Βιογραφικü
Ο ΓκαμπριÝλε Ντ' Ανοýντσιο (Gabriele D'Annunzio) Þταν Ιταλüς ποιητÞς, δημοσιογρÜφος, δραματουργüς, σεναριογρÜφος, δοκιμιογρÜφος, θεατρικüς συγγραφÝας, πολιτικüς και στρατιþτης στη διÜρκεια του Α´ Παγκ. Πολ., αλλÜ κι επιφανÞς εθνικιστÞς. Ο ρüλος του στη πολιτικÞ αμφιλεγüμενος λüγω της επιρροÞς του στο φασισμü και της ιδιüτητÜς του σαν -υποτßθεται- προπομποý του Μουσολßνι. ΥπÞρξε απ' τους περιφημüτερους ποιητÝς της εποχÞς του, επηρÝασε γενιÝς Ιταλþν συγγραφÝων και προκÜλεσε Ýντονες εντυπþσεις σ' üλη την Ευρþπη. Για την αεροπορικÞ του δρÜση στον Α´ Παγκ. Πüλ., που στοßχισε την απþλεια üρασης απü το Ýνα μÜτι, τη προπαγανδιστικÞ του πτÞση πÜνω απ' την εχθρικÞ ΒιÝννη και την εν συνεχεßα κατÜληψη του Φιοýμε (η σημερινÞ ΡιÝκα), που οργÜνωσε κι εκτÝλεσε επικεφαλÞς ατÜκτων, θεωρÞθηκε εθνικüς Þρωας της Ιταλßας. Η ποιητικÞ του φÞμη συναγωνιζüταν αυτÞν των ερωτικþν και συγγραφικþν σκανδÜλων του. ΓεννÞθηκε 12 ΜÜρτη 1863 στη ΠεσκÜρα της επαρχßας Abbruzzi και πÝθανε απü εγκεφαλικü 1η ΜÜρτη 1938 στο Γκαρντüνε ΡιβιÝρα της ΜπρÝσσια, σε ηλικßα 75 ετþν. Η κηδεßα του Ýγινε δημοσßα δαπÜνη σε μνÞμα απü λευκü μÜρμαρο, στο νεκροταφεßο Il Vittoriale degli Italiani.
Το 1883 νυμφεýτηκε τη δοýκισσα Maria Hardοuin di Gallese, τη 1η του σýζυγο που θα του χαρßσει 3 παιδιÜ, το Mario (1885-1964) τον Gabriellino (1886-1945) και τον Ugo Veniero (1887-1945). Το 1890 η Maria αποπειρÜθηκε ν' αυτοκτονÞσει κι ο γÜμος τους κατÝληξε σε διαζýγιο. Το 1891 γνωρßστηκε µε τη πριγκßπισσα Maria Gravina Cruyllas di Ramacca απü τη Σικελßα, που το 1892 Ýγινε η 2η σýζυγüς του. Μαζß της Ýζησε ως το 1898, üταν διαλýθηκε ο γÜμος τους. ΕπÝστρεψε στην Ιταλßα με την Ýκρηξη του Α’ Παγκοσμßου πολÝμου και τÝθηκε επικεφαλÞς των οπαδþν της συμμετοχÞς της Ιταλßας στον πüλεμο, θÝση που υποστÞριξε μαχητικÜ μ' Ýντονη αρθρογραφßα, δημüσιες ομιλßες, ακüμη και με τα ποιÞματÜ του. Η αεροπορικÞ του δρÜση στον Α´ Παγκüσμιο Πüλεμο, -κατατÜχθηκε εθελοντικÜ στην Αεροπορßα-, του στοßχισε το Ýνα του μÜτι, üταν στους Λογχοφüρους της ΝοβÜρα, το 1916, στη διÜρκεια μιας πτÞσης υποχρεþθηκε σε αναγκαστικÞ προσθαλÜσσωση, τραυματßστηκε κι Ýχασε μερικþς την üρασÞ του. Πραγματοποßησε προπαγανδιστικÞ πτÞση στη ΒιÝννη τον Αýγουστο του 1918 κι αναδεßχθηκε σε εθνικü Þρωα της Ιταλßας. ΥπÞρξεν υπÝρμετρα ανδρεßος στο πεδßο της μÜχης, επÝδειξε πßστη δßχως üρια στους Üντρες του αλλÜ κι αξεπÝραστη σκληρüτητÜ, καθþς πßστευε üτι: "...ο μüνος τρüπος για να κερδßσει μßα φυλÞ το σεβασμü εßναι να χýσει το αßμα των τÝκνων της". ΥπηρÝτησε και στο ναυτικü εκτüς της αεροπορßας. κι Ýλαβεν επιßσης μÝρος στη ναυτικÞ επιχεßρηση του Μποýκαρι.
Καταγüταν απü πλοýσια οικογÝνεια γαιοκτημüνων με ισχυρÞ πολιτικÞ επιρροÞ. Γονεßς του Þταν ο ΦραντσÝσκο ΠÜολο ΡαπανιÝτα κι η Λουßζα ντε Μπενεντßκτις. Στα 12 του γρÜφεται στο ΚολλÝγιο Τσικονßνι στο ΠρÜτο, üπου Ýλαβε κλασσικÞ παιδεßα μ' εξαιρετικÝς επιδüσεις. ¼ταν το 1878, Ýφηβος πια, θα διαβÜσει τις ΒÜρβαρες ΩδÝς του ΤζοζουÝ Καρντοýτσι, του 'στειλε επιστολÞ üπου του εξÝφραζε την επιθυμßα ν' ακολουθÞσει τα χνÜρια του. Το 1881 εγκαταστÜθηκε στη Ρþμη, για να σπουδÜσει στο πανεπιστÞμιο της, üπου γρÞγορα Ýγινε ο πρωταγωνιστÞς της λογοτεχνικÞς και κοσμικÞς ζωÞς, δßχως να αποφοιτÞσει. Τα χρüνια της παραμονÞς του στη Ρþμη του επÝτρεψαν να συνειδητοποιÞσει τις κλßσεις του, ενþ οι Ýρωτες, οι μονομαχßες, οι δßκες, τα χρÝη Þταν οι πρþτες μορφÝς με τις οποßες εκδÞλωσε το ιδεþδες της ζωÞς του. Το 1897 εκλÝχθηκε βουλευτÞς στην ΙταλικÞ βουλÞ, üπου συντÜχθηκε αρχικÜ µε ακραßα συντηρητικÞ παρÜταξη, üμως μετατοπßστηκε ιδεολογικÜ προς την αριστερÜ σταδιακÜ, ενþ παρÝμεινε βουλευτÞς για 3 Ýτη. ΕπηρεÜστηκε Ýντονα απü τις ιδÝες του Νßτσε κι ιδιαßτερα απü τη θεωρßα του Υπερανθρþπου. Το 1899 μετακüμισε στην υπερπολυτελÞ Ýπαυλη La Caponcina στο ΣεντινιÜνο της ΤοσκÜνης, κοντÜ στη Φλωρεντßα, με την ηθοποιü Ελεονüρα Ντοýζε, την οποßα υποχρεþθηκε να εγκαταλεßψει το 1910, üταν αναγκÜστηκε να διαφýγει στη Γαλλßα, κυνηγημÝνος απü τους πιστωτÝς του. Τη δεκαετßα του 1920 εßχε στη κατοχÞ του μßα Trikappa Lancia εξοπλισμÝνη με 8κýλινδρο κινητÞρα V, ικανü να φτÜνει στην ιλιγγιþδη για την εποχÞ ταχýτητα των 130 χιλιομÝτρων ανÜ þρα.
ΥπÞρξεν ο εμπνευστÞς του χαιρετισμοý με υψωμÝνο το δεξß χÝρι, στη σýγχρονη εποχÞ, που εμφανßστηκε στο σινεμÜ στη ταινßα Καμπßρια το 1914. Η ταινßα θεωρεßται απ' τα Ýργα που ενÝπνευσαν τον ιταλικü εθνικισμü, καθþς παρουσßαζε τους αρχαßους Ρωμαßους ευγενεßς ως Þρωες κατÜ τη διÜρκεια του Καρχηδονιακοý πολÝμου. Ο ΓκαμπριÝλε Ντ’ Aννοýντσιο, που Ýγραψε το σενÜριο θεωρεßται ο πατÝρας του ιταλικοý φασισμοý κι αυτüς που διÝδωσε το χαιρετισμü στην Ιταλßα. Το 1919 χρησιμοποßησε το χαιρετισμü στο Φιοýμε και το 1926 ο χαιρετισμüς Ýγινε υποχρεωτικüς για üλους τους Ιταλοýς πολßτες. Το 1922, Ýπεσε απü το παρÜθυρο της Ýπαυλης του και τραυματßστηκε σοβαρÜ. ΥποστÞριζε φανατικÜ τον Μουσολßνι, αν κι ο Ντοýτσε θεωροýσε üτι ουδÝποτε εξασφÜλισε την υποστÞριξη του «ΠÜπα» του ιταλικοý φασισμοý, για τον οποßο εßχε πει: "¼ταν υπÜρχει Ýνα σÜπιο δüντι, Ýχεις 2 λýσεις. ¹ βγÜζεις το δüντι και το πετÜς Þ το γεμßζεις χρυσÜφι. Με τον Ντ' Αννοýντσιο προτßμησα τη 2η λýση". Ο ΛÝνιν τον εßχε χαρακτηρßσει σαν τον μüνο αληθινü επαναστÜτη της Ιταλßας στον οποßο λüγω της γενικüτερης προσφορÜς του, του απονεμÞθηκαν οι τßτλοι του Πρßγκιπα του Μοντενεβüζο το 1924 και το 1937, ο τßτλος του ΠροÝδρου της ΙταλικÞς Ακαδημßας, ενþ στις μÝρες μας το πανεπιστÞμιο της ΠεσκÜρα φÝρει το üνομα του.
Το ΣεπτÝμβρη του 1919 αν και σχεδüν τυφλüς, πορεýθηκε μαζß με τους μαυροφορεμÝνους Üτακτους εθνικιστÝς συντρüφους του προς τη πολιορκημÝνη πüλη Φιοýμε, στις ιταλικÝς ακτÝς της ΑδριατικÞς, την οποßα κατÝλαβε. ΠαρÝμεινε δοýκας της πüλης κι εγκαθßδρυσε προσωπικÞ δικτατορßα διαρκεßας 15 μÞνþν,ως üτου διαλýθηκε με την επÝμβαση του Ιταλικοý στρατοý. Στο ενδιÜμεσο διÜστημα το κρÜτος του αναγνþρισε μüνον η κομμουνιστικÞ πλÝον ΣοβιετικÞ ¸νωση. Αυτοαναγορεýτηκε ως Αρχηγüς (Duce) της Αντιβασιλεßας του ΚαρνÜρο (Reggenza Italiana del Carnaro) κι η επιβολÞ Φασιστικþν μÝτρων στη περιοχÞ που εßχε καταλÜβει, προκαλÝσανε σοβαρÜ προβλÞματα στην ΙταλικÞ κυβÝρνηση, η οποßα τελικÜ βομβÜρδισε με το ναυτικü της τη πüλη και τον υποχρεþσανε να την εγκαταλεßψει, ΔεκÝμβρη του 1920, αφÞνοντÜς τη στα χÝρια των Γιουγκοσλαυικþν αρχþν. Στη διÜρκεια αυτοý του διαστÞματος απαιτοýσε να διακοσμοýνε το κρεβÜτι του τρεις φορÝς τη μÝρα με συγκεκριμÝνα εßδη φρÝσκων λουλουδιþν.
ΕπισκÝφθηκε την ΕλλÜδα 2 φορÝς κι η αγÜπη του για την αρχαßα ΕλλÜδα υπÞρξε προφανÞς απü τη κυκλοφορßα της 1ης συλλογÞς ποιημÜτων του με τßτλο Primo Vere που αποτελεß ýμνο στις μορφÝς του ΟμÞρου, του Αλκαßου, της Σαπφοýς, του ΒÜκχου και της ακτÞς της Ιωνßας. Στο 1ο ταξßδι του στην ΕλλÜδα Ýφτασε στη ΛευκÜδα στις 30 Ιουλßου 1895, με τη θαλαμηγü Fantasia του ΕντουÜρντο Σκαρφüλιο, προσωπικοý του φßλου, διευθυντÞ της εφημερßδας Ιl Mattino της ΝÜπολι και συζýγου της συγγραφÝως Ματßλντε ΣερÜο. ΕπισκÝφτηκαν τον Κορινθιακü κüλπο, την Ολυμπßα, τις ΜυκÞνες, επßσκεψη που τον ενÝπνευσε να γρÜψει το ποßημα ΝεκρÞ Πüλη, το Ναýπλιο, την ΑθÞνα, τη ΠÜτρα και μερικÜ νησιÜ κι εντυπωσιÜστηκε ιδιαßτερα απü τα αρχαßα ελληνικÜ αγÜλματα στα μουσεßα. Σýμφωνα με τον καθηγητÞ Λαβανßνι, ο Ντ’ Αννοýντσιο εßχε διαβÜσει μεταφρÜσεις ελληνικþν Ýργων στα ιταλικÜ που εßχε κÜνει ο Νικολü ΤομμαζÝο το 1842, απü τις οποßες χρησιμοποßησε στοιχεßα στα Ýργα του ΦραντσÝσκα Ντα Ρßμινι, το 1902, ¸παινος ΖωÞς, το 1903, Παριζßνα, το 1912, και στη τραγωδßα του Πλοßο, το 1907. Σε επιστολÞ για τις εντυπþσεις του ταξιδιοý του γρÜφει, "...Η ΕλλÜδα εßναι üπως τη φανταζüμουνα, ξερÞ και βραχþδης, καλυμμÝνη μ' ελιÝς και κυπαρßσσια, με υπÝροχες οροσειρÝς. Τα βουνÜ με την ομορφιÜ τους Ýχουνε την αξßα ενüς Ýργου τÝχνης üπως τα αγÜλματα..".
Στο 2ο ταξßδι του, το ΓενÜρη του 1899, συνοδευüταν απü την Ελεονüρα Ντοýζε, ηθοποιü και σýντροφο του, για την οποßα εßχε γρÜψει ειδικÜ δρÜματα. ΣταμÜτησε στην ΑθÞνα, κατÜ την επιστροφÞ του απü την ΑλεξÜνδρεια και το ΚÜιρο, και στις 24 τπυ μηνüς, μßλησε στη φιλολογικÞ αßθουσα Παρνασσüς, απαγγÝλοντας τη ΠροσευχÞ Στους Αθηναßους με αναφορÝς ιδιαßτερα στη δüξα της αρχαßας ΕλλÜδας και του πολιτισμοý της, ενþ η Ντοýζε πρωταγωνßστησε στη σÜλα του Παρνασσοý, στο δρÜμα του ¼νειρο ΑνοιξιÜτικης ΑυγÞς. Ο Ιταλüς διανοοýμενος τιμÞθηκε απü τον Φιλολογικü üμιλο του Παρνασσοý, συναντÞθηκε και γνþρισε ανθρþπους των γραμμÜτων, ενþ την Üλλη μÝρα στις 25 παρατÝθηκε προς τιμÞ του γεýμα απü το περιοδικü ¢στυ και στη συνÝχεια αναχþρησε με προορισμü τη ΚÝρκυρα, üπου Ýκανε διακοπÝς ενüς μÞνα κι Ýγραψε τη τραγωδßα La Gloria.
Ο Ντ’ Αννοýντσιο διατηροýσε προσωπικÞ φιλικÞ σχÝση με τον εθνικιστÞ δημοσιογρÜφο και λογοτÝχνη Κþστα Καιροφýλα, ο οποßος ως φοιτητÞς παρακολοýθησε τη διÜλεξη του Ιταλοý διανοοýμενου στον Παρνασσü. Λßγα χρüνια αργüτερα ο Καιροφýλας τον επισκÝφθηκε στο ξενοδοχεßο Ρετζßνα στη Ρþμη για να του δþσει Ýνα αντßτυπο της μετÜφρασης στα ελληνικÜ της ποιητικÞς συλλογÞς ΡοδοδÜφνη. ¼πως γρÜφει ο Καιροφýλας, "Εκεßνο κυρßως που μοý 'καμε ξεχωριστÞν εντýπωση απü τη 1η στιγμÞ στον κοντü και φαλακρüν αυτüν Üνδρα Þσανε τα μÜτια του, δυο φλüγες αεικßνητες, που σκλÜβωναν αμÝσως,. ¼ταν Üρχισε να μιλεß, τüτε κατÜλαβα το μυστικü της γοητεßας του, που κατακτοýσε üσους τον πλησßαζαν. Μια μουσικÞ γλυκολαλιÜ Ýντυνε βαθειÝς σκÝψεις με την ωραßα φωνÞ του. ¹ταν ποιητÞς ακüμα κι üταν μιλοýσε. Κι üσο Ýμεινα σιμÜ του, νüμιζα πως τον Üκουγα ν’ απαγγÝλλει ποßημα.. ¢λλωστε αληθινü νοσταλγικü ποßημα Þσανε τα λüγια του. Μου μßλησε για τις 2 επισκÝψεις του στην ΕλλÜδα κι ιδßως για τη τελευταßα, που του 'μεινε αλησμüνητη απü τις τιμÝς που του γßνανε. Μοý 'πε üτι, φεýγοντας, σχεδßαζε να γυρßσει τον επüμενο χρüνο και να μεßνει κÜμποσο καιρü για ν' αναπαυθεß στην ωραßα ΖÜκυνθο που εßχε γνωρßσει απü παιδß μÝσα απü τα ποιÞματα του Φωσκüλου. Το σχÝδιü του αυτü Þτανε παλιü, γιατß το ξεμυστηριεýεται και στη τραγωδßα του Η ΝεκρÞ Πüλη»...{...}... ΚατÜλαβα üτι, ενþ μου μιλοýσε, ξαναγýριζε με τα μÜτια της ψυχÞς του στα μακρινÜ αλλ’ αλησμüνητα ελληνικÜ τοπßα, στα ελληνικÜ μνημεßα κι üτι τη στιγμÞ εκεßνη πρüβαινε μπρος του σαν üραμα ο Παρθενþνας· γιατß, üταν σηκþθηκα να φýγω, μοý εßπε: -ΑνÜμεσα στα πιο αγαπημÝνα κειμÞλιÜ μου κρατþ Ýνα πολýτιμο ενθýμιο, Ýνα κλαδß ελιÜς, που Ýνα ηλιοφþτιστο απüγευμα Ýκοψα απü την ιερÞ ελιÜ της Ακρüπολης, χαιρετþντας με αυτοσχÝδιους στßχους τον ιερü βρÜχο της ΠαλλÜδος, απü τον οποßο ξεχýθηκε στον κüσμο το θεßο φως της τÝχνης".
Το 1938, üταν η εßδηση του θανÜτου του Ýφτασε στην ΑθÞνα, ο Καιροφýλας Ýδωσε διÜλεξη για τον Ντ' Αννοýντσιο στον Παρνασσü με θÝμα Ο Ντ’ Αννοýντσιο και το ελληνικü πνεýμα. Στα 1905, επισκÝφτηκε την ΑθÞνα κι Ýγινε δεκτüς με ενθουσιασμü, καθþς Þταν Þδη γνωστüς ελληνολÜτρης, ενþ τα Ýργα του παßζονταν στα θÝατρα της ΑθÞνας. ΜετÜ το 1920 εγκαταστÜθηκε στη βßλα του ΒιτοριÜλε [Vittoriale] στη λßμνη ΓκÜρντα στο Cargnaco, επισκÝψιμο µνημεßο ως τις μÝρες μας. ¸γραφε ελÜχιστα και δεν συμμετεßχε στα κοινÜ, ενþ Ýπεσε σε μελαγχολßα και κατÜ διαστÞματα διατηροýσε σχÝση µε διÜφορες þριμες κυρßες, üπως η Luisa Baccara και η Aelis Mazoyer. ΠÝθανε στην Ýπαυλη του μÝσα σε υπερβολικÞ πολυτÝλεια, λüγω των δþρων που του πρüσφερε ο Μουσολßνι, μεταξý τους Ýνα ολüκληρο αεροσκÜφος, αλλÜ και το εμπρüσθιο τμÞμα πολεμικοý πλοßου, τα οποßα εßχε τοποθετÞσει στην αυλÞ του, δηλητηριασμÝνος ßσως απü την τüτε φιλενÜδα του, η οποßα μετÜ το θÜνατü του αποδεßχθηκε üτι εκτελοýσε χρÝη πρÜκτορα για λογαριασμü των Ναζß.
Ο Κωνσταντßνος ΧρηστομÜνος Þταν Ýνας απü τους συγγραφεßς που κατ' εξοχÞν συνδÝθηκαν µε ντανουντσιακÜ διακεßμενα. Ο εθνικιστÞς διανοοýμενος Αρßστος ΚαμπÜνης, αναφερüμενος στην επßδραση του στον εθνικιστÞ ΠερικλÞ Γιαννüπουλο γρÜφει: "Τον ακοýσατε να σας διαβÜζη κÜτι, Ýνα ποßημα, Ýνα πεζογρÜφημα του ∆' Αννοýντσιο;", ενþ το 1964, ο ΤÜσος ΑθανασιÜδης αναφÝρει πως "Ο Γιαννüπουλος πÞρε για εκφραστικü του πρüτυπο τον Ντ' Αννοýντσιο", ενþ ο Παýλος ΝιρβÜνας κατηγορÞθηκε ως μιμητÞς του. Ιδιαßτερο ενδιαφÝρον παρουσιÜζει η Üποψη του ΒÜρναλη για τον Ιταλü ποιητÞ, üπως τη περιγρÜφει τüσο στα Απομνημονεýματα του üσο και στη 2η Ýκδοση του Ýργου Το Φως Που Καßει αλλÜ και στο Ο Σολωμüς Χωρßς ΜεταφυσικÞ. Ο ΒÜρναλης παρουσιÜζει ενδιαφÝρουσες γνþσεις κι απüψεις για τον Ντ' Αννοýντσιο και τη λογοτεχνßα του, καθþς με την αναφορÜ του στα Απομνημονεýματα του, προκýπτει πüσο δÝσποζε στην εποχÞ του ο Ιταλüς συγγραφÝας, κι αυτÜ στην εποχÞ που 'χε στραφεß οριστικÜ προς την αριστερÜ. Ο επßσης εθνικιστÞς λογοτÝχνης Γιþργος ΣαραντÜρης εßναι ο µüνος εκπρüσωπος των ποιητþν της γενιÜς του 1930 που ασχολÞθηκε Ýστω και λßγο µε τον Ντ' Ανοýντσιο, δημοσιεýοντας Üρθρο στο Ιταλüφωνο περιοδικü Olimpo (Rivista di cultura mediterranea).
Η ΝÝα Εστßα, στις 15 ΜÜαρτη 1938, αναγγÝλλει το θÜνατü του, τον οποßο τßμησε µε 2 Üρθρα, Ýνα του ΓερÜσιμου ΣπαταλÜ κι Ýνα του Κþστα ΟυρÜνη, ενþ αναδημοσßευσε κλασσικÜ κεßμενα για τις τýχες του Ντ' Αννοýντσιο στην ΕλλÜδα, Ýνα κεßμενο του ΝιρβÜνα και μßα επιστολÞ του ιατροý και λογοτÝχνη ΜιχÜλη Αργυρüπουλου, γνωστοý με το λογοτεχνικü ψευδþνυμο ΡÞγας Γραικüς, με τßτλο ¸να γρÜμμα στον Ντ’ Ανοýντσιο. Στο Ελεýθερο ΒÞμα, στις 2 ΜÜρτη 1938, δημοσιεýθηκε: "ΑπÝθανε ο μÝγας ποιητÞς και μÝγας πατριþτης", ενþ ο θÜνατος του χαρακτηρßζεται εθνικÞ απþλεια της Ιταλßας. Στις 3 Μαρτη 1938, η Σοφßα Κ. Σπανοýδη, Ýγραψε μεταξý Üλλων: "Για το θÜνατο του ποιητÞ ανθßζουν οι ιταλικÝς δÜφνες το φετινü ΜÜρτη [...]...Ο λüγος του ΓκαµπριÝλε Ντ’ Αννοýντσιο, Ýνα φλογερü μετÝωρο που θÜμπωνε üσους τολμοýσαν να τον αντικρßσουν [...] Τα λüγια του εξορμοýν σαν ηρωικÝς λεγεþνες σ’ εκεßνους που τον αγÜπησαν".
Ο Ντ’ Αννοýντσιο αποκλÞθηκε Vate (βÜρδος) και θεωρεßται ο θεüπνευστος ποιητÞς-προφÞτης της ιταλικÞς λογοτεχνßας κι εßναι Ýνας απü τους πιο γνωστοýς λογοτÝχνες στον κüσμο. ΑποτÝλεσε αντικεßμενο θαυμασμοý, μελÝτης, φθüνου κι Þταν ο εκφραστÞς ενüς ιδιüτυπου αισθητισμοý, διανθισμÝνου με σεξιστικÜ αστεßα κι ανÝκδοτα. Η ζωÞ του υπÞρξε ακραßα, µε πολλÝς διακυμÜνσεις και πÜμπολλους Ýρωτες, σχολιÜστηκε κι απασχüλησε συστηματικÜ τον πνευματικü κüσμο της εποχÞς του, ενþ τα ηρωικÜ πολεμικÜ κατορθþματα κι η ανÜμιξη του στη πολιτικÞ, του προσÝδωσαν επιπλÝον φÞμη. Τη περßοδο 1887-92, διατηροýσε εξωσυζυγικÞ σχÝση µε την Elvira Natalia Fraternali Leoni, γνωστÞ ως Barbara, ενþ το το 1894 ξεκßνησε τη σχÝση του μες τη διÜσημη ηθοποιü Ελεονüρα Ντοýζε, για την οποßα Ýγραψε αρκετÜ θεατρικÜ Ýργα.
Ακολοýθησαν οι σχÝσεις του µε την Alessandra di Rudini, απü το 1904 ως το 1906, µε την Giuseppina Mancini, απü το 1907 ως το 1908, και το 1909, µε τη Natalia de Golloubef. Θεωροýσε τη προσεγμÝνη εμφÜνιση ως το κλειδß της επιτυχßας. Κυκλοφοροýσε με λευκÜ γÜντια, καλογυαλισμÝνα δερμÜτινα παποýτσια και κοστοýμια απü ιταλικÜ υφÜσματα σε κÜθε του δημüσια εμφÜνιση, λüγοι για τους οποßους κατÜφερε να καθιερωθεß ως ο πατÝρας του σýγχρονου ιταλικοý στυλ και σχεδßαζε ο ßδιος τα βραδυνÜ φορÝματα των συντρüφων του δημιουργþντας με τη πÜροδο του χρüνου μιαν ολÜκερη συλλογÞ που εßναι σÞμερα γνωστÞ ως Gabriel Nuntius Vestiarius Fecit (To μÞνυμα στο βεστιÜριο του ΓκαμπριÝλε).
ΥπÞρξεν απü τους σημαντικþτερους ποιητÝς της εποχÞς του κι επηρÝασε γενιÝς Ιταλþν συγγραφÝων, ενþ προκÜλεσε Ýντονες εντυπþσεις σ' üλη την Ευρþπη. Χαρακτηρßστηκε ποιητÞς-προφÞτης της ιταλικÞς λογοτεχνßας κι υπÞρξεν απü τους πιο γνωστοýς λογοτÝχνες στον κüσμο, καθþς η ποιητικÞ του φÞμη συναγωνιζüταν αυτÞν των ερωτικþν και συγγραφικþν σκανδÜλων του. Στα πρþιμα κεßμενα του αντανακλþνται οι επιρροÝς των ΓÜλλων συμβολιστþν, üπως ο ΜωπασσÜν κι ο ΖολÜ, ο αισθησιασμüς κι ο εκλεκτικισμüς του, ενþ αργüτερα απü τον ΝτοστογιÝφσκι, τον Ρßχαρντ ΒÜγκνερ και τον Νßτσε.
Ο ΤζÜκομο Πουτσßνι εßχε εκφρÜσει πολλÝς φορÝς την επιθυμßα να συνεργαστεß μαζß του, ο ΜαρσÝλ Προυστ τονε θαýμαζε κι ο ΤζÝιμς Τζüυς εßχε πει γι' αυτüν üτι συγκαταλÝγεται στους 3 πιο ταλαντοýχους συγγραφεßς του 19ου αι., πλÜι στον Κßπλινγκ και τον Τολστüι, ενþ ο ßδιος θεωροýσε τον εαυτü του ως τον σπουδαιüτερο δημιουργü απü την εποχÞ του ΔÜντη και ζητοýσε απü τα παιδιÜ του να τον αποκαλοýνε μαÝστρο.
H λßστα με τις ιδιüτητÝς του εßναι μεγÜλη. Κι εξßσου εντυπωσιακÞ με τη τρικυμιþδη ζωÞ του: πολυγραφüτατος ποιητÞς, δημοσιογρÜφος, Ýνθερμος υποστηρικτÞς του φασισμοý και προÜγγελος του Μουσολßνι, κατακτητÞς πüλεων στον πüλεμο, θαυμαστÞς της ΕλλÜδας και της τÝχνης της και παθιασμÝνος λατßνος εραστÞς με πÜνω απü χßλιες ερωτικÝς συντρüφους στη ζωÞ του, üπως ο ßδιος υπερηφανευüτανε στους φßλους του. Ο ΓκαμπριÝλε Ντ' Ανοýντσιο κατÜφερε να δημιουργÞσει μýθο γýρω απü τ' üνομÜ του που βασßστηκε üχι τüσο στο ποιητικü του Ýργο üσο στον υπÝρμετρο ναρκισσισμü και την ακατÜπαυστη ανÜγκη του για δημοσιüτητα. ΚÜτι που ποτÝ δεν αρνÞθηκε, οýτε προσπÜθησε να κρýψει για χÜρη των επικριτþν του. Αυτü το μýθο, με αφορμÞ τα 150 Ýτη απü τη γÝννησÞ του, παρουσßασε το Ιταλικü Μορφωτικü Ινστιτοýτο που μεταξý Üλλων φιλοξενησεν ομιλßες για μßα απü τις μεγÜλες του αγÜπες: την ΕλλÜδα. Κι η ΕλλÜδα üμως, üπως αποδεικνýεται, αγαποýσε τον Ιταλü ποιητÞ. "Ο ΠαλαμÜς Üλλωστε Þταν Ýνας απü τους μεγαλýτερους θαυμαστÝς του Ýργου του στη χþρα μας" εßπεν ο ΓερÜσιμος Ζþρας, πρüεδρος του ΤμÞματος ΙταλικÞς Γλþσσας και Φιλολογßας του Πανεπιστημßου Αθηνþν κι Ýνας εκ των ομιλητþν στο πλαßσιο της Ýκθεσης.
"Μπορþ με ειλικρßνεια να πω üτι εßμαι Ýνας Þρωας" αποκρßθηκε ο Ντ' Ανοýντσιο στον αγγλογερμανü διπλωμÜτη ΧÜρι ΚλÝμεν ΚÝσλερ üταν το 1911 σε συνÜντησÞ τους στο Παρßσι τονε συνεχÜρη για τη πολý καλÞ γαλλικÞ προφορÜ του, επιβεβαιþνοντας μ' αυτü τον τρüπο τις θεωρßες σýγχρονων βιογρÜφων του που κÜνουνε λüγο για Ýναν εγωκεντρικü χαρακτÞρα με μüνη του Ýννοια τη προσωπικÞ δüξα κι ικανοποßησÞ του. Θεωρßες καθüλου Üδικες κι αυθαßρετες, αν σκεφτεß κανεßς πως το 1879, μüλις στα 16 του, Ýστειλε τηλεγρÜφημα στη Ρþμη με το οποßο ανακοßνωνε τον υποτιθÝμενο θÜνατü του προκειμÝνου -üπως παραδÝχτηκε αργüτερα- να αυξÞσει τις πωλÞσεις της πρþτης και πρüσφατα δημοσιευμÝνης ποιητικÞς συλλογÞς Primo Vere.
Μανιþδης λÜτρης του Νßτσε και δεδηλωμÝνος οπαδüς της καλαισθησßας (παρüτι ο διÜκοσμος των επαýλεþν του τεßνει σαφþς προς το κιτς), θεωροýσε τη προσεγμÝνη εμφÜνιση το κλειδß της προσωπικÞς του επιτυχßας. Με λευκÜ γÜντια στα χÝρια, καλογυαλισμÝνα δερμÜτινα παποýτσια και κοστοýμια απü ιταλικÜ υφÜσματα σε κÜθε δημüσια εμφÜνιση κατÜφερε να καθιερωθεß ως ο πατÝρας του σýγχρονου ιταλικοý στυλ. Τα τελευταßα χρüνια της ζωÞς του, εßχε απομονωθεß στη βßλα ΒιτοριÜλε με τα αναρßθμητα φαλλικÜ σýμβολα κι Ýνα πολεμικü πλοßο στην αυλÞ του, και τη τερÜστια συλλογÞ με τα βραδυνÜ φορÝματα των συντρüφων του, θρυλικÞ πλÝον, που εßναι σÞμερα γνωστÞ ως Gabriel Nuntius Vestiarius Fecit.
¸γγαμος κι Üπιστος υπÞρξε πολλÝς φορÝς στη ζωÞ του. Γεγονüς που οδÞγησε στη τρÝλλα και στην αυτοκτονßα αρκετÝς απü τις συντρüφους του. Οι σχÝσεις του -κατÜ βÜσην ερωτικÝς üπως επιβεβαιþνουνε τα πÜνω απü 1.500 ερωτικÜ γρÜμματα που σþζονται σÞμερα- Þταν Ýντονες και γεμÜτες πÜθος. ΚÜτι που μαρτυρÜ ακüμα και το συμβüλαιο που υπÝγραψε το 1903 μαζß με μια απü τις νεαρÝς ιταλßδες ερωμÝνες του: "Η ΑλεσÜντρα Καρλüτι παραχωρεß στον ΓκαμπριÝλ Ντ' Αννοýντσιο την απüλυτη κατοχÞ του κορμιοý της, απελευθερωμÝνο απü κÜθε εßδους ροýχο, απü τα νýχια του ποδιοý της μÝχρι τα μαλλιÜ της, χωρßς εξαßρεση".
Διακρßσεις στις γυναßκες δεν Ýκανε. Ο Ýρωτας Þτανε γι' αυτüν πÜνω απ' üλα. Στη μεγÜλη λßστα με τις ερωμÝνες του κατÜ καιροýς προσθÝτανε τ' üνομÜ τους απü νεαρÝς φοιτÞτριες κι ανÞλικα κοριτσÜκια που του τα παραχωροýσανε για τα λεφτÜ του οι μητÝρες τους, ως η μεγÜλη ιταλßδα ηθοποιüς Ελεονüρα Ντοýζε κι η γκÝη ποιÞτρια ΡομÝν Μπρουκς. Σε σημεßωμÜ της μÜλιστα η τελευταßα του 'γραφε: "Ακüμα και στον παρÜδεισο, αγαπητÝ ποιητÞ, θα Ýχουνε φυλÜξει για σας Ýνα τερÜστιο χταπüδι με χιλιÜδες γυναικεßα πüδια". Κι η οικονüμος του στο παρελθüν εξομολογÞθηκε πως αφοý τελεßωνε τις δουλειÝς του σπιτιοý, ο σεξομανÞς ποιητÞς και λογοτÝχνης την Ýριχνε τουλÜχιστον 3 φορÝς τη μÝρα στο κρεβÜτι του.
Ο ναρκισσισμüς κι η αγÜπη του για το σεξ και μετÝπειτα τη κοκαÀνη δεν Þτανε τα μοναδικÜ γνωρßσματα του ποιητÞ που ανÜγκαζε τα παιδιÜ του να τον φωνÜζουνε ΜαÝστρο αντß για πατÝρα. Φιλüδοξος, πολεμοχαρÞς και βαθιÜ εθνικιστÞς, αφοý καταταχθεß εθελοντικÜ στην Αεροπορßα και στους Λογχοφüρους της ΝοβÜρα, το 1916, στη διÜρκεια μιας πτÞσης υποχρεþνεται σε αναγκαστικÞ προσθαλÜσσωση, τραυματßζεται και χÜνει μερικþς την üρασÞ του. Αν και σχεδüν τυφλüς, το 1919 πορεýεται με τους λεγεωναρßους του προς τη πολιορκημÝνη πüλη Φιοýμε, την οποßα τελικÜ καταλαμβÜνει και διοικεß ως δικτÜτορας για περßπου 18 μÞνες, ως και τα Χριστοýγεννα του 1920.
"ΓεννημÝνος Δον ΖουÜν" γονßδιο που ισχυριζüτανε πως κληρονüμησε απü τον μπερμπÜντη πατÝρα του κι αποφασισμÝνος να γευτεß στο Ýπακρο τις σεξουαλικÝς χαρÝς της ζωÞς, Ýριξε στο κρεβÜτι του πολλÝς γυναßκες μÝχρι το τÝλος της ζωÞς του, το 1938. Οι στραβοß þμοι και τα εμφανþς χαλασμÝνα δüντια του δεν στÜθηκαν εμπüδιο στη γοητεßα που ασκοýσε στα θηλυκÜ. Για να ωραιοποιÞσει μÜλιστα το φαλακρü του κεφÜλι, υποστÞριζε πως οφεßλεται σε μια ουσßα που χρησιμοποßησε για την εποýλωση μιας πληγÞς üταν ακüμα Þτανε παιδß.
Ο ποιητÞς-προφÞτης της ιταλικÞς λογοτεχνßας κι Ýνας απü τους πιο γνωστοýς λογοτÝχνες στον κüσµο, συνειδητοποßησε τις κλßσεις του. Οι Ýρωτες, οι μονομαχßες, οι δßκες, τα χρÝη Þταν οι πρþτες μορφÝς που εκδÞλωσε το ωραιοπαθÝς ιδεþδες της απαρÜμιλλης ζωÞς του ποιητÞ, ως προνομιοýχου ανθρþπου, που οικοδομοýσε τη ζωÞ του σýμφωνα με δικοýς του ανθρþπινους κι ηθικοýς νüμους. ΠαρÜλληλα, στα κεßμενÜ του εκεßνης της εποχÞς αντανακλþνται οι επιρροÝς των ΓÜλλων συμβολιστþν, ο αισθησιασμüς κι ο εκλεκτικισμüς του.
Τα χαρακτηριστικÜ αυτÜ της προσωπικüτητÜς του και της τÝχνης του γßνονταν εντονüτερα με το πÝρασμα των χρüνων, υπü την επιρροÞ μÜλιστα των ιδεþν του Νßτσε, κι ιδιαßτερα της θεωρßας του υπερανθρþπου, üπως την προσλÜμβανε ο ßδιος. ΜετÜ τα Ýργα ΙωÜννης Επßσκοπος (1891) κι Ο Αθþος (1892), τα οποßα χαρακτηρßζονταν απü την εξιδανßκευση της αγνüτητας και της καλοσýνης, ακολοýθησαν Ο Θρßαμβος Του ΘανÜτου (1894), Οι ΠαρθÝνες Των ΒρÜχων (1896), Η ΦωτιÜ (1900), διαφορετικÝς εκφρÜσεις των ακατüρθωτων επιδιþξεων του υπερανθρþπου, στη πολιτικÞ, στη τÝχνη, στην ηθικÞ. Στις τραγωδßες του (Η ΝεκρÞ Πüλη, 1898, Η Τζοκüντα, 1898, Η Δüξα, 1899, ΦραντσÝσκα Ντα Ρßμινι, 1902), υπü το φως του μεγαλεßου, του εθνικισμοý, της ηρωικÞς ηθικÞς, διαφαßνονται οι επιρροÝς απü το αρχαßο ελληνικü θÝατρο και τις νεþτερες συμβολιστικÝς και βαγκνερικÝς εμπειρßες. ΑνÜμεσα στα καλλßτερα Ýργα του συγκαταλÝγεται το δρÜμα Η Κüρη Υου Ιüριο (1904), üπου περιγρÜφει, με γρÞγορη διαδοχÞ γεγονüτων αλλÜ και με μια τÜση μυθοποßησης, τα βßαια πÜθη και τα απλÜ αισθÞματα του ποιμενικοý κüσμου της περιοχÞς Αμπροýτσο, της γενÝτειρÜς του.
Στα ποιÞματÜ του, Το Παραδεßσιο Ποßημα (1893), σε συμβολιστικοýς και σκοτεινοýς τüνους, Αλκυüνη (1902), ΜÜια (1903), ΗλÝκτρα (1904), Μερüπη (1912), τα οποßα αποτÝλεσαν τη συλλογÞ Εγκþμια Τ' Ουρανοý, Της ΘÜλασσας, Της Γης & Των Ηρþων, απογειþθηκε η ικανüτητÜ του σ' ü,τι αφορÜ την επεξεργασßα της μορφÞς και τη χρÞση της γλþσσας. Τα Εγκþμια γρÜφτηκαν εν μÝρει στη ΝÜπολι κι εν μÝρει στην Ýπαυλη Λα Καποντσßνα στο ΣεντινιÜνο, κοντÜ στη Φλωρεντßα, üπου ο ποιητÞς Ýζησε πολλÜ χρüνια με την ηθοποιü Ελεονüρα Ντοýζε, την οποßα υποχρεþθηκε να εγκαταλεßψει το 1910, üταν αναγκÜστηκε να διαφýγει στη Γαλλßα, κυνηγημÝνος απü τους πιστωτÝς του.
Εκεß Ýγραψε, στα γαλλικÜ, τα θεατρικÜ Ýργα: Το Μαρτýριο Του Αγßου Σεβαστιανοý (1911), Η ΠιζανÝλα Þ Ο ΑρωματισμÝνος ΘÜνατος (1912), Παριζßνα (1913), τα οποßα παρουσιÜστηκαν στη σκηνÞ με μουσικÞ του Κλωντ Ντεμπισß το 1ο και των ΙλντεμπρÜντο ΠιτσÝτι και ΠιÝτρο ΜασκÜνι τ' Üλλα 2. Το 1914 δÝχτηκε να γρÜψει τους διαλüγους για τη ταινßα Καμπßρια του ΤζοβÜνι Παστρüνε. Τα Üλλα Ýργα του, εκεßνης της περιüδου, η ΕνατÝνιση Του ΘανÜτου (1913) κι Η ΛÞδα Χωρßς Κýκνο (1916), χαρακτηρßζονται απü λυρισμü και μελαγχολßα.
Τ' ü,τι Þτανε γεννημÝνος τυχοδιþκτης το φþναζαν ο τρüπος της ζωÞς του, αλλÜ και τα μυθιστορÞματα (Ο Θρßαμβος Του ΘανÜτου, Το Παιδß Της ΗδονÞς, Οι ΠαρθÝνες Των ΒρÜχων, ΦραντζÝσκα Ντα Ρßμινι κ.Ü), τα ποιÞματα και τα θεατρικÜ του Ýργα (ΝεκρÞ Πüλη, Η Κüρη Του Ιüριο, Το Μαρτýριο Του Αγßου Σεβαστιανοý κ.Ü.). Υμνοýσε την ομορφιÜ, το πÜθος και τον αισθησιασμü. ΚÜποια στιγμÞ, Ýγινε εραστÞς της κατÜ 4 Ýτη μεγαλýτερÞς του διÜσημης ηθοποιοý Ελεονüρας Ντοýζε, που απü το 1892 περιüδευε την Ευρþπη κι Ýδινε παραστÜσεις με Ýργα του και με Ýργα του ºψεν. Καθþς τßποτα δεν Þταν ικανü να τονε σταματÞσει, κÜθισε κι Ýγραψε το μυθιστüρημα Η ΦωτιÜ, üπου περιÝγραφε τη παρÜφορη σχÝση του με την ηθοποιü. Η Ντοýζε του ζÞτησε να μη το εκδþσει και τονε πλÞρωσε αδρÜ γι' αυτü. Ο Ντ’ Ανοýντσιο πÞρε τα χρÞματα και προχþρησε στην Ýκδοση του βιβλßου, που μοσχοπουλÞθηκε. Στα 1905, επισκÝφτηκε την ΑθÞνα κι Ýγινε δεκτüς με ενθουσιασμü, καθþς Þταν Þδη γνωστüς ελληνολÜτρης, ενþ τα Ýργα του παßζονταν στις αθηναúκÝς σκηνÝς.
"ΒαρυÝμαι, βαρυÝμαι!"
ΦÝρονται να 'ναι τα τελευταßα λüγια του ΓκαμπριÝλε ντ' Αννοýντσιο. ¸ν Ýτος πριν το θÜνατü του εßχε συμβουλÝψει τον Ιταλü δικτÜτορα να εγκαταλεßψει τον ¢ξονα, συμβουλÞ που το 1944 ο Μουσολßνι αναγνþρισε πως Ýπρεπε να 'χε ακολουθÞσει. ¹ταν μια αμφιλεγüμενη δημüσια προσωπικüτητα που, ως ποιητÞς, θεωρÞθηκε Ýνας απü τους καλλßτερους της εποχÞς του, ασκþντας τüτε σημαντικÞ επιρροÞ στους ομοτÝχνους του. ¸ζησε την Ιταλßα τþν μεγÜλων μεταλλÜξεων. Βßωσε την Ιταλßα μιας εντυπωσιακÞς Üρχουσας τÜξης με την αριστοκρατικÞ κοινωνßα της ν' αποτελεßται απü δοýκες, κüμητες, μαρκÞσιους, πρßγκηπες, παλÜτσο, μονομαχßες, δημοπρασßες περßφημων Ýργων τÝχνης, μυθικÜ δεßπνα, προκλητικÝς συμπεριφορÝς, ελευθεριÜζουσες σχÝσεις, αλüγιστες δαπÜνες, πιστωτÝς.
Η Υπüθεση Φιοýμε: Το 1915, ξεσÞκωνε τους συμπατριþτες του στην ακüμα ουδÝτερη Ιταλßα ζητþντας Ýξοδο στον πüλεμο, στο πλευρü της ΑντÜντ. Κι üταν η Ιταλßα συνÝπραξε με την ΑντÜντ, πολÝμησε κι ο ßδιος ως αεροπüρος κι ανδραγÜθησε. Με τη λÞξη του πολÝμου, δημιουργÞθηκε θÝμα για το Φιοýμε. Εßναι μια πüλη στον μυχü της ΑδριατικÞς (οι ΚροÜτες το ονομÜζουνε ΡιÝκα). Το κατεßχαν οι νικημÝνοι Αυστριακοß και το διεκδικοýσαν Ιταλοß και ΓιουγκοσλÜβοι. Οι συζητÞσεις τραβοýσαν, þσπου μπÞκε στη μÝση ο Ντ' Αννοýντσιο. Δημιοýργησε σþμα Ιταλþν εθελοντþν, μπÞκε επικεφαλÞς, το κατÝλαβε στις 12 ΣεπτÝμβρη 1919 και το ανακÞρυξεν ελεýθερη πολιτεßα. ¢γγλοι και ΓÜλλοι ζÞτησαν απ' τους Ιταλοýς να διατÜξουνε τον Ντ' Αννοýντσιο ν' αποσυρθεß. ΑρνÞθηκαν. Στην επιμονÞ των ΑγγλογÜλλων, οι Ιταλοß αποχþρησαν απü τις διαπραγματεýσεις κι Üρχισαν να διαδßδουν üτι θßγονται τα συμφÝροντÜ τους στη Μικρασßα. Καθþς κατεßχανε τα ΔωδεκÜνησα, Üφηναν να διαφανεß üτι δεν θα τους Þταν ιδιαßτερα δýσκολη μια απüβαση στην απÝναντι ακτÞ. Το θÝμα Ýληξε με τη συνθÞκη του ΡαπÜλο (12 ΝοÝμβρη 1920), üταν Γαλλßα, Ιταλßα κι Αγγλßα τα βρßσκανε για το Φιοýμε κι αναγνωρßσανε το καθεστþς της ελεýθερης πολιτεßας. Το 1922, τη κατÜπιε η Ιταλßα. Στα 1924, ο Ντ' Αννοýντσιο Ýγινε κüμης.
Ο ΓκαμπριÝλε ντ' Ανοýντσιο ομιλεß στο Φιοýμε:
-"ΘÝλετε να φýγω;"... -"Οοοοχι!"... -"ΘÝλετε να μεßνω;"... -"Ναιιιι!"...
Αυτüς ο διÜλογος μεταξý πλÞθους και Ντ' Αννοýντσιο Ýγινε 15 ΔεκÝμβρη 1919. Ο φλογερüς, ποιητÞς, εθνικιστÞς κι Þρωας πολÝμου των Ιταλþν, μιλþντας απü το μπαλκüνι του μεγÜρου του σ' αυτü το ζωντανü» δημοψÞφισμα για την τýχη του Φιοýμε, Ýβγαζε τη γλþσσα στη νομιμüτητα της Ρþμης που εßχε συμβιβαστεß με την απüφαση της (μυστικÞς) ΣυνθÞκης του Λονδßνου του 1915, σýμφωνα με την οποßα η ΜεγÜλη Βρεττανßα, η Γαλλßα κι η Ρωσßα εßχανε συμφωνÞσει με την Ιταλßα üτι το -εθνολογικþς ιταλικü- λιμÜνι του Φιοýμε στην ΑδριατικÞ üφειλε να παραμεßνει στην αυστροουγγρικÞ αυτοκρατορßα. Ο Ντ' Αννοýντσιο γνþριζε πþς να δημιουργεß σχÝση πÜθους με το κοινü του.
ΜετÜ τον Α' Παγκ. Πüλ. οι Ιταλοß απογοητεýτηκαν, αφοý τα εδÜφη που τους ανÞκανε δεν τους αποδοθÞκανε κι η μεταπολεμικÞ ανÝχεια κι οι κακουχßες εßχανε δημιουργÞσει εκρηκτικü μεßγμα. Ο ποιητÞς, λοιπüν, δεν θα συνθηκολογοýσε. Το Φιοýμε Ýπρεπε πÜση θυσßα να γßνει ιταλικü -Ýστω κι αν εκεßνος χρειαζüταν να καταλÜβει το λιμÜνι, να γßνει δικτÜτορας και να κηρýξει ακüμη και πüλεμο στη συμβιβασμÝνη Ιταλßα, 1η ΔεκÝμβρη 1920.
ΜετÜ τη κÞρυξη πολÝμου στη Ρþμη, οι Ιταλοß στεßλανε δυνÜμεις κι αποκλεßσανε το λιμÜνι. Τη νýχτα των ΧριστουγÝννων σημειωθÞκανε συγκροýσεις, αντηλλÜγησαν πυρÜ. Το μÝγαρο üπου γιüρταζε με τους φßλους του ο δικτÜτορας βομβαρδßστηκε. ¸να βλÞμα χτýπησε το κτßριο. ΚÜπως Ýτσι Þρθε το Üδοξο τÝλος στο üνειρο της προσÜρτησης του Φιοýμε. Ο Ντ' Αννοýντσιο δεν μπüρεσε να χτßσει τη ΜεγÜλη Ιταλßα των Ýνδοξων Ρωμαßων προγüνων του που τüσο λÜτρευε. Το Ýργο του üμως θα το ολοκλÞρωνε ο θαυμαστÞς του Μπενßτο Μουσολßνι. Το ΜÜη του 1922, 20.000 φασßστες καταλαμβÜνουνε τη Μπολþνια και τον Αýγουστο το ΜιλÜνο. Ο Μουσολßνι αποφασßζει τη ΜεγÜλη Πορεßα προς τη Ρþμη, που θα οδηγοýσε στη κατÜληψη της εξουσßας. Στο «τελεσßγραφο» προς τη κυβÝρνηση, με το οποßο ζητοýσανε τη παραßτησÞ της, παßρνουν αρνητικÞ απÜντηση. ΤελικÜ η ΜεγÜλη Πορεßα πραγματοποιεßται 2 μÞνες μετÜ: στις 28 Οκτþβρη. Ο Μουσολßνι μπαßνει στις 30 του ßδου μÞνα στη Ρþμη θριαμβευτÞς, σα Ρωμαßος αυτοκρÜτορας, σχηματßζοντας κυβÝρνηση την επομÝνη μÝρα. ¸να μÞνα μετÜ εξασφαλßζει (προσωρινÝς) δικτατορικÝς εξουσßες. Και 2 Ýτη μετÜ, στις 27 ΓενÜρη 1924, κÜνει τ' üνειρο του Ντ' Ανοýντσιο πραγματικüτητα: υπογρÜφει συνθÞκη στη Ρþμη, βÜσει της οποßας το Φιοýμε γßνεται ιταλικü.
Ο Ντ' Αννοýντσιο ΜιλÜ Στο Μπαλκüνι Του ΜεγÜρου του Στο Φιοýμε
ΣυνοπτικÜ üλα τα Ýργα του:
ΠοιητικÝς συλλογÝς:
* Primo Vere, 1879
,* Canto novo (ΝÝο τραγοýδι, 1882)
* Elegie romane (ΡωμαúκÞ ελεγεßα, 1892)
* Poema paradisiaco (Παραδεßσιο ποßημα, 1893)
* Αλκυüνη, 1902,
* ΜÜια, 1903, (το μεγαλýτερο τµÞµα της καλýπτει το εκτενÝστατο ποßημα, -περισσüτεροι απü 8.000 στßχοι- Laus Vitae. Για τη ΜÜια Ýγραψε ο Ντ' Αννοýντσιο: "ΑφηγÞθηκα το ταξßδι µας στην ΕλλÜδα. ΞανÜζησα µ' Ýνταση κεßνες τις μÝρες ευτυχßας...".
* ΗλÝκτρα, 1904,
* Μερüπη, 1912.
* Laudi del cielo, del mare, della terra e degli eroi (¾μνοι του ουρανοý, της θÜλασσας, της γης και των ηρþων, 1903–1912)
Τραγωδßες:
* La città morta (Η νεκρÞ πüλη, 1899)
* La Gioconda (Τζοκüντα, 1899)
* Francesca da Rimini (ΦραντσÝσκα ντα Ρßμινι, 1902)
* L'Etiopia in fiamme (Η Αιθιοπßα στις φλüγες, 1904)
* La figlia di Jorio (Η κüρη του Ιüριο, 1904)
* La fiaccola sotto il moggio (Ο λýχνος υπü τον μüδιον, 1905)
* La nave (Το πλοßο, 1908)
* Fedra (Φαßδρα, 1909)
* Le Martyre de Saint-Sébastien (γαλλ. Το μαρτýριο του Αγßου Σεβαστιανοý, 1911)
¸ργα στη γαλλικÞ γλþσσα (¸γραψε και δημοσßευσε στα γαλλικÜ, τα θεατρικÜ Ýργα, -
* Το Μαρτýριο του Αγßου Σεβαστιανοý, 1911,
* Η ΠιζανÝλα Þ Ο αρωματισμÝνος θÜνατος, 1912,
* Παριζßνα, 1913,
-παρουσιÜστηκανε στη σκηνÞ με μουσικÞ Ντεμπισß το 1ο και των ΙλντεμπρÜντο ΠιτσÝτι και ΠιÝτρο ΜασκÜνι τα Üλλα 2).
* Καμπßρια, 1914, κινηματογραφικÞ ταινßα του Ιταλοý σκηνοθÝτη ΤζοβÜνι Παστρüνε, στην οποßα Ýγραψε τους διαλüγους.
* ΕνατÝνιση του θανÜτου, 1913,
* Η ΛÞδα χωρßς κýκνο, 1916, χαρακτηρßζονται απü λυρισμü και μελαγχολßα.
ΜυθιστορÞματα:
* Il piacere (Η ηδονÞ, 1889)
* Giovanni Episcopo (1891)
* L'innocente (Ο αθþος, 1892)
* Il trionfo della morte (Ο θρßαμβος του θανÜτου, 1894)
* Le vergini delle rocce (Οι παρθÝνες των βρÜχων, 1895)
* Il fuoco (Η φωτιÜ, 1899)
* H Δüξα, 1899
* Forse che sì forse che no (ºσως ναι, ßσως üχι, 1910)
* Νυχτερινü, 1921,
* Εκατü κι εκατü κι εκατü κι εκατü σελßδες του μυστικοý βιβλßου του ΓκαμπριÝλε Ντ’ Αννοýντσιο που θÝλησε να πεθÜνει, 1935.
ΔιηγÞματα:
* Terra vergine (ΠαρθÝνα γη, 1882)
* Le novelle della Pescara (Τα διηγÞματα της ΠεσκÜρα, 1884–1886)
Ταινßες:
* Cabiria, 1912 , ΣεναριογρÜφος
* D'Annunzio, 1985 σκηνοθεσßα ΣÝρτζιο ΝÜσκα, ταινßα για τις ρομαντικÝς σχÝσεις το ποιητÞ
* L'innocente, 1976, σκηνοθεσßα Λουκßνο Βισκüντι, ταινßα βασισμÝνη στ' ομþνυμο Ýργο -κýκνειο Üσμα του Βισκüντι.
=======================
ΜατιÝς Σε ¸ργα Του
ΒροχÞ Στο ΠευκοδÜσος
Σþπα. Στις παρυφÝς του δÜσους
λÝξεις σου δεν ακουþ ανθρωπινÝς.
Ακουþ τις νιÝς που λÝν' οι στÜλες
κι οι φυλλωσιÝς οι μακρυνÝς..
¢κου. ΒρÝχει απ' τα σκüρπια σýννεφα.
ΒρÝχει πÜνω στους θÜμνους,
τους, απ' τη θÜλασσα, αλμυροýς
κι απ' τον ηλιü καμμÝνους.
ΒρÝχει στα ντοýρα πεýκα,
με τις σκασμÝνες φλοýδες τους
και στις μυρτιÝς τις θεúκÝς.
Στα λαμπερÜ τα λιüδεντρα,
λοýλουδα φορτωμÝνα.
ΒρÝχει στους θÜμνους τους πυκνοýς
με τα κλαδιÜ τα μυρωμÝνα.
ΒρÝχει στα πρüσωπÜ μας
που με το δÜσος γßναν Ýνα.
ΒρÝχει στα χÝρια τα γυμνÜ μας,
στα λιγοστÜ ενδýματÜ μας.
ΠÜνω στις φρÝσκιες σκÝψεις μας,
που η καθαρÞ ψυχÞ ξανοßγει.
Στο παραμýθι τ’ üμορφο, -αν θες-
που σε απÜτησε προχθÝς
και σÞμερα γελÜ με μÝνα,
ω Ερμιüνη.
¢κουσες; ΠÝφτει η βροχÞ
στα φýλλα τα μοναχικÜ
θρηνεß με ψßθυρο που διαρκεß
κι αλλÜζει στον αγÝρα,
στις φυλλωσιÝς, αλλοý πυκνÝς, αλλοý αριÝς.
Στο κλÜμα τοýτο απαντÜ,
των τζιτζικιþν η μελωδιÜ,
οποý το κλÜμα του ΝοτιÜ
βροχÞ δεν το τρομÜζει,
οýτε ο γκρßζος ουρανüς.
¢λλη του πεýκου η λαλιÜ
και Üλλην Ýχει η μυρτιÜ
κι οι θÜμνοι Ýχουν εδικιÜ.
¼ργανα διαφορετικÜ,
κÜτ' απü δÜχτυλα Üμετρα.
Κι εμεßς εßμαστε ζωντανοß
στο ψßθυρο του δÜσους βυθισμÝνοι,
γιομÜτοι πρÜσινη ζωÞ.
Πως μαλακþνει η üψη σου η μεθυσμÝνη
σαν Ýνα φýλλο απ τη βροχÞ.
ΜοσκοβολÜνε τα μαλλιÜ σου
σαν τα λευκÜ τα λιüδεντρα,
ω γÝννημα απ' τη γη,
ω Ερμιüνη!
¢κου. Η σουßτα απ' τ’ αÝρινα τζιτζßκια
γßνεται πιο αδýναμη σιγÜ-σιγÜ
Απü το κλÜμα της βροχÞς που δυναμþνει.
Μα Ýνα τραγοýδι που μπερδεýεται βραχνÜ,
απü 'κει κÜτω ανεβαßνει, απ’ την υγρÞ,
τη σκιÜ αυτÞ τη μακρινÞ.
Βαθýτερο κι αδýναμο, χÜνεται, λιγοστεýει,
μüνο μια νüτα ακüμα τρÝμοσβýνει,
για λßγο ανασταßνεται, τρÝμει και σβýνει.
ΦωνÞ του πüντου δε γροικιÝται πια.
Τþρα ακοýγεται σ’ üλες τις φυλλωσιÝς,
να πÝφτει ασημιÜ η βροχÞ που εξαγνßζει
Το θρüισμÜ της αλλÜζει
ανÜλογα απ’ το φýλλωμα:
Πιο αραιü Þ πιο πυκνü.
¢κου του Üνεμου το γιü
πως Üδει στη βαθειÜ σκιÜ!
Ποιüς ξÝρει ποý, ποιüς ξÝρει ποý!
Στα μαýρα σου ματüκλαδÜ βρÝχει,
ω Ερμιüνη,
Ýτσι που φαßνεται να κλαις απü ηδονÞ,
σα μßα νýμφη πρÜσινη κι üχι λευκÞ,
δεßχνεις να βγαßνεις απ’ το φλοιü.
Κι üλη η ζωÞ εßναι μÝσα μας
φρÝσκια και μυρωδÜτη,
και η καρδιÜ στο στÞθος μας
σαν τ' Üγγιχτο ροδÜκινο.
Απü τα βλÝφαρα στα μÜτια μÝσα,
σα τις πηγÝς, στο φρÝσκο το χορτÜρι,
τα δüντια σου σαν Üγουρα αμýγδαλα.
ΠÜμε μαζß απü λογγÜρι σε λογγÜρι
κι η πρÜσινη πλεξßδα απ' τ’ Üγρια χüρτα
δÝνει τους αστραγÜλους μας.
Ποιüς ξÝρει ποý, ποιüς ξÝρει ποý…
ΒρÝχει στα πρüσωπÜ μας τþρα,
που με το δÜσος γßναν Ýνα.
ΒρÝχει στα χÝρια τα γυμνÜ μας,
στα λιγοστÜ ενδýματÜ μας
ΠÜνω στις φρÝσκιες σκÝψεις μας
που η καθαρÞ ψυχÞ ξανοßγει
Στο παραμýθι τ’ üμορφο, -αν θες-
που σε απÜτησε προχθÝς
και σÞμερα γελÜ με μÝνα,
ω Ερμιüνη.
--------------------
Λßγα λüγια για την ΗδονÞ του. κι Ýνα μικρü απüσπασμα:
Το Η ΗδονÞ γρÜφεται και γρÜφει γι' αυτü το κοινωνικü πλαßσιο. Τα πρüσωπα που δρουν Þ υπüκεινται τη δρÜση Üλλων, δεν Ýχουνε καμμιÜ σχÝση με τη κοινωνßα τþν ανθρþπων του μüχθου. Οι γενναßες κληρονομιÝς εξασφαλßζουν μια Üνετη ζωÞ με κýρια ενδιαφÝροντα τη πνευματικÞ καλλιÝργεια, την επßδειξη, τον ευδαιμονισμü. Σ’ αυτÞν την κοινωνßα ανÞκει κι ο συγγραφÝας, καθþς κι ο πρωταγωνιστÞς του μυθιστορÞματος, ο νεαρüς ΑντρÝα ΣπερÝλι. ΒÝβαια, στο πρüσωπο του ΣπερÝλι, σ' ü,τι τουλÜχιστον Ýχει σχÝση με τη καλλιÝργειÜ του, που εßναι ευρýτατη, αναγνωρßζουμε τον ßδιο τον συγγραφÝα. Εßναι εντυπωσιακü πως ο Ντ' Αννοýντσιο διαθÝτει αυτü το εýρος τÞς πολυμÜθειας και της καλλιÝργειας στα 25 του, που γρÜφει το μυθιστüρημα (Ιοýλιος - ΔεκÝμβρης 1988).
Το εμβληματικü αυτü μυθιστüρημÜ του ανατÝμνει τον κüσμο της αλüγιστης, τυφλÞς επιθυμßας, της ακüρεστης δßψας για ερωτικÝς κατακτÞσεις, üπου üμως το πρüσωπο του πüθου σχεδüν δεν Ýχει καν πρüσωπο: το αντικεßμενο του πüθου εßναι ο ßδιος ο πüθος και το ξüδεμα του εαυτοý Ýχει σα τßμημα μιαν αγκαθερÞ μοναξιÜ. Με το απαρÜμιλλο, πληθωρικü ýφος του ο Ιταλüς συγγραφÝας σκιαγραφεß στην ΗδονÞ τον εστÝτ χαρακτÞρα που αναζητÜ το ωραßο χÜριν του ωραßου, γιορτÜζοντας μια παρακμÞ που εßναι την ßδια στιγμÞ μια γιορτÞ της ζωÞς και του θανÜτου.
Πιθανüτατα ο μοναδικüς πεζογρÜφος της εποχÞς του, που μες απ' αυτü το μυθιστüρημα καταθÝτει τüση γνþση του παγκüσμιου πολιτισμοý. Δεν υπÜρχει κÜτι στο οποßο αναφÝρεται, που να μη το αντιπαραβÜλλει, Þ να το παραλληλßσει με κÜτι ιδιαßτερα αντιπροσωπευτικü Þ εξαιρετικü απü τον κüσμο τÞς Λογοτεχνßας, της Φιλοσοφßας Þ της ΤÝχνης. ΤερÜστιος ο κüσμος τοý συγγραφÝα, που ξεδιπλþνεται μες απü τις σελßδες του βιβλßου του: Απü τον ¼μηρο και τη ΠαλαιÜ ΔιαθÞκη, στον Σαßξπηρ και τον Γκαßτε, αλλÜ και τον ΣÝλλεû, απü τη Σαπφþ και τον Αλκαßο στους ΣαλιÝρι και Μπαχ, αλλÜ και τον Μπωντλαßρ, απü τους ποιητÝς του Μεσαßωνα στους μεγÜλους δημιουργοýς τÞς ΑναγÝννησης. ¸νας κατÜλογος αναφορþν, παρομοιþσεων, λογοτεχνικþν σχημÜτων που δεν Ýχει τÝλος. ΜÜθημα για κÜθε επßδοξο συγγραφÝα, που Ýχει το θρÜσος να επιχειρεß να γρÜψει μυθιστüρημα, χωρßς να 'χει διαβÜσει κι αφομοιþσει Ýστω ελÜχιστα αυτÜ που αποτελοýνε τα στοιχειþδη του παγκüσμιου πολιτισμοý. Αυτü το οπλοστÜσιο, σε τερÜστιο εýρος και βÜθος, το διαθÝτει ο Ντ' Αννοýτσιο, Þδη απü τα 25 του. Δεν εßναι τυχαßο, λοιπüν, το üτι θεωρεßται μεγÜλος üσο ο Κßπλινγκ κι ο Τολστüι και σεβαστüς ακüμα κι απü τον Προυστ, και τον Τζüις.
ΚÜποιοι επιμÝνουν να ταυτßζουνε και φÜσεις τÞς ιδιωτικÞς ζωÞς του, με τη ζωÞ τοý ΣπερÝλι και δεν Ýχουν Üδικο. ΥπÞρξε θηρευτÞς της ηδονÞς. ΑλλÜ, αυτÜ ενδιαφÝρουνε περισσüτερο ως ανÜπτυξη της μυθοπλασßας, παρÜ ως εξερεýνηση της προσωπικÞς ζωÞς του συγγραφÝα, που υπÞρξε πολυκýμαντη και συχνÜ κινÞθηκε πÝρα των ορßων της συμβατικüτητας. Το βιβλßο εßναι ο ανÜγλυφος χÜρτης τÞς επιθυμßας, αλλÜ και του ανεξÝλεγκτου πÜθους.
Ο ΑντρÝα ΣπερÝλι εßναι ο νεαρüς πλοýσιος κληρονüμος, αριστοκρÜτης, που διαθÝτει τα πÜντα: ΑνατροφÞ, καλλιÝργεια, ταλÝντο στις ΤÝχνες, χρÞματα, ευφρÜδεια λüγου, γοητεßα, εκλεπτυσμÝνους τρüπους, σεξουαλισμü. ΣυνÜμα εßναι αδßστακτος ηδονοθÞρας, επαγγελματßας εκμαυλιστÞς, που üμως ζει σ’ Ýναν κοινωνικü κýκλο που δÝχεται ευχÜριστα üλ' αυτÜ, αφοý τα μÝλη της ζοýνε στον εντελþς δικü τους κüσμο, απαλλαγμÝνο απü προβλÞματα επιβßωσης. Τα μÝλη της απασχολοýνε τα κονσÝρτα, τα δεßπνα, οι ιπποδρομßες, η ηδονοθηρßα, οι δημοπρασßες Ýργων ΤÝχνης. ΑποστρÝφονται τις μÜζες, περιφρονοýν üσους στÝκονται κοινωνικÜ πιο κÜτω απ' αυτοýς. Εßναι χαρακτηριστικü το πþς εκφρÜζεται ο συγγραφÝας, δια του ΣπερÝλι, για το εξεγερμÝνο πλÞθος τÞς Ρþμης μετÜ τη σφαγÞ των 430 Ιταλþν στρατιωτþν στη μÜχη τοý ΝτογκÜλι, στις 26-1-1887, στην Ερυθραßα απü τους Αβησσυνοýς, αλλÜ και για τους θυσιασθÝντες στρατιþτες:
"Για τετρακüσιους αγροßκους, που βρÞκαν Üγριο θÜνατο", ψιθυρßζει ο ΑντρÝα ΣπερÝλι στην τÝως ερωμÝνη του, αφοý το μüνο που τον ενδιαφÝρει μÝσα σε κεßνη τη κοσμοχαλασιÜ εßναι πþς θα ξανασμßξει μαζß της. Η Ιταλßα ζει τον Α' Ιταλοαιθιοπικü Πüλεμο, ενþ ο ΑντρÝα ΣπερÝλι ζει το δικü του εσωτερικü πüλεμο, που εßναι το διαρκÝς κι αδßστακτο κυνÞγι τοý θηλυκοý, που αντιστÝκεται στη γοητεßα του. Πßσω απ’ αυτü το κυνÞγι, κρýβεται η απýθμενη μοναξιÜ του νεαροý ηδονοθÞρα. Ο ΑντρÝα ΣπερÝλι Ýχει τα πÜντα κι üμως βιþνει την ανÜγλυφη μοναξιÜ. Το ßδιο και η μια απü τις δυο μοιραßες ερωμÝνες του, η ¸λενα.
"Και τüτε, Üξαφνα, κÜτι σαν συναισθηματικÞ Ýξαψη κατÝκλυσε τη ψυχÞ και των δυο μπρος στο αßσθημα της μοναξιÜς. ¹τανε θαρρεßς και κÜτι τραγικü κι ηρωικü διεßσδυε στο πÜθος τους…"
Κι ενþ ο ΑντρÝα ΣπερÝλι συντετριμμÝνος, μπρος στη προοπτικÞ του χωρισμοý τους, ομολογεß πως: "Εγþ σ' Ýχω ανÜγκη για να ζÞσω, Ýχω ανÜγκη τα μÜτια σου, τη φωνÞ σου, τη σκÝψη σου…" κι ο αφηγητÞς-συγγραφÝας μας βεβαιþνει üτι "Η αγωνßα του Þταν αληθινÞ κι η αγÜπη του για κεßνην εßχε ξαναγεννηθεß ειλικρινÜ μÝσα του…", εκεßνος κυριαρχεßται απü τη "διακαÞ αναζÞτηση της ηδονÞς", σαγηνεýοντας τις γυναικεßες ψυχÝς του κýκλου του.
"ΜÝσα του -μας επισημαßνει ο συγγραφÝας- συνυπÞρχε κÜτι απü τον Ντον ΤζοβÜνι κι απü τα Χερουβεßμ: Þξερε πþς να γßνει ο Üντρας μιας αχαλßνωτης νýχτας μα κι Ýνας συνεσταλμÝνος, Üμωμος εραστÞς, σχεδüν παρθÝνος. Κι üλη του η γοητεßα ενÝκειτο σ' αυτü: üτι στη τÝχνη του Ýρωτα δεν απεχθανüτανε καμμßα πλÜνη, καμμßα προσποßηση, κανÝνα ψεýδος. ΜεγÜλο μÝρος τÞς επιβολÞς του κρυβüτανε στην υποκρισßα… ¹τανε τÝτοια η φýση του, που στους Ýρωτες αναζητοýσε μια πολυσýνθετη χαρÜ: τη περßπλοκη απüλαυση üλων των αισθÞσεων, την υψηλÞ πνευματικÞ συγκßνηση, τη παραßτηση των συναισθημÜτων, τη παραφορÜ της αγριüτητας".
Τον ÝρωτÜ του για την ¸λενα θα τονε διαδεχτεß ο Ýρωτας για τη Μαρßα. Αν στην ¸λενα Ýχει για πρüτυπü της την ωραßα ΕλÝνη της ΣπÜρτης, στη Μαρßα θα μποροýσε να 'χει τη Παναγßα. Εßναι το αντßθετü της. ΑγνÞ, πειθαρχημÝνη στον σýζυγü της, αφοσιωμÝνη στη κüρη της. Αθþα κι αναμÜρτητη. Θα μπει στο στüχαστρο του ΑντρÝα και θα βιþσει τη κüλαση. Η καρδιÜ και το πνεýμα της θα υποκýψει στη γοητεßα του. Θα μεßνει ανÝγγιχτη üμως, αρνοýμενη την ολοκληρωτικÞ παρÜδοσÞ της στις εκμαυλιστικÝς του επιθÝσεις μÝχρι που ο ανÝντιμος σýζυγüς της θα καταστρÝψει την οικογÝνειÜ του και θα τη βυθßσει στον εξευτελισμü και στην απελπισßα. Τüτε και μüνο τüτε, θα τον επισκεφθεß στο σπßτι του με πρüθεση να του παραδοθεß για πρþτη και τελευταßα φορÜ, για μια και μüνο φορÜ…
Η δüνα Μαρßα ΦÝρες υ Καπντεβßλα εßναι πρüσωπο τραγικü. Η βαθειÜ θρησκευτικüτητÜ της τη κρατÜ μακρυÜ απü τη προδοσßα της συζυγικÞς κλßνης. Στο ημερολüγιü της ομολογεß: "Τα μÜτια των ΠαρθÝνων και των Αγßων με καταδιþκουν. Ακüμα βλÝπω εκεßνα τα Üδεια, σχιστÜ μÜτια με τα χαμηλωμÝνα βλÝφαρα, που κοιτοýν με γοητευτικü βλÝμμα, πρÜο σα βλÝμμα περιστεριοý, λοξü σαν του φιδιοý. ‘‘Γßνεσθε ουν φρüνιμοι ως οι üφεις κι ακÝραιοι ως αι περιστεραß’’, εßπεν ο Ιησοýς. Να εßσαι φρüνιμη. ΠροσευχÞσου, πλÜγιασε και κοιμÞσου". ΠÜνω απ’ οτιδÞποτε στον κüσμο Ýχει τη κüρη της: "Η κüρη μου εßναι πÜντα η παρηγοριÜ μου και με γιατρεýει απü κÜθε πυρετü, σαν το υπÝρτατο βÜλσαμο".
ΑνÜμεσα στην ¸λενα και στη Μαρßα κινεßται Ýνας αστερισμüς Üλλων γυναικþν, ιδιαßτερα ελκυστικþν, πρüθυμων να βιþσουνε τον Ýρωτα, παρÜνομο Þ üχι, αρκεß να καταγρÜψουνε στο ενεργητικü τους το πÝρασμα του ΑντρÝα, ως Ýπαθλο ζωÞς. (Σημ: Εδþ και με üλο το σεβασμü προς γρÜφοντες κι αναγνþστες, θÝλω να υπενθυμßσω, την ßδια περßπου αναλογßα μεταξý των 2 γυναικþν του Þρωα στο βιβλßο του Μßλαν Κοýντερα: Η ΑβÜσταχτη Ελαφρüτητα Του Εßναι με τις επßσης ανÜλογες σκÝψεις κι αναλýσεις καθþς και τις τελικÝς -αν μπορεß να το πει κανεßς αυτü Üνετα- επιλογÝς, τüσο του Þρωα üσο και των γυναικþν του). Ο Ντ' Αννοýντσιο τις περιγρÜφει με üμοιο τρüπο, που θα ζωγρÜφιζαν οι φημισμÝνοι αναγεννησιακοß ζωγρÜφοι τις δικÝς τους Μüνα Λßζες Þ Μαντüνες. ¼λες ξεχωρßζανε για κÜτι κι üλες εßχαν αφÞσει πßσω τους και μιαν ιδιαßτερη ανÜμνηση, Ýτσι þστε ο ΑντρÝα να δημιουργεß για κÜθε μια κι Ýν ιδιαßτερο πορτραßτο. Ωστüσο καμμιÜ δε καλýπτει το κενü που αφÞνουνε πßσω τους η ¸λενα κι η Μαρßα. Ο νεαρüς ηδονοθÞρας θα μεßνει μüνος με την απελπισßα και τη μοναξιÜ του, Ýχοντας κρατÞσει, απü τη τελευταßα, ελÜχιστα Ýπιπλα του σπιτιοý της, αγορασμÝνα απü τους πιστωτÝς που εκποιÞσανε τη περιουσßα του χρεοκοπημÝνου συζýγου της. Πολý πριν, üμως, τη τελευταßα πρÜξη του δρÜματος, ο Ντ' Αννοýντσιο Ýχει φροντßσει να καταδικÜσει τον ÞρωÜ του:
"Εßχε πει πολλÜ ψÝμματα, εßχεν εξαπατÞσει πολλÝς γυναßκες, εßχε πÝσει πολý χαμηλÜ. Τονε κατÝκλυσε απÝχθεια για τον εαυτü του και τις ακολασßες του. ΝτροπÞ! ΝτροπÞ! Η αχρεßα χυδαιüτητÜ του του φαινüταν αθερÜπευτη. Εßχε την αßσθηση πως θα 'νιωθε ναυτßα για πÜντα, για πÜντα, σαν να βßωνε Ýνα μαρτýριο δßχως τελειωμü. ΝτροπÞ"! Εν τÝλει ο νιτσεúκüς Ντ' Αννοýντσιο θα θÝσει ερωτηματικÜ που συνεχßζουνε δραματικÜ να υφßστανται σε κÜθε αμφιλεγüμενη μορφÞ επιθυμßας:
-"…θÝλεις ν’ αγαπÞσεις σα θεüς; Ο ΑντρÝα χαμογÝλασε και σκÝφτηκε: Να αγαπÞσω ποιον; Τη ΤÝχνη; Μια γυναßκα; ΠοιÜ; Η ¸λενα του φÜνηκε μακρυνÞ, χαμÝνη, πεθαμÝνη, üχι δικÞ του. Οι Üλλες του φÜνηκαν ακüμα πιο μακρυνÝς, πεθαμÝνες για πÜντα. ¹ταν ελεýθερος, λοιπüν. Γιατß να συνεχßσει μια ανþφελη κ επικßνδυνη αναζÞτηση; Στα βÜθη της καρδιÜς του εßχε την επιθυμßα να δοθεß, ελεýθερος κι ευγνþμων, σ’ Ýνα πιο υψηλü, πιο αγνü πλÜσμα. Ποý να βρισκüταν üμως το πλÜσμα αυτü; Το Ιδανικü δηλητηριÜζει κÜθε ατελÞ κατÜκτηση. Και στον Ýρωτα κÜθε κατÜκτηση εßναι ατελÞς κι απατηλÞ, κÜθε ηδονÞ ενÝχει και θλßψη, κÜθε απüλαυση εßναι λειψÞ, κÜθε χαρÜ κουβαλÜ τον σπüρο της δυστυχßας, κÜθε εγκατÜλειψη κουβαλÜ τον σπüρο της αμφιβολßας κι οι αμφιβολßες συντρßβουν, μολýνουν, μιαßνουν üλες τις χαρÝς üπως οι ¢ρπυιες λερþνανε τη τροφÞ του ΦινÝα. Γιατß λοιπüν ν' απλþσει πÜλι το χÝρι του στο δÝντρο της γνþσης…"
ΕισαγωγÞ στο βιβλßο Η ΕπιστολÞ του ßδιου
Το βιβλßο τοýτο, το οποßο Ýγραψα στο σπßτι σου ως ευπρüσδεκτος φιλοξενοýμενüς σου, αφιερþνεται σε εσÝνα ως Ýκφραση ευχαριστßας, ως ανÜθημα. Μες στο μüχθο του μακρüσυρτου και απαιτητικοý Üθλου μου, η παρουσßα σου στÜθηκε ενθαρρυντικÞ και παρηγορητικÞ üπως η θÜλασσα. Στην απÝχθεια που ακολοýθησε τα επþδυνα και δüλια τεχνÜσματα του ýφους, η καθÜρια απλüτητα του συλλογισμοý σου Þταν για εμÝνα παρÜδειγμα κι αφορμÞ βελτßωσης. Στις αμφιβολßες που διαδÝχονταν την προσπÜθεια της ανÜλυσÞς μου, συχνÜ μια στοχαστικÞ πρüτασÞ σου Þταν πηγÞ φωτüς για εμÝνα.
Σε σÝνα που μελετÜς üλες τις μορφÝς και üλες τις μεταβολÝς του πνεýματος Ýτσι üπως μελετÜς üλες τις μορφÝς και üλες τις μεταβολÝς των πραγμÜτων, σε εσÝνα που κατανοεßς τους νüμους βÜσει των οποßων εκτυλßσσεται η εσωτερικÞ ζωÞ του ανθρþπου Ýτσι üπως κατανοεßς τους νüμους των σχεδßων και των χρωμÜτων, σε εσÝνα που εßσαι τüσο διεισδυτικüς γνþστης της ψυχÞς üσο και σπουδαßος δημιουργüς της ζωγραφικÞς τÝχνης, οφεßλω την Üσκηση και την εξÝλιξη της πιο ευγενοýς απ’ üλες τις ικανüτητες του πνεýματος: σου οφεßλω τη συνÞθεια της παρατÞρησης και σου οφεßλω, ιδιαιτÝρως, τη μÝθοδü μου. Τþρα πια εßμαι πεπεισμÝνος, üπως κι εσý, πως για εμÜς υπÜρχει μονÜχα Ýνα αντικεßμενο μελÝτης: η ΖωÞ.
Στη πραγματικüτητα, Ýχει περÜσει κÜμποσος καιρüς απü τüτε που, ενþ εσý Ýσπευδες να διεισδýσεις στα μυστικÜ του Ντα Βßντσι και του ΤιτσιÜνο στην Γκαλερßα ΣÜρα, εγþ σου απηýθυνα χαιρετισμü με στßχους νοσταλγικοýς:
Στα ΙδανικÜ που δεν Ýχουνε δýση,
Στην ΟμορφιÜ που πüνο δε γνωρßζει!
Ωστüσο, Ýνας üρκος που δþσαμε εκεßνη την εποχÞ πραγματοποιÞθηκε. ΕπιστρÝψαμε μαζß στη γλυκειÜ πατρßδα, στο "απÝραντο σπßτι" σου. Δεν κρÝμονται ταπισερß των Μεδßκων στους τοßχους, οýτε συρρÝουνε γυναßκες στις συνÜξεις μας, οýτε οι οινοχüοι και τα λαγωνικÜ του ΠÜολο ΒερονÝζε περιφÝρονται γýρω απü τα τραπÝζια μας, οýτε υπερφυσικÜ φροýτα γεμßζουν τις πορσελÜνες που ο ΓκαλεÜτσο Μαρßα Σφüρτσα παρÞγγειλε στον ΜαφÝο ντι ΚλιβÜτε. Οι επιθυμßες μας δεν εßναι τüσο αλαζονικÝς: κι η ζωÞ μας εßναι πιο πρωτüγονη, ßσως και πιο ομηρικÞ και πιο ηρωικÞ, αν λÜβουμε υπüψη τα γεýματα, αντÜξια του Αßαντα, πλÜι στη βουερÞ θÜλασσα, γεýματα που ανακüπτουνε τις εξοντωτικÝς νηστεßες μας.
Χαμογελþ üταν σκÝφτομαι πως αυτü το βιβλßο, στο οποßο μελετþ με θλßψη τη τüση διαφθορÜ, τη τüση ακολασßα, τη τüσο μÜταιη ελαφρüτητα κι υποκρισßα και σκληρüτητα, γρÜφτηκε εν μÝσω της απλÞς και γαλÞνιας ηρεμßας του σπιτιοý σου, ανÜμεσα στα τελευταßα στορνÝλα1 του θερισμοý και στις πρþτες παστορÝλες2 του χιονιοý, ενþ μαζß με τις σελßδες μου θÝριευε η πολýτιμη ζωÞ του γιου σου. ΦυσικÜ, αν υπÜρχει Ýστω κÜποιο ανθρþπινο Ýλεος και καλωσýνη στο βιβλßο μου, οφεßλω Ýνα ευχαριστþ στον γιο σου. Τßποτε Üλλο δε συγκινεß και δεν ανακουφßζει τüσο üσο το θÝαμα μιας ζωÞς που ξεδιπλþνεται μπρος μας. Ακüμη και το θÝαμα της αυγÞς ωχριÜ μπρος σ' αυτü το θαýμα.
Ιδοý, λοιπüν, το πüνημÜ μου. Αν κατÜ την ανÜγνωση το βλÝμμα σου τρÝξει πιο γρÞγορα και δεις τον Τζüρτζο σου να σου απλþνει τα χÝρια και με το στρογγυλü του πρüσωπο να σου γελÜ, üπως στη θεúκÞ στροφÞ του ΚÜτουλλου, semihiante labello3, σταμÜτα την ανÜγνωση. Κι οι μικρÝς ροδαλÝς του φτÝρνες, μπροστÜ σου, ας πατÞσουνε τις σελßδες üπου αποτυπþνεται üλη η αθλιüτητα της ΗδονÞς κι ας γßνει σýμβολο κι ευχÞ τοýτο το ασυναßσθητο πÜτημα.
Χαßρε, Τζüρτζο. Φßλε και δÜσκαλε, Ýνα μεγÜλο ευχαριστþ.
Γκ. ντ'Α.
Απü το ΜοναστÞρι4:
Τρßτη 9 Ιανουαρßου 1889
----------------------------------------
ΚεφÜλαιο 1ο:
Ο χρüνος αργüσβηνε γλυκÜ. Ο Þλιος της τελευταßας μÝρας του χρüνου σκüρπιζε μια αιθÝρια, εξαιρετικÜ απαλÞ, χρυσαφÝνια θαλπωρÞ στον ουρανü της Ρþμης, σχεδüν ανοιξιÜτικη. ¼λοι οι δρüμοι Þταν κοσμοπλημμυρισμÝνοι, üπως κÜθε ΚυριακÞ του ΜαÀου. ΠλÞθος οχημÜτων διÝσχιζαν βιαστικÜ την ΠιÜτσα Μπαρμπερßνι, την ΠιÜτσα ντι ΣπÜνια· Ýνας αδιÜκοπος, συγκεχυμÝνος αχüς σκαρφÜλωνε κι απü τις δýο πλατεßες ως την ΤρινιτÜ ντÝι Μüντι, τη Βßα Σιστßνα και τρýπωνε υπüκωφος στα δωμÜτια του ΠαλÜτσο Τζοýκαρι.
Τα δωμÜτια πλημμýριζανς σιγÜ-σιγÜ απü το Üρωμα που ανÝδιδαν τα φρÝσκα λουλοýδια στα βÜζα. ΒυθισμÝνα σε κρυστÜλλινα ανθοδοχεßα, τα ρüδα με τα πυκνÜ, πλατιÜ πÝταλα στÝκανε λυγερÜ πÜνω στους χρυσοýς τους μßσχους ανοßγοντας σαν αδαμÜντινα κρßνα, üμοια με κεßνα που ορθþνονται πßσω απ' τη ΠαρθÝνο, στο τüντο5 του ΜποττιτσÝλλι, στη Γκαλερßα ΜποργκÝζε. ΚανÝν Üλλο ανθοδοχεßο δεν Ýχει τÝτοιο σχÞμα: τα λουλοýδια μÝσα σ’ αυτÞ τη διÜφανη φυλακÞ θαρρεßς κι εξαûλþνονταν κι Ýδιναν την αßσθηση θρησκευτικÞς Þ ερωτικÞς προσφορÜς.
Ο ΑντρÝα ΣπερÝλι περßμενε μιαν ερωμÝνη στα δωμÜτιÜ του. Καθετß ολüγυρα φανÝρωνε πραγματικÜ μια ιδιαßτερη ερωτικÞ φροντßδα. Ξýλα Üρκευθου καßγανε στο τζÜκι και το μικρü τραπÝζι του τσαγιοý Þταν κιüλας στρωμÝνο με φλιτζÜνια και πιατÜκια απü μαγιüλικα6 του ΚαστÝλ ΝτουρÜντε, ποικιλμÝνα απü τον Λοýτσιο Ντüλτσι με μυθολογικÝς παραστÜσεις, αρχαßες μορφÝς με απαρÜμιλλη χÜρη και κÜτω απü τα εßδωλα, με πλÜγια μαýρα γρÜμματα, Þταν γραμμÝνα εξÜμετρα του Οβßδιου. Το φως Ýμπαινε μουντü μες απ' τις κüκινες μπροκÜρ κουρτßνες στολισμÝνες με ασημοκÝντητα ρüδια, φýλλα κι αποφθÝγματα. ¸τσι üπως ο μεσημεριανüς Þλιος χτυποýσε στα τζÜμια, πÜνω στο χαλß αντιφÝγγιζε η λουλουδÝνια πλÝξη των δαντελÝνιων κουρτινþν.
Το ρολüι της ΤρινιτÜ ντÝι Μüντι σÞμανε τρεις και μισÞ. ¸μενε μισÞ þρα ακüμη. Ο ΑντρÝα ΣπερÝλι σηκþθηκε απü τον καναπÝ üπου εßχε ξαπλþσει και πÞγε να ανοßξει Ýνα απü τα παρÜθυρα· ýστερα Ýκανε μερικÜ βÞματα στο διαμÝρισμα· κατüπιν Üνοιξε Ýνα βιβλßο, διÜβασε μερικÝς αρÜδες, το ξανÜκλεισε· στη συνÝχεια, Ýψαξε τριγýρω να βρει κÜτι, με βλÝμμα διστακτικü. Τον βασÜνιζε τüσο πολý η αγωνßα της προσμονÞς, που Ýνιωθε την ανÜγκη να κινηθεß, να κÜνει κÜτι, να ξεχÜσει το εσþψυχο μαρτýριü του με κÜτι απτü. ¸σκυψε πÜνω απ' το τζÜκι, πÞρε τη μασιÜ για να ανασκαλÝψει τη φωτιÜ κι Ýβαλε στον σωρü με τα λαμπαδιασμÝνα ξýλα Üλλο Ýνα κομμÜτι Üρκευθου. Ο σωρüς κατÝρρευσε· τα κÜρβουνα κατρακýλησαν σπιθοβολþντας ως τη μεταλλικÞ πλÜκα που προστÜτευε το χαλß· η φλüγα διασπÜστηκε σ' αμÝτρητες μικρÝς γαλαζωπÝς γλþσσες που χÜνονταν και εμφανßζονταν ξανÜ· τα κοýτσουρα Üρχισαν να καπνßζουν.
Και τüτε μια ανÜμνηση αναδýθηκε στη θýμηση του ΑντρÝα.
ΚÜποτε, ακριβþς μπρος σ' αυτü το τζÜκι, της ¸λενας της Üρεσε να χρονοτριβεß, προτοý ντυθεß, μετÜ τις ερωτικÝς περιπτýξεις τους. Με μεγÜλη δεξιοτεχνßα στοßβαζε μεγÜλα κομμÜτια ξýλου στην πυροστιÜ. ¸πιανε και με τα δυο της χÝρια τη βαριÜ μασιÜ κι Ýγερνε προς τα πßσω το κεφÜλι για να αποφýγει τις σπßθες. Σ’ εκεßνη την κÜπως κοπιαστικÞ πρÜξη, Ýτσι üπως κινοýνταν οι μýες και κυμÜτιζαν οι σκιÝς, το κορμß της πÜνω στο χαλß Ýδειχνε να χαμογελÜ απ’ üλες τις κλειδþσεις του, απ’ üλες τις πτυχÝς του, λουσμÝνο απü μια κεχριμπαρÝνια ωχρüτητα που θýμιζε τη ΔανÜη του ΚορρÝτζιο. Και εßναι αλÞθεια πως τα Üκρα της θýμιζαν τη τÝχνη του ΚορρÝτζιο, τα χÝρια της, τα πüδια της, μικρÜ κι ευλýγιστα, σα κλαδιÜ δÝντρου üπως απεικονßζονται στα αγÜλματα της ΔÜφνης στο πρþτο στÜδιο της μυθικÞς της μεταμüρφωσης. Μüλις εκεßνη ολοκλÞρωνε το Ýργο της, τα ξýλα αναφλÝγονταν και εξÝπεμπαν μια ξαφνικÞ λÜμψη. Μες στο δωμÜτιο, εκεßνο το ζεστü κοκκινωπü φως πÜλευε για þρα με το παγωμÝνο λυκüφως που τρýπωνε απü τα τζÜμια. Η οσμÞ του αναμμÝνου Üρκευθου σου προκαλοýσε μιαν ελαφριÜ ζÜλη. Στη θÝα της φωτιÜς, η ¸λενα Ýδειχνε να καταλαμβÜνεται απü μια παιδικÞ τρÝλα. ¸πειτα απü κÜθε ερωτικÞ περßπτυξη, εßχε το κÜπως σκληρü συνÞθειο να μαδÜει στο χαλß üλα τα λουλοýδια που υπÞρχαν στα βÜζα. ¼ταν επÝστρεφε στο δωμÜτιο, αφοý πρþτα πÞγαινε να ντυθεß, φοροýσε τα γÜντια της Þ κοýμπωνε μια κüπιτσα και χαμογελοýσε περιστοιχισμÝνη απü εκεßνη την καταστροφÞ· μα τßποτα δεν ξεπερνοýσε σε χÜρη εκεßνη την κßνηση που Ýκανε κÜθε φορÜ, ανασηκþνοντας τη φοýστα και φÝρνοντας μπρος πρþτα το Ýνα πüδι κι ýστερα το Üλλο, þστε ο γονατιστüς εραστÞς της να της δÝσει τα ακüμη λυτÜ κορδüνια των παπουτσιþν της.
Το μÝρος δεν εßχε αλλÜξει σχεδüν καθüλου. Απ' üλα τα πρÜγματα που 'χε κοιτÜξει Þ αγγßξει η ¸λενα αναδυüτανε πλÞθος αναμνÞσεων κι οι εικüνες απü κεßνο τον παλιü καιρü ξαναζωντÜνευαν θυελλþδεις. ¸πειτα απü περßπου δýο χρüνια, η ¸λενα θα διÜβαινε πÜλι κεßνο το κατþφλι. Σε μισÞν þρα, ω ναι, η ¸λενα θα ερχüταν, η ¸λενα θα καθüτανε σε κεßνη τη πολυθρüνα ανασηκþνοντας απü το πρüσωπü της το βÝλο, ασθμαßνοντας ελαφρÜ üπως κÜποτ,· και θα μιλοýσε. ¸πειτα απü δýο χρüνια üλα τα αντικεßμενα θ' ακοýγανε και πÜλι τη φωνÞ της, μπορεß και το γÝλιο της.
Η μÝρα του μεγÜλου αποχαιρετισμοý Þταν η 25η ΜÜρτη του 1885, Ýξω απü την Πüρτα Πßα, σε μια Üμαξα. Η ημερομηνßα εßχε αποτυπωθεß ανεξßτηλη στη μνÞμη του ΑντρÝα. Τþρα, καθþς την περßμενε, μποροýσε να ανακαλÝσει üλα τα γεγονüτα εκεßνης της ημÝρας, με αλÜνθαστη διαýγεια. Το τοπßο του ΝομεντÜνο ξεδιπλωνüταν τþρα μπροστÜ του λουσμÝνο σ’ Ýνα ιδανικü φως, σαν εκεßνα τα τοπßα που ονειρευüμαστε κι üπου τα πÜντα σαν να φαßνονται απü μακριÜ χÜρη στην ακτινοβολßα που σκορπßζουν οι μορφÝς τους.
Η κλειστÞ Üμαξα γλυστροýσε αχολογþντας μονüτονα, με τ’ Üλογα να τροχÜζουν: τα τεßχη των παλιþν αρχοντικþν των πατρικßων περνοýσαν μπρος απü τις υπüλευκες πüρτες σαν να λικνßζονταν με μια αÝναη, γλυκιÜ κßνηση. Ποý και ποý Ýβλεπες κÜποια μεγÜλη σιδερÝνια καγκελüπορτα, κι ανÜμεσα απü τα κÜγκελα ξεχþριζες μια αλÝα με ψηλοýς θÜμνους Þ Ýνα καταπρÜσινο κιüσκι με ρωμαúκÜ αγÜλματα Þ μια μακριÜ κατÜσπαρτη αλτÜνα με τις ηλιαχτßδες να γελοýν χλωμÜ εδþ κι εκεß.
Η ¸λενα σιωποýσε, τυλιγμÝνη στη φαρδιÜ κÜπα της απü βßδρα, με το βÝλο στο πρüσωπο και τα χÝρια της προστατευμÝνα απü τα καστüρινα γÜντια της. Εκεßνος εισÝπνεε ηδονικÜ το λεπτü Üρωμα του ηλιοτρüπιου που αναδινüταν απü την πολýτιμη γοýνα, και συνÜμα Ýνιωθε στο χÝρι του το σχÞμα του δικοý της χεριοý. Κι οι δυο τους εßχανε την αßσθηση πως βρßσκονταν μακρυÜ απü τους Üλλους, μüνοι· þσπου ξαφνικÜ περνοýσε η μαýρη Üμαξα ενüς πρελÜτου7, εßτε κÜποιος Ýφιππος βοσκüς, εßτε Ýνα πλÞθος πορφυροντυμÝνων κληρικþν, εßτε Ýνα κοπÜδι ζþα. Μισü χιλιüμετρο πριν απü τη γÝφυρα, εκεßνη εßπε: "Ας κατεβοýμε".
Στην ýπαιθρο, το παγερü και καθÜριο φως θýμιζε γÜργαρο νερü, κι Ýτσι üπως τα δÝντρα λικνßζονταν στον Üνεμο, Þταν θαρρεßς και, σαν απü οπτικÞ ψευδαßσθηση, το λßκνισμα τοýτο μεταδιδüταν σε καθετß ολüγυρα. Εκεßνη σφßχτηκε πÜνω του και τρεκλßζοντας στο ανþμαλο Ýδαφος εßπε: "Απüψε φεýγω. ΑυτÞ εßναι η τελευταßα φορÜ". Κι ýστερα σþπασε· üταν ξαναπÞρε τον λüγο, του μßλησε με παýσεις και με μια Ýκφραση üλο θλßψη για την αναγκαιüτητα της αναχþρησÞς της, για την αναγκαιüτητα του χωρισμοý. Ο μανιασμÝνος Üνεμος της Ýκλεβε τις λÝξεις απü τα χεßλη. Εκεßνη συνÝχιζε. Εκεßνος τη διÝκοψε, της Ýπιασε το χÝρι και με τα δÜχτυλÜ του αναζητοýσε ανÜμεσα στα κουμπιÜ τη σÜρκα του καρποý της.
-"ΠοτÝ ξανÜ! ΠοτÝ ξανÜ!"
Προχωροýσανε κüντρα στις ακατÜπαυστες ριπÝς του ανÝμου. Κι εκεßνος, πλÜι στη γυναßκα, μÝσα σ’ εκεßνη την υπÝρτατη κι αβÜσταχτη μοναξιÜ, Ýνιωσε Üξαφνα την ψυχÞ του να κατακλýζεται απü περßσσιο σθÝνος, απ’ την υπεροψßα μιας πιο ελεýθερης ζωÞς.
-"Μη φýγεις! Μη φýγεις! Εγþ σε θÝλω ακüμη, πÜντα…"
Της γýμνωσε τον καρπü κι Ýμπηξε τα δÜχτυλÜ του στο μανßκι, τρßβοντας το δÝρμα της με μια ταραγμÝνη κßνηση, που Ýκρυβε τον πüθο του για ακüμα μεγαλýτερες κατακτÞσεις.
1 ΣτορνÝλο: εßδος τρßστιχου ιταλικοý ποιÞματος, συνÞθως αυτοσχÝδιου.
2 ΠαστορÝλα: εßδος ποιμενικοý ποιÞματος.
3 "Με μισüκλειστα χεßλη". ΛατινικÜ στο κεßμενο. Απü το 10ο Üσμα της συλλογÞς του ΚÜτουλλου, ΚÜρμινα.
4 Το μοναστÞρι της Αγßας Μαρßας του Ιησοý στη Φρανκαβßλα αλ ΜÜρε αγορÜστηκε απü τον ΜικÝτι το 1883, ο οποßος το μετÝτρεψε σε κατοικßα και χþρο εργασßας.
5 Τüντο: πßνακας κυκλικοý σχÞματος, ιδιαßτερα διαδεδομÝνος στο 15ο αιþνα.
6 Μαγιüλικα: κεραμικü υλικü, ευρÝως διαδεδομÝνο στην Ιταλßα. Με τον ευρýτερο üρο «μαγιüλικες» εννοοýμε τα ιταλικÜ κεραμικÜ κομψοτεχνÞματα με τη στιλπνÞ ζωγραφισμÝνη επιφÜνεια Þ την ανÜγλυφη διακüσμηση.
7 ΠρελÜτος: καθολικüς αρχιερÝας.
[...]
Ο ΑντρÝα μπÞκε.
Στην αρχÞ, η ατμüσφαιρα του φÜνηκε πολý ζεστÞ, σχεδüν αποπνικτικÞ· Ýνιωσε στον αÝρα την ιδιαßτερη οσμÞ του χλωροφορμßου· διÝκρινε κÜτι κüκκινο στη σκιÜ, το κüκκινο δαμÜσκο στους τοßχους, τις κουρτßνες του κρεβατιοý· Üκουσε την κουρασμÝνη φωνÞ της ¸λενας που ψιθýριζε: "Σας ευχαριστþ που Þρθατε, ΑντρÝα. Εßμαι καλλßτερα".
ΔιστÜζοντας λßγο, καθþς δεν Ýβλεπε καθαρÜ τα αντικεßμενα μ’ εκεßνο το αδýναμο φως, προχþρησε προς το κρεβÜτι. Εκεßνη χαμογελοýσε, με το κεφÜλι βυθισμÝνο στα μαξιλÜρια, ανÜσκελα, στο μισοσκüταδο. Εßχε δÝσει το μÝτωπο και τα μÜγουλÜ της με μια λωρßδα απü λευκü μαλλß που περνοýσε κÜτω απü το πιγοýνι της σα μαγουλßκα μοναχÞς· το δÝρμα του προσþπου της δεν Þτανε λιγþτερο λευκü απü κεßνη τη λωρßδα. Οι εξωτερικÝς γωνßες των βλεφÜρων της ζÜρωναν απü τις επþδυνες συσπÜσεις των ερεθισμÝνων νεýρων· κÜθε τüσο τα κÜτω βλÝφαρα τρεμüπαιζαν ακοýσια· και τα μÜτια της, υγρÜ, εξαιρετικÜ γλυκÜ, θαρρεßς και τα σκÝπαζε Ýνα δÜκρυ που δεν μποροýσε να κυλÞσει, κοιτÜζανε σχεδüν ικετευτικÜ ανÜμεσα στις βλεφαρßδες που πÜλλονταν.
Μια απÝραντη τρυφερüτητα κατÝκλυσε τη καρδιÜ του νÝου μüλις την αντßκρυσε απü κοντÜ. Η ¸λενα τρÜβηξε απü τα σκεπÜσματα το χÝρι της και του το Ýτεινε με μια αργÞ κßνηση. Εκεßνος Ýσκυψε, σχεδüν γονÜτισε στην Üκρη του κρεβατιοý και βÜλθηκε να καλýπτει με γρÞγορα και ανÜλαφρα φιλιÜ εκεßνο το χÝρι που Ýκαιγε, εκεßνο τον καρπü που παλλüτανε δυνατÜ.
-"¸λενα! ¸λενα! ΑγÜπη μου!"
Η ¸λενα εßχε κλεßσει τα μÜτια της σαν να Þθελε να απολαýσει ακüμα πιο βαθιÜ εκεßνο το ρυÜκι της ηδονÞς που σκαρφÜλωνε στο χÝρι της, απλωνüταν στον κüρφο της και εισχωροýσε στις πιο κρυφÝς της ßνες. ¸στρεφε το χÝρι της κÜτω απü τα χεßλη του για να νιþσει τα φιλιÜ του στην παλÜμη της, στη ρÜχη του χεριοý της, ανÜμεσα στα δÜχτυλÜ της, γýρω απü τον καρπü της, σε üλες της τις φλÝβες, σε üλους της τους πüρους.
-"ΦτÜνει!" ψÝλλισε, ανοßγοντας και πÜλι τα μÜτια· και με το χÝρι της, που το Ýνιωθε κÜπως μουδιασμÝνο, Üγγιξε τα μαλλιÜ του ΑντρÝα. Σε κεßνο το ανÜλαφρο χÜδι υπÞρχε τüση λατρεßα, που για τη ψυχÞ του Þτανε σα ροδοπÝταλο üταν πÝφτει μÝσα σε ξÝχειλο ποτÞρι. Κι Ýτσι ξεχεßλισε το πÜθος του. Τα χεßλη του τρÝμανε κÜτω απü το συγκεχυμÝνο κýμα λÝξεων που δε γνþριζε, που δεν μποροýσε να προφÝρει. ¸νιωσε Ýνα βßαιο και συνÜμα θεúκü αßσθημα, σαν να ξεπηδοýσε μια νÝα ζωÞ μÝσα απü το κορμß του.
-"Τι γλυκýτητα! Εßναι αληθινü üλο αυτü;" μονολüγησε η ¸λενα χαμηλüφωνα, επαναλαμβÜνοντας το χÜδι της. Κι Ýνα ρßγος τη διαπÝρασε κÜτω απü τα βαριÜ σκεπÜσματα. Μüλις ο ΑντρÝα Ýκανε να της ξαναπιÜσει το χÝρι, εκεßνη τονε παρακÜλεσε…
-"¼χι… ¸τσι, μεßνε Ýτσι! Μου αρÝσεις!"
Τον Ýσπρωξε απü τον κρüταφο, αναγκÜζοντÜς τον να ακουμπÞσει το κεφÜλι στην Üκρη του κρεβατιοý Ýτσι þστε να νιþσει στο μÜγουλü του το γüνατü της. Τον κοßταξε για λßγο, συνεχßζοντας να του χαúδεýει το κεφÜλι· και με μια φωνÞ που λßγωνε απü τÝρψη, ενþ ανÜμεσα στα βλÝφαρÜ της περνοýσε κÜτι σαν λευκÞ λÜμψη, πρüσθεσε, τραβþντας τα λüγια της: "Πüσο μου αρÝσεις!". ¸τσι üπως Üνοιγαν τα χεßλη της, μαρτυροýσαν Ýναν ανομολüγητο ηδονισμü üταν πρüφερε την πρþτη συλλαβÞ εκεßνου του ρÞματος, τüσο υγροý και αισθησιακοý στο στüμα μιας γυναßκας.
-"ΞανÜ!" ψιθýρισε ο εραστÞς που Ýλιωνε απü το πÜθος, απü τα χÜδια της, απü τη σαγÞνη της φωνÞς της. "ΞανÜ! Πες μου το ξανÜ! Μßλα μου!"
-"Μου αρÝσεις!" επαναλÜμβανε η ¸λενα, βλÝποντÜς τον να τη κοιτÜ στα χεßλη κι ßσως γνωρßζοντας τη λαγνεßα που απÝπνεε με κεßνη τη λÝξη. Κι ýστερα σþπασαν κι οι δýο. Ο Ýνας Ýνιωθε τη παρουσßα του Üλλου να κυλÜ μες στο ßδιο του το αßμα þσπου να γßνει η ßδια του η ζωÞ. Μια βαθιεÜ σιωπÞ απλωνüτανε στο δωμÜτιο· η Σταýρωση του Γκουßντο ΡÝνι προσÝδιδε ευλÜβεια στη σκιÜ που σκüρπιζαν οι κουρτßνες· ο αχüς της Ρþμης ακουγüταν σαν το μουρμουρητü κÜποιου μακρινοý κýματος.
Και τüτε, με μια απρüσμενη κßνηση, η ¸λενα ανασηκþθηκε στο κρεβÜτι, Ýσφιξε στα χÝρια της το κεφÜλι του νÝου και τον τρÜβηξε κοντÜ της, αναστÝναξε απü πüθο, τον φßλησε, ξÜπλωσε πßσω και του παραδüθηκε.
Μα Ýπειτα μια απÝραντη θλßψη τη κυρßευσε· τη κατÝβαλε αυτÞ η σκοτεινÞ μελαγχολßα που κρýβεται πßσω απü κÜθε ανθρþπινη ευτυχßα, σαν το γλυφü νερü που κυλÜ στις εκβολÝς κÜθε ποταμοý. ¸μεινε ξαπλωμÝνη με τα χÝρια της Ýξω απü τη κουβÝρτα, που κρÝμονταν στα πλÜγια, σαν Üψυχα και το μüνο που τα Ýκανε να σαλεýουνε κÜθε τüσο Þταν Ýν ανÜλαφρο σκßρτημα· κοιτοýσε τον ΑντρÝα, με μÜτια ορθÜνοιχτα, με βλÝμμα σταθερü, ασÜλευτο, αβÜσταχτο. ¸να-Ýνα τα δÜκρυÜ της Üρχισαν να αναβλýζουν και να κυλÜνε σιωπηλÜ στα μÜγουλÜ της.
-"¸λενα, τι Ýχεις; Πες μου τι Ýχεις", την παρþτρυνε ο εραστÞς, πιÜνοντÜς την απü τους καρποýς, σκýβοντας να πιει τα δÜκρυα απü τα βλÝφαρÜ της. Εκεßνη Ýσφιγγε δυνατÜ τα δüντια και τα χεßλη για να πνßξει τους λυγμοýς της.
-"Τßποτα. Αντßο. ¢φησÝ με, σε παρακαλþ! Θα με δεις αýριο. ΠÞγαινε τþρα". Η φωνÞ κι η κßνησÞ της Þταεν τüσο ικετευτικÝς, που ο ΑντρÝα υπÜκουσε.
-"Αντßο", της εßπε κι ýστερα τη φßλησε στο στüμα, τρυφερÜ, για να γευτεß εκεßνες τις αλμυρÝς σταγüνες και να μουσκÝψει τα χεßλη του με κεßνα τα ζεστÜ της δÜκρυα. "Αντßο. ΑγÜπα με! Να το θυμÜσαι αυτü!"
Διασχßζοντας το κατþφλι της, του φÜνηκε σαν να Üκουσε πßσω του αναφυλλητÜ. Προχþρησε κÜπως αβÝβαιος, διστακτικüς, σαν κÜποιος που δε βλÝπει καθαρÜ. Η üσφρησÞ του κουβαλοýσε ακüμη την οσμÞ του χλωροφορμßου, θαρρεßς και Þταν κÜποιο μεθυστικü Üρωμα· üμως σε κÜθε του βÞμα κÜτι δικü του ξεγλιστροýσε απü μÝσα του, χανüταν στον αÝρα· κι εκεßνος, απü μια ενστικτþδη παρüρμηση, Þθελε να το αρπÜξει σφιχτÜ, να το κλεßσει μÝσα του, να τυλιχτεß με αυτü, να εμποδßσει αυτü το σκüρπισμα. Τα δωμÜτια Þταν αδειανÜ και βουβÜ. Σε μια πüρτα εμφανßστηκε η μαντμουαζÝλ χωρßς να ακουστοýνε τα βÞματÜ της, χωρßς να ακουστεß το φüρεμÜ της να θροÀζει, αθüρυβη σα φÜντασμα.
-"Απü εδþ, κýριε κüμη. Δε θα μπορÝσετε να βρεßτε μüνος σας το δρüμο".
Χαμογελοýσε διφοροýμενα και εκνευριστικÜ και η περιÝργειÜ της Ýκανε ακüμα πιο διαπεραστικÜ τα γκρßζα της μÜτια. Ο ΑντρÝα δε μßλησε. Η παρουσßα αυτÞς της γυναßκας τοý Þταν και πÜλι ενοχλητικÞ, τον τÜραζε, του προκαλοýσε μια απροσδιüριστη αποστροφÞ, τον εξüργιζε. Μüλις πÝρασε τη στοÜ, ανÜσανε σαν να του εßχε φýγει Ýνα βÜρος. ¸να υπüκωφο κελÜρυσμα ακουγüταν απü το σιντριβÜνι, ξεσπþντας κÜθε τüσο σε μια ηχηρÞ βοÞ· üλος ο ουρανüς ακτινοβολοýσε και πÜλι απü τα αστÝρια που κÜποια ξεφτισμÝνα σýννεφα τýλιγαν σαν μακριÜ γκρßζα μαλλιÜ Þ σαν μεγÜλα μαýρα δßχτυα· ανÜμεσα απü τους πÝτρινους κολοσσοýς, πßσω απü την καγκελüπορτα, φαßνονταν και χÜνονταν μεμιÜς τα φανÜρια των οχημÜτων που περνοýσαν· η πνοÞ της πüλης απλωνüταν στον παγωμÝνο αÝρα· καμπÜνες αντηχοýσαν απü κοντινÝς και μακρυνÝς εκκλησßες. Και τüτε συνειδητοποßησε ολüτελα την ευτυχßα του.
Μια ευτυχßα ολüγιομη, αστüχαστη, ελεýθερη, διαρκþς πρωτüφαντη κυρßευσε και τους δýο απü τüτε. Το πÜθος τοýς τýλιξε και τους Ýκανε απαθεßς απÝναντι σε ü,τι δεν τους πρüσφερε την Üμεση ηδονÞ. Και οι δýο, απüλυτα εξασκημÝνοι, τüσο πνευματικÜ üσο και σωματικÜ, στην Üσκηση των πιο υψηλþν και σπÜνιων απολαýσεων, αναζητοýσαν ανελλιπþς το ¾ψιστο, το ΑνυπÝρβλητο, το ΑπαρÜμιλλο· κι üταν το ξεπερνοýσαν, μια δυσοßωνη ανησυχßα τοýς καταλÜμβανε ενßοτε, μολονüτι βρßσκονταν στο απüγειο της λησμονιÜς, και μια φωνÞ ακουγüταν απü τα βÜθη της ýπαρξÞς τους για να τους προειδοποιÞσει για μια Üγνωστη τιμωρßα, για το επικεßμενο τÝλος. ΜÝσα απü την κοýραση και των δυο, ο πüθος τους αναδυüταν πιο ανÜλαφρος, πιο παρÜτολμος, πιο απερßσκεπτος· κι üσο περισσüτερο μεθοýσαν, η χßμαιρα της καρδιÜς τους γιγαντωνüταν, ταραζüταν, γεννοýσε νÝα üνειρα· Ýδειχναν να μη βρßσκουν ανÜπαυλα παρÜ μονÜχα στην προσπÜθεια, σαν τη φλüγα που ζει μüνο üταν υπÜρχει ανÜφλεξη. ¢λλοτε, μια πηγÞ απροσδüκητης ηδονÞς ξεχυνüταν απü μÝσα τους, üπως ξαφνικÜ ξεπηδÜ Ýνας πßδακας κÜτω απü τα πüδια κÜποιου που περιπλανιÝται στα δαιδαλþδη μονοπÜτια ενüς δÜσους· κι εκεßνοι ξεδιψοýσαν αλüγιστα στην πηγÞ, þσπου να την εξαντλÞσουνε. Κι Üλλοτε η ψυχÞ, Ýρμαιο του πÜθους και των ψευδαισθÞσεων, γεννοýσε την απατηλÞ εικüνα μιας ýπαρξης πιο μεγÜλης, πιο ελεýθερης, πιο δυνατÞς, 'πολυθÝλγητρης': κι εκεßνοι βυθßζονταν σε αυτÞν, την απολÜμβαναν, την ανÝπνεαν θαρρεßς και εßχαν γεννηθεß εκεß. Η λεπτüτητα και η χÜρη του συναισθÞματος και της φαντασßας τους διαδÝχονταν τις αισθησιακÝς τους ακρüτητες.
ΚανÝνας απü τους δýο δεν Ýδειχνε την παραμικρÞ εγκρÜτεια στις ασωτßες της σÜρκας και του πνεýματος. ¸νιωθαν ανεßπωτη χαρÜ να σκßζουν κÜθε πÝπλο μυστηρßου, να φανερþνουν κÜθε μυστικü, να παραβιÜζουν κÜθε γρßφο, να κυριεýουν ολüτελα ο Ýνας τον Üλλον, να διεισδýουν ο Ýνας στον Üλλον, να σμßγουν και να γßνονται Ýνα.
-"Τι περßεργος Ýρωτας!" Ýλεγε η ¸λενα καθþς θυμüταν τις πρþτες μÝρες, την ασθÝνειÜ της, την κεραυνοβüλα της αφοσßωση. "Θα μποροýσα να σου δοθþ το ßδιο κιüλας βρÜδυ που σε πρωτοεßδα". ¸νιωθε κÜτι σαν περηφÜνεια μÝσα της. Κι ο ΑντρÝα τÞς Ýλεγε: "¼ταν εκεßνο το βρÜδυ Üκουσα ν' αναγγÝλλουνε τ' üνομÜ μου πλÜι στο δικü σου, σε κεßνο το κατþφλι Ýνιωσα -δεν ξÝρω γιατß- τη βεβαιüτητα πως η ζωÞ μου θα Ýσμιγε με τη δικÞ σου, για πÜντα!"....
Τ Ε Λ Ο Σ