Βιογραφικü
Ο ΓÜιος ΒαλÝριος ΚÜτουλλος (Gaius Valerius Catullus) Þτανε Ρωμαßος λυρικüς ποιητÞς που Ýζησε τον 1ο αι.π.Χ. ΓεννÞθηκε πιθανþς, στη Βερüνα της βüρειας Ιταλßας το 84 π.Χ και πÝθανε στα 30 του μüλις, το 54 π.Χ. Καταγüταν απü πλοýσια, ευυπüληπτη οικογÝνεια και σποýδασε στη Ρþμη. Η εποχÞ του σημαδεýεται απü τη συνωμοσßα του Κατιλßνα, τις νßκες του ΠομπÞιου στην ΑνατολÞ και την επικρÜτηση του Καßσαρα στη Δýση. Ο ßδιος ενδιαφερüταν πιüτερο για τη λογοτεχνßα κι αρκετÜ νωρßς συνδÝθηκε με τον κýκλο των λεγüμενων Νεþτερων Ποιητþν (Poetae Novi), που επηρεαστÞκανε πιüτερο απü Ýλληνες ποιητÝς της ελληνιστικÞς εποχÞς κι üχι απü τη λατινικÞ επικÞ παρÜδοση κι ενδιαφÝρονταν στη ποßησÞ τους πÜρα πολý για τον Ýρωτα και τα’ Üλλα ανθρþπινα πÜθη. Η ποßησÞ του στιγματßζεται απü το θÜνατο του αδελφοý του και κυρßως απü τον απελπισμÝνο ÝρωτÜ του για τη Κλαυδßα (Clodia), την οποßα αποκαλεß με το ψευδþνυμο Λεσβßα, επηρεασμÝνος απü τη Σαπφþ. Το πÜθος του για τη γυναßκα αυτÞ, σýζυγο του πολιτικοý και ρÞτορα ΜετÝλλου (Caecilius Metellus Celer) υπÞρξεν Ýμπνευση και βασικü θÝμα σε πλÞθος ποιημÜτων του.
Η συλλογÞ των ποιημÜτων του ΚÜτουλλου που διασþζεται αποτελεßται απü 11σýλλαβους, ιÜμβους, επιθαλÜμια, επýλλιο, ελεγεßες κι επιγρÜμματα, αν κι υπÜρχουν αμφιβολßες απü τους ερευνητÝς κατÜ πüσο συνÝθεσε ο ßδιος τη συλλογÞ αυτÞ Þ κÜποιος μεταγενÝστερος εκδüτης. Στο επßκεντρο της συλλογÞς βρßσκονται 61 μεγÜλα ποιÞματα (carmina maiora), με κεßνα που απευθýνονται στη Λεσβßα ν’ αποτελοýν Ýναν ιδιαßτερο θεματικü κýκλο και να θεωροýνται σÞμερα μοναδικÜ στη παγκüσμια λογοτεχνßα. Τα ποιÞματÜ του, üπως ισχυρßζεται ο Von Albrecht, εßναι αδιανüητα χωρßς τον ελληνικü σπüρο, οφεßλουν üμως τη δýναμη και τη φρεσκÜδα τους στη ρωμαúκÞ ιδιοφυÀα του ποιητÞ. Η λογοτεχνικÞ τεχνικÞ κι η γλþσσα εßναι επηρεασμÝνες απü την ελληνιστικÞ ποßηση, üμως ο ßδιος με μοναδικü τρüπο συνδÝει την ελληνικÞ με τη ρωμαúκÞ παρÜδοση κι εμπλουτßζει τη γλþσσα. Τα ιαμβικÜ ποιÞματα που στρÝφονται εναντßον του Καßσαρα και του περιβÜλλοντüς του σε συνδυασμü με τα νεωτερικÜ στοιχεßα της ποßησÞς του κι η σχÝση του με τη Κλαυδßα προκÜλεσαν λογοτεχνικÝς Ýριδες, πολιτικÞ αναταραχÞ και γενικÜ αντιδρÜσεις απü συντηρητικοýς κýκλους της εποχÞς του.
Στο Μεσαßωνα το Ýργο του διασþθηκε σ' Ýνα χειρüγραφο που χρησιμοποßησε το 10ο αι. ο επßσκοπος Βερüνας Ratherius και κατÜ τον 14ο αι. εμφανßζεται κþδικας απü τη Γαλλßα, που αργüτερα χÜνεται. Απü τα σωζüμενα χειρüγραφα αξßζει να αναφερθοýν ο Oxoniensis (O, Bodleianus Class. Lat. 30), ο Sangermanensis 1165 (G, Parisinus 14317), o Romanus (R, Vaticanus, Ottobonianus Lat. 1829). Η ποßησÞ του Þταν ευρýτατα γνωστÞ üσο ζοýσε αλλÜ κι αργüτερα, με τις επüμενες γενιÝς των αυγοýστειων ποιητþν να του οφεßλουνε πραγματικÜ πÜρα πολλÜ. Μüνον πρüσφατα üμως, κατÜ τον 20ο αιþνα αναγνωρßσθηκε η μεγÜλη αξßα της ποßησÞς του. ΑπηχÞσεις και μελοποιÞσεις ποιημÜτων του θα συναντÞσουμε στους ¸ζρα ΠÜουντ, Τüμας ΓουÜιλντερ, Καρλ Ορφ, Κüουλριτζ, Λüρδο Βýρωνα, Μßλτον, ΤÝνισον κι ακüμα τον ¢λεν Γκßνσμπεργκ.
ΠυρÞνας του Ýργου εßναι το αυτοκαταστροφικü πÜθος του για τη πολλαπλþς Üπιστη σýζυγο του τÝως πραßτωρα Κουßντιου Καικßλιου ΜετÝλλου, τη Κλαυδßα, που με τις παλινωδßες της διατηροýσε για χρüνια τον ποιητÞ σε κατÜσταση εξοντωτικÞς αμφιθυμßας. Κοινωνοß του πÜθους αυτοý, μα προπαντüς των παροξυσμþν του, εκτüς βÝβαια απü τους οικεßους και στενοýς φßλους των εραστþν, γßνονται Üμεσα Þ Ýμμεσα επþνυμοι κι ισχυροß Üνδρες της εποχÞς, üπως ο ΓÜιος Ιοýλιος Καßσαρ, ο ΜÜρκος Τοýλιος ΚικÝρων κι ο ΜÜρκος Πüρκιος ΚÜτων. ΠÜθος ζωÞς κι αυτοκαταστροφικÞ μανßα θανÜτου, αγÜπη για τους φßλους και μßσος για τους εχθροýς, ανυποχþρητος σπαρακτικüς Ýρωτας κι Ýντονη αποστροφÞ για την Üπιστη ερωμÝνη, Ýπαινος και λοιδωρßα ομοτÝχνων, καλλιτεχνικÞ φιλοδοξßα κι απροκÜλυπτη ταυτüχρονα αδιαφορßα για τη γνþμη των Üλλων που ευτελßζουνε στις συζητÞσεις τους ü,τι τονε κατακαßει, üλα τÝλος, üσα τονε σταυρþνουνε, κατÜ πþς λÝει ο ßδιος, συνθÝσανε τα ερεθßσματα για üλη αυτÞ τη ποιητικÞ εργασßα.
ΕποχÞ Ýντονων πολιτικþν ζυμþσεων η εποχÞ του. Βρισκüμαστε στον αιþνα των ρωμαúκþν επαναστÜσεων. Το παλιü καθεστþς, υπü τη πßεση που ασκοýνε στους πατροπαρÜδοτους θεσμοýς οι συνÝπειες των νÝων κατακτÞσεων, υποχωρεß. Το αρχαßον Üστυ, Ýχοντας συντρßψει Þδη τη Καρχηδüνα, Ýχει αποβεß ρυθμιστÞς των πολιτικþν ισορροπιþν του μεσογειακοý κüσμου. Εßναι σ’ üλους πια φανερü üτι η διοικητικÞ οργÜνωση της πüλης-κρÜτους, παρÜ τις σταδιακÝς απüπειρες προσαρμογÞς της στις απαιτÞσεις των καιρþν, δε μπορεß να αντιμετωπßσει τα τερÜστια οικονομικÜ, στρατιωτικÜ, πολιτικÜ και πολιτιστικÜ ζητÞματα της ιμπεριαλιστικÞς Ρþμης.
ΧρειÜζονται επομÝνως νÝοι θεσμοß. Κι οι νÝοι αυτοß θεσμοß, üπως κατÜ κανüνα συμβαßνει στην ιστορßα, θα παραχθοýν ýστερα απü φρικþδεις εσωτερικοýς αγþνες. Μια νÝα τÜξη πραγμÜτων διαμορφþνεται και στεριþνει σιγÜ-σιγÜ μες απü τα αßματα και τις ωδßνες της εμφýλιας διαμÜχης –που κεντρικÞ φυσιογνωμßα της αναδεικνýεται ο ΓÜιος Ιοýλιος Καßσαρ. Τον Καßσαρα λοιπüν αυτü, γιü συγκλητικοý, τιμωρü των πειρατþν, νικητÞ του ΜιθριδÜτη, διÜδοχο του θεßου του, Αυρηλßου Κüττα, στη Σýγκλητο των Ποντιφßκων, διοικητÞ της εκεßθεν των Αλπεων Γαλατßας, νικητÞ των Ελβετþν, Þρωα του γαλατικοý πολÝμου, κατακτητÞ της Βρετανßας, ηγÝτη των δημοκρατικþν κι αντßπαλο της ΣυγκλÞτου, ýπατο, γαμπρü, σýμμαχο κι εξολοθρευτÞ του Πομπηßου, εξαßρετο ρÞτορα, εýστροφο διπλωμÜτη, απαρÜμιλλο χειριστÞ ανθρþπων, ελληνüτροπο ποιητÞ κι ιστορικü συγγραφÝα, σκληροτρÜχηλο στρατιþτη και ντιλετÜντη κοσμικü, πολυθρýλητο σýνευνο του βασιλιÜ της Βιθυνßας Νικομßδη, εραστÞ üλων των γυναικþν κι ερωμÝνου üλων των ανδρþν - τον Καßσαρα που πλησßασε τη δüξα του Μ. ΑλεξÜνδρου, τüλμησε να ελÝγξει, να καταγγεßλει, να σατιρßσει, να χλευÜσει και να περιφρονÞσει δημüσια κι ατιμωρητß με πασßγνωστα ποιÞματÜ του ο ΚÜτουλλος.
ΒÝβαια Þσανε φßλοι. Ο Καßσαρας, 16 περßπου χρüνια μεγαλýτερüς του, σýχναζε στο πατρικü σπßτι του ποιητÞ στη Βερüνα και βρßσκονταν αργüτερα στους ßδιους κοσμικοýς κýκλους. Το τüλμημα εντοýτοις ενεßχε κινδýνους. Ο ΚÜτουλλος αναγκÜστηκε, üταν το παρÜκανε, να ζητÞσει συγγνþμη κι ο Καßσαρ την Ýδωσε. Η σημασßα üμως της αντßθεσÞς του με τον πανßσχυρο απüγονο του Αινεßα δεν Ýγκειται τüσον üτι προβÜλλει τον ανυποχþρητο αντικομφορμισμü του ποιητÞ, üσον üτι αποδßδει αδρÜ τον πλÞρη πÜθους χαρακτÞρα του και προπαντüς το βιωματικü υπüβαθρο της ποßησÞς του.
Ο ΚÜτουλλος Ýγραφε üπως ζοýσε: ¢μεσα και μ’ üλες τις αισθÞσεις σε κατÜσταση παροξυσμοý. Ακοýει, βλÝπει, μυρßζεται, γεýεται, πιÜνει τα πÜντα γýρω του και τα κÜνει στßχους. Στßχους στοχαστικοýς, χλευαστικοýς, πολιτικοýς, κριτικοýς, ερωτικοýς, στßχους γεμÜτους εικüνες αποδοτικÝς και των πÝντε αισθÞσεων. Οι ÞρωÝς του, επþνυμοι οι περισσüτεροι και δακτυλοδεικτοýμενοι πÜντα απü τον ποιητÞ, Üλλοι φßλοι κι Üλλοι εχθροß του, ζοýνε και στο χαρτß üσα Ýχουνε ζÞσει στη πραγματικüτητα. ΔιαπρÝπουν, ασχημονοýνε, λοιδωροýνε, λοιδωροýνται, τρþνε, πßνουνε, μεθÜνε, κυλιοýνται σε κρεβÜτια, ξερνÜνε σ’ ανÜκλιντρα, διαπρÜττουν αιμομιξßες, επαßρονται για μοιχεßες, συμμετÝχουνε σε σοδομßες, Ýρχονται στα χÝρια, χρηματßζονται, συνωμοτοýνε.
Τα 116 σωζüμενα ποιÞματÜ του μαρτυροýν üτι τßποτα και κανÝνα δε κρÜτησε μακριÜ απü τη τÝχνη του. ¸γραψε ασφαλþς και λüγια ποιÞματα. του σπουδαστηρßου, üπως το περß ΚυβÝλης, το περι ΓÜμων ΠηλÝως και ΘÝτιδος και το υπ’ αριθμüν 66 που πρÜγματι δεν εßναι παρÜ κατÜ λÝξη σχεδüν μετÜφραση του ποιÞματος “Βερενßκης Πλüκαμος' του Καλλßμαχου. Ο,τι üμως τονε διακρßνει εßναι κατ’ εξοχÞν το θÜρρος των εμπειριþν του και κατ’ αυτü υπÞρξεν ειλικρινÞς, γνÞσιος και προσδιοριστικüς.
Η ζωÞ στα χρüνια της ýστερης ρωμαúκÞς δημοκρατßας üχι μüνο δεν απÝφευγε, αλλÜ κι επεδßωκε λυσσωδþς, ακüμα και τις πιο ακραßες απολαýσεις. Ολα τα βßτσια υπηρετοýνταν. ¼λα Þτανε χρÞσιμα: Και σε αυτοýς που ‘θελαν απλþς να τρυγÞσουν μÝχρι σταγüνας τους κýλικες των ηδονþν και σε κεßνους που κατÝφευγαν σ’ αυτÜ για ν’ ανÝβουν, απü παντοý σπρωχνüμενοι, τη κλßμακα της κοινωνικÞς και πολιτικÞς ιεραρχßας, αρκεß βÝβαια να ‘τανε σε θÝση να καταβÜλουν το τßμημα, που δεν Þτανε -και πþς Üλλωστε μες σε τÝτοια κραιπÜλη- χρηματικü μüνο, αλλÜ κι υπαρξιακü-φθοροποιü της υγεßας κι üχι σπÜνια ισüβαρο του θανÜτου.
ΑυτÞ η ζωÞ ανÝμενε στις εισüδους της Ρþμης τον εýπορο νεαρü επαρχιþτη ΓÜιο ΒαλÝριο ΚÜτουλλο, üταν üλος νεýρο κι ορμÞ Üφησε πßσω τη Βερüνα για να τη συναντÞσει κι αυτÞ η ζωÞ τον ανÝδειξε σε μεγÜλο λυρικü -τον μεγαλýτερο της λατινικÞς γραμματεßας- ζητþντας του ως αντßτιμο την ßδια τη ζωÞ του πριν κλεßσει καλÜ-καλÜ τα 30. Τη ζωÞ üμως αυτÞ, αν και δεν της αρνÞθηκε τßποτα απ’ üσα του ζητοýσε, δε τη σπατÜλησε στο σχετικü και το εφÞμερο των περιστασιακþν σχÝσεων και των ανοýσιων περιπετειþν, που πÜντως δεν του λεßψαν, αλλÜ τη χÜρισε üλη στο απüλυτο του ¸ρωτα, που αδυσþπητος τον οδÞγησε þς τον κοιτþνα μιας παντρεμÝνης αριστοκρÜτισσας, της Κλαυδßας του ΜετÝλλου Þ Λεσβßας κι εκεß τον Üφησε να τυραννιÝται ως το τÝλος.
Μια τÝτοια σχÝση καθημερνÞ, απ’ αυτÝς που δεν Ýπαψαν üσο υπÜρχουν θεσμοθετημÝνες κοινωνßες να τροφοδοτοýνε κουτσομπολιÜ, βεντÝτες και μυθιστορÞματα της πεντÜρας, ανÞγαγε σε αγþνα υπÝρβασης των ορßων αντοχÞς του, σε αντιδικßα με τη μοßρα κι εντÝλει σε ýβρη κατÜ των θεþν. Για τον αγþνα αυτü και για την ýβρη που διÝπραξε κυνηγþντας τη με τη προοπτικÞ της αθανασßας, üπως ο Δßας κι οι λοιποß θεοß, τον αναθεματßζει η κατÜ 10 χρüνια μεγαλýτερÞ του Λεσβßα κι εßναι τÝτοια η Ýνταση της αποστροφÞς της þστε θα ’λεγε κανεßς üτι αναθεματßζει τον ßδιο τον ¸ρωτα, που üταν εμβÜλλει στον πειρασμü του απολýτου τα θýματÜ του και τα εξαπολýει οιστρηλατημÝνα στο κυνÞγι του ανικανοποßητου, μüνο με θÜνατο ολοκληρþνεται και λυτρþνει.
Τη καθημερινÞ αυτÞ σχÝση, τη σχÝση μιας παντρεμÝνης με μικρüτερü της επαρχιþτη εραστÞ, ο Üκρως απρεπÞς ΚÜτουλλος, που Ýκανε τη Λεσβßα πιü γνωστÞ απü την Ωραßα ΕλÝνη αναγÜγει σ’ αρχÝτυπο εξιδανßκευσης της ομüλογης εμπειρßας κι αποτυπþνει σε ποιÞματα τÝτοιας τÝχνης και τÝτοιας τεχνικÞς που μÝνουν ακüμη υποδειγματικÜ της ισορροπßας υφÝσεων κι εντÜσεων, λυρισμοý και σÜτιρας, ελεγεßας και λßβελλου, ΖωÞς και ΤÝχνης. Και το πιο θαυμαστü εßναι üτι κατÜφερε να προσδιορßσει 19 αιþνες ευρωπαúκÞς ποßησης δßχως διüλου να πρωτοτυπÞσει -ακολουθþντας απλþς, καθþς το πρÜξανε στο εßδος τους ΟρÜτιος κι Οβßδιος κι üλοι σχεδüν οι Λατßνοι ποιητÝς και καθþς Ýπραξαν αργüτερα με ¸λληνες και Λατßνους οι δυτικοß μÝχρι τους συμβολιστÝς του 19ου αιþνα, ελληνικÜ κι ελληνιστικÜ πρüτυπα -μεταφρÜζοντας σχεδüν τους Αλεξανδρινοýς.
Το δε ακüμη θαυμαστüτερο, κατÜφερε να παγιþσει σε στßχους Üψογης τεχνικÞς, σε στßχους μιας τüσο συντηρητικÞς ποßησης, που καθßσταται επαναστατικÞ σχεδον και χωρßς τη παραμικρüτερη απüκλιση απ’ τα παραδεδεγμÝνα μÝτρα, üλες τις φλüγες του κολασμÝνου ÝρωτÜ του κι üλους του ανÝμους των ασυγκρÜτητων παθþν του δßχως να ξεφýγει απü τον κανüνα. ΕπιτυγχÜνει δηλαδÞ τοýτο το μÝγιστο: Να σεβαστεß τις μορφÝς που το πÜθος του συντρßβει. ΠονÜ και κραυγÜζει κι ακοýγεται και πεßθει πÝρα απü τη μορφÞ που παραμÝνει αρυτßδωτη. Εßναι ßσως δýσκολο να το καταλÜβουμε τþρα που η αφελÞς μανßα της πρωτοτυπßας κι η ελευθεριüτητα των εκφραστικþν μÝσων επιτρÝπει στον τεχνßτη -üποιας καλÞς τÝχνης- δοκιμÝς και πειραματισμοýς απεριüριστους, πüσο πειθαρχημÝνο Þτανε το μετρικü σýστημα των αρχαßων που κυριÜρχησε, ως το 1880 περßπου και πüσο γνÞσιος πρÝπει να ‘ταν ο πüνος του για να αποδειχτεß μüνη εντÝλει πρωτοτυπßα του στη περιοχÞ της λυρικÞς ποßησης η γνησιüτητα αυτÞ, αφοý ελευθερüστομοι κι αντικορφομιστÝς υπÞρξαν ακüμα και μεταξý των ΕλλÞνων δασκÜλων του.
Απü τους σημαντικüτερους, λοιπüν, ποιητÝς της ΡωμαúκÞς λογοτεχνικÞς παρÜδοσης. ΕπηρεÜστηκε απü τους Αλεξανδρινοýς ποιητÝς της εποχÞς του, Þταν ο 1ος που εισÞγαγε στην ως τüτε αυστηρÞ ΡωμαúκÞ κοινωνßα τη ποßηση για το καθημερινü και το ανθρþπινο κι üχι για τα υψηλÜ ιδεþδη. ¸ζησε στη τρικυμισμÝνη περßοδο του 1ου π.Χ. αιþνα, Þτανε σýγχρονος του Καßσαρα. ¹ταν εποχÞ αναταραχþν κι εμφυλßων πολÝμων üπου η πüλη-κρÜτος, Ρþμη μετετρÜπη σε λßγα χρüνια σε απÝραντη αυτοκρατορßα, αδýνατον πια να διοικηθεß απü την αριστοκρατικÞ ολιγαρχßα μ’ αποτÝλεσμα να ξεπηδÞσουν οι μεγÜλοι Ρωμαßοι μονÜρχες, üπως Καßσαρ κι Οκταβιανüς.
Στο διÜστημα αυτü παρακμÜσανε κι οι πατροπαρÜδοτες ρωμαúκÝς συντηρητικÝς αξßες του αγÝλαστου κι αυστηροý καθωσπρεπισμοý. ¸χοντας ενσωματþσει την ελληνιστικÞ ΑνατολÞ, η Ρþμη υπÝστη την απüτομη επιρροÞ της αντßστοιχης μετακλασικÞς ελληνικÞς ποßησης που ‘χε πÜψει να υμνεß τις παλιÝς αξßες κι εßχε στραφεß στις απολαýσεις της καθημερινüτητας. Ο 1ος Ρωμαßος ποιητÞς που τüλμησε να εισαγÜγει αυτÜ τα καινÜ δαιμüνια στη Ρþμη Þταν ο ΚÜτουλλος κι η παρÝα του. ΜÜλιστα υπÝστησαν ακüμα και περιφρονητικÞ κριτικÞ του ΚικÝρωνα για το γÞινο, σκωπτικü, παιχνιδιÜρικο και πανÝξυπνο λüγο τους. Δεν μιλοýσανε για ηρωισμοýς αλλÜ για τα πÜθη της καρδιÜς τους. ¹ταν ουσιαστικÜ ο 1ος ερωτικüς Ρωμαßος ποιητÞς. ΛεπτÞ ευαισθησßα, ερωτισμüς, Ýντονα πÜθη, ειρωνεßα, χιοýμορ ακüμα και χυδαιüτητες εναντßον ερωτικþν αντιζÞλων διατρÝχουνε τη προσεκτικÜ επεξεργασμÝνη ποßησÞ του και κÜνουνε τα Ýργα του να φαßνονται σα βγαλμÝνα απü τη σýγχρονη ζωÞ. Στα μüλις 30 χρüνια της ζωÞς του αγÜπησε σφοδρÜ κι απüλυτα, αλλÜ και προδüθηκε Üκαρδα. Απü την ιστορßα αυτÞ ξεπÞδησαν μερικÜ απü τα ωραιüτερα ερωτικÜ ποιÞματα üλων των εποχþν. Ταυτüχρονα Þταν δριμýς στις κατηγüριες του, δε δßσταζε στα ποιÞματÜ του να στιγματßζει Üθλιους φßλους αλλÜ και πολιτικοýς. Στα ποιÞματα κατÜ του Καßσαρα και του καταχραστÞ γαμπροý του μπορεß να βρει κανεßς δυστυχþς αναλογßες στη σημερινÞ πολιτικÞ κατÜσταση. ¸γραφε δε, στη λαúκÞ γλþσσα της εποχÞς του.
Απü τις ξεχωριστÝς προσωπικüτητες της αρχαßας ΕλλÜδας και της Ρþμης, λßγοι, Üνδρες Þ γυναßκες, μποροýν να γßνουνε θÝμα μιας ολοκληρωμÝνης βιογραφßας. Για τον προφανÞ λüγο üτι δε διασþζονται αρκετÜ στοιχεßα, στη λογοτεχνßα, την αρχαιολογßα και τις επιγραφÝς που να παρÝχουν επαρκÞ βÜση για την ανασýσταση της ζωÞς τους. Εξαιροýνται βÝβαια ορισμÝνοι, üπως ο ΑλÝξανδρος, ο Αýγουστος, ο Ιοýλιος Καßσαρας κι ßσως κÜποιοι Üλλοι. Για τους ποιητÝς, τα πρÜγματα εßναι ακüμη χειρüτερα. Και μüνον üτι το Ýργο τους επÝζησε χÜρη στους αντιγραφεßς του Μεσαßωνα, εßναι θαýμα. Το üτι για μερικοýς επÝζησαν και κÜποια βιογραφικÜ στοιχεßα εßναι Ýνα θαýμα στο τετρÜγωνο. Τß γνωρßζουμε για τον ¼μηρο; Τßποτα! ¸να-δυο πρÜγματα για τη Σαπφþ και λßγα περισσüτερα για τους Ρωμαßους ποιητÝς, τον Βιργßλιο κι ΟρÜτιο.
Αυτü εßναι Ýνα μειονÝκτημα που Ýχει και τα πλεονεκτÞματÜ του. Οι επßδοξοι βιογρÜφοι για να γεμßσουν τα κενÜ της ζωÞς τους αναγκÜζονται να καταφýγουνε στη κοινωνßα τους και την εποχÞ τους για να συμπληρþσουνε τα χÜσματα και να παρÜσχουν ολοκληρωμÝνη εικüνα. Εßναι σχεδüν αναπüφευκτο και πολý καλü αναπüφευκτο, üτι διαβÜζοντας τη βιογραφßα τους, διαβÜζει κανεßς κι üλη την εποχÞ που ζÞσανε, τις κοινωνικÝς, οικονομικÝς, θρησκευτικÝς, αξιολογικÝς της σχÝσεις, δηλαδÞ τη πολιτικοηθικÞ της φυσιογνωμßα. Για τον ΚÜτουλλο, τον υψηλüν αυτü λυρικü ποιητÞ των τελευταßων και καταστροφικþν χρüνων της ΡωμαúκÞς Αυτοκρατορßας, ελÜχιστα εßναι γνωστÜ. ¸να μοναδικü χειρüγραφο που περιεßχε τα 3 βιβλßα των 116 τραγουδιþν, τα carmina του Ρωμαßου με τους 3.000 στßχους εν συνüλω, εμφανßσθηκε μαγικÜ στη Βερüνα του 1300 κι εξßσου μαγικÜ, εξαφανßσθηκε. Εßχε γßνει üμως Ýνα αντßγραφο Þ αντßγραφÜ του.
Ο ¢γιος Ιερþνυμος λÝει, αναφÝροντας Ýνα βßο που 'χε χαθεß, üτι γεννÞθηκε το 87 π.Χ. και πÝθανε, μετÜ 30 χρüνια, το 57 π.Χ. ¼μως, καθþς γρÜφει ο ΤζÝιμς ΜπÜκαν στη ΓκÜρντιαν, οι ημερομηνßες αυτÝς δεν πρÝπει να ‘ναι σωστÝς. ¼πως και στη περßπτωση της Σαπφοýς και του Αρχßλοχου, ü,τι μπορεß να συναχθεß για τον ΚÜτουλλο, τεκμαßρεται απü τα ποιÞματÜ του. Κι αυτÜ εßναι Ýνα ιδιüτυπο κρÜμα εκλÝπτυνσης και σκληρüτητας, χωρßς παρüμοιο στη λογοτεχνßα. ºσως κÜτι απü αυτü να βρßσκεται στο ΦρανσουÜ Βιγιüν, αλλÜ ο ΚÜτουλλος εßναι ο 1ος ποιητÞς της μεγαλοýπολης και σε αυτü μοιÜζει με τον ΜποντλÝρ, μüνο πιο σκληρüς.
Προερχüταν απü τη Βερüνα Þ απü κÜπου εκεß γýρω, Ýζησε μερικÜ χρüνια στη Ρþμη, Ýχασε Ýναν αγαπημÝνο, πρεσβýτερο αδελφü, ταξßδεψε ως κυβερνητικüς αξιωματοýχος στη Μαýρη ΘÜλασσα, απÝκτησε Ýνα σκÜφος, αλλÜ δε μπüρεσε να πλουτßσει. Αποκαλεß τον Ιοýλιο Καßσαρα παιδεραστÞ. Απ' üλα αυτÜ συνταιριασμÝνα, üπως τα παρÝχει ο Οντρι Μπερλ στη βιογραφßα του "ΚÜτουλλος, Ýνας ποιητÞς στη Ρþμη του Ιουλßου Καßσαρα" (Κüνσταμπλ, 320 σελ., 16,99 στερλßνες), ο αναγνþστης αισθÜνεται την ελαýνουσα παρακμÞ της ΡωμαúκÞς Αυτοκρατορßας, τη πολιτικÞ κι ηθικÞ που θα μποροýσε ν’ αποκληθεß üχι ελεýθερη Þ Ýστω ελευθεριÜζουσα, üπως στα "Ειδýλλια" του Θεüκριτου, αλλÜ εκμανÞς κι ασýδοτη.
ΔιÜσπαρτα μες στα 3 βιβλßα υπÜρχουν 13 παθιασμÝνα ερωτικÜ ποιÞματα που αναφÝρονται σε μια γυναßκα ονüματι Λεσβßα. Εßναι ασαφÝς αν αυτü Þτανε το πραγματικü της üνομα Þ αναφορÜ του ποιητÞ στη ΛÝσβο, πατρßδα της Σαπφοýς. Αυτü που εßναι σαφÝς εßναι üτι μετÜ τη 1η δημοσßευση των ποιημÜτων, στη Βενετßα το 1472, η κριτικÞ τεßνει να συνδÝει τα στοιχεßα των ποιημÜτων αυτþν κι Üλλων ερωτικþν ετεροφυλικþν ποιημÜτων, σε μια ενιαßα ιστορßα πÜθους κι Ýρωτα. Οι δυο τους, ΚÜτουλλος & Λεσβßα, συναντÞθηκαν σε κÜποιο πÜρτυ κι ο ποιητÞς της δωρßζει τις μεταφρÜσεις του της Σαπφοýς, ενþ αυτÞ παßζει με το παπαγαλÜκι της. Το πουλß πεθαßνει, ο ΚÜτουλλος του γρÜφει Ýνα ψευδοεπικü ποßημα και καταλÞγει βαθιÜ ερωτευμÝνος μαζß της. Ακολουθοýνε συναντÞσεις σε δανεικÜ σπßτια, αλλÜ οι απιστßες της, σε ποßημα του αναφÝρει üτι Ýκανε Ýρωτα με üποιον του γοýστου της Ýβρισκε στη πüλη, τονε συνÝτριψαν.
Τον 16ο αιþνα, ο λατινιστÞς απü τη Φλωρεντßα ΠιÝτρο Βετüτι ταýτισε τη Λεσβßα με την ευγενÞ Κλαυδßα, της οικογÝνειας των Κλαýδιων, σýζυγο του Κουßντου Καικßλιου ΜÝτελλου, συγκλητικοý το 60 π.Χ., κι αδελφÞ του Ποýμπλιου Κλαýδιου Ποýλχερ, γνωστοý δημαγωγοý και τραμποýκου της Ρþμης.
Η σχÝση αυτÞ του ΚÜτουλλου με γυναßκα περιþνυμη στη Ρþμη για τον ταραχþδη ερωτικü της βßο, απü τη μια, απü παλιÜ, αξιοσÝβαστη οικογÝνεια κι απü την Üλλη, δασκÜλα του ανενδοßαστου Ýρωτα και του δηλητηρßου, Ýδωσε την αφορμÞ στον ρÞτορα και δικηγüρο ΚικÝρωνα να συντÜξει εξαιρετικÞς ευγλωττßας μÝρη, στον λüγο του υπερÜσπισης του ΜÜρκου ΚαÝλιου Ροýφου. ΑλλÜ ενÝπλεξε και τον ßδιο τον ΚÜτουλλο στη κατÜρρευση της πολιτικÞς τÜξης στη Ρþμη, που κατÝληξε στη διÝλευση του Ρουβßκωνα απü τον Καßσαρα, το 49 π.Χ.
Οι 2 αυτÝς παρÜλληλες ιστορßες, η προσωπικÞ κι η πολιτικÞ, συγκερασμÝνες, σχημÜτισαν τη φυσιογνωμßα του ΚÜτουλλου εδþ και 4 αιþνες. ΑυτÞ τη γραμμÞ του συγκερασμοý ακολουθεß κι ο νυν βιογρÜφος του, συμπληρþνοντας üσα λεßπουν, με εικοτολογßες απü τη βÜση των υπαρχüντων. Αν ο ΚÜτουλλος εßχεν ευχÝρεια με αριθμοýς και ποσÜ, πρÝπει να προερχüταν απü εμπορικÞ οικογÝνεια της Βερüνα με εμπορικοýς δεσμοýς με τη ΜικρÜ Ασßα, Üν η Λεσβßα-Κλαυδßα Þταν ωραßα, ο ποιητÞς θα γοητεýτηκε απü τα ακροδÜχτυλÜ της, καθþς χÜιδευαν το χÝρι του και το λαμπερü καταρρÜκτη των μαλλιþν της.
ºσως η Λεσβßα να ‘ταν η Κλαυδßα, ßσως κι üχι. ºσως να ‘ταν καμιÜ κι üλες. Κανεßς δε ψÜχνει να βρει ποιες Ρωμαßες αριστοκρÜτισσες Þταν οι ηρωßδες του ΟρÜτιου Þ η Κýνθια του ΠροπÝρτιου. Τα λυρικÜ ποιÞματα γßνονται εýκολα μυθιστüρημα, αλλÜ αυτü δεν σημαßνει üτι πρÝπει να γßνονται. ºσως αυτÜ που ‘κανε η Λεσβßα Þ η Κλαυδßα και που πλÞγωναν τον εραστÞ της, να τα κÜνανε γενικÜ οι κüρες της Ρþμης της εποχÞς. Αν, üμως, Ýμεινε η Λεσβßα Þ Κλαυδßα εßναι γιατß Ýτυχε να ‘χει εραστÞ, απü τους πολλοýς, ονüματι ΚÜτουλλο, αλλÜ ποιητÞ. Ο ΚÜτουλλος εßναι ο 1ος ποιητÞς της λατινüφωνης δýσης που πÝτυχε να κÜνει υψηλοý επιπÝδου ποßηση που να συνδυÜζει συνειδητÜ τη μεγÜλη ποικιλßα θεματικÞς εντüς της μικρüτερης κατÜ το δυνατüν Ýκτασης. Απü τα γραπτÜ του ΚικÝρωνα αντλοýνται και οι παλαιüτερες πληροφορßες για Ýναν κýκλο εναλλακτικþν -θα λÝγαμε με τη σημερινÞ ορολογßα- ποιητþν στη Ρþμη.
Οι ποιητÝς αυτοß δεν Þταν ακριβþς Ρωμαßοι ποιητÝς, καθþς πολλοß κατÜγονταν απü την ευρýτερη περιοχÞ της ιταλικÞς χερσονÞσου. Ο ΚικÝρωνας αποκαλεß τους ποιητÝς αυτοýς με τον ελληνικü üρο νεþτεροι, διüτι το Ýργο τους διακρινüταν απü στοιχεßα φορμαλιστικÞς πρωτοτυπßας σε σημεßο αξιοπρüσεκτο –πρωτοτυπßα, ωστüσο, την οποßα ο ΚικÝρωνας αποδοκιμÜζει εμφανþς. Οι νεþτεροι αυτοß ποιητÝς (Þ poetae novi, üπως εßναι γνωστοß στην ιστορßα της λογοτεχνßας) υποδÝχθηκαν μ' ενθουσιασμü τις λογοτεχνικÝς αρχÝς των ποιητþν της ΑλεξÜνδρειας κι ιδιαßτερα του αρχηγÝτη αυτþν, ΚαλλιμÜχου. Η πλÝον ηγετικÞ φυσιογνωμßα της λογοτεχνικÞς αυτÞς συντροφιÜς, ανÜμεσα στους οποßους ξεχωρßζουν τα ονüματα των ΚÜλβου (Licinius Calvus), Κßννα (Gaius Helvius Cinna), ΒαλÝριου ΚÜτωνα (Publius Valerius Cato), εßναι ο ΚÜτουλλος, καθþς κανενüς Üλλου νεωτÝρου ποιητÞ το Ýργο δεν Ýχει διασωθεß σ’ εκτενÞ μορφÞ. Γιατß üμως ο κýκλος αυτüς των νεωτÝρων ποιητþν αναπτýχθηκε εμπνεüμενος απü τη ποιητικÞ των αλεξανδρινþν λογοτεχνþν;
Τους λüγους που η ελληνιστικÞ λογοτεχνßα γοÞτευσε τα ανÞσυχα πνεýματα της Ρþμης στις αρχÝς του 1ου αι. π.Χ. δεν εßναι δýσκολο να τους αντιληφθεß κανεßς: η λογοτεχνßα των αλεξανδρινþν Þτανε ποßηση με συνεßδηση του εαυτοý της, πρωτοποριακÞ, προúüν μιας ομÜδας εξαιρετικÜ μορφωμÝνων ποιητþν-φιλολüγων, που, ευρισκüμενοι δια βßου υπü τη προστασßα των ηγεμüνων της Αιγýπτου εßχανε δυνατüτητα να οργανþσουνε τη ζωÞ τους αποκλειστικÜ γýρω απü τη φιλολογικÞ μελÝτη κι Ýρευνα της προηγοýμενης λογοτεχνικÞς παρÜδοσης και τη καλλιÝργεια του προσωπικοý τους λογοτεχνικοý ταλÝντου· Þταν η ποßηση που συστηματοποßησε κþδικα αρχþν ποιητικÞς δημιουργßας κι Ýθεσε ως κεντρικÞ αξßα τη ποιüτητα και την αυθεντικüτητα, ενþ αποκÞρυττε μ’ Ýμφαση τη ποσüτητα και τον κομφορμισμü· σε αντßθεση με τη προηγοýμενη ελληνικÞ λογοτεχνßα της αρχαúκÞς και κλασικÞς εποχÞς, που συνδεüταν εξ ορισμοý με το στοιχεßο της παρÜστασης ενþπιον των μελþν της πüλης κι σχολßαζε συγκεκριμÝνα συμβÜντα της σýγχρονης πολιτικÞς επικαιρüτητας, η παραγωγÞ της ΑλεξÜνδρειας Þτανε λογοτεχνßα α-πολιτικÞ, ενþ η σωστÞ αποτßμησÞ τους προûπÝθετε βαθειÜ φιλολογικÞ και γενικüτερη εγκυκλοπαιδικÞ γνþση, üχι μüνο λογοτεχνικü αισθητÞριο.
ΤÝλος, το φαινüμενο, Þ ακριβÝστερα η ιδÝα, της αποκλειστικÞς εσωτερικüτητας ενüς κýκλου επßλεκτων θεραπüντων του πνεýματος κι üχι της πολιτικÞς, εßχε βαθειÜν απÞχηση στους πνευματικοýς κýκλους της Ρþμης, τη κοσμüπολη που σταδιακÜ, μετÜ τη πτþση της Καρχηδüνας και της κατÜκτηση της ΕλλÜδας το 146 π.Χ., εßχεν αρχßσει να γßνεται üχι μüνον ο πολιτικüς αλλÜ κι ο πολιτιστικüς πüλος Ýλξης της Μεσογεßου ανταγωνιζüμενη επÜξια τη φÞμη της ελληνιστικÞς ΑλεξÜνδρειας. Η ποßηση του Κατοýλλου Ýγινε διÜσημη διüτι Þτανε ποßηση ενÜντια στη παραδοσιακÞ ιδεολογßα του πολιτικοý κατεστημÝνου της Ρþμης αλλÜ πλÞρως εναρμονισμÝνη με τις νÝες τÜσεις κι αξßες μιας νÝας ΡωμαúκÞς ελßτ διανοουμÝνων, που 1η φορÜ στις αρχÝς του 1ου αι. π.Χ. εμφανßζεται στη Ρþμη και διακηρýσσει σýστημα αξιþν ρηξικÝλευθο κι επαναστατικü.
¢ρρωστος, μαραζωμÝνος κι απογοητευμÝνος απü τους πÜντες και τα πÜντα θα ριχτεß στο κυνÞγι των üμορφων αγοριþν, θα συγχρωτιστεß με πüρνες, για να καταλÞξει στα 30 στο θÜνατο. Ο ΚÜτουλλος εßναι πια νεκρüς. Τß απÝγινε η Λεσβßα; Τßποτε δεν μποροýμε να ισχυριστοýμε με βεβαιüτητα πÝρα απü το γεγονüς üτι η Ýξοδüς της απü τη σκηνÞ εßναι τüσο αινιγματικÞ üσο και του ΚÜτουλλου κι ακüμη üτι τ' üνομÜ της Ýμεινε αθÜνατο στις μεγÜλες ιστορßες αγÜπης εξαιτßας και μüνον αυτοý του ποιητÞ που την ερωτεýτητκε μÝχρι τρÝλας και την Ýκανε πιο γνωστÞ κι απü την Ωραßα ΕλÝνη.
ΓνωμικÜ του:
Αυτü που η γυναßκα λÝει στον παθιασμÝνο εραστÞ πρÝπει να γραφτεß στον Üνεμο και στο τρεχοýμενο νερü.
ΥπομονÞ, σε λßγο üλα θα τελειþσουν Üσχημα.
Δεν υπÜρχει τßποτα πιο ανüητο, απü το ανüητο γÝλιο.
Αν εßχα μιαν ενÜρετη ζωÞ...
===========================================
Ο ΚÜτουλλος προλογßζει το Ýργο του, που αποτελεßται συνολικÜ απü 116 ποιÞματα, Ýκτασης απü 2 ως 408 στßχους, με 10στιχο προγραμματικü κομμÜτι, üπου εκθÝτει κυρßως τις αρχÝς της ποιητικÞς του. Η ÝμπνευσÞ του Ýχει σα πρüτυπü της τον Καλλßμαχο και πιο συγκεκριμÝνα τον πρüλογο της 2ης Ýκδοσης της ποιητικÞς συλλογÞς του με τßτλο Αιτßα (Αιτιολογßες). Ωστüσο, το πüνημα του ρωμαßου ποιητÞ θßγει μια θεματικÞ πολý ευρýτερη:
Σε ποιüν δωρßζω τοýτο δþ το κομψü, νιο βιβλιαρÜκι,
που πρüσφατα Ýχει γυαλιστεß με ελαφρüπετρα αδρÞ;
ΚορνÞλιε, σε σÝνανε: διüτι εσý που το συνÞθιζες
να λες üτι οι αερολογßες μου Ýχουνε κÜποια αξßα,
και μÜλιστα üταν εσý (στους Ιταλοýς εις) τüλμησες,
ξετýλιξες ολÜκερο το πριν σε τρεις κυλßνδρους,
περισποýδαστους, και μα τον Δßα, πολυδουλεμÝνους.
ΠÜρε λοιπüν αυτü το βιβλιαρÜκι ü,τι κι αν εßναι
κι ü,τι αν αξßζει· και μακÜρι, προστÜτιδα παρθÝνα,
κÜτι περσüτερο απü μια γεννιÜ ας εßναι να κρατÞσει.
Η χρÞση του dono στο 1ο κιüλας στßχο δηλþνει üτι το βιβλιαρÜκι εßναι δþρο και καθþς Ýνα δþρο συνÞθως αποτελεß Ýνδειξη τιμÞς προς τον αποδÝκτη του, ο δωρητÞς τονßζει την αξßα του Ýτσι þστε η σημασßα της χειρονομßας να λειτουργεß αμφßδρομα και συνεπþς η αξßα του δþρου και το κýρος του αποδÝκτη να επηρεÜζονται παρÜλληλα και με ανÜλογο θετικü τρüπο. ¸τσι ο Ýπαινος του αποδÝκτη στην ουσßα αποτελεß Ýμμεση προβολÞ του ßδιου του δþρου. Το βιβλßο εßναι χαριτωμÝνο (lepidum), ολοκαßνουριο (novum), κομψü (το libellum, βιβλιαρÜκι, εßναι υποκοριστικü) και καλογυαλισμÝνο (arida… expolitum), δηλαδÞ το ιδανικü δþρο για να τιμÞσει τον αποδÝκτη του που με τη σειρÜ του διακρßνεται απü ανÜλογες εξαιρετικÝς διανοητικÝς αναζητÞσεις κι ικανüτητες.
Ο ΚορνÞλιος του 3ου στßχου εßναι ο ΚορνÞλιος ΝÝπωτας, γνωστüς σÞμερα κυρßως για τις σýντομες βιογραφßες του διÜσημων ανδρþν, ΕλλÞνων & Ρωμαßων. Για τον ΚÜτουλλο, üμως, η συμβολÞ του ΚορνÞλιου Ýγκειται στη συγγραφÞ του χρονογραφικοý του Ýργου Chronica, επειδÞ, üπως αναφÝρει ρητÜ, ο ΝÝπωτας κατüρθωσε μες σε 3 μüνο κυλßνδρους (tribus… cartis) να καταγρÜψει ολÜκερη την ιστορßα του ρωμαúκοý Ýθνους απü τις απαρχÝς μÝχρι τις μÝρες του συγγραφÝα και μÜλιστα να παρουσιÜσει Ýργο υποδειγματικü για την επιστημοσýνη (doctis) και την επßπονη εργασßα (laboriosis) του.
Η σημασßα του εγχειρÞματος του ΚορνÞλιου τονßζεται με την επισÞμανση üτι κανεßς Ιταλüς διανοοýμενος στο παρελθüν δεν κατÜφερε παρüμοιο συγγραφικü Üθλο. Εßναι αξιοπρüσεκτο πως ο νεωτερικüς ποιητÞς αναφÝρεται στα γραπτÜ του συγχρüνου του ιστοριογρÜφου με χαρακτηρισμοýς σχεδüν συνþνυμους με αυτοýς που αποδßδει στη δικÞ του ποιητικÞ συλλογÞ. ¸τσι, κατ’ αναλογßα προς το καινüν (novum) της συλλογÞς του Κατοýλλου, το Ýργο του ΝÝπωτα εßναι κατ’αρχÜς πρωτüτυπο (unus) σε βαθμü που να θεωρεßται τüλμημα (ausus), καθþς σηματοδοτεß εξÝλιξη στην ιστορßα της λατινικÞς λογοτεχνßας με την εισαγωγÞ της συνοπτικÞς καταγραφÞς ιστορßας απü κτßσεως Ρþμης. ΚατÜ μßα Ýννοια, οι 3 τüμοι του Κορνηλßου αντιστοιχοýν στο βιβλιαρÜκι του Κατοýλλου.
Τα Carmina του απευθýνονται σε συγκεκριμÝνο ακροατÞριο, τους ομοτÝχνους και συμπατριþτες του ποιητÞ, μ' Üλλα λüγια Ýνα κοινü ρωμαúκü, Þ καλýτερα ιταλικü. ΟμολογουμÝνως, οι δημιουργοß της ΑλεξÜνδρειας Ýγραφαν με συγκεκριμÝνο αναγνωστικü κοινü υπüψη τους, που μÝλη του θερÜπευαν επßσης τη λεπταλÝην (λεπτεπßλεπτη, ντελικÜτη) Μοýσαν, üμως οι ανοιχτÝς, ονομαστικÝς αναφορÝς σε συγχρüνους ομοτÝχνους τους, τüσο επαινετικÝς üσο κι επικριτικÝς, ακüμα και καυστικÝς, εßναι ßδιον των Ρωμαßων κι εμφανßζεται 1η φορÜ στον Κατοýλλο. ¸τσι, στο ποßημα 95, επαινεß τη σýνθεση ενüς Üλλου μÝλους της κοινÞς λογοτεχνικÞς τους συντροφιÜς, τη Zmyrna του Κßννα κι ο ενθουσιασμüς του εßναι Ýκδηλος, επειδÞ το Ýργο εßδε επιτÝλους το φως της δημοσιüτητας ýστερα απü 9 ολÜκερα χρüνια επßπονης δουλειÜς:
Του φßλου Κßννα η Zmyrna εξεδüθη επιτÝλους,
εννιÜ χειμþνες κι εννιÜ θÝρη απ' τη σýλληψÞ της,
ενþ ο ΟρτÝνσιος τüσες χιλιÜδες λÝξεις μες σ’ Ýν Ýτος
….......
Θα πÜει μακριÜ, βαθιÜ πÝρ' απ' του ΣÜτραχου τα κýματα,
τη Zmyrna θα τη διαβÜζουν για καιρü οι πολλοß αιþνες.
Ενþ του Βολουσßου θα ταφοýν κεß δßπλα στη ΠÜδουα
πριν γßνουν μπακαλüκολλες συχνÜ για να τυλßγουν γüπα.
Στη καρδιÜ μου μÝσα τü’χω το μικρü [του φßλου] μου μνημεßο·
κι ας το λαü να φχαριστιÝται με το φουσκωμÝνο Αντßμαχο.
Εßναι προφανÝς üτι ο ΚÜτουλλος κι ο Κßννας κινοýνται ιδεολογικÜ στους ßδιους χþρους: η Zmyrna, που δεν Ýχει διασωθεß, Þτανε σýνθεση αλεξανδρινοý χαρακτÞρα, εφüσον η θεματικÞ της περιστρεφüταν γýρω απü τον Ýρωτα και τη μεταμüρφωση, η ÝκτασÞ της Þτανε περιορισμÝνη (parva … monimenta), και το περιεχüμενü της δουλεμÝνο με τÝχνη και πυκνü ως προς τη κατανüηση, με απþτερο στüχο την υστεροφημßα κι üχι την επßκαιρη δüξα και τη παροδικÞ δημοτικüτητα ενüς best-seller μαζικÞς κατανÜλωσης (populus… gaudet). Στο ßδιο ποßημα, που αναφÝρει τον Αντßμαχο, ο ΚÜτουλλος μνημονεýει με τα ονüματÜ τους δýο συγχρüνους του ποιητÝς, τον ΟρτÝνσιο (Hortensius) και τον Βολοýσιο (Volusius), που προφανþς δε συμμερßζονται τις δικÝς του θεωρßες περß ποιητικÞς του αποστÜγματος (ἄκρον ἄωτον), αλλÜ επιδßδονται με θÝρμη στη παραγωγÞ πολýστιχων (διηνεκῶν) ποιημÜτων. Οι 2 ανταγωνιστÝς του ποιητÞ κατονομÜζονται εδþ με τα πραγματικÜ τους ονüματα· σε Üλλα ποιÞματα τοýς διακρßνει κανεßς πßσω απü ψευδþνυμα, που δε στοχεýουν ν’ αποκρýψουνε τη ταυτüτητÜ τους αλλÜ, αντßθετα, να την αποκαλýψουνε σε συνδυασμü με την ανÜδευση πρüσθετων συνυποδηλþσεων.
¼ταν ο ΚικÝρωνας κατÝφυγε στον ελληνικü üρο νεþτεροι, για να αναφερθεß στον ΚÜτουλλο και τη συντροφιÜ του, δεν τον επÝλεξε τυχαßα. Το ρÞμα νεωτερßζειν κι ο ουσιαστικοποιημÝνος πληθυντικüς του συγκριτικοý, τα νεþτερα, χρησιμοποιοýνταν με τη πολιτικÞ σημασßα της ανατροπÞς της καθεστηκυßας τÜξης. Ο ßδιος üρος στη λατινικÞ του μετÜφραση, res novae (καινοýρια πρÜγματα), εßναι η Ýκφραση üπου οι Ρωμαßοι αναφÝρονταν στη πολιτικÞ ανατροπÞ, την επανÜσταση. Εßναι λογικü επομÝνως να υποθÝσουμε üτι η νεüκοπη ποιητικÞ ιδεολογßα κι ο δυναμισμüς της θεωρÞθηκαν απειλητικüς προÜγγελος ανατρεπτικþν τÜσεων που θα μποροýσε να επεκταθοýνε και στο πολιτικü επßπεδο. Οι νεþτεροι, πρÜγματι, δεν αρκοýνται μüνο σε συγκεκαλυμμÝνες αναφορÝς στα πνευματικÜ δρþμενα και στους δρþντες της εποχÞς τους, αλλÜ μεταβαßνουν με τüλμη απü το παßγνιο και την απρüσωπη ειρωνεßα στη κατÜ μÝτωπον επßθεση, που τουλÜχιστον üσον αφορÜ στη περßπτωση του ΚÜτουλλου, üχι σπÜνια περιλαμβÜνει προσβλητικοýς χαρακτηρισμοýς και χυδαιολογßες. Τα ποιÞματα του Βολοýσιου, για παρÜδειγμα, που μüνον ως χαρτιÜ περιτυλßγματος στα ψαρÜδικα Ýχουν αξßα, μνημονεýονται για μßαν ακüμα φορÜ, στο ποßημα 36, üπου και συνοδεýονται, και μÜλιστα δýο φορÝς, στις εξαιρετικÜ σημαντικÝς απü πλευρÜς Ýμφασης θÝσεις του 1ου και του τελευταßου στßχου, απü τον προσδιορισμü σκατüχαρτα (cacata carta):
ΧρονικÜ του Βολοýσιου, σκατüχαρτα,
εκπληρþστε μια ευχÞ εκ μÝρους της κοπÝλας μου.
Διüτι αυτÞ στην ιερÞ Αφροδßτη και στον ¸ρωτα
ευχÞθηκε πως, αν στην αγκαλιÜ της επÝστρεφα
και σταματοýσα οδυνηροýς ιÜμβους να εκτοξεýω,
θα προσÝφερε στο τραγοπüδαρο θεü
των χειρßστων ποιητþν τα εκλεκτüτερα γραπτÜ,
για να καοýν μαζß με ξýλα γρουσουζιÜς.
Κι η κοπελιÜ μου Ýκρινε τοýτα πως εßν' χειρüτερα
στους θεοýς να τÜξει με τσαχπινιÜ και χιοýμορ.
....
Στο μεταξý, εμπρüς, εσεßς, γραμμÞ στη πυροστιÜ,
γεμÜτα σÜχλες, λαúκοýρες και χοντρÜδες,
ΧρονικÜ ανßας του Βολοýσιου, σκατüχαρτα.
Και στο ποßημα 14, τα Ýργα 3 Üλλων σýγχρονων ποιητþν, των Suffenus, Caesius, κι Aquinus, αποκαλοýνται δηλητÞρια (στ. 19, venena), ενþ οι ßδιοι οι ποιητÝς αποπÝμπονται ως μπÜζα του αιþνα, χεßριστοι των ποιητþν (στ. 23, saecli incommoda, pessimi poetae):
ΚÜλβε μου γλυκýτατε, θα Ýπρεπε να σε μισþ
με το μßσος που 'χει ο κüσμος στο Βατßνιο
κι αιτßα εßναι το ßδιο σου το δþρο αυτü:
Γιατß, τß σου 'κανα, τß σου 'πα πια και βÜλθηκες
να με ξεκÜνεις μ' üλους αυτοýς τους ποιητÝς;
Εýχομαι οι θεοß να στεßλουν χßλιες συμφορÝς
σε κεßνο τον πελÜτη σου που σοý ‘στειλε
μια τÝτοια συλλογÞ πλÞξης, κακοýργων.
...
Θεοß μου, τι γρουσοýζικο κι απαßσιο βιβλßο!
Κι ΑΥΤΟ ακριβþς σý το 'στειλες στο φßλο σου
τον ΚÜτουλλο, για να τονε τελειþσεις επß τüπου
τη μÝρα των Σατουρναλιþν, τη πιο λαμπρÞ απüλες!
¼χι, üχι, κατεργÜρη μου, δεν θα περÜσει Ýτσι.
Μüνο, περßμενε να 'ρθει πρωß και σφαßρα
θα πÜω στα βιβλιοπουλειÜ και θα μαζÝψω
τους Καßσιους, τους Ακουßνιους, τους ΣουφÝνους
και συλλογÞ θα κÜνω απ' üλ' αυτÜ τα δηλητÞρια.
Θα στα δωρßσω κι εγþ κι αυτÞ θα 'ν' η ποινÞ σου.
Στο μεταξý εσεßς ξεκουμπιστεßτε, στα τσακßδια,
γυρßστε πÜλι πßσω 'κεß αποý σας φÝραν
τα κακüτυχα ποδÜρια σας, εσεßς παλιοσκουπßδια,
μπÜζα του αιþνα, οι χεßριστοι των ποιητþν.
Κι ως προς τη πρüσληψη της ελληνιστικÞς ποιητικÞς ο ΚÜτουλλος επιδιþκει τη δημιουργικÞ ανÜπλαση των μανιερισμþν των προτýπων του. ¸τσι, στο ποßημα 95, κατονομÜζεται ο Αντßμαχος, ποιητÞς της Λýδης, ποιÞματος ερωτικοý που Ýφερε τον τßτλο της αγαπημÝνης του, αλλÜ προφανþς μεγÜλου σε Ýκταση κι ως εκ τοýτου κατακριτÝου κατÜ τον ΚÜτουλλο -η Ýκταση αναδýεται Ýμμεσα με τον ποιητολογικÜ φορτισμÝνο χαρακτηρισμü του ßδιου του ΑντιμÜχου ως φουσκωμÝνου (tumidus). Αντßθετα, η Zmyrna με την ελλüγιμη κι εξεζητημÝνη θεματικÞ της εßναι Ýργο doctum, ενþ η 9ετÞς ενασχüληση του Κßννα με τη σýνθεσÞ της τη καθιστÜ και laboriosum (πολυδουλεμÝνο).
ΤÝλος, το επýλλιο του Κßννα διακρßνεται απü την ßδια φιλοδοξßα υστεροφημßας και μακροβιüτητας üπως και τα Carmina του Κατοýλλου (95.6 τη Zmyrna θα τη διαβÜζουνε για καιρü οι πολιοß αιþνες ~ 1.10 μακÜρι να παραμεßνει περισσüτερο απü μια γενιÜ) κι υπü το πρßσμα αυτü, ο χαρακτηρισμüς του ως monimenta (μνημεßα), εßναι απüλυτα εýστοχος και μπορεß να θεωρηθεß πως εßναι η αρχÝτυπη εμφÜνιση σε λογοτεχνικÜ συμφραζüμενα ενüς üρου που θ’ αναχθεß σε κατεξοχÞ σýμβολο για τη ποιητικÞ δημιουργßα: λßγες 10ετßες αργüτερα οι ποιητÝς του Χρυσοý Αιþνα της λατινικÞς λογοτεχνßας, της λεγüμενης ΕποχÞς του Αυγοýστου, με αρχηγÝτη τους τον ΟρÜτιο και τη περßφημη σφραγßδα του (C. 3.30 exegi monumentum aere perennius, Ýχτισα μνημεßο που θα ζÞσει πιο πολý κι απ’ το χαλκü) θα αναδεßξουνε την αλληγορικÞ ταýτιση του μνημεßου με το ποιητικü Ýργο σε λογοτεχνικü τüπο.
Ο ΚÜτουλλος κατÜγονταν απü τη Βερüνα της Βüρειας Ιταλßας. Η ευρýτερη περιοχÞ, γνωστÞ ως Transpadina Italia, Þ η ιταλικÞ γη πÝρα απü τον ποταμü ΠÜδο, οργανþθηκε πολιτικο-οικονομικÜ στις αρχÝς του 1ου αι. π.Χ., μια γενιÜ μüλις πριν τον ΚÜτουλλο, μετÜ το τÝλος των Συμμαχικþν πολÝμων και τη πολιτικÞ αναγνþριση κι εξßσωση üλων των εθνþν της Ιταλßας μÝσω της επßδοσης του δικαιþματος του Ρωμαßου πολßτη. Η ευρýτερη περιοχÞ της Transpadina εßχε τη τýχη να κατοικηθεß απü μωσαúκü εθνþν απü διÜφορα μÝρη της ιταλικÞς χερσονÞσου, με αποτÝλεσμα τη σýσταση πολυπολιτισμικÞς κοινωνßας, που στους δρüμους της ακοýγονταν σε καθημερινÞ βÜση τουλÜχιστον 8 διαφορετικÝς διÜλεκτοι· βρισκüτανε γεωγραφικÜ σε μιαν απü τις πιο εýφορες περιοχÝς της ιταλικÞς χερσονÞσου με αποτÝλεσμα τη ταχεßα οικονομικÞ ευημερßα του μÝσου πληθυσμοý· ενþ η εýκολη πρüσβαση στη θÜλασσα οδÞγησε πολλοýς τολμηροýς στο υπερπüντιο εμπüριο -και σε τερÜστια κÝρδη, αλλÜ ταυτüχρονα και στη διÜνοιξη των πνευματικþν και των γεωγραφικþν τους οριζüντων.
Απü την Üλλη, η Βερüνα σαν πüλη της επαρχßας Þτανε δÝσμια ιδιαßτερου κþδικα αυστηρþν ηθþν. ΠρÜγματι, τα χωριÜ κι οι επαρχιακÝς πüλεις της αγροτικÞς Ιταλßας ταυτßζονταν με το χþρο που η παραδοσιακÞ χρηστÞ ηθικÞ εκδηλωνüταν με την αρχÝτυπη μορφÞ της και στην ιδεατÞ της Ýκφραση. Η αναφορÜ στα χρηστÜ, παραδειγματικÜ Þθη της ιταλικÞς επαρχßας, ειδικÜ στην αιδημοσýνη (verecundia) και τη λιτüτητα, ολιγÜρκεια (frugalitas), αποτελεß κυρßαρχο λογοτεχνικü μοτßβο στη ρωμαúκÞ ποßηση και πεζογραφßα. ΑυτÞ η επαρχιακÞ κοινωνßα των σκληρÜ εργαζüμενων και λιγομßλητων ανθρþπων, που ωστüσο αγαποýσανε κι εκτιμοýσανε τον ελληνικü πολιτισμü, τη λογοτεχνßα και την εκπαßδευση κι Þτανε τολμηροß και ριψοκßνδυνοι επιχειρηματßες αλλÜ πÜντα στο πλαßσιο της εντιμüτητας και της ειλικρßνειας, εßναι η κοινωνßα που ανÝθρεψε τον ΚÜτουλλο και που δεν Ýφυγε ποτÝ απü μÝσα του αλλ’ Üφησε Ýντονα τα σημÜδια της στη ποßησÞ του.
Το ποßημα 62 εßναι Ýνα επιθαλÜμιο ποßημα (τραγοýδι του γÜμου θα το λÝγαμε σÞμερα) τοποθετημÝνο εμφανþς σε ελληνικÞν ατμüσφαιρα και με ξεκÜθαρους υπαινιγμοýς στη ποßηση της Σαπφοýς. Ωστüσο, η ορολογßα κι η ιδεολογßα προσÝγγισης του γÜμου ακολουθεß καθαρÜ τη νομοκεντρικÞ ρωμαúκÞ οπτικÞ: αυτü που ‘χει σημασßα εßναι α) το γαμÞλιο συμβüλαιο ανÜμεσα στους γονεßς της νýφης και του γαμπροý και β) ο ορισμüς της παρθενßας της νýφης ως περιουσιακü στοιχεßο που ωστüσο ανÞκει μüνο κατÜ το 1/3 στην ßδια τη νýφη. Στο ßδιο πλαßσιο της συνýπαρξης ρωμαúκþν κι ελληνικþν στοιχεßων που συγκροýονται μεταξý τους, εßναι τοποθετημÝνο και το ποßημα 61, Ýνας χορικüς ýμνος προς τιμÞν του γÜμου της Vibia Aurunculeia με τον πατρßκιο Manlius Torquatus. Η Ýμπνευση εßναι Ýνας κλητικüς ýμνος του ΚαλλιμÜχου üπου προσκαλεßται ο θεüς του γÜμου, ο ΥμÝναιος, να προσÝλθει απü τη κατοικßα του στον Ελικþνα, τον παραδοσιακü τüπο κατοικßας των Μουσþν· üμως ο χορüς των κοριτσιþν που τον προσκαλεß τον επαινεß με üρους κι αßνους απü τον χþρο της ΡωμαúκÞς παραδοσιακÞς ηθικÞς:
ΚαμιÜν ικανοποßηση η Αφροδßτη δε μπορεß
χωρßς εσÝ να 'χει, που η αγαθÞ η φÞμη θα εγκρßνει.
¼μως μπορεß, üταν εσý το θÝλεις.
Ποιος το τολμÜ με τÝτοιο θεü να συγκριθεß;
ΚανÝνα σπßτι απογüνους δεν ημπορεß χωρßς εσÝ να δþσει,
οýτε κανεßς γßνεται γονιüς με παιδιÜ που τον στηρßζουν.
¼μως μπορεß, üταν εσý το θÝλεις.
Ποιος το τολμÜ με τÝτοιο θεü να συγκριθεß;
Καμßα γη φρουροýς στα σýνορα της χþρας της
χωρßς τις ιερÝς σου τελετÝς δεν ημπορεß να δþσει.
¼μως μπορεß, üταν εσý το θÝλεις.
Ποιος το τολμÜ με τÝτοιο θεü να συγκριθεß;
Δεν υπÜρχει ελληνικü πρüτυπο για Ýνα ποßημα τüσο Ýκδηλα ρωμαúκü και πατριωτικü. Βρισκüμαστε στον κüσμο των proles (γνησßων τÝκνων) και propago (απογüνων), üπου η σημασßα του γÜμου Ýγκειται πÜνω απü üλα στη δημιουργßα και προσφορÜ πολιτþν για την υπερÜσπιση της ρωμαúκÞς πολιτεßας (Respublica).
Τα επιθαλÜμια Üσματα στην ουσßα Þταν δρþμενα: στην εκτÝλεσÞ τους λÜμβαναν μÝρος εναλλÜξ δýο χορωδßες, μια απ’ αγüρια και μια απü κορßτσια. Το ποßημα 62, Ýνας χορικüς ýμνος εκτελεßται εξ ολοκλÞρου απü τις δýο χορωδßες, που τραγουδÜνε σε κλßμα ανταγωνισμοý μεταξý τους ενþ περιμÝνουνε την Üφιξη της νýφης στο σπßτι του γαμπροý. Το κυρßως θÝμα του τραγουδιοý üμως δεν εßναι ο γÜμος γενικÜ αλλÜ συγκεκριμÝνα η παρθενßα της νýφης και το ασυμβßβαστο της αγνüτητας απÝναντι στο γÜμο.
ΦυσικÜ τα αγüρια που υπερασπßζονται τον γÜμο πρÝπει στο τÝλος να κερδßσουνε τον αγþνα, αλλÜ ο ΚÜτουλλος τους βÜζει να το κατορθþνουν μüνον ýστερα απü επßκληση στην εξουσßα του πατÝρα και στη δýναμη επιβολÞς του νüμου: οι γονεßς της νýφης μαζß με τη προßκα της κüρης τους δßνουνε στο γαμπρü τους και τα νομικÜ της δικαιþματα. Τονßζεται Ýμμεσα ο εξαναγκασμüς κι η καταπßεση την οποßα υφßσταται η νýφη, που την αποτυπþνει πολý εκφραστικÜ ο χορüς των κοριτσιþν üταν επικαλοýνται τον ¸σπερο, που η ÜφιξÞ του σηματοδοτεß την Ýναρξη της 1ης νýχτας του γÜμου:
¸σπερε, ποιü αστÝρι πιο σκληρüκαρδο απü σÝνα
τα ουρÜνια διατρÝχει;
Εσý μπορεßς κι αρπÜζεις τη κüρη απü της μÜνας
της την αγκαλιÜ,
Απü της μÜνας της την αγκαλιÜ γαντζωμÝνη
τη κüρη αρπÜζεις,
Και δßνεις το Üσπιλο κορßτσι σε φουντωμÝνο νεαρü.
Τß πιο απÜνθρωπο θα κÜνουν οι εχθροß
üταν μια πüλη αλþνουν;
Οι στßχοι διαπνÝονται πρþτιστα απü δραματικüτητα. Οι αλþσεις πüλεων κι οι βιασμοß απü τους στρατιþτες των κατακτητþν Þτανε φαινüμενο πολý πιο οικεßο στον αρχαßο κüσμο απ´ üτι στον δικü μας κι ορισμÝνες μÜλιστα περιοχÝς της Ιταλßας εßχαν υποστεß ανÜλογες συμφορÝς μüλις μια γενιÜ νωρßτερα, κατÜ τους Συμμαχικοýς πολÝμους και τη μετÝπειτα εμφýλια διαμÜχη ανÜμεσα στον Σýλλα και τον ΜÜριο. Ο χορüς των αγοριþν, με ψυχραιμßα και περιφρüνηση απÝναντι στη σωματικÞ βßα κι απÝχων απü συναισθηματικÜ φορτισμÝνες εκδηλþσεις, απαντÜ με νομικÜ επιχειρÞματα: ο ¸σπερος κι η πρþτη νýχτα του γÜμου επιβεβαιþνουν την ισχý του γαμÞλιου συμβολαßου που Ýχει Þδη υπογραφεß ανÜμεσα στον γαμπρü και τον πατÝρα της νýφης. Το θÝμα ωστüσο της παρθενικÞς αγνüτητας συνεχßζει να απασχολεß τον ΚÜτουλλο και μαζß του και το χορü των κοριτσιþν. Η επüμενη στροφÞ του ποιÞματος αποτελεß Ýνα απü τα γνωστüτερα αποσπÜσματα του Κατοýλλου στο σýνολο της ποßησÞς του:
¼πως το Üνθος π' Üγνωστο στα ζωντανÜ,
ανÝγγιχτο απ’ το Üροτρο, φυτρþνει μυστικÜ
και το χαúδεýουν αýρες, σε περιφραγμÝνο κÞπο,
το δυναμþνει ο Þλιος και το τρÝφει η βροχÞ·
πολλÜ αγüρια και πολλÜ το πüθησαν κορßτσια.
¼μως το ßδιο, üταν με βιÜ κομμÝνο με νýχι κοφτερü
Ýχασε τον ανθü του, κανÝνα αγüρι
και κανÝνα δεν το πüθησε κορßτσι.
¸τσι κι η παρθÝνα κοπελιÜ, üσο μÝνει Üσπιλη,
τüσο εßναι για τους δικοýς της ακριβÞ.
¼ταν üμως το σþμα της Ýχει μιανθεß
και της αγνüτητας το Üνθος Ýχει χÜσει,
οýτε τ’ αγüρια τη βρßσκουν λαχταριστÞ,
οýτε κι οι κοπελιÝς την αγαποýνε.
Ο ΚÜτουλλος δεßχνει ιδιαßτερη συμπÜθεια για τον Ýρωτα των γυναικþν και για το ευαßσθητο ζÞτημα της παρθενικÞς αγνüτητας και της 1ης ερωτικÞς εμπειρßας. Σε διÜφορα σημεßα του ποιητικοý του Ýργου τον βλÝπουμε ν' αναφÝρεται στον εαυτü του με λεξιλüγιο που θα Üρμοζε σε περßπτωση νεαρÞς γυναßκας. Χαρακτηριστικüς εßναι ο τρüπος που ολοκληρþνει Ýνα καßριο ποßημα, το ποßημα 65, το εισαγωγικü ποßημα στην ενüτητα των ερωτικþν ποιημÜτων. Απευθυνüμενος στον φßλο του τον ¼ρταλο, που του παραπονιÝται πως δεν του Ýστειλε το ποßημα που του εßχε υποσχεθεß να του ετοιμÜσει, ο ΚÜτουλλος ανταπαντÜ απολογοýμενος:
Ο ¼ρταλος δεν πρÝπει να πιστÝψει οýτε στιγμÞ
üτι ο ΚÜτουλλος Üφησε υπüσχεση να πÝσει
απü το νου ως ακριβþς μÞλο-αθþο δþρο ερωτικü,
γλιστρÜ απ' το φüρεμα ενüς ερωτευμÝνου κοριτσιοý.
¼πως το μÞλο που 'στειλε -δþρο κρυφü- στη κüρη ο καλüς της,
κι εκεßνο απ’ τον κüρφο τον αγνü της γλßστρησε, πÜει!
Τü ’χε αποθÝσει η φτωχÞ στο μαλακü φουστÜνι της επÜνω,
κι αποξεχÜστηκε, σκεπτüμενη σκηνÝς κι Üγρια φιλιÜ,
üταν τη μÜνα της εßδε να’ρχεται κι üρθια τινÜχτηκε.
Κýλησε κεßνο γρÞγορα της Ýπεσε πιο πÝρα,
κι αυτÞς η üψη απ’ τη ντροπÞ γßνηκε παπαροýνα!
Δεν πρÝπει να μας εκπλÞσσει, λοιπüν, üτι η ευαισθησßα κι ο ερωτισμüς που προβÜλλεται μÝσα απü τα ποιÞματα του Κατοýλλου εßχαν αρνητικü αντßκτυπο στην πατριαρχικÞ και κυνικÞ κοινωνßα της ρωμαúκÞς αριστοκρατßας του 1ου αι. π.Χ., που τονε κατηγοροýσε για ευÜλωτη συναισθηματικÞ ιδιοσυγκρασßα κι αδυναμßα χαρακτÞρα, και üχι σπÜνια για Ýλλειψη ανδρισμοý. Ο ποιητÞς üμως δεν δßσταζε να αντιδρÜσει και μÜλιστα με κυνικü τρüπο, üταν δεχüταν επιθÝσεις που Ýθεταν σε αμφισβÞτηση την ηθικÞ του ακεραιüτητα. Χαρακτηριστικü παρÜδειγμα ακραßας αντßδρασης αποτελεß το ποßημα 16, üπου επιτßθεται στον ΜÜρκο ΑυρÞλιο, Ρωμαßο γερουσιαστÞ και στον ΜÜρκο Φοýριο, ποιητÞ. Αυτοß τονε χλευÜζανε γιατß Ýγραφε δÞθεν ερωτικÜ ποιÞματα üπου üμως δε μιλοýσε για τßποτ' Üλλο πÝρα απü φιλιÜ· τÝτοιου εßδους θεματικÞ και περιεχüμενο, λÝγανε, δεν εßναι δυνατü να ερεθßσει ερωτικÜ κανÝναν. Εφüσον, λοιπüν, ο ΚÜτουλλος Ýγραφε τÝτοιου εßδους ξενÝρωτη ερωτικÞ ποßηση, θα πρÝπει κι ο ßδιος να εßναι μαλθακüς και θηλυπρεπÞς. Χαρακτηρßζοντας τη ποßησÞ του ευαßσθητη και γλυκερÞ (γεμÜτη σκηνÝς με φιλιÜ), αμφισβητοýν Ýντονα τον ανδρισμü του. Ο ΚÜτουλλος εξαγριωμÝνος ανταπαντÜ και τους απειλεß να τους αποδεßξει τον ανδρισμü του προσωπικÜ κι Ýμπρακτα, ενþ επιχειρηματολογεß πως μαλθακÜ ποιÞματα που επικεντρþνονται στη περιγραφÞ της ποικιλßας των ερωτικþν συναισθημÜτων μπορεß να 'ναι το ßδιο διεγερτικÜ κι ερωτικÜ üπως οι περιγραφÝς που εßναι Ýκδηλα ερωτικÝς. Τους απαντÜει λοιπüν με το παρακÜτω, που θεωρεßται το πιο απαγορευμÝνο ποßημα που Ýχει γραφτεß, τüσο... χυδαßο κι υβριστικü, που μεταφρÜστηκε 1η φορÜ ολÜκερο στ' αγγλικÜ, μüλις στα τÝλη του 20οý αι.! ΠÜντως κι ο ßδιος, δεν αποκλεßει τις κατηγορßες, για να μη πω üτι, ÜθελÜ του (;) τις επικυρþνει, üπως φαßνεται απ' τον 1ο κιüλας στßχο. ¼σες μεταφρÜσεις Ýχω υπüψη μου στα ελληνικÜ, εßτε εßναι σεμνüτυφες (κι Üρα χαντακþνουνε τον καταγγελτικü χαρακτÞρα του ποιÞματος), εßτε στεροýνται πλÞρως ρυθμοý, διαλýοντας τη μουσικüτητα του πρωτüτυπου:
Carmen 16
Θα σας γαμÞσω εγþ τον κþλο και το στüμα,
παλιοαδερφÞ ΑυρÞλιε και Φοýριε ποýστη,
που θαρρεßτε πως αφοý τα ποιÞματÜ μου
ευαßσθητα εßναι, εßμαι κι εγþ θηλυπρεπÞς.
ΠρÜγματι, πρÝπει ο αληθινüς ο ποιητÞς αδρüς
να 'ναι ο ßδιος, μα üχι και τα ποιÞματÜ του,
που εßναι üντως θελκτικÜ και πνευματþδη
üταν ευαισθησßα Ýχουνε και γοητεßα,
κι ωστüσο μποροýν Ýνα μοýδιασμα να φÝρουν,
δεν λÝω στ' αγüρια, μα σε κÜτι τριχωτοýς
γÝρους που δεν μπορεß πια να τους σηκωθεß.
Σεις, που διαβÜσατε τ' αμÝτρητα φιλιÜ μου
θεωρεßτε πως εγþ εßμαι ο θηλυπρεπÞς;
Θα σας γαμÞσω εγþ τον κþλο και το στüμα.
Μüνο με τη προσφυγÞ σε χυδαßα γλþσσα μπορεß ο ΚÜτουλλος να περÜσει το μÞνυμÜ του Ýναντι σε Üτομα Üνευ ευαισθησßας, ανßκανα να διακρßνουνε γραφÞ πολλþν αποχρþσεων σε διανοητικü και σε συναισθηματικü επßπεδο, με λαúκοý χαρακτÞρα κριτÞρια αξιολüγησης της λογοτεχνßας. Διüτι εντÝλει ο ΚÜτουλλος δεν εßναι ο ποιητÞς του λαοý, των μαζþν. Αυτü που διαπιστþνει μ' Ýκπληξην ο αναγνþστης εßναι πως ο ποιητÞς ποτÝ δεν αναφÝρεται σε δημüσιες αναγνþσεις των ποιημÜτων του, ποτÝ δεν κÜνει λüγο για ακροατÞριο -μüνο για ποιÞματα που γρÜφτηκαν με επιμÝλεια και κüπο μιλÜ και που η ανÜγνωσÞ τους συνοδεýεται απü μελÝτη. Αντßθετα με πολλοýς Üλλους λογοτÝχνες της εποχÞς του αλλÜ και μεταγενÝστερους που καλλιεργÞσανε τη ποßηση στο ßδιο πνεýμα, ανÜμεσα στους οποßους υπÞρχαν αρκετοß αξιüλογοι, ο ΚÜτουλλος Þταν Üνθρωπος της ουσßας, üχι της προβολÞς -üντας οικονομικÜ ανεξÜρτητος, δεν εßχε ανÜγκη να κερδßσει την οικονομικÞ υποστÞριξη κÜποιου ισχυροý θυσιÜζοντας την ανεξαρτησßα του λüγου του· üντας αδιÜφορος για τα πολιτικÜ και περιφρονþντας την πολιτικÞ ως καριÝρα, δεν εßχε την ανÜγκη να θυσιÜσει την ακεραιüτητα του χαρακτÞρα του και να πλÜσει μÝσω της ποßησÞς του Ýναν εαυτü ψεýτικο για να γßνει λαοφιλÞς. ¸γραψε για την ελßτ της διανüησης και περιφρονοýσε το χυδαßο και το δημüσιο -τα γοýστα της μÜζας και του συρμοý. Πιστüς στην αισθητικÞ του Καλλßμαχου επÝλεξε να πορευτεß σε μονοπÜτι απÜτητο και μοναχικü -χωρßς να προσμÝνει πως η μεγÜλη του απÞχηση στις επüμενες γενιÝς επρüκειτο το ßδιο αυτü μονοπÜτι να το διανοßξει προοδευτικÜ σε λεωφüρο.
Πρüσκληση Σε Γεýμα
Σε λßγες μÝρες, ΦÜμπουλε, Üν οι θεοß το θÝλουν,
Σε περιμÝνω για να φας καλÜ στο σπιτικü μου.
Αρκεß σα θα 'ρθεις πλοýσιο, νüστιμο φαÀ να φÝρεις,
ΚαμιÜ κοπÝλα φυσικÜ, μαζß κρασß και κÝφι.
Θα φας καλÜ, μεγÜλε μου, αυτÜ σα μου τα φÝρεις,
Γιατß και του ΚÜτουλλου του κολλητοý σου φßλου
ΑραχνιασμÝνο απÝμεινε κι Ýρμο το πορτüφολο,
¼,τι το πιο γλυκü και üμορφο υπÜρχει.
Αρþματα Ýχω για σε, αιθÝρια, φυλαγμÝνα
Ποý στη καλÞ μου δþρισαν ¸ρωτας κι Αφροδßτη.
Σαν τα μυρßσεις, θα ζητÜς με üλη τη ψυχÞ σου,
Να σε εκÜναν ολÜκερο οι θεοß μας, μια... μýτη.
======================================
Carm. 68
ΕισαγωγÞ
Το ποßημα 68 εßναι Ýνα απü τα πιο σημαντικÜ ποιÞματα üχι μüνο του ΚÜτουλλου αλλÜ κι ολÜκερης της λατινικÞς ποßησης. Ο ιδιαßτερος χαρακτÞρας, το περιεχüμενο κι η περßτεχνη αρχιτεκτονικÞ του Ýχουν προκαλÝσει (κι εξακολουθοýν να προκαλοýνε) σοβαρÝς αντιγνωμßες μεταξý των μελετητþν σχετικÜ με την ενüτητα του ποιÞματος. Διακρßνονται τρεις βασικÝς ενüτητες: α) στ. 1-40, β) στ. 41-148, γ) 149-160.
Η 1η εßναι μια Ýμμετρη επιστολικÞ απÜντηση στο γρÜμμα που Ýλαβε ο ποιητÞς απü τον φßλο του ¢λλιο, που του ζητοýσε να του στεßλει Ýνα ερωτικü ποßημα (δικü του Þ μετÜφραση). Ο ΚÜτουλλος δικαιολογεßται για την αδυναμßα του να πρÜξει κÜτι τÝτοιο, επειδÞ πενθεß την απþλεια του αδελφοý του.
Στη 2η υπÜρχει εκτεταμÝνη, ελεγειακοý τýπου, Ýμμετρη ευχαριστßα του ποιητÞ προς τον φßλο του ¢λλιο, επειδÞ ο τελευταßος εξασφÜλισε στον ποιητÞ και την αγαπημÝνη του ερωτικÞ στÝγη. Ο μýθος της ΛαοδÜμειας κι ο θÜνατος του αδελφοý του ποιητÞ αποτελοýν τα δýο βασικÜ θÝματα της ενüτητας, που αλληλοσυνδÝονται μÝσω ενüς καλÜ συγκροτημÝνου δικτýου συνειρμικþν συσχετισμþν. Η Λεσβßα κατÜ την ÜφιξÞ της στο σπßτι της ερωτικÞς συνεýρεσης παρομοιÜζεται με τη ΛαοδÜμεια, η οποßα, σýμφωνα με τον μýθο, Ýχασε τον σýζυγü της στην τρωικÞ εκστρατεßα. Η αναφορÜ στην Τροßα ενεργοποιεß τον θρÞνο για τον αδελφü του, ο οποßος πÝθανε εκεß. Η Τροßα ως τüπος Üδικου αφανισμοý νÝων ανθρþπων οδηγεß τη σκÝψη του ποιητÞ πßσω στη ΛαοδÜμεια. Η ΛαοδÜμεια, μÝσω της αρχικÞς σýγκρισÞς της με τη Λεσβßα, ανακαλεß την αγαπημÝνη του ποιητÞ, ο οποßος Ýρχεται αντιμÝτωπος με την ανÜγκη να αποδεχθεß τις ερωτικÝς της ατασθαλßες.
Στη 3η συναντÜμε το επιστολικü κλεßσιμο του ποιÞματος, üπου ο ΚÜτουλλος παραδÝχεται üτι, παρÜ τους δισταγμοýς και την αρχικÞ του Üρνηση, ικανοποßησε τελικÜ την επιθυμßα του φßλου του ¢λλιου αφιερþνοντας και στÝλνοντας σε αυτüν το ποιητικü δþρο που μüλις συνÝθεσε.
Αν κι η ενüτητα του ποιÞματος αμφισβητÞθηκε Ýντονα κατÜ το παρελθüν, η πλειονüτητα των μελετητþν σÞμερα αντιμετωπßζει τις 3 ενüτητες σαν ενιαßο ποßημα. ¢λλωστε, η πολυμορφßα του ονüματος του αποδÝκτη (Allius Þ Malius Þ Manlius) εýκολα μπορεß να εξηγηθεß παλαιογραφικÜ. Σε κÜθε περßπτωση, την ενüτητα του ποιÞματος εγγυÜται η παρουσßα ορισμÝνων θεματικþν, που διατρÝχουνε συνολικÜ το ποßημα απü την αρχÞ μÝχρι το τÝλος. Το θÝμα της αγÜπης και της θλßψης (του ποιητÞ για τη Λεσβßα, του ποιητÞ για τον αδελφü του, της ΛαοδÜμειας για τον Πρωτεσßλαο), καθþς κι οι αναφορÝς στη Τροßα (τüπος θανÜτου του αδελφοý του ποιητÞ και του Πρωτεσßλαου) συνυφαßνουν Ýνα πυκνü νÞμα αναλογιþν και συσχετισμþν. Παρüμοια ενοποιητικÞ εßναι κι η λειτουργßα που 'χει το θÝμα του σπιτιοý (της ερωτικÞς συνεýρεσης με τη Λεσβßα, της οικογÝνειας του ποιητÞ που βυθßστηκε στο πÝνθος, του νιüπαντρου μυθικοý ζεýγους), üπως επßσης και το θÝμα του γÜμου (μη πραγματικοý αλλÜ ολοκληρωμÝνου: ΚÜτουλλος-Λεσβßα, πραγματικοý αλλÜ ανολοκλÞρωτου: ΛαοδÜμεια-Πρωτεσßλαος) και το θÝμα του θανÜτου (του αδελφοý, - του Πρωτεσßλαου).
Αξιοσημεßωτη εßναι, επßσης, η χρÞση της παρομοßωσης απü τον ποιητÞ, που αναδεικνýεται σε βασικü δομικü γνþρισμα του ποιÞματος. Τη στιγμÞ κατÜ την οποßα η Λεσβßα κÜνει να διαβεß το κατþφλι του σπιτιοý της ερωτικÞς συνÜντησης, η αφÞγηση παγþνει. Η παρομοßωσÞ της με τη ΛαοδÜμεια αναβÜλλει την εξÝλιξη της κυρßως αφÞγησης για 60 περßπου στßχους (73-130) κι αντικαθßσταται απü μια χωροχρονικÞ περιδιÜβαση στη μυθικÞ Τροßα. Η παρομοßωση της Λεσβßας με τη ΛαοδÜμεια πυροδοτεß μια σειρÜ απü συσχετισμοýς με τον ßδιο τον ποιητÞ. Η ΛαοδÜμεια εßναι πιστÞ στον εραστÞ της, κÜτι που δεν ισχýει στη περßπτωση της Λεσβßας. Η ΛαοδÜμεια θρηνεß τον θÜνατο του συζýγου της, ενþ ο ΚÜτουλλος του αδελφοý του. Αιτßα του θανÜτου του Πρωτεσßλαου Þταν η απιστßα της ΕλÝνης με τον ΠÜρη· η εξωσυζυγικÞ σχÝση του ΚÜτουλλου με τη Λεσβßα τους φÝρνει πιο κοντÜ στο ζεýγος των μοιχþν παρÜ στο ζεýγος των συζýγων. ¸τσι, στο ποßημα ο ΚÜτουλλος καταλÞγει να Ýχει μια «σýζυγο» που δεν εßναι δικÞ του, την οποßα συναντÜ σε Ýνα σπßτι που δεν εßναι δικü του, ενþ το δικü του σπßτι Ýχει βυθιστεß στο πÝνθος. Μπορεß η ποßηση μÝσω της αναγωγÞς στον μýθο να καταφÝρνει να μεταμορφþσει το καθημερινü, στο τÝλος, üμως, η πραγματικüτητα της καθημερινÞς ζωÞς εßναι κυρßαρχη.
Ο τüνος, η επεξεργασßα του υλικοý, η διαπλοκÞ μýθου και προσωπικÞς εμπειρßας, οι εκφραστικοß τρüποι και πολλÜ απü τα λογοτεχνικÜ μοτßβα που χρησιμοποιοýνται προσδßδουν στο ποßημα Ýναν Ýντονα ελεγειακü χαρακτÞρα, κÜνοντας πολλοýς μελετητÝς να θεωρÞσουν το ποßημα 68 ως μια (πρωτο-)ελεγεßα. Δε χωρÜ αμφιβολßα πως πρüκειται για Ýναν ειδολογικü πειραματισμü του ΚÜτουλλου που βρßσκεται üχι απλþς κοντÜ, αλλÜ μες στο χþρο της ελεγεßας*. Ωστüσο, υπÜρχει κÜποια εκφραστικÞ συγκρÜτηση απü πλευρÜς του ποιητÞ, ενþ παρατηρεßται, επßσης και μια δυσκαμψßα στην επεξεργασßα του υλικοý, που προδßδει τον πειραματικü χαρακτÞρα του εγχειρÞματος. ΕνδεικτικÞ εßναι η μεγÜλη Ýκταση του μυθολογικοý παραδεßγματος, που λειτουργεß σχεδüν παρεκβατικÜ στη κυρßως αφÞγηση.
----------------------------------------------------------
* Στην αρχαιüτητα, ελεγεßα χαρακτηριζüταν κÜθε ποßημα που αναπτυσσüταν σε 2στιχα. Πατρßδα της Þταν η αρχαßα ΕλλÜδα. ΑρχικÜ ο üρος εκ του Ýλεγος σÞμαινε θρησκευτικü Üσμα σε μορφÞ 2στιχου ποιÞματος. Αργüτερα σÞμαινε εκεßνη την ΩδÞ της οποßας ο 1ος στßχος Þτανε δακτυλικüς 6μετρος (αποτελοýμενος απü 2 ακατÜληκτες 3ποδßες) κι ο 2ος δακτυλικüς 5μετρος, (αποτελοýμενος απü 2 καταληκτικÝς 3ποδßες) λεγüμενα ελεγειακÜ ποιÞματα, καταλÞγοντας Ýτσι και σε χαρακτηρισμü ποιητικοý μÝτρου. Χαρακτηριστικüτερο, κλασικü παρÜδειγμα ελεγεßας αποτελεß το περßφημο επßγραμμα των πεσüντων Λακεδαιμονßων στις Θερμοπýλες που συνÝγραψε ο Σιμωνßδης ο Κεßος.
Ω ξειν', αγγÝλλειν Λακεδαιμονßοις, üτι τÞδε
κεßμεθα, τοις κεßνων ρÞμασι πειθüμενοι.
Οι ελεγεßες εξÝφραζαν διÜφορα συναισθÞματα, απü την καθημερινÞ ζωÞ των αρχαßων ΕλλÞνων, Ýτσι διακρßνονταν, ανÜλογα αυτþν, σε:
ΠολεμικÝς ελεγεßες, που αποτελοýσαν και θοýρια, üπως π.χ. Ýγραψαν ο Τυρταßος κι ο Καλλßνος.
Ελεγεßες αγÜπης, üπως π.χ. Ýγραψε ο Μßμνερμος
Ελεγεßες λýπης
Ελεγεßες διδακτικÝς, με τις οποßες μεταδßδονταν φιλοσοφικÝς ιδÝες üπως τÝτοιες Ýγραψε ο ΞενοφÜνης
Ελεγεßες σοφιστικÝς, που περιεßχαν αποφθÝγματα üπως π.χ. Ýγραψε ο Φωκυλßδης.
Ελεγεßες θριαμβικÝς, üπως π.χ. Ýγραψαν ο Σüλων κι ο ΘÝογνις ο Μεγαρεýς με Ýντονο πολιτικü χαρακτÞρα κ.Ü.
ΓενικÜ οι ελεγεßες στην αρχαßα ΕλλÜδα απαγγÝλονταν με συνοδεßα αυλητþν. Ελεγεßες επßσης συνÝγραψαν εκτüς των παραπÜνω και πολλοß Üλλοι üπως οι Αντßμαχος, Αισχýλος, ºων, οι φιλüσοφοι ΞενοφÜνης, Παρμενßδης, ΠλÜτων, ΑριστοτÝλης καθþς κι ο Κριτßας Ýνας εκ των ΤριÜκοντα.
Στην ελληνιστικÞ περßοδο οι ελεγεßες αν και διατÞρησαν τη μορφÞ τους, εμπλουτßστηκαν Ýντονα, ιδßως απü τους Αλεξανδρινοýς ποιητÝς, με θÝματα απü την ΕλληνικÞ Μυθολογßα, χÜνοντας Ýτσι τον παλαιüτερο χαρακτÞρα τους. Σπουδαßοι ελεγειακοß ποιητÝς της περιüδου εκεßνης Þταν οι: ΦιλητÜς ο Κþος, ΕρμησιÜναξ ο Κολοφþνιος, Καλλßμαχος ο Κυρηναßος (που κρßθηκε Üριστος πÜντων), ΑλÝξανδρος ο Αιτωλüς (σýγχρονος του ΚαλλιμÜχου) καθþς κι ο ΠαρθÝνιος ο Νικαεýς που υπÞρξε και δÜσκαλος του Βεργιλßου.
Στη ΡωμαúκÞ περßοδο οι ελεγεßες συνεχßστηκαν απü εξαßρετους Λατßνους ποιητÝς οι οποßοι επανÝφεραν το εßδος αυτü στον αρχικü του χαρακτÞρα. ΕπιφανÝστεροι εξ αυτþν Þταν οι: Οβßδιος, Τßβουλλος, ΚÜτουλλος κι ο ΠροπÝρτιος.
ΚατÜ τον Μεσαßωνα η ελεγεßα Ýχει Þδη λÜβει τον χαρακτÞρα της Ýκφρασης του ερωτικοý πÜθους και πιüτερο της ερωτικÞς απογοÞτευσης. Πολλοß θεωροýνε τον μεσαιωνικü θρÞνο σα συνÝχεια της ελεγεßας. Με την εμφÜνιση üμως του ουμανισμοý που εμπνεüταν απü την αρχαßα ποßηση, η ελεγεßα αρχßζει μιαν Ýντονην αρχαιοπρεπÞ παρουσßα με την επιστροφÞ της στον αρχαßο λυρισμü.
¸ργα σπουδαßων ποιητþν αποτελοýν σταθμοýς της εξÝλιξης της ελεγεßας στους νεüτερους αιþνες, ειδικüτερα στη γαλλικÞ και περισσüτερο στην αγγλικÞ και γερμανικÞ λογοτεχνßα üπου Üρχισε να δßνει τη θÝση της στο σýγχρονο λυρισμü.
Στη νεüτερη ΕλλÜδα διαπιστþνεται με Ýκπληξη η διατÞρηση της ελεγεßας μÝσα στο δημοτικü τραγοýδι. Στη νεοελληνικÞ λογοτεχνßα-ποßηση, του 19ου και του 20ου αι. την ελεγεßα εκπροσþπησαν με τα Ýργα τους οι Σολωμüς, Βαλαωρßτης, ΠαλαμÜς, Πορφýρας, ΚαρυωτÜκης κ.Ü. ενþ ο ΚαβÜφης ακολοýθησε μÜλλον τους απüηχους του ποιητικοý αυτοý εßδους.
---------------------------------------------------------------------
68
¼,τι απü συμφορÜ πικρÞ και τýχη συνθλιμμÝνο
τοýτο μου στÝλνεις γρÜμμα σου με δÜκρυα γραμμÝνο,
για να εμψυχþσω ναυαγü που του πελÜου τα κýματα
ξεβρÜσαν κι απ’ του ΧÜροντα να σþσω το κατþφλι,
αυτüν που οýτ' η ιερÞ Αφροδßτη μ’ απαλü να γαληνÝψει ýπνο
στÝργει σ’ εργÝνικη παρατημÝνου κλßνη,
οýτε με των αρχαßων γλυκειÜ ωδÞ οι Μοýσες των γραφþν
ευφραßνουν τον, üταν ο νους ανÞμερος ξαγρýπνα:
αυτü μ ευχαριστεß, που φßλο σου με λες κι αυτÜ τα δþρα
των Μουσþν, απü 'με 'δω ζητÜς και της Κυπρßδος.
Μα για να μη σου 'ν' Üγνωστες οι συμφορÝς μου, ΜÜλλιε,
κι οýτε να λογÜς πως της ξενßας δε λατρεýω το καθÞκον,
Üκου σε πoια κýματα της τýχης μου βουλιÜζω ο ßδιος,
Üλλο να μη ζητÜς απü κακüτυχο, τα δþρα μακÜρια.
Απ’ τον καιρü που πρþτα Ýλαβα αγνü χιτþνα,
üταν γλυκειÜ ζοýσε Üνοιξη της νιüτης ο ανθüς,
αρκετÜ πολý Ýπαιξα: και στη θεÜ δεν εßμαι κι Üγνωστος,
που γλυκειÜ σμßγει με τσ' Ýγνοιες μου, πικρßα.
Μα μ' üλ' αυτü το ζÞλο, θρÞνο αδελφοθÜνατο
μου Ýκλεψε. Ω απ’ εσÝ αδÝρφι στερημÝνος κι Üμοιρος,
συ πεθαßνοντας, συ ρÞμαξες, αδελφÝ, τα αγαθÜ μου,
με σÝνανε δια μιας üλη μας θÜφτηκε η οικßα,
üλες μαζß σου δια μιας χÜθηκαν οι χαρÝς μας,
που Ýτρεφε στη ζωÞ μας η γλυκειÜ σου αγÜπη.
Με το χαμü του απ’ το νου μου ολÜκερο εξüρισα
τοýτες τις σπουδÝς κι üλες τις ηδονÝς του πνεýματος.
Γι’ αυτü, αυτü που γρÜφεις, «ντροπÞ σου, ΚÜτουλλε, να ‘σαι
στη Βερüνα, τι εδþ κÜποιος απü καλýτερη στüφα
τα κρýα σ’ αδειανü ζεσταßνει μÝλη κρεβÜτι»,
αυτü, ΜÜλλιε, ντροπÞ δεν εßναι αλλÜ θλßψη.
Γι’ αυτü θα συγχωρÝσεις αν, üσα μου Ýκλεψε ο θρÞνος,
τοýτα τα δþρα, σα δεν μπορþ, δε σου δßνω.
Τι Üφθονες πηγÝς συγγραφþν δεν Ýχω μαζß μου
κι Ýτσι εßναι τα πρÜματα, γιατß στη Ρþμη ζοýμε:
αυτÞ το σπßτι, αυτÞ η Ýδρα μου, εκεß ζω τη ζωÞ μου·
εδþ Ýνα απ’ τα πολλÜ κιβþτια με ακολουθεß.
Μιας κι Ýτσι εßναι, δε θα ‘θελα να κρßνεις πως κακüβουλα
Ýτσι πρÜττουμε με πνεýμα üχι και τüσο γαλαντüμο,
τι Üφθονα τßποτα απ’ ü,τι ζÞτησες δεν Ýλαβες:
μετÜ χαρÜς θα πρüσφερα, αν εßχα τα αγαθÜ μου.
Δεν μπορþ να μην πω, θεÝς, σε ποια ανÜγκη μου στÜθηκε
ο ¢λλιος, με τι πßστη μεγÜλη με στÞριξε,
μη και φεýγοντας στης λησμονιÜς τους αιþνες ο χρüνος
το ζÞλο του αυτü με νýχτα καλýψει τυφλÞ:
μα θα σας πω κι εσεßς πιο πÝρα πεßτε σε πολλÝς
χιλιÜδες και τη σελßδα κÜντε αυτÞν τη γριÜ να μιλÜ.
¸τσι με τα χρüνια να αυξÜνεται η φÞμη του στο Ýργο μου
και πιüτερο γνωστü του θανüντος να γßνεται το üνομα,
κι οýτε λεπτü ιστü η μετÝωρη αρÜχνη υφαßνοντας
στο Ýρημο του ¢λλιου το üνομα το Ýργο να πρÜξει.
Τι τα βÜσανα που μου ‘δωσε η διττÞ Αμαθοýσια τα
ξÝρετε, και με ποιο τρüπο με τσουροýφλισε,
σαν καιγüμουν με τη λÜβα του ΤρινÜκριου βρÜχου
και του Μαλιακοý το νÜμα στις Οιταßες Θερμοπýλες,
και τα θλιμμÝνα μÜτια μου με αÝναο κλÜμα να λιþνουν
δεν Ýπαψαν και βροχÞ πικρÞ να μουσκεýει τα μÜγουλα,
καθþς απ’ την κορφÞ αιθÝριου üρους διÜφανο
ρυÜκι ξεπηδÜ απü βρυþδη πÝτρα
(που κυλþντας κατακüρυφα απü κοιλÜδα απüκρημνη,
το μÝσο του δρüμου διαπερνÜ πολυσýχναστου,
γλυκιÜ ανακοýφιση διαβÜτη που απüκαμε κÜθιδρος,
σαν καýσωνας βαρýς τους πυρωμÝνους σκßζει αγροýς).
¹ σαν σε ναýτες που σε μαýρο στροβιλßζονται κυκλþνα
αýρα ευνοúκÞ φυσþντας απαλüτερα Ýρχεται
με την ευχÞ του Πολυδεýκη με την παρÜκληση του ΚÜστορα,
τÝτοια για μας ο ¢λλιος Þταν βοÞθεια.
Αυτüς φραγμÝνο με διÜπλατο Üνοιξε δρüμο αγρü,
αυτüς σπßτι Ýδωσε σε μας, αυτüς και στην κυρßα,
σ’ αυτü αγÜπες να εξασκοýμε αμοιβαßες.
Εκεß η λαμπρÞ θεÜ μου Ýφερε το απαλü της βÞμα
και στο ξεφτισμÝνο κατþφλι το αστραφτερü της πÝλμα
πατþντας στου σανδαλιοý το τρßξιμο στÜθηκε,
σαν Üλλοτε με του αντρüς της φλεγüμενη τον Ýρωτα Ýφτασε
στου Πρωτεσßλαου η ΛαοδÜμεια την οικßα
που μÜταια αρχßνισε, μιας και με αßμα ιερü δεν εßχε ακüμα
το θýμα ευμενßσει τους ουρανßους αφÝντες.
Τüσο σφοδρÜ να μη με ευφραßνει τßποτα, Ραμνοýσια κüρη,
που Üστοχα αρχινÜ σαν δε θÝλουν οι αφÝντες.
Πüσο πολý ποθοýν να χυθεß αßμα αγνü αδηφÜγοι βωμοß
το ‘μαθε σαν Ýχασε τον Üντρα η ΛαοδÜμεια,
που απü ανÜγκη του συζýγου Üφησε του νιüπαντρου τον τρÜχηλο,
πριν ερχομüς ενüς κι ýστερα Üλλου πßσω χειμþνα
με νýχτες μακρÝς τον Üπληστο χορτÜσει Ýρωτα,
για να βαστÜξει τη ζωÞ με γÜμο ρημαγμÝνο,
που Þξεραν οι Μοßρες πως χρüνο δε θα ‘παιρνε πολý,
αν στρατιþτης πÞγαινε στα τεßχη του Ιλßου.
Τι τüτε σαν την ΕλÝνη Üρπαξαν των Αχαιþν τους πρþτους
Üρχισε η Τροßα να καλεß στα μÝρη της τους Üντρες,
η Τροßα (ανεßπωτο!) τÜφος κοινüς Ασßας και Ευρþπης,
η Τροßα ανδρþν κι ανδρεßας πÜσης στÜχτη πικρÞ,
που τþρα και στον αδελφü μου θÜνατο Üθλιο
Ýφερε. Ω απ’ εμÝ αδελφÝ στερημÝνε τον Üμοιρο,
Ω φως γλυκü απ’ τον Üμοιρο αδελφü στερημÝνο,
με σÝνα με μιας üλη μας θÜφτηκε η οικßα,
üλες μαζß σου με μιας χÜθηκαν οι χαρÝς μας,
που Ýτρεφε στη ζωÞ η γλυκιÜ σου αγÜπη.
Τþρα αυτüς τüσο μακριÜ οýτε μÝσα σε τÜφους γνωστοýς
κι οýτε δßπλα σε στÜχτες οικεßων κεßται,
μα στη δυσοßωνη Τροßα, στην ολÝθρια Τροßα θαμμÝνος
ξÝνη γη σ’ Ýσχατο χþμα τον κρατÜ.
Σ’ αυτÞν τüτε λεν με βιÜση διαλεχτÞ απ’ ολοýθε νιüτη
ΕλληνικÞ τα Üδυτα Üφησε των εστιþν,
για να μη χαßρεται ο ΠÜρις την κλεμμÝνη μοιχαλßδα
και λεýθερο σε γαλÞνια κÜμαρη χρüνο να περνÜ.
Αυτü τüτε το κακü, πανÝμορφη ΛαοδÜμεια, σου
στÝρησε κι απ’ τη ζωÞ κι απ’ την πνοÞ γÜμο
γλυκýτερο: με τÝτοια του Ýρωτα δßνη σφοδρÞ κýμα
σε ροýφηξε και σε απýθμενο βÜραθρο σ’ Ýριξε,
σαν αυτü που οι ¸λληνες λεν πως στον ΦηνÝα σιμÜ τον ΚυλλÞνειο
χþμα στεγνþνει παχý σαν στραγγßσει το Ýλος,
και που κÜποτε πως Ýσκαψε του βουνοý κüβοντας το μεδοýλι
ακοýγεται ο ψευδοπÜτωρ ΑμφιτρυωνιÜδης,
τον καιρü που με αλÜθευτo τα ΣτυμφÜλια τÝρατα βÝλος
χτýπησε με κατþτερου αφÝντη εντολÞ,
για να διαβαßνουν πιüτεροι θεοß την ουρανßα πýλη
κι η ¹βη πολý καιρü παρθÝνα να μη μÝνει.
Μα η βαθιÜ σου αγÜπη απ’ το βÜραρθο κεßνο βαθýτερη,
αυτÞ κι αδÜμαστη το ζυγü να φÝρεις σε δßδαξε.
Τüσο ακριβÞ σε τσακισμÝνο απ’ τους χρüνους γονιü δεν εßναι
üψιμου εγγονοý η ζωÞ που μοναχοκüρη θηλÜζει,
που, σαν για τα πλοýτη επιτÝλους μüλις βρÝθηκε των προγüνων,
με το üνομÜ του στη σφραγισμÝνη να μπαßνει διαθÞκη,
την ασεβÞ του γελασμÝνου συγγενοýς χαρÜ ακυρþνοντας,
τον γýπα απ’ το Üσπρο διþχνει κεφÜλι˙
Τüσο πολý περιστÝρα δε χÜρηκε καμιÜ το πÜλλευκο
ταßρι της (κι ας λεν πως üλο αδρÜχνει φιλιÜ
με το ρÜμφος τσιμπþντας πιο αναßσχυντα απü κÜθε
γυναßκα, üσο ακüλαστη κι αν εßναι).
Μα εσý μüνη σου νßκησες τα μεγÜλα τα πÜθη τους
Üπαξ κι Ýσμιξες με τον ξανθü σου Üντρα.
Εξ ßσου Þ σχεδüν να συγκριθεß μαζß της Üξια,
Þρθε το φως μου στην αγκÜλη μας,
που μια εδþ μια εκεß πετþντας γýρω της ο ¸ρως
Üστραφτε λαμπρüς με λÜμψη κροκüπεπλη.
Αν και σ’ αυτÞν Ýνας ΚÜτουλλος μüνο δε φτÜνει,
τις αραιÝς της σεπτÞς κυρÜς θα ανεχτοýμε απιστßες,
ανυπüφοροι μη γßνουμε με των βλακþν το Þθος.
Κι η ¹ρα ακüμη, των ουρανßων η μεγßστη,
τη λÜβρα της οργÞ για το πταßσμα του συζýγου κατÜπιε,
κι ας γνþριζε του παναχüρταγου Διüς τις πλεßστες απιστßες.
Μα θνητοýς με θεοýς θεμιτü να συγκρßνω δεν εßναι
κι οýτε üσα μýρια βÜσταξε η ¹ρα υπομÝνω,
κι οýτε εξ ουρανþν φωνÞ με πρüσταξε «Συζýγου επωμßσου,
Üχαρο βÜρος σÞκωσε τρεμÜμενου γονιοý.»
Μα κεßνη σε γÜμο απ’ το δεξß του πατρüς δε μου δüθηκε
κι οýτε σε σπßτι Þρθε ευωδιαστü με Ασσýρια μýρα,
αλλÜ μια νýχτα σιωπηλÞ δωρÜκια μου ‘δωσε κλεφτÜ,
απ’ του ßδιου του ανδρüς της τον κüρφο κλεμμÝνα.
Γι’ αυτü κεßνο αρκεß, αν σε μας μüνο δßνεται η μÝρα,
που κεßνη σημαδεýει με ασπρüτερη πÝτρα.
Αυτü για σÝνα, üσο μποροýσα, με στßχο φτιαγμÝνο το δþρο
για τη μÝγιστη, ¢λλιε, σου δßνεται στÞριξη,
για να μην πιÜσει με Üγρια σκουριÜ το üνομÜ σας
αυτÞ και κεßνη κι η Üλλη κι Üλλη μÝρα.
Εßθε οι θεοß επιπλÝον να δþσουν üλα τα αγαθÜ, που η ΘÝμις
παλιÜ στους αρχαßους συνηθοýσε να φÝρνει πιστοýς.
ΜακÜριοι να ‘στε κι εσý και μαζß σου η ζωÞ σου
και ο οßκος κει που ‘παιξα με τη δÝσποινÜ μου
κι αυτüς που πρþτα σε σÝνα με σýστησε, ¢λλιε,
απ’ αυτüν για με üλα τα καλÜ γεννÞθηκαν,
και μακρÜν πριν απ’ üλους αυτÞ σε με πιο ακριβÞ κι απü μÝνα τον ßδιο,
το φως μου, που üσο ζει γλυκειÜ θα ζω ζωÞ.
Catulli Carmina 37
ΤαβÝρνα πρüστυχη και σεις πορνοθαμþνες,
στον αριθμü εννιÜ του δρüμου των Διδýμων,
σαν τι νομßζετε, μοναχοψþληδες πως εßστε;
Þ μονοπþλιο το ‘χετε τη κÜθε μια γυναßκα
να τη πηδÜτε σεßς κι οι Üλλοι να ‘ναι κüτσοι;
Τι λÝτε, πως δεν το τολμþ, Ýτσι που στην αρÜδα
εκατü-διακüσιοι αρÜζετε χαλβÜδες, μεμιÜς üýλους
να σας τον δþσω για τσιμποýκι καρεκλÜτο;
Κι üμως να το πιστεýετε, γιατß και στο μπουρδÝλο σας
στην πρüσοψη του ολÜκερη ψωλÝς θα ζωγραφßσω.
Η κοπελιÜ που μου 'κανε φτερÜ απ´την αγκÜλη,
που την αγÜπησα πολý üσο καμμßαν Üλλη,
που μÜχες Ýδωσα γι' αυτÞν να τη κερδßσω,
εκεß θρονιÜστηκε κι εσεßς οι ευγενεßς λεφτÜδες
την Ýχετε αγκαλιÜ εσεßς -αßσχος σας και ντροπÞ-
üλα τα ανθρωπÜρια, του σοκακκιοý γαμιÜδες.
ΑλλÜ κι εσý διαμÜντι μÝσα στους μαλλιÜδες,
ΕγνÜτιε μοýλε απü πüρνη κουνÝλα ισπανικÞ,
νüμισες πως αρχüντεψες με το παχý σου γÝνι,
και που 'πλυνες τα δüντια σου με κÜτουρα ΙβÞρων;
41
Η ΑμεÜνα η κοπÝλα η γαμιüλα
μου ζÞτησε τα δÝκα μου χιλιÜρικα üλα,
αυτÞ ντε, με την ασχημοýλα μýτη,
απü τη Φüρμια, αυτÞ η φτηνογκüμενα.
Γειτüνοι, που τη κοπελλßτσα νοιÜζεστε,
φßλους, γιατροýς φωνÜξτε: στα καλÜ
της δεν εßναι η κοπÝλα κι οýτε να ρωτÜ
το χÜλκινο εßδωλο πþς εßναι συνηθιÜ.
45
Την αγÜπη του ο Σεπτßμιος, την ΑκμÞ,
στον κüρφο του κρατεß κι: "ΑκμÞ μου" λÝει
"αν δε σ' αγαπþ μÝχρι θανÜτου κι αν στο εξÞς
να σ' αγαπþ αιþνια πρüθυμος δεν εßμαι
üσο μπορεß κανεßς να αγαπÜ μÝχρις εσχÜτων,
μονÜχος στη Λιβýη Þ στη πυρακτωμÝνη Ινδßα,
πρασινομÜτη να τρακÜρω λιüντα."
Ως εßπ' αυτü, ζερβÜ ο ¸ρωτας σαν Üλλοτε
και δεξιÜ φταρνßστηκε επικροτþντας.
Κι η ΑκμÞ απαλÜ το κεφÜλι γÝρνοντας
του γλυκοý παιδιοý τα μεθυσμÝνα τα ματÜκια
με κεßνο το Üλικο στüμα φιλþντας:
"¸τσι", του λÝει "ζωÞ μου Σεπτιμοýλη,
αυτü μüνο τον κýρη να 'περετÜμ' αÝναα,
τþρα που πιο πολý μου μαßνεται κι αγριεýει
η φλüγα στο απαλü μου το μεδοýλι."
Ως εßπ' αυτü, ζερβÜ ο ¸ρωτας σαν Üλλοτε
και δεξιÜ φταρνßστηκε επικροτþντας.
Τþρα που με καλοýς οιωνοýς κινοýνε,
με αμοιβαßο πÜθος αγαπιþνται κι αγαποýνε:
μια την Ýχει την ΑκμÞ ο φτωχοΣεπτßμιος
πιο πÜνω απü Συρßες κι απü Βρετανßες.
Στο Σεπτßμιο μüνο πιστÞ 'ναι η ΑκμÞ
που λÜγνους πüθους κι ηδονÝς χαρßζει.
Ποιος πιο μακÜριο ερωτικü ζευγÜρι;
Ποιος εßδε πιο ευοßωνη την Αφροδßτη;
46
Τþρα η Üνοιξη τους πÜγους λιþνει πÜλι,
τþρα του ουρανοý το μÝνος, το ισονýχτι,
με τις γλυκÝς του Ζεφýρου σωπαßνει, αýρες.
ΜÝνουνε πßσω ΚÜτουλλε, οι Φρýγιοι κÜμποι
και της θερμÞς Νικαßας τ' ολüχρυσο χωρÜφι:
στις λαμπρÝς πετÜμε της Ασßας κωμοπüλεις.
Τþρα ο νους ορμητικüς να φýγει λαχταρÜ,
τþρα το βÞμα του ξανοßγει με σπουδÞ γοργÜ.
Γεια σας των σýντροφων γλυκÝς μαζωσυνÜξεις,
π' αλÜργα ξεκινÞσατε απü το σπßτι αντÜμι
και Üλλοι δρüμοι κι απ' αλλοý, πßσω σας φÝρνουν πÜλι.
Ο ΚÜτουλλος γεννÞθηκε στη Βερüνα το 84 π.Χ. απü γονεßς αρκετÜ εýπορους και της υψηλÞς κοινωνßας, αφοý ξÝρουμε üτι φιλοξÝνησαν επανειλημμÝνα τον Καßσαρα στο σπßτι τους στη Βερüνα. Στα 20 -22 του χρüνια Þρθε στη Ρþμη για σπουδÝς και σταδιοδρομßα και τον βλÝπουμε ξαφνικÜ μÝσα στους κýκλους των μεγÜλων της Ρþμης. ΚÜποιος απü τους εξÝχοντες φßλους του τον εισÞγαγε στον κýκλο της Λεσβßας Þ πιθανüν να την εßχε γνωρßσει στη Βερüνα μαζß με τον Üντρα της που βρισκüταν εκεß το 62 π.Χ. Η πρþτη του αντßδραση Þταν να γρÜψει, üπως πιστεýεται, το ακüλουθο ποßημα:
51
Στα μÜτια μου θεüς θαμÜζει εκεßνος,
κι αν εßναι üσιο, κι απü θεüς πιο πÜνω,
κεßνος που αντßκρυ σου στÝκεται κι ολοÝνα
σε βλÝπει και σ' ακοýει να γλυκογελÜς.
Αχ Θεοß! Αλßμονο, αλßμονο σε μÝνα,
γιατß Ýχασα, Λεσβßα μου, τα λογικÜ,
μüλις σε δþ δε μου απομÝνει πια λαλιÜ,
Παγþνει η γλþσσα μου και σ´ üλα μου τα μÝλη
λεπτÞ μαßνεται φλüγα, και τ' αυτιÜ
μου κουδουνßζουνε, και πια νυχτιÜ
μου σκÝπει δßδυμη, τα μÜτια.
Η αδρÜνεια, ΚÜτουλλε, οχληρÞ σου 'ναι.
Απü αδρÜνεια αναπηδÜς υπÝρβολος γαυριÜς.
Η αδρÜνεια Ýσβησε παλιÜ και βασιλιÜδες
πÜλαß ποτε κι ευτυχισμÝνες πολιτεßες.
57
Ωραßα τα βρÞκανε οι κßναιδοι οι αισχροß,
ο Μαμοýρρας κι ο Καßσαρας οι λοýγκρες.
Μην απορεßς: η ßδια λÝρα και στους δυο,
απ' την πüλη η μια η Üλλη απ' τη Φüρμια,
βαθιÜ καθßσανε και δεν ξεπλÝνονται:
εξ ßσου Üρρωστοι, κι αμφüτεροι φτυστοß
σε Ýνα ντιβανÜκι οι δυο πολυμαθοýληδες,
ο Ýνας απ' τον Üλλονε πιο αχüρταγος γαμιÜς,
σýντροφοι αντßζηλοι των δüλιων κορασßδων.
Ωραßα τα βρÞκανε οι κßναιδοι οι αισχροß.
59
Η Ροýφα απ´τη Βονþνια το Ροýφακο ρουφÜ,
σýζυγος του ΜενÝνου, που συχνÜ στους τÜφους
τη βλÝπετε στην ßδια τη πυρÜ ν' αρπÜζει δεßπνο,
üταν κυνÞγα το ψωμß π' απ' τη φλüγα κýλησε,
με τον αξοýριστο πηδιÝται νεκροθÜφτη.
60
Σßγουρα εσÝνα λÝαινα στα Λιβυστßνια üρη
Þ Σκýλλα που αλυχτÜ απ’ τα λαγüνια κÜτω
με τÝτοιο νου σκληρü κι απεχθÞ δε σ' Ýκανε,
που του ικÝτη τη φωνÞ στην Ýσχατη τη συμφορÜ
να αγνοοýσες, Üγρια, αχ Üγρια καρδιÜ θηρßου.
H ερωτικÞ ιστορßα ΚÜτουλλου-Λεσβßας εßναι μια απü τις πιο φημισμÝνες αγÜπης και πÜθους στη παγκüσμια λογοτεχνßα. Ο Üτυχος Ýρωτας του ποιητÞ για μια γυναßκα πανÝμορφη κι Ýμπειρη, αλλÜ και κακÞς ποιüτητας συγχρüνως, ενÝπνευσε στον ποιητÞ αριστουργÞματα ερωτικοý πÜθους, αγÜπης και σεβασμοý.
ΠρÝπει να σημειωθεß πως το üνομα Λεσβßα εßναι βÝβαια ψευδþνυμο, üπως μας πληροφορεß ο Οβßδιος, ενþ το πραγματικü της üνομα εßναι Clodia, üπως μας πληροφορεß ο ΑπουλÞιος. Για τη ταυτüτητα της γυναßκας αυτÞς διατυπωθÞκανε διÜφορες απüψεις. Οι περισσüτερες üμως κλßνουνε προς τη ταýτισÞ της με τη σýζυγο του ΜετÝλλου. Αν πρÜγματι ισχýει αυτü, τüτε οι σχÝσεις τους θα πρÝπει να Üρχισαν νωρßς κι üσο ζοýσεν ακüμη ο Üντρας της.
Οι σχÝσεις üμως της Λεσβßας με τον ποιητÞ δεν Þταν ασφαλþς πÜντα ρüδινες. Οι απιστßες της εßναι πολλÝς. Ο ÝρωτÜς της για τον Καßλιο Ροýφο Ýχει φουντþσει. ΑνÜμεσÜ τους θα μποýνε κι Üλλα πρüσωπα üπως ο Κüιντος κι ο αισχρüς κι αιμομßχτης ΓÝλλιος.
Τα παρακÜτω ποιÞματα εκφρÜζουν üλα üσα προαναφÝρονται πιο πÜνω, με τη σειρÜ... συναισθÞματος:
76
Αν εßναι ευχÜριστο κανεßς να ανακαλεß στη μνÞμη
ευεργεσßες παρελθüντος, αν σκÝφτεται πως εßναι ευσεβÞς
και δεν επρüδωσε την ιερÞ φιλßα, οýτε σε κÜποια συμφωνßα
ξεγÝλασε τους συνανθρþπους του προσβÜλλοντας τα θεßα,
τüτε χαρÝς πολλÝς, βρε ΚÜτουλλε, σε üλη τη ζωÞ σου,
σε καρτεροýν απü αυτüν τον Üχαρο ÝρωτÜ σου.
Για ü,τι καλü μποροýν οι Üνθρωποι να κÜνουν Þ να ποýνε
για τους αλλνοýς, εσý και το 'πες και το Ýκανες.
¼λα üσα μπιστεýτηκες στ' αχÜριστο μυαλü της εχαθÞκαν.
Γιατß λοιπüν, να βασανßζεσαι ακüμα παραπÜνω;
Για δε σκληραßνεις τη καρδιÜ, και σþσου απü κεßνη
και πÜψε να 'σαι δýστυχος, που οýτ' οι θεοß το θÝλουν;
Δýσκολα παρατÜς στα ξαφνικÜ Ýνα μακρüχρονο Ýρωτα,
στ’ αλÞθεια, και να το κÜμεις μ' üποιο τρüπο θες εσý.
Εßναι η μüνη σωτηρßα σου: νßκη που πρÝπει να παρθεß.
Μπορεßς Þ διüλου δεν μπορεßς, αυτü πρÝπει να κÜνεις.
Ω Θεοß, αν η λýπηση εßναι δουλειÜ δικÞ σας
Þ αν προσφÝρατε ποτÝ σ' ετοιμοθÜνατο βοÞθεια,
ρßξτε μου μια ματιÜ. Κι αν Ýζησα αγνÞ ζωÞ,
πÜρτε μακριÜ μου τη νüσο αυτÞ και τη καταστροφÞ,
που σαν παρÜλυση γλιστρÜ σε üλα μου τα μÝλη
και πÝρα διþχνει απü τη καρδιÜ κÜθε χαρÜ μου.
Πια δε ζητþ κεßνη να με αγαπÞσει, üπως εγþ,
οýτε, πρÜγμα αδýνατο, να θÝλει να 'ναι τßμια.
Εßθε γοργÜ να ιαθþ κι απü τη νüσο να απαλλαγþ,
τη σιχαμÝνη. Ω Θεοß, δþστε, σα χÜρη σας ζητþ
αν üντως Þμουν ευσεβÞς, γοργÜ να γιατρευτþ.
83
Η ΛÝσβια μπρος στον Üντρα της Ýνα σωρü μου σÝρνει
κι ο μποýρδας γλυκοχαßρεται με üλη τη καρδιÜ του.
ΚοιμÜσαι μοýλε; ΘÜτανε αθþα ν δε μιλοýσε.
Τþρα που αυτÞ γρυλλßζει και με βρßζει τÜχα,
üχι μüνο με σκÝφτεται, αλλÜ, το πιο καβλωτικü,
εßναι και θυμωμÝνη. Παναπεß καßγεται! ΒρÜζει!
87
ΚαμιÜ δεν αγαπÞθηκε στον κüσμο Üλλη γυναßκα,
üσο η Λεσβßα μου αγαπÞθηκε απü μÝνα.
ΠοτÝ δεσμüς δε βρÝθηκε που νÜ ´χει τüση πßστη,
üση Ýδειξα εγþ στον Ýρωτα για σÝνα.
91
¸λπιζα, ΓÝλλιε, δε θα μου φερüσουν σκÜρτα,
σ´ αυτü το θλιβερü κι Üτυχο ÝρωτÜ μου.
Κι üχι επειδÞ σε γνþριζα Þ σε θεωροýσα Üντρα
που απü ντροπÝς μπορεß να κÜνει κρÜτει,
αλλÜ γιατß Ýβλεπα πως μÞτε μÜνα σ' Þταν
μÞτ' αδερφÞ αυτÞ που μ´ Ýτρωγ' ÝρωτÜς της.
¼μως για σÝ πÜλι, και φιλοι νÜ 'μασταν,
δε θÜ 'ταν λüγος αρκετüς, νομßζω.
Τοýτο για σÝ εßν´ αρκετü: χαρÜ σου υπερτÜτη,
τα αßσχη που 'χουν μÜλιστα και γεýση ατιμßας.