üνδρας που εκστομßζει ακατÜπαυστα χαζομÜρες [ρωποπερπερÞθρας = ρþπος(φτηνüπραγμα) + πÝρπερος (φλυαρßα)]
ΗΔΟΝΟΘ¹ΚΗ: το αιδοßο
Κ¾ΝΤΕΡΟΣ: ο αναßσχυντος, ο κοπρßτης [> κýων]
ΚºΝΟΥΡΗΣ αυτüς που περπατÜ επιδεικνýοντας τα γεννητικÜ του üργανα [κßνουρης = κινÝω + ουρÜ]
Λ¸ΧΡΙΟΣ [ > λÝχριος (λεχρßτης)]
ΛΥΔºΑ: η πüρνη στην ρωμαúκÞ εποχÞ, επειδÞ συνÞθως Þταν απü την ομþνυμη περιοχÞ της Μικρασßας οι πüρνες πολυτελεßας.
Λ¼ΧΜΗ: το τριχωτü αιδοßο [> λüχμη (θÜμνος)]
ΣΠΟΔΗΡΙΛΑ¾ΡΑ: αυτüς που τρþει κüπρανα [σποδÞ (καταβροχθßζω) + λαýρα (απüπατος)]
ΧΑΛΚΙΔºΤΙΣ: η πολý φτηνÞ πüρνη, αυτÞ που εκδßδεται για Ýνα χÜλκινο νüμισμα.
ΑΜ¢ΡΕΥΜΑ: κατακÜθι της κοινωνßας (ους. αμÜρα=χαντÜκι)
ΒΔ¸ΛΥΓΜΑ: σßχαμα
¸ΚΦΑΥΛΟΣ: ατιμασμÝνος
Κ¼ΒΑΛΟΣ: παρÜσιτο
Κ¼ΠΡΕΙΟΣ: τιποτÝνιος
ΜΙ¢ΣΤΩΡ: μßασμα
ΣΚΩΡΑΜºΣ: απατεþνας / καθßκι
ΑΡΧΟΛºΠΑΡΟΣ : αυτüς που ποθεß σφοδρÜ την εξουσßα αλλÜ κι ο ευτελþς πρüθυμος προς τους κατÝχοντες την εξουσßα.
ΒΩΜΟΛΟΧºΑ: βρισιÜ, χυδαιüτητα, απρεπÞς λÝξη, αισχρολογßα.
Η ιστορßα της λÝξης βωμολοχßα, Ýχει ως εξÞς: Ο επαßτης, ανυπüμονος, θρασýς και πεινασμÝνος, ζητοýσε με πιεστικü τρüπο μερßδα και ως εκ τοýτου, επιτßθετο λεκτικÜ στον τελεστÞ της θυσßας χρησιμοποιþντας αισχρÝς εκφρÜσεις. ¢ρχιζε τüτε μßα απρεπÞς και μη κüσμια συνομιλßα μεταξý επαßτη κι υπεýθυνου των θυσιþν, που κατÝληγε σε χυδαßες εκφρÜσεις και τσακωμοýς. ΑυτÞ η αισχρÞ και χυδαßα στιχομυθßα, ονομÜστηκε βωμολοχßα. Βωμολüχος εßναι λοιπüν ο περß τους βωμοýς λοχþν (παραμονεýων, ενεδρεýων) επαßτης, με σκοπü να λÜβει κÜτι απü τα κρÝατα των θυσιþν.
ΤΕΛΟΣ Β' ΜΕΡΟΥΣ ΤΟ Γ' Μ¸ΡΟΣ ΕΔ¿!